Στα εθνικά θέματα και στο Κυπριακό επικεντρώνεται το νέο βιβλίο του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας και επιτίμου καθηγητού της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Προκόπη Παυλόπουλου, από τις εκδόσεις «Ευρασία», με τίτλο «Μελέτες για τα Εθνικά Θέματα και το Κυπριακό Ζήτημα».
Ο συγγραφέας αναλύει εις βάθος τα εν λόγω θέματα σύμφωνα με τις εγγυήσεις που προκύπτουν για Ελλάδα και Κύπρο από το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Ωστόσο ιδιαίτερη έμφαση δίνει στον αρνητικό ρόλο των «Μεγάλων Δυνάμεων» ιδιαιτέρως της Βρετανίας στο Κυπριακό και στο γεγονός ότι μετά το Brexit, το Λονδίνο διατηρεί στρατιωτικές βάσεις σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
Ο κ. Παυλόπουλος επικρίνει στο βιβλίου τις «Μεγάλες Δυνάμεις» επειδή «σχεδόν ουδέποτε παρενέβησαν, έγκαιρα και αποτελεσματικά για να συνετίσουν την Τουρκία -ακόμη και μετά τις ήττες της Γερμανίας κατά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους- ώστε ν’ αναγκασθεί να σεβασθεί το Διεθνές Δίκαιο και να πάψει να επιβουλεύεται την ακεραιότητα και την κυριαρχία του Ελληνικού Κράτους». Η συμπεριφορά αυτή ήταν εμφανής στο Κυπριακό.
«Η αδήριτη ιστορική αλήθεια είναι ότι κυρίως η Μεγάλη Βρετανία δεν θέλησε ν’ αφήσει, ειλικρινώς και οριστικώς, πίσω της την περίοδο της αποικιοκρατίας στην Κύπρο. Αδιαμφισβήτητη απόδειξη αποτελεί το ότι με την όλη πολιτική της ’καλλιέργησε’ εντέχνως, την ex nihilo δημιουργία του Κυπριακού, με το να υποδαυλίσει, σε μια κρίσιμη περίοδο της πορείας της Κύπρου προς την Ανεξαρτησία της, την υπόσταση της δήθεν «τουροκυπριακής κοινότητας» και ν’ αποβεί, σε διεθνή κλίμακα, «διαπρύσιος κήρυκας» των, δήθεν, δικαιωμάτων της. Την υστεροβουλία αυτή της Μεγάλης Βρετανίας καθιστά εμφανή και μόνο το γεγονός, ότι επιδίωξε και πέτυχε και να παραμένει ‘εγγυήτρια δύναμη’ ως προς την Κύπρο και να διατηρεί βάσεις επ’ αυτής. Κάτι το οποίο, προφανώς, δεν μπορεί να θεωρηθεί, κατ’ ουδένα τρόπο, στάση διεθνούς εκτίμησης, από την πλευρά μιας δύναμης όπως η Μεγάλη Βρετανία, απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία, ιδίως αφότου η Κύπρος είναι πλήρες Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης. Στο σημείο αυτό πρέπει να τεθεί μ’ έμφαση το ζήτημα του ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει ν’ αντιμετωπίσει, δίχως καθυστερήσεις και με υπευθυνότητα, το αν είναι συμβατό να διαιωνίζεται ένα τέτοιο καθεστώς με βάση τις περί κυριαρχίας των Κρατών-Μελών διατάξεις του Ευρωπαϊκού Δικαίου -και ιδίως της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης- τώρα πλέον που, μετά το Brexit, η Μεγάλη Βρετανία είναι ‘τρίτο κράτος’ έναντι της Ένωσης και των Μελών της» γράφει ο τ. Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Επίσης σχολιάζει το γεγονός ότι από το 1830, όταν η Ελλάδα κυρήχθηκε ανεξάρτητη έως και σήμερα, η Τουρκία ουδέποτε συμβιβάσθηκε πλήρως με αυτή την εξέλιξη. «Το αντίθετο μάλιστα, αν αναλογισθούμε, και πάλι με βάση τα ίδια τα ιστορικά δεδομένα, ότι η Τουρκία έκτοτε συμπεριφέρεται -τουλάχιστον κατά κανόνα και με μικρά διαλείμματα, κυρίως σε περιόδους κατά τις οποίες βρισκόταν σε διεθνή αδυναμία ή και απομόνωση- ως εάν στρεφόμενη κατά της Ελλάδας δεν αφήνει να «σβήσει» εντελώς η φαντασίωση ανασύστασης της «πάλαι ποτέ διαλάμψασας» Οθωμανικής Αυτοκρατορίας», σημειώνει. Έτσι η Άγκυρα αγνοεί συστηματικώς το Διεθνές Δίκαιο, με τρανταχτό παραδείγματα την Συνθήκη της Λωζάνης.
«Ενδεικτικό της συμπεριφοράς της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδας -και εξίσου ενδεικτικό των εναντίον της βλέψεων- είναι και το γεγονός, ότι στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους βρέθηκε στην ‘’απέναντι πλευρά’’, ήτοι στην πλευρά της Γερμανίας, η οποία ενεργούσε τότε κατά βάναυση παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Και το χειρότερο είναι ότι η Τουρκία, με αυτή την συμμαχική επιλογή και δίχως καμία πολεμική συμμετοχή και απώλεια -κατά το επικούρειο «λάθε βιώσας»- αποσκοπούσε, ευθέως και απροκαλύπτως, στην μεταπολεμική αποκόμιση ωφελών, κυρίως εδαφικών και κυριαρχικών, εις βάρος της Ελλάδας», εξηγεί ο κ. Παυλόπουλος.
Το «ηθικό δίδαγμα» όσων επισημαίνει στο βιβλίο ο καθηγητής, είναι πως Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να αξιοποιήσουν πλήρως, δίχως νοοτροπία υποχωρητικότητας και δήθεν συμβιβασμών, τους κανόνες του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, αναφορικά με την υπεράσπιση των κάθε είδους δικαιωμάτων τους και ιδίως των, lato sensu, κυριαρχικών. «Και εξίσου πλήρης διαρκής προβολή τους, με την αντίστοιχη ολοκληρωμένη νομική τεκμηρίωση, σε όλα τα Διεθνή και Ευρωπαϊκά Fora. Κυρίως δε ενώπιον του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με κάθε ευκαιρία -και πέρα από την εκάστοτε, πολλές φορές τεχνηέντως, για ‘’ευνόητους λόγους’’ καθορισμένη agenda- πολλώ μάλλον όταν, κατά την υπεράσπιση των Δικαίων τους, Ελλάδα και Κύπρος υπερασπίζονται αυτοθρόως, κατά το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, και το Έδαφος, τα Σύνορα και τις Θαλάσσιες Ζώνες της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης», προσθέτει.
Η ώρα είναι κατάλληλη, όπως αναφέρει ο κ. Παυλόπουλος, διότι ο Ερντογάν δείχνει, απροκάλυπτα, το πραγματικό του πρόσωπο απέναντι στην ΕΕ και πλέον οι εταίροι μας «οφείλουν, για χάρη του ίδιου του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος και της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, ν’ αντιληφθούν ότι οι «σουλτανικές» του φαντασιώσεις, μέσ’ από την αδίστακτη εκμετάλλευση του σουνιτικού φονταμενταλισμού, στρέφονται ευθέως και εναντίον της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας καθώς και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού».