Ενώ δεν αναστέλλει τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας
Μετά την απαλλαγή τραπεζιτών από τις ποινικές τους ευθύνες για τα “θαλασσοδάνεια”, η κυβέρνηση “καθαρίζει” και επιχειρηματίες με δημοφιλείς δραστηριότητες που κατηγορούνται για λαθρεμπόριο ή φοροδιαφυγή, ενώ την ίδια ώρα δίνει το “πράσινο φως” στις κατασχέσεις πρώτων κατοικιών μεροκαματιάριδων και ανέργων.
Ενώ αρνείται να αναστείλει τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας οδηγώντας στο δρόμο χιλιάδες πολίτες, προωθεί την Πέμπτη προς ψήφιση στη Βουλή νομοσχέδιο-εξπρές του Υπουργείου Δικαιοσύνης με το οποίο “παγώνουν” όλες οι ποινικές διώξεις και υποθέσεις λαθρεμπορίας και φοροδιαφυγής ο που εκκρεμούν στα δικαστήρια.
Πρόκειται για την υιοθέτηση κοινοτικής οδηγίας με βάση την οποία θα πρέπει να ολοκληρώνονται οι ποινικές δίκες μόνο εφόσον τελεσιδικήσουν τα διοικητικά δικαστήρια.
Στο νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης «Ρυθμίσεις για την επιτάχυνση της εκδίκασης εκκρεμών υποθέσεων του ν. 3869/2010 σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 6 § 1 ΕΣΔΑ ως προς την εύλογη διάρκεια της πολιτικής δίκης, τροποποιήσεις του Κώδικα Δικηγόρων και άλλες διατάξεις», περιλαμβάνεται άρθρο με το οποίο παγώνουν» και μάλιστα αναδρομικά όλες οι ποινικές διώξεις για λαθρεμπόριο και φοροδιαφυγή.
Ειδικότερα, το άρθρο 32 του νομοσχεδίου προβλέπει το αναδρομικό «πάγωμα» των ποινικών διώξεων για τα αδικήματα της φοροδιαφυγής και της λαθρεμπορίας μέχρι την οριστικοποίηση της διοικητικής πράξης επιβολής της κύρωσης ή μέχρι τη σχετική αμετάκλητη απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου.
Αυτό σημαίνει πρακτικά πως “παγώνουν” υποθέσεις που εκκρεμούν στα δικαστήρια και μάλιστα κινδυνεύουν με παραγραφή, για όσες από αυτές συμπληρώνονται τα οκτώ χρόνια από την τέλεση της κάθε πράξης.
Για τις εκκρεμείς υποθέσεις προβλέπεται αναστολή της παραγραφής μόνο για τις πράξεις που τελέστηκαν μετά την 1η Ιουλίου 2019.
Οι υπόλοιπες υποθέσεις που εκκρεμούν επί χρόνια οδηγούνται σε παραγραφή, αν αναλογιστεί κανείς πως τα πλημμελήματα παραγράφονται στα τρία έτη και τα κακουργήματα στα πέντε έτη…
Το άρθρο 32 που απαλλάσσει λαθρεμπόρους και φοροφυγάδες
Διαβάστε το επίμαχο άρθρο 32:
«H έκδοση πράξης επιβολής πολλαπλού τέλους σε βάρος ορισμένου προσώπου, σύμφωνα με την παρ. 1, για παράβαση που συνιστά συγχρόνως και το έγκλημα της λαθρεμπορίας κατά τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα, αναστέλλει την προθεσμία της παραγραφής του σχετικού ποινικού αδικήματος και συνεπάγεται την αυτεπάγγελτη αναβολή ή αναστολή της αντίστοιχης ποινικής διαδικασίας. Για τον σκοπό αυτό, η τελωνειακή αρχή που εξέδωσε την πράξη αποστέλλει αμελλητί αντίγραφο αυτής στον αρμόδιο εισαγγελέα. Εάν δεν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, ο αρμόδιος εισαγγελέας πλημμελειοδικών αναβάλλει με πράξη του κάθε περαιτέρω ενέργεια της ποινικής διαδικασίας. Εάν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη και η υπόθεση εκκρεμεί στην κύρια ανάκριση, ο ανακριτής με σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα διατάσσει την αναστολή της ποινικής διαδικασίας. Εάν η υπόθεση έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο, αρμόδιο να διατάξει την αναστολή της ποινικής διαδικασίας είναι το ποινικό δικαστήριο, σε κάθε άλλη δε περίπτωση το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο. Η αναστολή της προθεσμίας της παραγραφής και η αναβολή ή αναστολή της ποινικής διαδικασίας διαρκούν μέχρι την οριστικοποίηση της ως άνω πράξης επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω άπρακτης παρόδου της προθεσμίας άσκησης προσφυγής ή μέχρις ότου καταστεί αμετάκλητη η απόφαση του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου επί της προσφυγής που ασκήθηκε».
