Η ειδογένεση του φαινο/γονο/τύπου «α65+» (ή πώς κυοφορείται ένας απροκάλυπτος ηλικιακός ρατσισμός)
Ι
Τούτη την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, στην οθόνη του υπολογιστή μου εμφανίζονται «έκτακτες» ειδήσεις, που μας πληροφορούν πως ένας ακόμα νεκρός προστέθηκε στην λίστα των θυμάτων του κορωναϊού. Τέτοιες «έκτακτες ειδήσεις», τις βλέπω συχνά. Εδώ και αρκετό καιρό, μου έχει δημιουργηθεί το ερώτημα για το πού αποσκοπεί αυτή η υπερβολή της υπερπροβολής των συνεπειών της επιδημίας που έχει ενσκήψει ακόμα και όταν τα πράγματα πήγαιναν σχετικά καλά. Ούτε το σύνολο των κρουσμάτων ούτε το σύνολο των συνανθρώπων μας που δυστυχώς δεν τα κατάφεραν και κατέληξαν, και πολύ περισσότερο ούτε τα ειδικότερα χαρακτηριστικά των θυμάτων του κορωναϊού, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία αφορά άτομα με υποκείμενα νοσήματα, μπορούν κατά τη δική μου εκτίμηση των πραγμάτων, να δικαιολογήσουν αυτή την πολεμικού τύπου ειδησεογραφία.
II
Μετά την παραπάνω εισαγωγή, που παρατέθηκε «εκτάκτως», λόγω της άνω «εκτάκτου» ειδήσεως, έρχομαι κατευθείαν στο ζήτημα που απασχολεί το παρόν άρθρο μου, που είναι η όλο και πιο έντονα φημολογούμενη επιβολή ενός τοπικού lockdown στην Αττική, που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και την επαναφορά της περιορισμένης κυκλοφορίας ΟΧΙ όλων των πολιτών, μα κάποιων κατηγοριών πολιτών, όπως π.χ., των λεγόμενων «ευπαθών» ομάδων, των πολιτών άνω των 65 ετών, και κάποιων άλλων. Οι όποιες τοποθετήσεις μου γίνονται με την επιφύλαξη πως ό,τι εδώ παρατίθεται ως «πληροφορία» προέρχεται από την ειδησεογραφία και όχι από αρμόδια κυβερνητική αρχή (Πολιτική Προστασία ή άλλη ), πράγμα που σημαίνει πως το ζήτημα της επιβολής των άνω περιορισμών κυκλοφορίας για τους άνω των 65 ετών, εδώ αντιμετωπίζεται ως υπόθεση μεν εργασίας, όμως, επειδή το θέμα τίθεται δημοσίως έστω και δημοσιογραφικά, δίνεται η ευκαιρία να γίνουν κάποιες τοποθετήσεις κατά τη γνώμη μου χρήσιμες πάνω στο ζήτημα αυτό, έστω και ως υπόθεση εργασίας.
Ευθύς εξ αρχής, ας θέσω το πλαίσιο που οριοθετεί τις τοποθετήσεις μου πάνω στο θέμα αυτό, δηλαδή το ενδεχόμενο να γίνει περιορισμός της κυκλοφορίας ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ πολιτών, με βάση τον βαθμό έκθεσής τους στους κινδύνους στις συνέπειες του κορωναϊού, εφόσον προσβληθούν, δηλαδή, θα αφορά τις «ευπαθείς» ομάδες.
Επισημαίνω, την πολύ σημαντική διάκριση που διαπιστώνω να γίνεται μεταξύ «ευπαθών ομάδων» και ατόμων «άνω των 65 ετών». Αυτή η διάκριση, αν δεν είναι τυχαία και όντως ηλίθια, τότε είναι πολύ σοβαρή : είναι ΚΑΘΑΡΑ ρατσιστική, παραβιάζει ευθέως και όχι εκ του πλαγίου θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα του Ανθρώπου και παραβιάζει θεμελιώδη Συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών (των άνω των 65 ετών συμπεριλαμβανομένων). Και τούτο διότι :
Πρώτον : κατηγοριοποιεί τις «ευπαθείς» ομάδες ως κάτι ξεχωριστό από τον πληθυσμό που έχει ηλικία άνω των 65 ετών. Δεν περιορίζονται (υπενθυμίζω ότι εν προκειμένω ομιλούμε στα πλαίσια μιας υπόθεσης εργασίας) οι μετακινήσεις του πληθυσμού αυτού (των άνω των 65 ετών) επειδή ανήκει στις ευπαθείς ομάδες, μα διότι, απλά είναι 65 ετών και άνω.
