Εξομολόγηση που θα ενοχλήσει πολλούς. Γιατί έχουμε μάθει να κάνουμε ότι γουστάρουμε αρκεί να βολευτούμε εμείς και μόνο εμείς.
Παρκάρουμε στη μέση του δρόμου με αλαρμ κόβωντας μια λωρίδα γιατί εκει βολεύει εμάς, πετάμε τα σκουπίδια μας στην αυλή του άλλου και άλλες πολλές ομορφιές.
Μακάρι αυτή την αλληλεγγυη που έχουμε αυτές τις μέρες να την είχαμε κάθε μέρα.
γράφει η Γ. Χ.
Είμαι κάτοικος Παραλίου Άστρους εδώ και 10 περίπου χρόνια και τον τελευταίο καιρό βλέπω τη παραλία του χωριού μου να γεμίζει με ομπρέλες. Θα μου πείτε, που είναι το κακό; Μήπως τελικά είμαι μια αναποδιασμένη-όπως με χαρακτήρισε σήμερα ένας μεσήλικας τουρίστας;
Το πρόβλημα, βασικά, είναι ότι η ομπρέλα αυτή είναι μέρος μιας υπερσύγχρονης ελληνικότατης πατέντας που περιλαμβάνει καρέκλες –πλαστικές και σκηνοθέτη- και διάφορα άλλα αξεσουάρ θαλάσσης, αλυσοδεμένα για μέρες, βδομάδες ή και μήνες στο ίδιο σημείο. Και είναι δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες αυτά τα αφιερώματα στο ήθος του ελληναρα, που καταλαμβάνουν την παραλία (ακόμα και δίπλα σε περιφραγμένα σημεία πιθανής κυοφορίας θαλάσσιων χελωνών) ενώ οι ιδιοκτήτες απουσιάζουν για απροσδιόριστο διάστημα.
Γιατί για τον Έλληνα, απαιτείται υπεράνθρωπη προσπάθεια να παρκάρει δίπλα σχεδόν στην αμμουδιά και να κουβαλάει κάθε μέρα ομπρέλα μαζί με ένα ολόκληρο νοικοκυριό, οπότε γιατί να μην το κοτσάρει εκεί;
Προσπαθώντας να βγάλω άκρη στην όλη κατάσταση, κάλεσα σε πρώτη φάση το Λιμεναρχείο Παραλίου Άστρους. Ήταν ευγενέστατοι αλλά από το σάστισμα τους σχημάτισα την εντύπωση ότι όχι μόνο δεν είχαν ιδέα για την κατάσταση αλλά τους φάνηκε περίεργο που απευθύνθηκα σε αυτούς (μα μιλάμε για τον γιαλό, wtf???). Με παρέπεμψαν στην Αστυνομία η οποία με παρέπεμψε ξανά στο Λιμεναρχείο, οπότε αποφάσισα να πάω στο Δήμο μπας και βγάλω άκρη. Εκεί ενημερώθηκα ότι ο Δήμαρχος έχει ήδη δώσει εντολή μέχρι το τέλος της άλλης βδομάδας (δηλαδή έως τις 10/8) να ξηλωθούν όλα αυτά νωρίς το πρωί, καθότι πρόκειται για παράνομη κατάληψη παραλίας (ναι, μας θυμίζει κάτι).
Επιστρέφοντας στη θάλασσα για το πρωινό μου μπάνιο, διαδραματίστηκε η τελευταία πράξη αυτής της ελληνικής κωμωδίας. Πριν βουτήξω σκέφτηκα να τραβήξω μερικές φωτογραφίες τις 15 ομπρέλες που είναι αγκυροβολημένες στα λιγοστά τετραγωνικά μέτρα μεταξύ δύο beach bar. Μια λουόμενη, ιδιοκτήτρια «αυθαίρετης» ομπρέλας, με πλησίασε διστακτικά και με ρώτησε εάν υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Κι εγώ, εντελώς αυθορμήτως, σκέφτηκα να κάνω ένα κοινωνικό πείραμα (θα μπορούσε να έχει τον τίτλο: ‘πόσο γρήγορα συσπειρώνονται οι Έλληνες όταν απειλείται το βόλεμα τους’). Της είπα λοιπόν, πως ο Δήμος μάλλον θα ξήλωνε το επόμενο πρωινό όλες τις ομπρέλες με τις αλυσίδες. «Μα γιατί δεν έχουμε λάβει καμία ενημέρωση;» με ρώτησε σοκαρισμένη. «Εφόσον πρόκειται για κάτι παράνομο, φαντάζομαι δεν είναι υποχρεωμένοι να ενημερώσουν» απάντησα και πήγα να κολυμπήσω.
