Αναδημοσιεύουμε από την ιστοσελίδα της νεανικής δημοτικής παράταξης «Μένουμε Θεσσαλονίκη – ούτε φυγή, ούτε υποταγή»:
Χθες, πραγματοποιήθηκε στην πόλη μας μια μεγάλη συνάντηση Ελλήνων και Τούρκων επιχειρηματιών, με σκοπό να ανοίξει ένα «παράθυρο ευκαιριών» ώστε να επενδύσει το τουρκικό κεφάλαιο στην Θεσσαλονίκη. Τον τουρκικό επιχειρηματικό κόσμο εκπροσώπησε στην συνάντηση η Ένωση Νέων Επιχειρηματιών της Τουρκίας (TUGIAD), που απαριθμεί περί τις 850 επιχειρήσεις, καταγράφοντας έναν συνολικό κύκλο εργασιών περί τα 50 δισ.$. Την ελληνική πλευρά, εκπροσώπησε το Ελληνοτουρκικό Επιμελητήριο Βορείου Ελλάδος (!).
Οι δύο πλευρές υπέγραψαν μνημόνιο συνεργασίας, για την πύκνωση των επιχειρηματικών επαφών με σκοπό την σύναψη κοινών επενδυτικών σχεδίων. Ο Πρόεδρος της TUGIAD, Αλί Γιουσελέν, σύμφωνα με ρεπορτάζ της ενημερωτικής σελίδας του ΔΟΛ, in.gr καθόρισε με δηλώσεις του ποιοι είναι επακριβώς οι τομείς που ενδιαφέρουν το τουρκικό κεφάλαιο: «Ο κ.Γιουτσελέν σημείωσε ότι η Θεσσαλονίκη εντάχθηκε στο δίκτυο γραφείων της TUGIAD, το οποίο περιλαμβάνει πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, οι Βρυξέλλες, η Σαγκάη και το Σικάγο, με κριτήριο ότι η Ελλάδα αποτελεί τη βασική πύλη εισόδου των τουρκικών προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά.
Ως τομείς με τις μεγαλύτερες προοπτικές για συνέργειες αναγνώρισε αυτούς των γεωργικών προϊόντων, των logistics, της ενέργειας, των κατασκευών, των επενδύσεων κεφαλαίου και της παραγωγικής δραστηριότητας που, όπως είπε, ‘χάθηκε από τη Θεσσαλονίκη, ιδίως στον τομέα των τροφίμων’». Το σχετικό δημοσίευμα, έκλεινε με την παρακάτω αναφορά στο ενδιαφέρον που εξέφρασε ο γ.γ. της TUGIAD, Μπασάκ Ιλίσογλου: «ο όμιλος εταιρειών που εκπροσωπεί ο γενικός γραμματέας της TUGIAD [] αναζητεί για επενδύσεις τουριστικά κτίρια σε τουριστικές περιοχές. Το σχέδιο αφορά τη μετατροπή ιστορικών κτιρίων σε ξενοδοχεία ή μικρά εμπορικά κέντρα, που θα φιλοξενήσουν ορισμένα brands τουρκικών προϊόντων, επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στον τομέα των τροφίμων».
Την ίδια στιγμή, ο Γιάννης Μπουτάρης, ζητούσε δημόσια από το βήμα της ημερίδας που οργάνωσε η Egnatia Post μαζί με την Ομοσπονδία Υπαλλήλων Λιμανιών Ελλάδος (ΟΜΥΛΕ), μεταξύ άλλων, και την (εμπορική) σύνδεση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης με εκείνο τη Σμύρνη. Να εκπροσωπούσε τάχα τη θέληση του ελληνοτουρκικού επιχειρηματικού κονσόρτσιουμ στην ημερίδα που οργάνωσαν οι εργαζόμενοι και η καλή ιστοσελίδα με σκοπό να υπερασπιστούν τον δημόσιο χαρακτήρα του λιμανιού;
Για να εξηγήσουμε εν τάχει τι παιχνίδι παίζεται πάνω στις πλάτες της Θεσσαλονίκης, θα συγκρατήσουμε ορισμένες αναφορές από τις στήλες της επικαιρότητας: «logistics, κατασκευές, επενδύσεις κεφαλαίων, εμπορική χρήση ιστορικών κτηρίων, τουρισμός». Κι επίσης, την αναφορά του Αλί Γκιουτσελέν, στο γεγονός ότι η Ελλάδα «αποτελεί την βασική πύλη εισόδου των τουρκικών προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά».
