Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ δήλωσε σήμερα από το Λουξεμβούργο σχετικά με το προσχέδιο του ελληνικού προϋπολογισμού για το 2019, ότι το γεγονός ότι η Ελλάδα παρουσίασε δύο σενάρια ήταν μια «ασυνήθιστη και έξυπνη» ιδέα, γιατί έδειξε τις προτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης (να μην περικοπούν οι συντάξεις) αναγνωρίζοντας αυτό που είχε συμφωνηθεί με τους πιστωτές (να περικοπούν). Τα δύο σενάρια αποτέλεσαν «καλή βάση» να συζητηθούν οι συνέπειές τους, ανέφερε και πρόσθεσε: «Πιστεύω ότι ήταν μια καλή προσέγγιση και πρέπει να φτάσουμε σε μια συμφωνία».
Σχετικά με το ζήτημα της μη περικοπής των συντάξεων το 2019, ο Κλάους Ρέγκλινγκ είπε ότι το θέμα βρίσκεται υπό συζήτηση και ότι την τελική απόφαση θα λάβει το Eurogroup. Eξήγησε ότι υπάρχουν θετικά δεδομένα για μια τέτοια απόφαση, λέγοντας ότι το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία έχει επιτύχει υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα από το απαιτούμενο 3,5% είναι θετικό, αν και δεν δικαιολογεί αυτόματα την κατάργηση του μέτρου της περικοπής των συντάξεων. Όπως είπε ο επικεφαλής του ESM, το πλεόνασμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μέτρα ανάπτυξης ή μείωσης της φορολογίας. Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα είναι εκτός προγράμματος και δεν έχει νέες δεσμεύσεις, ωστόσο δεν πρέπει να αναστρέφονται οι ήδη συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις.
Σύμφωνα με τον κ. Ρέγκλινγκ, δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη για την Ελλάδα να βγει στις αγορές, λόγω του ταμειακού αποθέματος που την καλύπτει για δύο χρόνια, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει -πρόσθεσε- ότι πρέπει να περιμένει τόσο.
Ερωτηθείς τι θα συμβούλευε τις ελληνικές αρχές σχετικά με την έξοδο της χώρας στις αγορές, ο Κλάους Ρέγκλινγκ απάντησε ότι ο ΕSM είναι σε στενή επαφή με την Ελληνική Υπηρεσία Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους και έχει παράσχει κάποια τεχνική βοήθεια, όμως η απόφαση είναι καθαρά της Ελλάδας.
Υπενθύμισε ότι πέρυσι η χώρα βγήκε στις αγορές δύο φορές, με «αρκετή επιτυχία» και πρόσθεσε ότι τώρα δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη να βγει στις αγορές, γιατί το πρόγραμμα προσαρμογής έκλεισε με μια σημαντική τελευταία δόση των δανείων από τον ESM, ύψους 15 δισ. ευρώ. «Το ποσό αυτό προστέθηκε στο ήδη υπάρχον ταμειακό απόθεμα της Ελλάδας, το οποίο τώρα ανέρχεται στα 22 δισ. ευρώ», υπενθύμισε ο επικεφαλής του ESM. Επομένως, σημείωσε, στην ακραία περίπτωση, η Ελλάδα δεν χρειάζεται τις αγορές για δύο χρόνια. «Φυσικά όμως και δεν θα πρέπει η Ελλάδα να περιμένει δύο χρόνια για να βγει στις αγορές. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να γίνει σταδιακά», έσπευσε να προσθέσει ο Κ. Ρέγκλινγκ, σημειώνοντας ότι υπάρχει αρκετός χρόνος για κάτι τέτοιο. «Μπορούν να δουν πώς εξελίσσονται τα πράγματα στις αγορές. Για παράδειγμα σήμερα τα επιτόκια στη δευτερογενή αγορά είναι υψηλότερα απ’ ό,τι πριν από έξι μήνες, άρα θα περίμενα ότι, όταν πέσουν τα επιτόκια στη δευτερογενή αγορά, θα μπορούν να βγουν στις αγορές. Ωστόσο εξαρτάται εν μέρει με το τί συμβαίνει στην Ελλάδα και εν μέρει με το τι συμβαίνει σε άλλες χώρες, ακόμα και με τη μεγάλη γειτονική χώρα την Τουρκία, για παράδειγμα. Κάποια πράγματα είναι εκτός ελέγχου της ελληνικής κυβέρνησης», ανέφερε ο Κ. Ρέγκλινγκ. Κατέληξε λέγοντας πως το πότε η Ελλάδα θα βγει στις αγορές είναι κάτι που οι ελληνικές αρχές «εξετάζουν με επαγγελματισμό και είμαι βέβαιος ότι θα κάνουν το σωστό».
Εξάλλου, μιλώντας για την Ιταλία, ο Κ. Ρέγκλινγκ δήλωσε ότι τα δημοσιονομικά σχέδια της χώρας προκαλούν ανησυχία, αλλά πρόσθεσε ότι δεν υπάρχει λόγος για πανικό καθώς η μετάδοση μέχρι στιγμής στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι «πολύ περιορισμένη». «Ανησυχούμε για την Ιταλία», δήλωσε ο Ρέγκλινγκ, προσθέτοντας ότι αποτελούν κίνδυνο τα δημοσιονομικά σχέδια της ιταλικής κυβέρνησης. Τόνισε ωστόσο πως τα προβλήματα χρέους της Ιταλίας είναι διαφορετικά από αυτά της Ελλάδας.
Ο Ρέγκλινγκ προειδοποίησε για τα αυξανόμενα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ιταλικές τράπεζες λόγω των υψηλότερων αποδόσεων των ιταλικών ομολόγων, αλλά υπογράμμισε ότι τα τραπεζικά προβλήματα της χώρας είναι διαφορετικά από αυτά που βίωσαν οι ισπανικές τράπεζες όταν η Μαδρίτη ζήτησε τη στήριξη του ESM το 2012.
«Στην ίδια την Ιταλία υπάρχει μετάδοση στον τραπεζικό κλάδο», καθώς μειώνεται η αξία του ιταλικού χρέους που διακρατούν οι τράπεζες, δήλωσε ο Κ. Ρέγκλινγκ, προσθέτοντας ότι αυτό αντανακλάται στο κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών. Ενώ πρόσθεσε ότι «μια ή δύο» ελληνικές τράπεζες επλήγησαν μερικώς από τη μετάδοση από την Ιταλία, αλλά είπε τα προβλήματα σε αυτές τις τράπεζες, τις οποίες δεν κατονόμασε, ήταν επίσης αποτέλεσμα των πολύ υψηλών επιπέδων μη εξυπηρετούμενων δανείων.