Θετικοί στην καταγραφή και αξιοποίηση των προσωπικών τους δεδομένων, προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες, όπως η συμμετοχή σε ένα πρόγραμμα επιβράβευσης ή η πρόσβαση σε social media, εμφανίζονται οι Έλληνες καταναλωτές. Κατά μέσο όρο, οι καταναλωτές στην Ελλάδα παραχωρούν περίπου 9 προσωπικά τους στοιχεία όταν τους ζητηθεί, με 8 στους 10 να δηλώνουν ότι δίνουν προσωπικά στοιχεία, που αφορούν στην οικογενειακή και επαγγελματική τους κατάσταση.
Όσον αφορά στα στοιχεία επικοινωνίας τους, οι Έλληνες καταναλωτές εμφανίζονται να προσκομίζουν αβίαστα το email τους, σε ποσοστό που αγγίζει το 90%. Εμφανίζονται, πάντως, σαφώς πιο συγκρατημένοι στο να προσκομίσουν τα υπόλοιπα στοιχεία επικοινωνίας, καθώς πέντε στους δέκα αναφέρουν ότι παραχωρούν τον αριθμό του κινητού τηλεφώνου τους και μόλις τρεις στους δέκα προσκομίζουν στοιχεία διεύθυνσης και σταθερού τηλεφώνου.
Στο μεταξύ, το 80% των καταναλωτών δηλώνει ότι παραχωρεί στις εταιρείες στοιχεία συναλλακτικής συμπεριφοράς ή και πληροφορίες αναφορικά με τα ενδιαφέροντα και τις προτιμήσεις τους. Ειδικότερα, το 83% των καταναλωτών δηλώνει ότι ενοχλείται όταν οι εταιρείες δεν αξιοποιούν τα στοιχεία, που έχουν προσκομίσει και συνεχίζουν να αποστέλλουν μηνύματα ή προσφορές, τα οποία δεν τους ενδιαφέρουν. Επίσης, το 72% δηλώνει ότι αναμένει να λαμβάνει προσωποποιημένη εξυπηρέτηση τη στιγμή που έχει προσκομίσει τα στοιχεία του σε μια εταιρεία.
Πάντως, το 90% των Ελλήνων καταναλωτών πιστεύει πως οι εταιρείες δεν κάνουν καθόλου ή κάνουν μερική χρήση των στοιχείων που έχουν στη διάθεσή τους. Τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται και διαχειρίζονται οι Έλληνες καταναλωτές τα προσωπικά τους δεδομένα, αλλά και τις προσδοκίες τους από τις επιχειρήσεις που τα λαμβάνουν, περιγράφει νέα έρευνα της ClientIQ και της Focus Bari.
Προσωπικά δεδομένα
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, το τί αντιλαμβάνονται οι Έλληνες καταναλωτές ως ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα διαφέρει ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα στην οποία ανήκουν. Οι νεότερες γενιές αναφέρουν ως προσωπικά στοιχεία, κυρίως, τη δραστηριότητα (φωτογραφίες, επικοινωνία) μέσω των social media, ενώ οι μεγαλύτερες εστιάζουν ιδιαίτερα στα στοιχεία παιδιών, τα ιατρικά δεδομένα και τα οικονομικά τους στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων, καθώς και η διαφάνεια ως προς τη χρήση τους, παραμένει αδιαμφισβήτητη σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Ειδικότερα, το 93% των Ελλήνων δηλώνει ότι θέλει να μπορεί να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή τι στοιχεία διαθέτει κάθε εταιρεία για το άτομο του και πώς τα διαχειρίζεται. Επίσης, επτά στους δέκα καταναλωτές δηλώνουν ότι η διαφύλαξη της ασφάλειας δεδομένων αποτελεί το βασικό παράγοντα που επηρεάζει την απόφαση τους να παρέχουν ή όχι, προσωπικά τους στοιχεία σε εταιρείες.
Διαρροές
Παράλληλα, περίπου εννέα στους δέκα Έλληνες καταναλωτές εμφανίζονται ανήσυχοι για το ενδεχόμενο διαρροής των δεδομένων τους, ενώ το 77% δηλώνει ότι έχουν γίνει πιο προσεκτικό στον τρόπο με τον οποίο διαθέτει τα προσωπικά του στοιχεία, μετά το περιστατικό διαχείρισης δεδομένων που προέκυψε στην υπόθεση της Cambridge Analytica.
Στο μεταξύ, ιδιαίτερα υψηλό, στο 86%, είναι το ποσοστό των ερωτηθέντων που δήλωσαν ενήμεροι για το νέο κανονισμό περί προστασίας προσωπικών δεδομένων (GDPR). Το 70% πιστεύει, μάλιστα, πως ο Κανονισμός θα αποτελέσει την αφορμή προκειμένου οι εταιρείες να αλλάξουν το μοντέλο λειτουργίας τους, υιοθετώντας ασφαλέστερες και πιο διαφανείς πρακτικές.
sepe