Αυτό που συμβαίνει επί της ουσίας, είναι πως η πολιτική που αντιπροσωπεύει ως τάχα «ανεξάρτητος» και «άφθαρτος» ο Γιάννης Μπουτάρης, είναι ότι επικαλείται το κυβερνητικό-τροϊκανό ιδεολόγημα της «ανάπτυξης» ώστε να «κλειδώσει» την ελληνική οικονομία και κοινωνία σε τροχιά πολλαπλής (αμερικάνικης, γερμανικής, τουρκικής) εξάρτησης.
Πίσω από τις εκκλήσεις για «επενδύσεις», μας ζητούν να απολέσουμε κάθε πολιτικό κριτήριο, και μαζί με αυτό κάθε αντίληψη σοβαρού και ολοκληρωμένου οικονομικού σχεδιασμού: «Λεφτά να είναι, κι ότι να ‘ναι – σε ‘στυλ καλώς ήλθε το δολάριο, το ευρώ, η τουρκική λίρα». Ότι αρμόζει δηλαδή σε μια αποικία χρέους.
Επί του συγκεκριμένου, η «συνεργασία» μιας (παρά τους κλυδωνισμούς της) ακμάζουσας τουρκικής οικονομίας των 80 εκατομμυρίων, με μια χρεοκοπημένη, πολιτικά χειραγωγούμενη χώρα των 10 εκατομμυρίων δεν μπορεί παρά να παραπέμπει στην εγκαθίδρυση ισχυρών δεσμών εξάρτησης.
Και ας γίνουμε συγκεκριμένοι:
Το γεγονός ότι το τουρκικό κεφάλαιο βλέπει στην Ελλάδα, και δη στη Θεσσαλονίκη, την βασική πύλη εισόδου των τουρκικών προϊόντων στην Ευρώπη, το γεγονός ότι ο δήμαρχος της πόλης πλειοδοτεί προς αυτήν την κατεύθυνση απαιτώντας την σύνδεση του λιμανιού της Σμύρνης με αυτό της Θεσσαλονίκης, θα έχει καθοριστικές, μείζονες συνέπειες πάνω στην οικονομική φυσιογνωμία της πόλης και ευρύτερα της Βορείου Ελλάδας. Και τούτο γιατί ο ανταγωνισμός των τουρκικών προϊόντων θα υπονομεύσει καίρια και αποφασιστικά οποιαδήποτε προσπάθεια ενδογενούς παραγωγικής ανασυγκρότησης, εξαναγκάζοντας την ελληνική πλευρά να περιοριστεί σ’ έναν μεταπρατικό, διαμετακομιστικό ρόλο. Από εκεί και πέρα, τα υπόλοιπα είναι γνωστά: Επιθετικές επενδύσεις στον τουρισμό, τις κατασκευές, και βέβαια στις πρώτες ύλες και τα αγροτικά προϊόντα. Οποιοσδήποτε πρωτοετής φοιτητής των οικονομικών, μπορεί να αντιληφθεί ότι αυτού του τύπου η ανάπτυξη (εξαγωγή πρώτων υλών και αγροτικών προϊόντων, αποβιομηχάνιση, και διόγκωση των καταναλωτικών υπηρεσιών) παραπέμπει στον κλασικό ορισμό της «εξάρτησης».
