Η Μάχη της Αδριανούπολης (9 Αυγούστου 378) διεξήχθη μεταξύ ενός ρωμαϊκού στρατού, υπό την ηγεσία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Ουάλη και Γότθων επαναστατών (και σε μεγάλο βαθμό μη Γότθων Αλανών και διαφόρων τοπικών επαναστατών) με επικεφαλής τον Φριτίγερνο. Η μάχη διεξήχθη κοντά στην Αδριανούπολη της Θράκης, κατά τους Γοτθικούς πολέμους.
Η εμφάνιση των Γότθων στο ιστορικό προσκήνιο έγινε κατά τον 3ο αιώνα μ.Χ., όταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία βρισκόταν σε μεγάλη πολιτική, στρατιωτική και οικονομική κρίση. Σε μια από τις εισβολές τους μάλιστα, νίκησαν τους Ρωμαίους στην καταστρεπτική μάχη μάχη του Abritus (σημ. Ράζγκραντ, στη Βουλγαρία) το 251 μ.Χ.. Σε εκείνη τη μάχη σκοτώθηκε ο ίδιος ο αυτοκράτορας Δέκιος.
Η πρώτη απώθηση των Γότθων πραγματοποιήθηκε το 268 μ.Χ. στη μάχη της Ναϊσσού, όπου ο αυτοκράτορας Κλαύδιος Γ’ τους νίκησε και πήρε το προσωνύμιο «Γοτθικός». Μετά από αυτή τη μάχη και πλήγματα που κατάφερε εναντίον τους ο αυτοκράτορας Αυρηλιανός, οι Γότθοι δεν ξαναενόχλησαν τους Ρωμαίους.
Από τα ανατολικά όμως, κατά το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα, έκαναν την εμφάνισή τους οι Ούννοι οι οποίοι υπέταξαν διάφορους λαούς και ανάγκασαν άλλους να φύγουν και να συσσωρευτούν στο φυσικό σύνορο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τον Δούναβη. Ανάμεσα σε αυτούς τους λαούς ήταν οι Βησιγότθοι και οι, ιρανικής προέλευσης, Αλανοί.
Οι επιδρομές των Γότθων μέχρι τη μάχη της Αδριανούπολης
Οι πρώτες επιδρομές των Γότθων πραγματοποιήθηκαν στην πόλη της Μαρκιανούπολης. Οι Ρωμαίοι δεν κατάφεραν να αντιδράσουν. Ο αυτοκράτορας της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Ουάλης, αντιμετώπιζε τους Πέρσες στην Ανατολή. Ο κόμης της Θράκης Λουπικίνιος προσκάλεσε τους Γότθους πολέμαρχους στη Μαρκιανούπολη για μια διπλωματική συνάντηση, με σκοπό να τους δολοφονήσει. Το σχέδιό του όμως κατέληξε σε αποτυχία και από αυτή την απόπειρα δολοφονίας διέφυγε ο Φριτίγερνος, ηγέτης των Βησιγότθων.
Ακολούθησε η μάχη της Μαρκιανούπολης με τους Ρωμαίους να ηττώνται κατά κράτος από τους Γότθους, χάνοντας 8.000 στρατιώτες. Οι Γότθοι συνέχισαν τις λεηλασίες τους στη Θράκη και στράφηκαν στην Αδριανούπολη. Εκεί υπηρετούσαν πολλοί Γότθοι στρατιώτες του ρωμαϊκού στρατού. Οι Ρωμαίοι απώθησαν τους επιδρομείς αλλά στο στράτευμα του Φριτίγερνου προσχώρησαν κι άλλοι Γότθοι και πολλοί Ρωμαίοι λιποτάκτες, προσφέροντας χρήσιμες πληροφορίες στον Φριτίγερνο.
Το 377 μ.Χ. στη μάχη των Ιτιών (λατ. Ad salices) οι Ρωμαίοι ηττήθηκαν ξανά από τους Γότθους και ο Ουάλης μαζί με τον Γρατιανό, αυτοκράτορα της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, συμφώνησαν στην αντιμετώπιση των Γότθων.
