Το στοίχημα της Τουρκίας για θρησκευτική ηγεσία – Πώς το ΑΚΡ χρησιμοποιεί ισλαμική ήπια ισχύ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

turkey islam
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η θρησκευτική επέκταση της Τουρκίας έχει αποφέρει μικτά αποτελέσματα. Στην Αφρική, γενικά, έχουν εκτιμηθεί οι προσπάθειες της Τουρκίας. Στα Βαλκάνια, η επίκληση της οθωμανικής κληρονομιάς και η εμφάνιση της Τουρκίας ως προστάτιδας των Μουσουλμάνων προβλέψιμα έχει παίξει καλά με τις μουσουλμανικές κοινότητες και λιγότερο με τις μη μουσουλμανικές. Η Τουρκία βρήκε λίγους αποδέκτες στις τουρκικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας.

Υπό την ηγεσία του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, του οποίου το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) έχει ισλαμικές ρίζες, η θρησκεία έχει γίνει ένα κρίσιμο όργανο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Σε χώρες από την Λατινική Αμερική έως την υποσαχάρια Αφρική, η Τουρκία χτίζει τζαμιά, χρηματοδοτεί θρησκευτική εκπαίδευση, αποκαθιστά την οθωμανική κληρονομιά -και στην πορεία διαφημίζει το μοναδικό είδος της ισλαμικής ηγεσίας της.
Αναμιγνύοντας το σουνιτικό ισλάμ με τον τουρκικό εθνικισμό, οι κρατικοί θεσμοί και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών πίσω από την θρησκευτική επέκταση της χώρας προωθούν την τουρκική γλώσσα και τον πολιτισμό παράλληλα με τα θρησκευτικά προγράμματα σπουδών, και σηκώνουν την τουρκική σημαία στους τόπους των νέων έργων. Στο μυαλό εκείνων που εφαρμόζουν την πολιτική αυτή, η Τουρκία, ως κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είναι το τελευταίο φρούριο του Ισλάμ και ο φυσικός ηγέτης της αναβίωσης του μουσουλμανικού πολιτισμού.
Η Τουρκία δεν είναι η μόνη περιφερειακή δύναμη που χρησιμοποιεί το Ισλάμ ως ένα στοίχημα για την ηγεμονία. Το Ιράν και η Σαουδική Αραβία διαδίδουν επίσης τις αντίστοιχες εκδοχές του Ισλάμ, χρηματοδοτώντας οργανισμούς και τζαμιά. Η Τουρκία επιχειρεί να τοποθετήσει το ισλαμικό είδος της ως μια πιο ανεκτική, λιγότερο ακραία σουνιτική εναλλακτική έναντι του σαουδαραβικού Ουαχαμπισμού -και ως εκ τούτου πιο κατάλληλη για την περιφερειακή ηγεσία. Σε αντίθεση με την συντηρητική σχολή του Ισλάμ Hanbali, το θεμέλιο του Ουαχαμπισμού, η σχολή Hanafi που κυριαρχεί στην Τουρκία είναι σχετικά φιλελεύθερη και προσφέρει πολύ περισσότερο χώρο για την ερμηνεία του θρησκευτικού νόμου.
Αλλά η εθνικιστική χροιά στην θρησκευτική διπλωματία της Τουρκίας θα μπορούσε να εμποδίσει την επιτυχία της. Έχει ήδη ενοχλήσει τις ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες θεωρούν τις ενέργειες της Τουρκίας ως πολωτικές και επιζήμιες για την ένταξη των Τούρκων μεταναστών, και τις χώρες της Μέσης Ανατολής, που βλέπουν την Τουρκία μέσω ενός αυτοκρατορικού πρίσματος. Το ΑΚΡ πήγε την θρησκευτική επέκταση της Τουρκίας σε πρωτοφανή επίπεδα, αλλά σε αυτό το διεθνές πλαίσιο, η υποψία για τις προθέσεις του θα μπορούσε να περιορίσει τις προοπτικές της επιτυχίας του.
Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΤΖΑΜΙΩΝ
Ένα από τα πιο ορατά μέσα μέσω των οποίων η Τουρκία έχει εκπέμψει τα θρησκευτικά της διαπιστευτήρια ήταν η κατασκευή τεράστιων τζαμιών σε όλο τον κόσμο. Το 2015, ο Ερντογάν εγκαινίασε ένα στα Τίρανα, την πρωτεύουσα της Αλβανίας. Την άνοιξη του 2016, παρακολούθησε την τελετή εγκαινίων του Diyanet Center of America, ενός τζαμιού και πολιτιστικού κέντρου στο Μέριλαντ, που θεωρείται η μεγαλύτερη ισλαμική εκπαιδευτική έκταση (campus) στο Δυτικό ημισφαίριο. Τον Σεπτέμβριο άνοιξε ένα από τα μεγαλύτερα τεμένη της Ευρώπης στην γερμανική πόλη της Κολωνίας, η οποία φιλοξενεί μια μεγάλη τουρκική κοινότητα. Έχει σχέδια να κατασκευάσει τζαμιά στην Κούβα, την Ρουμανία και την Βενεζουέλα.
Το τουρκικό κράτος υποστηρίζει αυτά τα έργα μέσω του Ιδρύματος Diyanet, το οποίο λειτουργεί υπό την Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων (Diyanet). Η Diyanet ιδρύθηκε το 1924 για να προωθήσει μια εκκοσμικευμένη έκδοση του Ισλάμ καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία διαλύθηκε και γεννήθηκε το σύγχρονο τουρκικό κράτος. Εντός της Τουρκίας, εκτός από την κατασκευή και την συντήρηση τεμενών, η Diyanet προσλαμβάνει ιμάμηδες, προσφέρει θρησκευτική εκπαίδευση στο κοινό, ερμηνεύει Ισλαμικούς κανόνες και γράφει κηρύγματα που διαβάζονται κάθε εβδομάδα στα τζαμιά της χώρας. Μέχρι την δεκαετία του 1980, η Diyanet δεν διαδραμάτισε εξέχοντα ρόλο εκτός των συνόρων της Τουρκίας. Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980 και την διασπορά που προέκυψε, τόσο οι ισλαμιστικές όσο και οι αριστερές οργανώσεις άρχισαν να αποκτούν επιρροή στις τουρκικές μεταναστευτικές κοινότητες στην Δυτική Ευρώπη. Η στρατιωτική κυβέρνηση, που χρειαζόταν έναν τρόπο να ανταγωνιστεί με τα αντίστοιχα μηνύματά της, επέκτεινε τις επιχειρήσεις της Diyanet στην Ευρώπη. Εκεί, χρησιμοποίησε την οργάνωση για την προώθηση μιας εκκοσμικευμένης εκδοχής του Ισλάμ στους Τούρκους μετανάστες, προκειμένου να αποφευχθεί η ριζοσπαστικοποίησή τους.
Το AKP έχει διευρύνει την διεθνή αποστολή της Diyanet και την έκανε πιο ξεκάθαρα ένα όργανο της πολιτικής και ιδεολογικής ατζέντας του κόμματος. Από το 2010, αυτό που κάποτε ήταν ένα ημιαυτόνομο θεσμικό όργανο περιήλθε σταθερά υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης. Εκείνο το έτος, το κυβερνών κόμμα διόρισε έναν νέο πρόεδρο στην Diyanet ο οποίος ήταν πιο αφοσιωμένος στην εκπλήρωση των απαιτήσεων του ΑΚΡ από όσο ο προκάτοχός του. Νομοθετικές μεταρρυθμίσεις επέκτειναν σημαντικά την αποστολή του οργανισμού και ενίσχυαν την γραφειοκρατική και διοικητική του ικανότητα -συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του στην εξωτερική πολιτική. Το Ίδρυμα Diyanet λειτουργεί τώρα σε όλο τον κόσμο, από την Λατινική Αμερική έως την Ευρώπη, την Αφρική και την Ασία, προσφέροντας θρησκευτικές υπηρεσίες σε μουσουλμανικές κοινότητες: Διοργανώνοντας εκδρομές στο haj, εκπαιδεύοντας ιερείς, εκδίδοντας βιβλία και μεταφράζοντας το Κοράνι σε τοπικές γλώσσες. Παρέχει επίσης υποτροφίες για σπουδαστές από την Αφρική, τα Βαλκάνια, την Κεντρική Ασία και την Λατινική Αμερική για να μελετήσουν την θρησκεία στην Τουρκία.
