ο 1914 ξεκίνησε ο πρώτος διωγμός των Ρωμιών στα παράλια της Μικρασίας, με τη σφαγή της Φώκαιας. Μία σύντομη περιγραφή των γεγονότων. «Όλη τη μέρα του Σαββάτου 13 Ιουνίου, μέχρι τις επτά περίπου το βράδυ, εκτυλίσσονται ταυτόχρονα οι σκηνές των δυο μεγάλων πράξεων του δράματος: η οικτρή έξοδος και η αναίσχυντη λεηλασία.
Τρεις χιλιάδες οκτακόσιοι Έλληνες Οθωμανοί έφυγαν για τη Θεσσαλονίκη με το πρώτο πλοίο και δυο χιλιάδες περίπου με το δεύτερο για τον Πειραιά. Τηλεγράφησα ήδη από το πρωί στη Σμύρνη για να μας στείλουν κι άλλα πλοία. Υπάρχουν επτά χιλιάδες Έλληνες στην Παλαιά Φώκαια (7.077, σύμφωνα με την επίσημη τουρκική στατιστική του 1913). Πρόσφυγες από τα γύρω χωριά ενώθηκαν μαζί τους. Τα δυο πρώτα πλοία δεν μπορούσαν να τους χωρέσουν. Δυο ρυμουλκά που έστειλε αμέσως ένας γενναιόδωρος Γάλλος της Σμύρνης, ο κ. Γκυφραί, φτάνουν υπό τη σημαία μας το απόγευμα και ξαναφεύγουν φορτωμένα για τη Μυτιλήνη.»
Ο φόβος εξαπλώνεται στα παράλια της Ιωνίας. 300.000 εκδιωγμένοι, βρίσκουν καταφύγιο αρχικά στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Στο εσωτερικό οι Χριστιανοί πιέζονται δεινώς, εξισλαμίζονται, κορίτσια μεταφέρονται με τη βία στα χαρέμια και νεαρά αγόρια πωλούνται για λίγα μετζήτια στην αγορά του Ικονίου, εκεί που γίνεται πραγματικό σκλαβοπάζαρο!
Ολοκληρώνεται έτσι το πρώτο στάδιο της ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ των παραλίων και ο εμπνευστής του “λευκού θανάτου” Λίμαν Φον Σάντερς θέλησε να πάει να δει με τα μάτια του τα αποτελέσματα. Μετά το ταξίδι του αρχικά στη Σμύρνη και μετά στις παραλιακές πόλεις της Μικράς Ασίας ο Λίμαν Φον Σάντερς, διαπίστωσε ότι είχαν παραμείνει στις εστίες τους αρκετές χιλιάδες Έλληνες διασκορπισμένοι και αγανακτισμένος λέει “ο πληθυσμός αυτός σε ενδεχόμενη εκστρατεία της Ελλάδος, μπορεί μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να οπλιστεί και να χρησιμοποιηθεί σα στρατός μάχης, συνεπώς επιβάλλεται να συμπληρωθεί το έργο του διωγμού”.
Ο φόβος έχει κυριεύσει τους γηγενείς χριστιανικούς πληθυσμούς και τότε οι Γερμανοί βάζουν σε εφαρμογή το σχέδιο της αρπαγής των περιουσιών τους. Έτσι τα μικρά και μεγάλα καταστήματα στη Κωνσταντινούπολη και την Σμύρνη, περιέρχονται στην κατοχή τους. Η “Ντόιτς-Μπαγκ” , ανοίγει τα χρηματοκιβώτιά της και παρέχει όλα τα μέσα στους Γερμανούς που καταφθάνουν με τα πλοία κατά χιλιάδες στα παράλια, με σκοπό τη μόνιμη εγκατάσταση και να αγοράσουν τα εμπορικά καταστήματα των Ρωμιών.
Η ευκαιρία για τους Ρωμιούς φαντάζει μοναδική, αφού ο καθένας σκέπτεται ότι αν πουλήσει το κατάστημά του, θα μπορέσει να διαφύγει από τον κίνδυνο που αυξάνεται μέρα με τη μέρα. Όσοι δεν είναι διατιθειμένοι να τα πουλήσουν, καταφεύγουν σε Γερμανούς εμπόρους ή σε άνεργους, ακόμα και σε ύποπτες γυναίκες και προτείνουν συνεταιρισμό με μόνο κεφάλαιο από μέρους τους τη χρήση του ονόματός.
Έτσι οι Γερμανοί γίνονται κάτοχοι, εκατοντάδων καταστημάτων. Στο Πέρα, στον Γαλατά, στον φραγκομαχαλά της Σμύρνης εκεί που ο επισκέπτης έβλεπε στο παρελθόν στις επιγραφές των καταστημάτων τα ονόματα, Ιωαννίδης, Παπαδόπουλος, Αλεξανδρόπουλος κλπ, τώρα διαβάζει Κάρολος Φρανκλάιν, Ερρίκος Φριτς, Γουλιέλμος Χολβενστάιν κλπ.
Οι νεότουρκοι μας έσφαξαν, λήστεψαν τις περιουσίες και τα σπίτια στα χωριά και τις μικροκωμοπόλεις και οι Γερμανοί την ίδια εποχή άρπαξαν τα καταστήματα στις πόλεις με τον πλέον φανερό τρόπο, χρησιμοποιώντας τον ΦΟΒΟ…
Θα αναρωτηθεί κάποιος, μα πως κατάφεραν όλα αυτά οι Γερμανοί; Είναι πολύ απλό»Μπούκωσαν» με χρυσό τους τούρκους ηγήτορες, όπως έχει αποδειχτεί ιστορικά. Μίζες τότε, μίζες έως και σήμερα, αρκεί να γίνει πράξη το «Deutschland uber alles»