Σεβαστίδης: Παραγράφονται τα αδικήματα πριν τον Ιούνιο του 2019!
Τον κίνδυνο παραγραφής όλων των υποθέσεων φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου που τελέστηκαν πριν την 1η Ιουλίου 2019 αναφέρθηκε ο Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Χριστόφορος Σεβαστίδης.
Μιλώντας στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, τόνισε ότι το άρθρο 32 του νομοσχεδίου έχει προβληματική διατύπωση και πως πρέπει να αλλάξει.
Ανέφερε σχετικά:
«Χρειάζεται όμως μια προσοχή. Υπάρχει στο άρθρο 32 που τροποποιεί το άρθρο 150 παράγραφος 5 του νόμου 2960 του 2001, ρύθμιση στην περίπτωση Γ και Ε για αναστολή της προθεσμίας παραγραφής, όσο υποχρεωτικά δεν θα μπορεί να ασκηθεί ή να προχωρήσει η ποινική δίωξη. Ενόψει του ότι για τα εγκλήματα, ανάλογη ρύθμιση περιέχει και ο νέος ποινικός κώδικας.
Συνεπώς, όταν η υπόθεση αναβάλλεται για να εκδοθεί η προηγούμενη δικαστική απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, η αναστολή της παραγραφής είναι χρονικά απεριόριστη.
Αυτό όμως ισχύει για εγκλήματα που τελούνται από την 1η Ιουλίου 2019 και μετά. Για τα προηγούμενα εγκλήματα, η αναστολή της παραγραφής στα πλημμελήματα είναι τρία χρόνια, στα κακουργήματα πέντε χρόνια.
Αν λοιπόν είναι υποχρεωτική η αναστολή για τα εγκλήματα που τελέστηκαν πριν την 1η Ιουλίου 2019 και ταυτόχρονα, η αναστολή της παραγραφής είναι χρονικά περιορισμένη, αντιλαμβάνεστε, ότι όλα τα εγκλήματα που τελέστηκαν πριν την 1η Ιουλίου 2019 θα οδηγηθούν σε παραγραφή. Προτείνουμε λοιπόν, για τα εγκλήματα που έχουν τελεστεί πριν την 1η Ιουλίου 2019, αυτή η αναβολή αναστολή της ποινικής δίωξης, να είναι προαιρετική. Το δικαστήριο να κρίνει αν χρειάζεται ή όχι να ισχύσει αυτή η αναστολή».
Αξίζει να σημειωθεί πως η 1η Ιουλίου 2019 είναι κομβικό σημείο για τις δικαστικές υποθέσεις, καθώς από τότε ισχύει ο νέος Ποινικός Κώδικας, ο οποίος προβλέπει στο άρθρο 113 τις περιπτώσεις αναστολών παραγραφής ποινικών υποθέσεων…
Τι προβλέπει το άρθρο 113 του νέου Ποινικού Κώδικα;
Διαβάστε:
«1. Η προθεσμία της παραγραφής αναστέλλεται για όσο χρόνο, σύμφωνα με διάταξη νόμου, δεν μπορεί να αρχίσει ή να εξακολουθήσει η ποινική δίωξη, καθώς και για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία και έως ότου γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση.