Αλλά το Ίδρυμα Diyanet δεν είναι το μόνο τέτοιο όργανο της τουρκικής θρησκευτικής ήπιας ισχύος. Ο Τουρκικός Οργανισμός Συνεργασίας και Συντονισμού, ένα άλλο κρατικό όργανο, έχει επίσης επεκτείνει σημαντικά την διεθνή παρουσία του υπό το AKP. Έχει αναλάβει την αποκατάσταση των χώρων της οθωμανικής κληρονομιάς σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων δεκάδων μνημείων στα Βαλκάνια˙ το ιστορικό μαυσωλείο του Gul Baba, ενός διάσημου Οθωμανού πολεμιστή και ποιητή, στην Ουγγαρία˙ ένα παζάρι στην ιρακινή πόλη Kirkuk˙ και ένα προξενικό κτίριο στην Αιθιοπία.
Οι ανθρωπιστικές μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) με ισλαμική τάση προήγαγαν περαιτέρω την τουρκική επιρροή σε τμήματα της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής που κάποτε ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτές οι ομάδες προσφέρουν βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων των ιατρικών προμηθειών και των τροφίμων, και βοηθούν στην ανάπτυξη υποδομών όπως πηγάδια, ορφανοτροφεία και σχολεία. Από τότε που ήρθε στην εξουσία πριν από 16 χρόνια, το AKP έχει χαλαρώσει τους γραφειοκρατικούς περιορισμούς σε αυτές τις ΜΚΟ, επιτρέποντάς τους να λάβουν περισσότερες δωρεές και να επεκτείνουν την δουλειά τους στο εξωτερικό. Πολλοί ανώτεροι αξιωματούχοι του AKP έχουν στενούς δεσμούς με ανθρωπιστικές οργανώσεις. Οι ηγέτες των ΜΚΟ, από την πλευρά τους, θεωρούν τους εαυτούς τους σημαντικούς παράγοντες στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Συχνά επικαλούνται την ευθύνη της Τουρκίας προς τα πρώην οθωμανικά εδάφη και τον ρόλο της ως ηγέτιδας του ισλαμικού πολιτισμού.
Πουθενά η θρησκευτική διπλωματία της Τουρκίας δεν ήταν αποτελεσματικότερη από όσο στην Σομαλία. Στην κορύφωση ενός καταστροφικού λιμού τον Αύγουστο του 2011, που τα Δυτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης γενικώς αγνόησαν, ο Ερντογάν οδήγησε μια αντιπροσωπεία ανώτερων υπουργών, ηγετών ΜΚΟ, επιχειρηματιών, δημοσιογράφων και διασημοτήτων για να επισκεφθούν ένα στρατόπεδο γεμάτο από πεινασμένα παιδιά στη Μογκαντίσου. Το ταξίδι πραγματοποιήθηκε κατά την διάρκεια του ιερού μήνα του Ραμαζανιού και το μήνυμα του Ερντογάν ήταν σαφές: Η Τουρκία δεν θα εγκαταλείψει τους Μουσουλμάνους αδελφούς και αδελφές. Από τότε, η Τουρκία έχει δαπανήσει περισσότερα από 1 δισ. δολάρια για βοήθεια στην Σομαλία. Μια τουρκική εταιρεία διαχειρίζεται το αεροδρόμιο Mogadishu, και η Turkish Airlines είναι ο μόνος διεθνής αερομεταφορέας που πετά εκεί. Το Ίδρυμα Diyanet και άλλες ισλαμικές ΜΚΟ διοικούν θρησκευτικές σχολές. Υπάρχει ένα νοσοκομείο στην Σομαλία με το όνομα του Ερντογάν. Η υπηρεσία βοήθειας της Τουρκίας είναι υπεύθυνη για την συλλογή απορριμμάτων. Οι Σομαλοί εμπιστεύονται τις τουρκικές μουσουλμανικές οργανώσεις περισσότερο από όσο τις Δυτικές. Ίσως ως φυσική συνέπεια αυτής της εμπιστοσύνης, το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών έχει επεκταθεί ταχύτατα και η Τουρκία έχει εδραιώσει τη μεγαλύτερη υπερπόντια στρατιωτική βάση της στην Σομαλία.