Δεύτερον : εφόσον όμως Ο ΜΟΝΟΣ λόγος περιορισμού των ευπαθών ομάδων ΚΑΙ του πληθυσμού άνω των 65 ετών είναι η προστασία τους και όχι ο περιορισμός της διασποράς του ιού (αυτό το τελευταίο θα είχε νόημα μονάχα σε περίπτωση ΓΕΝΙΚΟΥ lockdown και όχι με τα 2/3 του πληθυσμού στους δρόμους και το 1/3 στα σπίτια του, λες και τα 2/3 στο τέλος της ημέρας δεν θα συναντηθούν με το άλλο 1/3), έπεται λογικώς πως : ΚΑΘΕ άτομο άνω των 65 ετών, είναι ΕΞ ΟΡΙΣΜΟΥ «ευπαθές», ήτοι με κλονισμένη ή έστω καταβεβλημένη ή έστω «εύθραυστη» υγεία ΑΠΛΩΣ και μόνο διότι είναι άνω των 65 ετών. Διότι αν αυτή η τελευταία παρατήρηση δεν ισχύει ως «λογική», τίθεται το ηθικό, κοινωνικό, πολιτικό ΚΑΙ νομικό ερώτημα : τότε, εν ονόματι ποιας αρχής λογικής και δικαίου, όσοι είναι άνω των 65 ετών και χαίρουν όχι απλώς υγείας αλλά και άκρας υγείας, και εν πάση περιπτώσει δεν έχουν και υποκείμενα νοσήματα, τίθενται κατά ανωτέρω σε υποχρεωτικό περιορισμό της ελευθερίας τους, και με ποια λογική ταξινομούνται μαζί με τις «ευπαθείς» ομάδες (που μπορεί να ανήκουν σε οποιαδήποτε ηλικιακή τάξη) και όχι με τις υγιείς ομάδες των λοιπών ηλικιακών τάξεων;
Τρίτον : εφόσον ισχύουν οι άνω παρατηρήσεις μας, τότε δεν συνεπάγεται πως, πως αυτή η λογικώς έωλη απαγόρευση κυκλοφορίας (υπενθυμίζουμε τον χαρακτήρα της υπόθεσης εργασίας που εδώ κάνουμε), εφόσον τελικώς επιβληθεί ΕΙΔΙΚΩΣ για μια ηλικιακή ομάδα, αυτή των άνω των 65 ετών, «οριζόντια» και ανεξαρτήτως αν μέλη της είναι απολύτως ή απλώς υγιή, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί διαφορετικά παρά ως ένας ΠΡΟΦΑΝΗΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ;
Τέταρτον : εφόσον ισχύουν οι παραπάνω επισημάνσεις μας για το παράλογο της τέτοιας ταξινόμησης, τότε ο άνω των 65 ετών πληθυσμός κατηγοριοποιείται σε ένα «άλλο» είδος ανθρώπου, που έχει το χαρακτηριστικό της «οριζόντιας -για όλα τα άτομα- ευπάθειας» της υγείας του ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ με βάση το ηλικιακό του χαρακτηριστικό.
Πέμπτον : και φυσικά, δεν αντέχω να μη θέσω το ερώτημα : όσοι ταξινομούν τον πληθυσμό άνω των 65 ετών με τον τρόπο που ανωτέρω περιγράψαμε, το πράττουν με βάση κάποια επιστημονικά συμπεράσματα;
Πέμπτον : όμως, αν έτσι έχουν τα πράγματα, και κυρίως αν ισχύει το τελευταίο ερώτημα που θέσαμε αμέσως ανωτέρω, τότε, μπορεί κάποιος να απαντήσει στους ίδιους αυτούς ανθρώπους, που θεωρούνται ΕΞ ΟΡΙΣΜΟΥ «ευπαθείς», ποια επιστημονικά συμπεράσματα ίσχυαν όταν η ίδια η Πολιτεία τους αύξανε τα όρια συνταξιοδότησης στα 67 έτη εδώ στην Ελλάδα (και ακόμη περισσότερο σε κάποιες άλλες χώρες επίσης της Ευρώπης); Τι συμβαίνει λοιπόν με αυτό το περίεργο «είδος» ανθρώπων «των άνω των 65 ετών»; Το πρωί ανήκουν στις «παραγωγικές» ηλικίες, που περιλαμβάνουν από εικοσάρηδες και πάνω, και το βράδυ υποβιβάζονται στις «ευπαθείς» ομάδες; Δεν είναι τουλάχιστον ανήθικο να υποχρεώνει κάποιος κάποιον «ευπαθή» να εργάζεται περισσότερα χρόνια, ή, δεν είναι το ίδιο ανήθικο, όταν άλλοτε μεν τον θεωρείς «ευπαθή» και άλλοτε όχι; Και επειδή ο λόγος περί «επιστήμης» και «επιστημονικών συμπερασμάτων», απορώ όταν ακούω επιστήμονες, λ.χ. λοιμωξιολόγους και όχι μόνο, να τους διαφεύγει πως ο όρος «ηλικιωμένοι», αναφέρεται σε μια πληθυσμιακή ομάδα με εξόχως δυναμικό χαρακτήρα και μου και κατηγοριοποιούν την τρίτη ηλικία με όρους προ πεντηκονταετίας ή εκατονταετίας, όταν ένας πενηντάρης μπορεί να θεωρούνταν ό,τι σήμερα ένας εβδομηντάρης και η ηλικία των 58 ή 60 ετών, ήταν μια απολύτως «φυσιολογική» ηλικία συνταξιοδότησης, που κατά κανόνα σήμαινε και το «πέρασμα» στην κατηγορία των «ηλικιωμένων».
