Ολοι γνωρίζουμε τις δηλώσεις Λοβερδου ότι “ οι συνταξιούχοι δεν πεθαίνουν” , τον διασυρμό των οροθετικών γυναικών που οδήγησε σε αυτοκτονία μιας έξω αυτών, θυμόμαστε τονΓεωργιαδη που ήθελε την δόξα των απολύσεων απο τον Τόμσεν και τη γνωστή φράση του “οποίος δεν προσαρμόζεται πεθαίνει”
Ποιος ειναι όμως ο Πολακης και οι νταβατζηδες έχουν τόσο μίσος απέναντι του (πέρα απο το ότι τους ξεσκέπασε τα μαύρα ταμεία του ΚΕΕΛΠΝΟ που έκοβαν φάρμακα απο ασθενείς για εκμαυλίζουν συνειδήσεις)
Έκανε 13 φορές αίτηση για δουλειά στο ΕΣΥ. «Αλλά, ως επικεφαλής πολλών και μεγάλων κινητοποιήσεων, σιγά μην τον δέχονταν». Έστησε την κλινική ΙΑΣΗ στον Πειραιά, «από τις πρίζες μέχρι το επιστημονικό προσωπικό. Μας έφερναν ανθρώπους να πεθάνουν σε μας, αφού τους είχαν δει γιατροί φίρμες.
Ο Παύλος τούς έσωζε.
Έκανε τη μαγική κίνηση που δεν ήταν άλλη από μια προσπάθεια μέχρις εσχάτων να σωθεί ο ασθενής», λέει συνάδελφός του και επιβεβαιώνουν ασθενείς τους. «Πάντα μας έλεγε πως δεν έχουμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε τη ζωή ανθρώπου, ας είναι και 100 χρόνων, αν δεν εξαντλήσουμε κάθε προσπάθεια να τον σώσουμε. Νομίζω ότι αυτό τα λέει όλα», δηλώνει νοσηλεύτρια που δούλεψε μαζί του χρόνια.
Το “who is who”- ζωής, ενός πραγματικά ασυμβίβαστου και “αιρετικού” πολιτικού, γιατρού , παρουσιάζει σε ένα πολύ προσεγμένο ρεπορτάζ η συνάδελφος Νόρα Ράλλη στην Εφημερίδα των Συντακτών.
Συντάκτης: Νόρα Ράλλη
Αν και γνωστός από παλιά, με μεγάλη διαδρομή στην Αριστερά, με έντονη παρουσία στους μαζικούς, κοινωνικούς και συνδικαλιστικούς χώρους και με σπουδαίο -κατά κοινή ομολογία- έργο ως επιστήμονας, ο Παύλος Πολάκης εισέβαλε προσφάτως στον χώρο της δημοσιότητας με έναν εντελώς ανορθόδοξο τρόπο.
Οι έντονοι και ασυνήθιστοι διαξιφισμοί που εκτυλίχθηκαν σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου για το ΚΕΕΛΠΝΟ ανάμεσα στον ίδιο, από τη θέση του αναπληρωτή υπουργού Υγείας, και σε δημοσιογράφους έγιναν το θέμα της ημέρας. Οσοι τον ξέρουν δεν παραξενεύτηκαν.
Οσοι δεν τον ήξεραν, τον γνώρισαν. Κι όσοι έχουν εμπειρία από την πολιτική βεβαιώνουν ότι παρόμοιο στυλ πολιτικού υπάρχει σε όλους τους χώρους και σε διάφορες εκδοχές.
Είναι αυτός που μιλάει άμεσα, που δεν φέρεται κατά το θεαθήναι, που εξεγείρεται όταν έτσι αισθάνεται, που δεν ενδιαφέρεται αν θα τσαλακώσει την εικόνα του.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν ο Παύλος Πολάκης είναι ένας ακόμη κατασκευασμένος τύπος πολιτικού ή είναι εντελώς αυθεντικός, ακόμη και στην εκρηκτικότητά του. Ο λόγος σ’ αυτούς που τον ξέρουν θα μας δώσει την απάντηση.
Μας μίλησαν συνάδελφοί του γιατροί, νοσηλεύτριες, βρήκαμε παλαιούς ασθενείς του, βουλευτές της αντιπολίτευσης που τον ήξεραν από τα φοιτητικά του χρόνια, απλούς πολίτες των Σφακίων κ.ά.
Ο Παύλος Πολάκης γεννήθηκε στα Σφακιά, από αρκετά φτωχή οικογένεια. Από μικρός ήθελε «να θεραπεύει ζωές». Στα 13 του έχασε τον πατέρα του και ορκίστηκε μπροστά στη σορό του ότι θα γίνει καλός γιατρός.
«Διάβαζε από το πρωί έως το βράδυ, έβγαλε το Λύκειο με 20 και μπήκε 5ος στην Ιατρική Αθηνών. Υπό κανονικές για την εποχή εκείνη συνθήκες, θα γινόταν βοσκός σαν τον πατέρα του, που ήταν αριστερός και αντάρτης. Το ‘βαλε όμως πείσμα, όπως καθετί που θέλει πραγματικά στη ζωή του, και έγινε ένας εξαιρετικός χειρουργός», δήλωσε συνάδελφός του επί χρόνια.