Από μακριά είδα τα «νέα» να διαδίδονται αστραπιαία, με την εν λόγω κυρία να ενημερώνει τους αυθαίρετους γείτονες της, κάποιοι από τους οποίους άρχισαν να φωνάζουν και να χειρονομούν, για το ξεκουβάλημα που θα ήταν τώρα υποχρεωμένοι να κάνουν. Ένιωσα πως θα ακολουθούσε ματς, ευτυχώς τα εμπλεκόμενα πρόσωπα δεν ήταν αρκετά για να δημιουργηθεί οργισμένος όχλος και να με λιτσάρουν.
Βγαίνοντας, λοιπόν, από τη θάλασσα, μια άλλη κυρία ήρθε και με ρώτησε εάν είμαι υπάλληλος του Δήμου, και όταν απάντησα ότι είμαι από τα άτομα που έχουν κάνει την καταγγελία μου είπε «Μα ποιον ενοχλούμε;» και της απάντησα «Μα είναι παράνομο» για να με ξαναρωτήσει «Μα ποιόν ενοχλούμε» για να της ξαναπώ «Μα είναι παράνομο», περίπου 3-4 φορές. Γιατί η λέξη Νόμος φαντάζει σαν αέρας κοπανιστός στη χώρα που ζούμε. Τότε ήρθαν δύο άντρες και ξεκίνησαν οργισμένη επίθεση λέγοντας πως ένα σωρό πράγματα τριγύρω είναι παράνομα, και πως τολμάω να δημιουργώ θέμα σε ανθρώπους που ήρθαν από την Ήπειρο έως εδώ για διακοπές, πως είμαι αναποδιασμένη και με τι δικαίωμα διαμαρτύρεται για ομπρέλες ένα άτομο με κρίκο στη μύτη (WTF No2);
Αρκέστηκα να πω τη φράση «είναι παράνομο» για πολλοστή φορά και αποχώρησα έχοντας την έντονη αίσθηση πως τελικά παίζω σε κάποιο τραγελαφικό έργο με τον αείμνηστο Θανάση Βεγγό. Μόνο που μάλλον δεν είναι για να γελάμε. Είμαστε για κλάματα . Γιατί ζούμε σε έναν υπέροχο τόπο, τον οποίο καταστρέφουμε με όσους πιθανούς τρόπους μπορούμε να επινοήσουμε, ώστε το βόλεμά μας να αγγίξει το 100%, για να ρίξουμε μετά όλο την ευθύνη στην εκάστοτε κυβέρνηση, στο Δήμο, στην Αστυνομία.
Βλέπετε, εάν ρωτήσεις σήμερα ένα μικρό παιδί π.χ. «γιατί πετάς το σκουπίδι κάτω», είναι πολύ πιθανό να σου απαντήσει «μα κι ο Γιαννάκης το κάνει» ή «αφού η Αννούλα πετάει περισσότερα». Ως εκπαιδευτικός πάντα πίστευα ότι αυτές οι απαντήσεις έχουν να κάνουν με τον κάπως πιο απλοϊκό τρόπο σκέψης που έχουν τα μικρά παιδιά. Σήμερα όμως, βλέποντας όλες αυτές τις οικογένειες να έχουν κάνει, με τόσο θράσος, κατάληψη σε κάτι που ανήκει σε όλους, σκέφτηκα ότι δεν είναι ‘φυσικό’ τα παιδιά να σκέφτονται έτσι. Στην ουσία είναι τα φερέφωνα της νοοτροπίας που καταστρέφει τον τόπο μας.