Η τουρκικού τύπου θρησκευτική εκπαίδευση είναι δημοφιλής σε άλλα μέρη της Αφρικής, όπως το Τσαντ, η Αιθιοπία, η Γκάνα, ο Νίγηρας και η Νιγηρία. Ισλαμικές οργανώσεις, όπως το Ίδρυμα Hudayi και το Suleymancilar, λειτουργούν θρησκευτικές σχολές που ονομάζονται σχολές Imam Hatip, οι οποίες συνδυάζουν ισλαμικές και επιστημονικές διδασκαλίες. Ο Ερντογάν είναι ένας από τους σημαντικότερους αποφοίτους αυτών των σχολείων. Αυξάνουν την δημοτικότητά τους μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, επειδή πολλές μουσουλμανικές χώρες έχουν δει το τουρκικό Ισλάμ ως εναλλακτική λύση στα πιο ριζοσπαστικά ρεύματα. Οι αρχές του Αφγανιστάν, του Τσαντ, του Νίγηρα, του Πακιστάν και της Σομαλίας έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους για την υιοθέτηση του τουρκο-ισλαμικού μοντέλου εκπαίδευσης που παρέχεται από τα σχολεία Ιμάμ Χατίπ για τον λόγο αυτό.
Η Τουρκία φέρνει επίσης μαθητές από άλλες χώρες να λάβουν θρησκευτική εκπαίδευση σε διεθνή σχολεία Imam Hatip στις πόλεις Κωνσταντινούπολη, Καισάρεια και Ικόνιο. Περισσότεροι από 1.000 φοιτητές από 76 χώρες φοίτησαν σε αυτά τα σχολεία από το 2014 έως το 2015. Ένας συνδεδεμένος με το κράτος εκπαιδευτικός σύλλογος που ονομάζεται Ίδρυμα Maarif έχει επίσης διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην προώθηση της τουρκικού τύπου θρησκευτικής παιδείας στο εξωτερικό -προσφέροντας υποτροφίες, οικοδομώντας σχολεία και κοιτώνες, και εκπαιδεύοντας δασκάλους.
Λόγω των ιστορικών εχθροτήτων, τα κράτη της Μέσης Ανατολής ήταν λιγότερο δεκτικά στις δραστηριότητες θρησκευτικής εξωστρέφειας της Τουρκίας από όσο τα αφρικανικά. Πολλές αραβικές χώρες που κάποτε κυβερνώντο από την Οθωμανική Αυτοκρατορία εξακολουθούν να βλέπουν την Τουρκία ως αυτοκρατορική δύναμη. Πολλοί Τούρκοι, από την πλευρά τους, βλέπουν τις αραβικές χώρες ως προδοτικές επειδή συμμάχησαν με τους Βρετανούς ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την άνοδο του ισλαμιστικών ριζών ΑΚΡ το 2002 στην εξουσία, η εχθρότητα άρχισε σιγά-σιγά να δίνει την θέση της στην πολιτισμική προσέγγιση. Για να ενισχύσει την ήπια ισχύ του στη Μέση Ανατολή, το ΑΚΡ βασίστηκε κυρίως στους δεσμούς του με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία δεν έχει παράρτημα στην Τουρκία αλλά είναι ιδεολογικά ευθυγραμμισμένη στενά με το ΑΚΡ.
Ο Νετσμετίν Ερμπακάν, ο ιδρυτής του προδρόμου κόμματος του ΑΚΡ και με πολλούς τρόπους ο πνευματικός του πατέρας, είχε ισχυρές σχέσεις με τους ηγέτες της Μουσουλμανικής Αδελφότητας σε ολόκληρη την περιοχή. Στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, οι θρησκευτικές ΜΚΟ που συνδέονται με το ΑΚΡ συνέχισαν να βασίζονται σε αυτούς τους δεσμούς, διοργανώνοντας διεθνή συνέδρια και φόρουμ για το μέλλον του μουσουλμανικού κόσμου στην Κωνσταντινούπολη και καθιστώντας την πόλη ένα σημαντικό κέντρο της Αδελφότητας. Το, υποστηριζόμενο από το Κατάρ, Al Jazeera, το μεγαλύτερο δίκτυο ειδήσεων στη Μέση Ανατολή, βοήθησε επίσης στην προώθηση της εικόνας της Τουρκίας ως μοντέλου μουσουλμανικής χώρας.
