Προστάτιδα των Αγραίων ήταν η θεά του κυνηγιού, η αδελφή του Απόλλωνα, η Αγραία Άρτεμις, που έδωσε στην περιοχή το όνομά της «Αγραία», το οποίο μετεξελίχθηκε σε «Άγραφα».Τούτο ήταν το σύμβολο των Αγραίων. Με τον Χριστιανισμό η Αγραία Άρτεμις αντικαταστάθηκε από την Παναγία, που έχει στην περιοχή πολλές εκκλησίες και μοναστήρια.
Στην τελευταία συνεδρίαση του ΔΣ που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 26/2/2018, κατόπιν εισηγήσεως του Δημάρχου Αγράφων κ. Θεόδωρου Μπαμπαλή, έγινε παρουσίαση, ανάλυση, τεκμηρίωση και αιτιολόγηση από τον καθηγητή και διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης κ. Γεώργιο Καραγεώργο, σχετικά με την καθιέρωση του εμβλήματος του Καλλικρατικού Δήμου Αγράφων, το οποίο και ψηφίστηκε από το ΔΣ.
Σύμφωνα με την εισήγηση του Δημάρχου κ. Μπαμπαλή το έμβλημα αποτελεί η κεφαλή της “Αγραίας Αρτέμιδος”, της προστάτιδας θεάς των Αγραίων κατά τους αρχαίους χρόνους, όπως απεικονιζόταν σε νομίσματα της εποχής εκείνης. Ο Δήμος Αγράφων διαθέτει πλέον το δικό του έμβλημα που προέρχεται από την αρχαιότητα, δίνοντας ταυτόχρονα την ανάλογη βαρύτητα στην ιστορία του τόπου μας.
Στη συνέχεια τον λόγο πήρε ο κ. Καραγεώργος και μεταξύ άλλων στην ομιλία του ανέφερε τα εξής:
Το όνομα Άγραφα το οποίο έχει σήμερα ο Δήμος Αγράφων, σχετίζεται με το δωρικό φύλο των Αγραίων, που ήλθε στην Πίνδο πολύ νωρίς, πιθανώς στις αρχές της δεύτερης π.Χ. χιλιετίας. Συγκεκριμένα, όπως υποθέτουμε οι Δωριείς Αγραίοι κατοικούσαν στην Πίνδο τον 18ο πΧ αιώνα.
Οι Δωριείς Αγραίοι ήταν φημισμένοι κυνηγοί, όπως δείχνει και το όνομά τους: άγρα – Αγραίοι. Στα δωρικά με τη λέξη «άγρα» δηλώνεται το κυνήγι, ενώ οι άλλοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τη λέξη «θήρα» και «κυνήγι». Προστάτιδα θεά των κυνηγών Δωριέων Αγραίων ήταν η θεά Αγραία Άρτεμις, η αδελφή του Απόλλωνα και κόρη του Δία, που είχε ιδιαίτερη συμπάθεια στους κυνηγούς και τους υπερασπίζονταν στους κινδύνους τους. Σε μεταγενέστερη εποχή οι Αγραίοι έκτισαν στη θέα λαμπρό ναό.
Η περιοχή που κατοικούσαν (και κυνηγούσαν) οι Δωριείς Αγραίοι, ονομάζονταν Αγραία. Κατά πάσα πιθανότητα από την ονομασία αυτή προήλθε και το σημερινό όνομα Άγραφα, που εύστοχα είναι και όνομα του Δήμου Αγράφων. Στην εξέλιξη αυτή και μετάπλαση από το αρχαίο όνομα «Αγραία» στο νεότερο «Άγραφα», ίσχυσαν βεβαίως βασικοί νόμοι εξέλιξης της ελληνικής γλώσσας, που ήταν σε ισχύ κατά τον τελευταίο π.Χ. αιώνα και τον 1ο μ.Χ. αιώνα, δηλαδή Αγραία – Άγραγια ( =Άγραφα). Για να δοθεί στην περιοχή αυτή η ονομασία, συνέβαλε σε τούτο και το διάταγμα του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Οκταβιανού, ο οποίος μετά τη νίκη του στο Άκτιο (31 πΧ), διέταξε να μετακινηθεί ο πληθυσμός ορισμένων περιοχών – μεταξύ αυτών και ο πληθυσμός της Αγραίας ( =Αγράφων) στη Νικόπολη ( = την πόλη της Νίκης), που έκτισε κοντά στην Πρέβεζα. Οι Αγραίοι προτίμησαν να μείνουν στην άγονη χώρα τους, αλλά να είναι ελεύθεροι. Η περιοχή έμεινε ¨άγραφη¨. Πιθανώς το γεγονός τούτο (εκτός των φωνητικών μεταβολών στην εξέλιξη που προαναφέραμε) συνέβαλε να ισχύσει ο χαρακτηρισμός «Άγραφα».
Όσον αφορά την Αγραία Αρτέμιδα, της οποίας το όνομα είναι αναγκαίο για την ερμηνεία του ονόματος της περιοχής «Άγραφα», ο λαμπρός ναός της ήταν στο συνοικισμό του Τριποτάμου Κοψέικα, που απέχει ολίγα χιλιόμετρα από το κάστρο της Τσούκας Παλαιοκατούνας και το γεφύρι του Μανώλη. Ο ναός αυτός κατεδαφίστηκε από τους Ρωμαίους κατακτητές πιθανότατα κατά το έτος 52π.Χ. Η καταστροφή του ναού προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες στη Ρώμη. Αναφέρεται η διαμαρτυρία του Κικέρωνα για τη βέβηλη αυτή πράξη. Το άγαλμα της θεάς Αγραίας Αρτέμιδας μεταφέρθηκε στην Καλυδώνα και από εκεί στην Πάτρα, όπου το είδε ο Παυσανίας, όπως αναφέρει ο ίδιος.
Η Αγραία Αρτέμιδα, η κόρη του Δία και αδελφή του Απόλλωνα, είναι προστάτιδα θεά των κυνηγών Αγραίων. Το όνομά της συνδέεται με την περιοχή «Αγραία» και τους κυνηγούς της περιοχής αυτής Αγραίους. Εάν την παραμελούσαν κατά την προσφορά θυσιών θύμωνε και έκανε μεγάλο κακό: Έστελνε το φοβερό κάπρο της και ισοπέδωνε τους αγρούς. Γνωστή είναι η ιστορία με τον Καλυδώνιο κάπρο. Ο βασιλεύς της Καλυδωνίας Οινέας οργάνωσε μεγάλο κυνήγι για να τον εξοντώσει , στο οποίο έλαβαν μέρος μεγάλοι ήρωες κυνηγοί από όλη την Ελλάδα.