Έκτον (και τελευταίο) : ασφαλώς δεν είναι μονάχα ο covid-19 που απειλεί το είδος εκείνο του ανθρώπου που κατηγοριοποιείται ως «άτομα 65 ετών και άνω. Υπήρξαν και στο παρελθόν πανδημίες αλλά και κάθε χρόνο επίσης έχουμε εποχικές εξάρσεις ιών, όπως η γρίπη, που έχουν θανατηφόρες συνέπειες για κάποιους συνανθρώπους μας. Δεν ενθυμούμε όμως, εν ονόματι της διασφάλισης της υγείας των «ευπαθών ομάδων» και των ηλικιωμένων να λαμβάνονται μέτρα υποχρεωτικά τουλάχιστον στο επίπεδο της χρήσης μασκών σε δημόσιους χώρους ή του περιορισμού της κυκλοφορίας τουλάχιστον για τις ομάδες αυτές, έστω και τοπικού χαρακτήρα. Έχει κι αυτή η λεπτομέρεια τη σημασία της.
ΙΙΙ
Ένα είναι βέβαιο. Αν δεν πρόκειται για προφανείς ανοησίες όσα επιχειρούνται να αποδοθούν ως χαρακτηριστικά «ευπάθειας» για τους «άνω των 65 ετών» ανθρώπους, τότε, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα προφανές γεγονός (αν δεν ισχύει η άνω παρατήρηση) εξελικτικού ενδιαφέροντος του ανθρώπινου είδους : την ειδογένεση του φαινο/γονο/τύπου «α65+», δηλαδή ενός «ανθρώπινου» είδους, που ευθύς ως «πατήσει» το 65 έτος της ηλικίας του, υφίσταται μια ολική βιολογική μετάλλαξη που τον κατατάσσει σε ένα μη συγκρίσιμο «είδος» με το υπόλοιπο ανθρώπινο είδος : τούτο το «είδος», είναι το μόνο είδος του οποίου η «νόσος» είναι η ίδια η ηλικία του.
ΙV
Πάντως, για να αποφορτίσω λίγο το κλίμα, και να κλείσω το άρθρο με κάπως πιο ευχάριστη «αύρα», ας σημειώσω πως το καλοκαίρι που πέρασε, οι άνω των 65 ετών, εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι στη πλειοψηφία τους, το πέρασαν με τα παιδιά και τα εγγόνια τους, ενώ ταυτόχρονα «εκτέθηκαν» στη καλοκαιρινή καθημερινότητά τους στις παραλίες, τις ταβέρνες και τις καφετέριες με πλήθος άλλων παραθεριστών, ανάμεσά τους και πολλοί νέοι. Μου κάνει φοβερή εντύπωση, πως παρόλο που πέρασαν πολλά δεκατετραήμερα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, και παρόλο που κι εγώ έβλεπα πλήθος ανθρώπων του «φαινοτύπου α65+», να ψωνίζουν στα σούπερ μάρκετ, στα καταστήματα τηλεφωνίας και άλλους χώρους όπου γενικώς υπήρχαν και ουρές κάποιες φορές, να κάνουν βόλτες με τις οικογένειές τους και με φίλους τους, όπως στις ταβέρνες και τις καφετέριες, εν τούτοις, μάλλον καλά τα πήγαν με τον κορωναϊό από άποψη συνεπειών της «έκθεσής» τους αυτής.
V
Τέλος, για να ξεκαθαρίσω εντελώς τη δική μου θέση ως προς το ζήτημα των συνεπειών και των μέχρι στιγμής ληφθέντων μέτρων στα πλαίσια της πανδημίας του κορωναϊού.
Πρώτον, το αν υπάρχει ή όχι «στην πραγματικότητα» ο συγκεκριμένος ιός, θεωρώ πως υπάρχει. Οι εικόνες, απ’ όλο τον κόσμο, όλων αυτών που γεμίζουν τα νοσοκομεία και χάνουν τις ζωές τους, βεβαίως πιστοποιούν πως «κάτι» εκεί έξω υπάρχει και προκαλεί όλη αυτή τη κατάσταση.
