Του Δημήτρη Α. Δημητριάδη
Η ζωή των ανθρώπινων κοινωνιών σημαδεύεται από τη διαρκή συσσώρευση νέων γνώσεων. Και νέα γνώση σήμαινε πάντοτε μεγαλύτερη δύναμη αλλά και περισσότερη εξουσία που ασκείται πάνω στη φύση ή και πάνω στους ανθρώπους. Παράλληλα, βέβαια, η γνώση συνδεόταν με τη δυνατότητα να πράττει κανείς το «καλό», με την ανάπτυξη και τον εμπλουτισμό της πνευματικής και της ηθικής ζωής του ανθρώπου. Αυτή η παλιά ενότητα της γνώσης με την αρετή έχει διαρραγεί στην εποχή μας.
Ο θρίαμβος της επιστήμης συνοδεύτηκε από μια εντυπωσιακή ανάπτυξη του «υλικού πολιτισμού». Η έννοια της προόδου κατέληξε να συνδέεται, σχεδόν αποκλειστικά, με την τεχνική πρόοδο, με την επινόηση μηχανών και τη συσσώρευση τεχνικών εργαλείων. Η ιδέα της πνευματικής, ηθικής ή αισθητικής προόδου έμπαινε,έτσι, σε δεύτερη μοίρα. Ο σύγχρονος άνθρωπος γνωρίζει πολύ περισσότερα από τους προγόνους του, αλλά δεν έχει μάθει να δρα ορθολογικά με βάση αυτή τη νεοαποκτηθέντα γνώση.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του συστήματος της τεχνοκρατίας, είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι αποδέχονται τις νέες τεχνολογίες, δεν ανησυχούν καθόλου για τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζουν τη ζωή τους και φαίνονται διατεθειμένοι να αφομοιώσουν οποιαδήποτε μεταβολή που θα τους επιβληθεί από αυτές. Οι περισσότεροι ενθουσιάζονται με τις αλλαγές που τους επιβάλλονται, γιατί συγχέουν τις τεχνολογικές ανανεώσεις με την ανθρώπινη πρόοδο. Σκέφτονται ότι με τη βοήθεια νέων και εκλεπτυσμένων τεχνολογιών θα είναι σε θέση να φτάσουν στον επίγειο παράδεισο, θα μπορέσουν, δηλαδή, να ζήσουν πιο άνετα και ευτυχισμένα. Στην πραγματικότητα, οι προσδοκίες τους αυτές πάντοτε διαψεύδονται και ακολουθούν απογοητεύσεις, αλλά παρ’ όλα αυτά συνεχίζουν να θεωρούν την τεχνική θεότητα ικανή να εγγυάται την ειρήνη και την ευημερία.
Οι τεχνολογίες επηρεάζουν τη διαμόρφωση της σκέψης και τη συγκρότηση ολόκληρης της κοινωνικής διάταξης. Δεν είναι εύκολο να βρεθούν λύσεις για τον έλεγχο της τεχνολογικής δύναμης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τη νόηση και την ικανότητα για κριτικό στοχασμό, για να βαθύνουμε τη συνειδητοποίηση της σοβαρότητας αυτών των ζητημάτων. Θα πρέπει να πάψουμε να αποδεχόμαστε άκριτα τις αξιώσεις των νέων τεχνολογιών. Τα προβλήματα που δημιουργούνται πρέπει να γίνουν συστατικό μέρος της πολιτικής συζήτησης και όποιος διεκδικεί δημόσια αξιώματα πρέπει να τα αντιμετωπίζει. Ίσως, έτσι, αποκτήσουμε μια πιο συνειδητή, περισσότερο ανθρώπινη και περισσότερο ώριμη άποψη για το πώς πρέπει να επηρεάζει η τεχνολογία τη ζωή μας.
Η επιστήμη μας δίνει μια πολύ τμηματική ερμηνεία της λειτουργίας του κόσμου. Χάρη στην επιστήμη είμαστε ικανοί να φτιάχνουμε πυραύλους, αλλά σε ό, τι αφορά την ανθρώπινη ψυχή ανοίγεται ένας ορίζοντας απροσπέλαστος για την επιστημονική μέθοδο. Για να διεισδύσουμε σε αυτόν χρειάζεται να στραφούμε σε άλλους, στους ποιητές, στους συγγραφείς, στους μουσικούς, στους ζωγράφους, σε όλα εκείνα τα πρόσωπα που στα μάτια της κοινής γνώμης δεν έχουν και πολύ μεγάλη σχέση με την επιστήμη.
Ταξιδεύουμε προς το μέλλον καταστρέφοντας τις θεμελιακές φυσικές ισορροπίες, αυξάνοντας τα τεχνολογικά μεγέθη σε παγκόσμια κλίμακα, επιβάλλοντας έναν ξέφρενο, τυφλό και αγωνιώδη ανταγωνισμό. Η κατάχρηση εξουσίας της τεχνολογίας κυριαρχεί παντού. Το μέλλον, όμως, δεν μπορεί να διαχωριστεί από την ελπίδα. Ήδη γίνονται περισσότερες συζητήσεις και διατυπώνονται συνεχείς ανησυχίες για το ενδεχόμενο μιας εισβολής της τεχνολογίας της πληροφορικής στη ζωή των ανθρώπων.
Οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε αυτά τα προβλήματα χωρίς να υποκρινόμαστε ότι δεν υπάρχουν, αλλά και χωρίς να θεωρούμε ότι είναι αδύνατο να οργανώσουμε μια κάποια αντίσταση στην τεχνοκρατική εισβολή. Η πολιτική δράση, ο πολιτισμός, οι κοινωνικές πολιτικές και ιδιαίτερα η εκπαίδευση, είναι εργαλεία που μπορούν να χρησιμεύουν και γι’ αυτόν τον σκοπό.