Η κατά την προηγούμενη παράγραφο αναστολή δεν μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από πέντε έτη για τα κακουργήματα και τρία έτη για τα πλημμελήματα. Ο χρονικός περιορισμός της αναστολής δεν ισχύει όταν η αναβολή ή αναστολή της ποινικής δίωξης, ή η αναβολή της δίκης, λαμβάνει χώρα κατ’ εφαρμογή των άρθρων 29, 59 και 61 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Αν για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση, η έλλειψή της δεν αναστέλλει την παραγραφή».
Με απλά λόγια, παραγράφονται όλες οι εκκρεμείς υποθέσεις εφόσον συμπληρώνονται τρία χρόνια για τα πλημμελήματα και πέντε χρόνια για τα κακουργήματα. Και επειδή γνωρίζουμε τις καθυστερήσεις στα ελληνικά δικαστήρια και μάλιστα εν μέσω κοροναϊού, γίνεται αντιληπτό πως οι περισσότερες εκκρεμείς υποθέσεις παραγράφονται αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου!
ΣΥΡΙΖΑ: Η κυβέρνηση τάσσεται με τα συμφέροντα των λίγων και των τραπεζών
Σχολιάζοντας το προωθούμενο νομοσχέδιο που προωθεί την παραγραφή υποθέσεων φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου, ο τομεάρχης Δικαιοσύνης της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ Θεόφιλος Ξανθόπουλος, δήλωσε:
«Την στιγμή που η ολόκληρη η χώρα έχει εισέλθει στον ασφυκτικό κλοιό της πανδημίας, η κυβέρνηση αρνείται να προχωρήσει σε καθολική αναστολή των πλειστηριασμών α΄ κατοικίας, προωθεί όμως ρυθμίσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε παραγραφή σοβαρά αδικήματα λαθρεμπορίας και φοροδιαφυγής».
Και συμπληρώνει:
«Ταυτόχρονα όμως, με το ίδιο νομοσχέδιο, η κυβέρνηση θεσπίζει διατάξεις που ενδεχομένως οδηγήσουν σε παραγραφή, σοβαρά αδικήματα λαθρεμπορίου και φοροδιαφυγής που τελέστηκαν πριν την 1η Ιουλίου 2019.
Για μια ακόμη φορά με την στάση της η κυβέρνηση αποδεικνύει ότι τάσσεται με τα συμφέροντα των λίγων και των τραπεζών”.
Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ τάσσεται υπέρ της αναστολής των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας.
«Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κ. Τσιάρας, μιλώντας στη Βουλή, απέρριψε ουσιαστικά την προσωρινή αναστολή των πλειστηριασμών σε όλη τη χώρα, παραπέμποντας… στην ανακοίνωση της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών σχετικά με την αποφυγή πλειστηριασμών σε βάρος ευάλωτων οφειλετών.
Η θέση αυτή επιβεβαιώνει την βούληση της κυβέρνησης να αφήσει παντελώς απροστάτευτη την α΄κατοικία, μετά την ψήφιση του νέου πτωχευτικού νόμου. Παράλληλα προωθεί ένα ακόμη νομοσχέδιο-ταφόπλακα για την προστασία της α΄κατοικίας, αφ’ ενός μεν επισπεύδοντας με ασφυκτικές προθεσμίες τις εκκρεμείς αιτήσεις του Ν. Κατσέλη, αφ’ετέρου δε θέτοντας υπερβολικές προϋποθέσεις για την επικαιροποίησή τους» δήλωσε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
“Ως ελάχιστο μέτρο προστασίας των ευάλωτων νοικοκυριών, επιβάλλεται λοιπόν η αναστολή των πλειστηριασμών α΄κατοικίας σε όλη τη χώρα τουλάχιστον ως το τέλος του έτους.
Η κυβέρνηση με την άρνηση της αλλά και τις «περίεργες» ευνοϊκές ρυθμίσεις της, αναλαμβάνει ακέραια την ευθύνη για τις συνέπειες της μεροληπτικής και ανάλγητης πολιτικής της» καταλήγει ο κ. Ξανθόπουλος.