Μετά τις αραβικές εξεγέρσεις, όμως, η Μέση Ανατολή έχει γίνει ίσως η περιοχή που είναι η πιο βαθιά σκεπτικιστική σχετικά με την τουρκική ηγεσία. Η καταστροφική εμπλοκή της Τουρκίας στην Συρία και η αυταρχική στροφή της υπό τον Ερντογάν, έχουν θρυμματίσει την εικόνα της στις γειτονικές χώρες. Επιπλέον, η Μουσουλμανική Αδελφότητα -στην οποία βασίζεται η Τουρκία για να επιτύχει τους στόχους της- θεωρείται τώρα από πολλούς Μουσουλμάνους ως μια αποτυχία, και χαρακτηρίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση στην Αίγυπτο, την Σαουδική Αραβία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η εντατικοποίηση της εθνικιστικής ρητορικής της Τουρκίας και οι συχνές αναφορές στο οθωμανικό παρελθόν ταράζουν καθεστώτα όπως η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που βλέπουν μια αυτοκρατορική ατζέντα πίσω από την θρησκευτική διπλωματία της Τουρκίας.
Οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν επίσης ανησυχήσει για τις δραστηριότητες της θρησκευτικής εξωστρέφειας της Τουρκίας. Μέσω της Diyanet, ο πρόεδρος Ερντογάν μπόρεσε να επεκτείνει την επιρροή του μεταξύ της τουρκικής διασποράς σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η Diyanet πληρώνει τους μισθούς των ιμάμηδων που αποστέλλονται από την Τουρκία και ελέγχει αυστηρά τα μηνύματα που εκπέμπουν. Τα εβδομαδιαία κηρύγματα της Παρασκευής είναι τα ίδια με αυτά που εκφωνούνται στην Τουρκία, τα οποία εκδίδονται από την έδρα της Diyanet στην Άγκυρα. Αυτό ήταν βαθύτατα ανησυχητικό για τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η παρέμβαση της Τουρκίας στην θρησκευτική ζωή των μεταναστών αποτρέπει την επιτυχή ενσωμάτωσή τους.
ΕΞΑΓΟΝΤΑΣ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η θρησκευτική επέκταση της Τουρκίας έχει αποφέρει μικτά αποτελέσματα. Στην διαλυμένη από τον πόλεμο Σομαλία, τόσο η πολιτική ελίτ όσο και ο τοπικός πληθυσμός έχουν εκτιμήσει τις προσπάθειες της Τουρκίας, κάτι που έχει οικοδομήσει εμπιστοσύνη και προετοίμασε τον δρόμο για μελλοντική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών. Στα Βαλκάνια, η επίκληση της οθωμανικής κληρονομιάς και η εμφάνιση της Τουρκίας ως προστάτιδας των Μουσουλμάνων προβλέψιμα έχει παίξει καλά με τις μουσουλμανικές κοινότητες και λιγότερο με τις μη μουσουλμανικές. Η Τουρκία βρήκε λίγους αποδέκτες στις τουρκικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας, οι οποίες είναι κατά κύριο λόγο κοσμικές.
Τα ανοίγματά της στη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη αντιμετωπίστηκαν με αυξανόμενο σκεπτικισμό. Τα εθνικιστικά και ακροδεξιά κόμματα που κερδίζουν σε όλη την Ευρώπη είναι εχθρικά προς την θρησκευτική επέκταση της Τουρκίας. Στη Μέση Ανατολή, η ανάμιξη του Ισλάμ και του τουρκικού εθνικισμού θα συνεχίσει να προκαλεί δυσάρεστες αναμνήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εφόσον κυβερνάται από ένα κόμμα με ισλαμικές ρίζες, η Τουρκία θα συνεχίσει να διεξάγει μια εξωτερική πολιτική στην οποία η θρησκεία είναι αναπόσπαστη. Όμως, καθώς οι εθνικισμοί κερδίζουν έδαφος σε παγκόσμιο επίπεδο, το τουρκικό συγκεκριμένο είδος θρησκευτικής επέκτασης θα μπορούσε να γίνει πιο δύσκολο να πουλήσει.
Η GONUL TOL είναι διευθύντρια στο Κέντρο Τουρκικών Σπουδών στο Middle East Institute.
foreignaffairs

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