Στη σχολή, οργανώθηκε στην ΚΝΕ. Η παρουσία του έγινε αμέσως αισθητή στις τάξεις της οργάνωσης. Το ίδιο συνέβη και με τις υπόλοιπες οργανώσεις της Αριστεράς στις οποίες θήτευσε.
Το έντονο παρουσιαστικό του σε συνδυασμό με τις γνώσεις και το γεγονός ότι ποτέ δεν έμενε στα μετόπισθεν (από την επιστήμη του μέχρι την ιδεολογική του προσέγγιση) τον έκαναν να ξεχωρίζει και μάλιστα να αξιοποιείται ποικιλοτρόπως.
Συμμετείχε στην πρώτη γραμμή των πολιτικών εξορμήσεων, στις περιφρουρήσεις των συγκεντρώσεων και των διαδηλώσεων, στις συγκρούσεις με άλλους χώρους νεολαίας οι οποίες στο παρελθόν, ιδιαίτερα στα Πανεπιστήμια, αλλά όχι μόνο, έπαιρναν συχνά-πυκνά βίαιο χαρακτήρα.
Ταυτόχρονα, στην Ιατρική ήταν στο Δ.Σ. του φοιτητικού συλλόγου «Γρηγόρης Λαμπράκης». Μετά τη συνεργασία τού τότε ενιαίου Συνασπισμού και της Ν.Δ. αποχώρησε από την ΚΝΕ και εντάχθηκε στο ΝΑΡ.
Είναι βέβαιο πως ποτέ δεν ήταν το καλό παιδί με την έννοια του ήσυχου και του αποδεκτού απ’ όλους. Στη διαδρομή του συγκέντρωνε πάντα μεγάλες συμπάθειες και μεγάλες αντιπάθειες.
Ολοι πάντως συμφωνούν πως είναι άνθρωπος που δεν κρύβεται. Και να θέλει δεν μπορεί, λόγω χαρακτήρα. Ο,τι κάνει το κάνει φανερά και κατά πρόσωπο.
Ως ειδικότητα επέλεξε τη χειρουργική στο Κρατικό της Νίκαιας. Την ειδικότητα την τελείωσε με γραπτό 94% – από τα καλύτερα της δεκαετίας τότε.
Στους ασθενείς
Εκανε 13 φορές αίτηση για δουλειά στο ΕΣΥ. «Αλλά, ως επικεφαλής πολλών και μεγάλων κινητοποιήσεων, σιγά μην τον δέχονταν».
Εστησε την κλινική ΙΑΣΗ στον Πειραιά, «από τις πρίζες μέχρι το επιστημονικό προσωπικό. Μας έφερναν ανθρώπους να πεθάνουν σε μας, αφού τους είχαν δει γιατροί φίρμες.Ο Παύλος τούς έσωζε. Εκανε τη μαγική κίνηση που δεν ήταν άλλη από μια προσπάθεια μέχρις εσχάτων να σωθεί ο ασθενής», λέει συνάδελφός του και επιβεβαιώνουν ασθενείς τους.
«Πάντα μας έλεγε πως δεν έχουμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε τη ζωή ανθρώπου, ας είναι και 100 χρόνων, αν δεν εξαντλήσουμε κάθε προσπάθεια να τον σώσουμε. Νομίζω ότι αυτό τα λέει όλα», δηλώνει νοσηλεύτρια που δούλεψε μαζί του χρόνια.
Εξελέγη δύο φορές δήμαρχος Σφακίων με τεράστια ποσοστά (62% και 94%). Εφτιαξε έως και φουσκωτό ασθενοφόρο, που σώζει 35-45 ασθενείς κάθε χρόνο. Σήμερα είναι υφυπουργός Υγείας.
«Δεν ήρθαμε να υπηρετήσουμε τη “νομιμότητα” των προηγούμενων. Το κουαρτέτο έχει έρθει με την αίσθηση του εκβιαστή και του ισχυρού. Δυστυχώς γι’ αυτούς, είμαι συνηθισμένος σε βαριά περιστατικά», δήλωσε ο ίδιος στην «Εφ.Συν.».
■ Τα ονόματα όλων όσοι μας μίλησαν είναι στη διάθεση οποιουδήποτε τα ζητήσει, με την πλήρη συγκατάθεση των ομιλούντων.
Δήλωση στην «Εφ.Συν.»
Είμαι σαφώς αποφασιστικός σε αυτό που επιλέγω πως είναι σωστό και θέλω να το παλέψω – ένα βαθύ κράτος, ριζωμένο, έναν μηχανισμό που έχει αυτονομηθεί από την κρατική εξουσία. Αυτό πρέπει να ξεδοντιάσουμε. Το ξεδοντιάζουμε σιγά, αλλά σταθερά. Δεν ήρθαμε να υπηρετήσουμε τη “νομιμότητα” των προηγούμενων. Το κουαρτέτο έχει έρθει με την αίσθηση του εκβιαστή και του ισχυρού. Δυστυχώς γι’ αυτούς, είμαι συνηθισμένος σε βαριά περιστατικά