Για να το πούμε ξεκάθαρα, αυτό που σχεδιάζεται είναι η δια της οικονομίας μεταβολή της χώρας μας σε συνδιαχειριζόμενη δυτικο-τουρκική μπανανία.
Αυτή είναι η «νέα μεγάλη ιδέα» του Γιάννη Μπουτάρη, της πολιτικής που εκφράζει. Μια πολιτική των ελληνικών αρχουσών τάξεων, που συμπεριφέρονται σαν αποικιοκράτες στον ίδιο τους τον τόπο και έχοντας αποκλειστική κοινότητα συμφερόντων με τις ξένες δυνάμεις που αξιώνουν την υποταγή της χώρας μας.
Απέναντι σε αυτό το παιχνίδι δεν μπορούμε μόνο να αντιτάξουμε ένα μεγάλο ΟΧΙ. Για να πετύχουμε στην αντίστασή μας, πρέπει να αντιτάξουμε έναν ολοκληρωμένο οικονομικό σχεδιασμό.
- Το λιμάνι, όπως και ο σιδηρόδρομος, και οι άλλες βαριές υποδομές της χώρας και της πόλης (ύδρευση, ηλεκτρισμός κ.λ.π.) πρέπει να παραμείνουν δημόσια. Όχι μόνο γιατί αποτελούν θεμελιώδεις για τον δημόσιο πλούτο και συμφέρον υποδομές –αλλά γιατί έχει αποδειχθεί ότι το ιδιωτικό κεφάλαιο αδυνατεί να τις διαχειριστεί, καθώς το κόστος συντήρησής τους είναι τεράστιο και αναπόσβεστο. Γι’ αυτό τις απομυζά, και τις εγκαταλείπει μετά, φθαρμένες και απαξιωμένες, σα στημένες λεμονόκουπες. Τα παραδείγματα της θατσερικής πολιτικής στην Βρετανία, άπειρα (σιδηρόδρομοι, λιμάνια κ.ο.κ.) και διδακτικά.
- Δεύτερον, ο δημόσιος χαρακτήρας του λιμανιού δεν διασφαλίζεται μόνο από το τυπικό ιδιοκτησιακό του καθεστώς –αν και αυτό, είναι καθοριστικό– αλλά και από τις ουσιαστικές του λειτουργίες. Κοινώς δεν νοείται ανεξάρτητο, δημόσιο λιμάνι με αποβιομηχάνιση και παρασιτισμό. Γι’ αυτό και όλες οι βαριές υποδομές της πόλης και της ευρύτερης περιοχής πρέπει να ενταχθούν σε έναν ολικό οικονομικό σχεδιασμό παραγωγικής ανασυγκρότησης. Που θα υποβοηθηθεί αποφασιστικά από τις αδέσμευτες, ισότιμες σχέσεις της χώρας μας με τις υπόλοιπες χώρες της Βαλκανικής (κυρίως Σερβία, Βουλγαρία, Ρουμανία), διότι έχουμε συμπληρωματικές περίπου ισοδύναμες οικονομίες –γεγονός που επιτρέπει στην ανάπτυξη σχέσεων αμοιβαίας ωφέλειας.
Αυτή είναι μια δημιουργική απάντηση στον νεοκατοχικό μαυρογυαλουρισμό του τάχα «ανεξάρτητου» Γιάννη Μπουτάρη.
Και βέβαια, δεν μπορούμε ποτέ να ξεχνάμε πως η Τουρκία δεν είναι ο οποιοσδήποτε «γείτονας», εξακολουθεί να κατέχει την Κύπρο, να απειλεί τη Θράκη και το Αιγαίο, να σιγοντάρει τα Σκόπια· Θα του προσφέρουμε και την ελληνική οικονομία και κατ’ εξοχήν την πόλη μας ως αποικία; Αυτό θέλει ο κύριος Μπουτάρης;
Μένουμε Θεσσαλονίκη
«Ούτε φυγή – Ούτε υποταγή»
email: [email protected] | @menoumethess
http://www.menoumethess.wordpress.com