Η μάχη
Το 378 μ.Χ. ο Ουάλης κινήθηκε από την Αντιόχεια, όπου βρισκόταν, στην Κωνσταντινούπολη, την πρωτεύουσα του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους. Από εκεί κατευθύνθηκε στην Αδριανούπολη με 20.000 άνδρες, ενώ ο Γρατιανός διέσχιζε με τις δυνάμεις του τα εδάφη του Ιλλυρικού (σημερινή Σερβία). Ο Φριτίγερνος κατάλαβε ότι ήθελαν να τον κυκλώσουν και, με μια παραπλανητική κίνηση βάδισε προς την Κωνσταντινούπολη, με 10.000 άνδρες.
Ο Ουάλης συγκάλεσε πολεμικό συμβούλιο στο οποίο οι στρατηγοί του διχάστηκαν με το τι έπρεπε να κάνουν. Άλλοι έλεγαν να περιμένουν τις ενισχύσεις υπό τον Γρατιανό και άλλοι να επιτεθούν αμέσως κατά των Γότθων. Τελικώς επικράτησε η τελευταία γνώμη και οι Ρωμαίοι ετοιμάστηκαν για μάχη. Τότε ο Φριτίγερνος ξαφνικά ζήτησε ανακωχή, ακολουθώντας παρελκυστική τακτική, γιατί περίμενε ενισχύσεις.
Έτσι, επιφανειακά προσπάθησε να επιτύχει τη διευθέτηση των στρατιωτικών προβλημάτων με τους Ρωμαίους προσποιούμενος ότι φοβόταν και από την άλλη ειδοποίησε όλους τους Γότθους και τους συμμάχους τους να συνδράμουν για βοήθεια.
Τελικά στις 9 Αυγούστου, του 378 μ.Χ. οι Ρωμαίοι, διψασμένοι μετά από εξαντλητική πορεία κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο, είδαν το στρατόπεδο των Γότθων στον ποταμό Τούντζα. Μάλιστα ο Φριτίγερνος, για να καθυστερήσει τις εχθροπραξίες, έστειλε αγγελιοφόρους με σκοπό την ειρήνη. Όμως η μάχη είχε ξεκινήσει με το ρωμαϊκό ιππικό στα δεξιά να επιτίθεται κατά των Αλανών και των Οστρογότθων. Παράλληλα οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι ανάγκασαν το γοτθικό πεζικό να υποχωρήσει. Παρά την αρχική επιτυχία των Ρωμαίων, η κατάσταση άλλαξε όταν στο πεδίο της μάχης κατέφθασαν ξεκούραστοι Αλανοί και Ούννοι ιππείς σύμμαχοι των Βησιγότθων.
Η πίεση που δέχτηκε το ρωμαϊκό ιππικό ήταν μεγάλη και υποχώρησε. Στη σύγχυση που ακολούθησε, οι Βησιγότθοι βρήκαν την ευκαιρία και επιτέθηκαν κατά των ξαφνιασμένων Ρωμαίων. Ενώ τα άκρα των Ρωμαίων είχαν εγκαταλείψει το πεδίο της μάχης, στο κέντρο το πεζικό τους κρατούσε ακόμα, αλλά η κόπωση ήταν εμφανής. Τελικώς οι Γότθοι περικύκλωσαν τους καταδικασμένους Ρωμαίους.
Η μάχη έληξε με μεγάλη νίκη των Γότθων ενώ ο ίδιος ο Ρωμαίος αυτοκράτορας σκοτώθηκε. Οι απώλειες των Ρωμαίων ήταν πολύ μεγάλες (10.000-15.000 ή 20.000 νεκροί κατά τις εκτιμήσεις των σημερινών ιστορικών).
Μετά τη μάχη
Με τον ρωμαϊκό αυτοκρατορικό στρατό να έχει διαλυθεί, οι Γότθοι πολιόρκησαν την Αδριανούπολη όπου όμως οι Ρωμαίοι αμύνθηκαν σθεναρά. Ο νέος αυτοκράτορας του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, Θεοδόσιος Α’, μετά από αποτυχημένες προσπάθειες να αντιμετωπίσει τους εισβολείς, ήρθε σε συνδιαλλαγή μαζί τους, επιτρέποντάς τους να εγκατασταθούν, αυτόνομοι, στα βαλκανικά εδάφη της αυτοκρατορίας, με την υποχρέωση να παρέχουν στρατιωτικά τμήματα κατά τους πολέμους των Ρωμαίων.
[wikipedia.org]