Δεύτερον, σε ό,τι αφορά τα ληφθέντα μέτρα μέχρι σήμερα :
[α] Προσωπικά, θεωρώ αναγκαία τη λήψη όλων των πρόσφορων μέτρων προκειμένου το σύστημα υγείας να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μια δεδομένη πίεση που μπορεί να δεχτεί από ένα έκτακτο γεγονός, δηλαδή, να μη καταρρεύσει.
[β] Ο συγκεκριμένος ιός, όπως οι ειδικοί λέγουν, δεν είναι περισσότερο θανατηφόρος από άλλους ιούς, π.χ. τη γρίπη Η1Ν1, είναι όμως περισσότερο μεταδοτικός, κι αυτή του η ιδιότητα είναι που απειλεί την δυνατότητα του συστήματος υγείας να τον αντιμετωπίσει αποτελεσματικά. Επομένως, τα όποια μέτρα, λαμβάνονται σύμφωνα με το δεδομένο αυτό είναι αναγκαία.
[γ] Με τα παραπάνω δύο δεδομένα, πάντα σε ό,τι με αφορά, ναι μεν ορισμένα μέτρα και συστάσεις που ελήφθησαν κατά το πρώτο στάδιο της πανδημίας (Μάρτιος έως και Μάιο), όπως π.χ., μέτρα που αποσκοπούσαν να αντιμετωπίσουν τον συγχρωτισμό σε δημόσιους χώρους, χρήση μάσκας σε κλειστούς χώρους, συστάσεις για τήρηση βασικών κανόνων υγιεινής κ.λπ., τα αξιολόγησα ως κινούμενα προς τη σωστή κατεύθυνση (αν και θα έπρεπε να είναι αυτονόητα όχι μονάχα σε σχέση με τον κοροναϊό), όμως, το γενικευμένο lockdown στάθηκε αδύνατο να το αξιολογήσω ως λογική επιλογή, εφόσον ήταν φανερό πως ούτε επ’ αόριστον θα μπορούσε να διαρκέσει, μα και ούτε όταν αναγκαστικά κάποια στιγμή θα έπαυε ο ιός εν τω μεταξύ θα είχε εξαφανιστεί ή ότι θα είχε εν τω μεταξύ ευρεθεί το φάρμακο ή το εμβόλιο για την αντιμετώπισή του. Επομένως, τι ακριβώς επιχείρησε να αντιμετωπίσει το γενικευμένο lockdown, και τι ακριβώς δεν ίσχυσε την περίοδο που ακολούθησε την άρση του, από άποψη επιδημιολογίας, ώστε να μην έπρεπε να συνεχιστεί; Βεβαίως, εδώ, είναι πασιφανές, πως ακόμα και αν επιχειρηθεί μια ή δύο ακόμα φορές ένα τέτοιο γενικευμένο lockdown, πράγμα που θεωρώ μάλλον απίθανο, τότε, απλώς θα οδηγηθούμε σε πλήρη καταστροφή της οικονομίας, με ό,τι αυτό σημαίνει, όχι μόνο οικονομικά, μα και από άποψη δημόσιας υγείας, διότι την κατάρρευση της οικονομίας θα την ακολουθήσει και η (περαιτέρω, μετά τα Μνημόνια) κατάρρευση του εθνικού συστήματος υγείας, ώστε πλέον να τελεί μονίμως σε καθεστώς κατάρρευσης για κάθε τρέχουσα περίπτωση, π.χ., την αντιμετώπιση των συνήθων εξάρσεων της νοσηρότητας του πληθυσμού για οποιοδήποτε λόγο. Πιστεύω πως επρόκειτο για υπερβολή η επιβολή γενικευμένου lockdown, (θα ήταν πολύ περισσότερο «λογικά» και αποτελεσματικά τέτοια μέτρα που δεν θα ήταν οριζόντια -στο ζήτημα αυτό εννοώ- μα ad hoc) μια υπερβολή που μαζί με άλλα αντικρουόμενα ή και αντιφατικά μέτρα ή συστάσεις (όπως π.χ., οι παλινωδίες αναφορικά με τη χρήση μάσκας ή το ποιες ομάδες πληθυσμού αποτελούσαν ή όχι «υγειονομικές βόμβες»), συνέτειναν, όσο και αν εκ των υστέρων επιχειρήθηκε η «λογική» αιτιολόγησή τους, στο να διαχυθεί ένα αίσθημα επιφυλακτικότητας απέναντι στα ληφθέντα και έκτοτε λαμβανόμενα μέτρα ή και απόρριψής τους συνολικά.