Όσοι ισχυρίζονται ότι τελείωσε η Ιστορία, ας είναι βέβαιοι ότι η Ιστορία τους περιμένει πίσω στη γωνία.
Παναγιώτης Κονδύλη
Αρχαίοι ιστορικοί αναφέρουν ότι μετά την καταστροφή της Καρχηδόνας, ο Σκιπίων Αφρικανός ο Νεώτερος δάκρυσε αντικρίζοντας το τέλος των εχθρών του, γιατί θυμήθηκε τον ομηρικό στίχο «Ἔσσεται ἧμαρ ὅτ’ ἄν ποτ’ ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή» και αναλογίστηκε ότι και τη Ρώμη μπορεί να τη βρει η ίδια μπίρα. Πολύ μικρότερα πνεύματα και πολύ μικρότερες ψυχές κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Μόλις η δική τους ιδεολογική παράταξη καταγάγει μιαν αποφασιστική νίκη, σπεύδουν να εξαγγείλουν το τέλος της Ιστορίας ούτως ώστε τίποτε να μην μπορεί πλέον να αναιρέσει αυτήν τη νίκη. Ή κάνουν κάτι πρακτικά ισοδύναμο: ζωγραφίζουν το ιστορικό μέλλον έτσι, όπως θα όφειλε να διαμορφωθεί, να ο τρόπος, με τον οποίο ο νικητής αρέσκεται να κατανοεί τον εαυτό του και τη δραστηριότητά του, συνέπιπτε πράγματι με την αντικειμενικά δεδομένη πορεία της Ιστορίας.
Το νόστιμο είναι ότι οι οπαδοί του προσωρινά νικηφόρου καπιταλιστικού φιλελευθερισμού ξεκινούν από την ίδια περίπου φιλοσοφία της ιστορίας όπως άλλωστε οι μαρξιστές: μιλούν σαν η Ιστορία να διανύει, έστω και με προσωρινές παρεκκλίσεις, μιαν ευθύγραμμη τροχιά, στο τέρμα της οποίας βρίσκεται κατ’ αναγκαιότητα ένας ενιαίος και ειρηνικός κόσμος. Επίσης, όπως οι μαρξιστές, πιστεύουν ότι οι οικονομικοί παράγοντες, δηλαδή η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και η διαπλοκή των οικονομιών, αποτελούν τις κινητήριες δυνάμεις της ιστορικής περιόδου, η οποία θα υποκαταστήσει τον πόλεμο με το εμπόριο. Σε διάφορα κείμενά μου έχω αναλύσει τις κοινές προϋποθέσεις της μαρξιστικής και της φιλελεύθερης ουτοπίας από την άποψη της ιστορίας των ιδεών. Όπως οι μαρξιστές έζησαν το ναυάγιo της ουτοπίας τους, έτσι και οι φιλελεύθεροι θα βρεθούν σύντομα μπροστά στα ερείπια της δικής τους, την οποία θα γκρεμίσουν οι τρομακτικοί αγώνες κατανομής του 21ου αιώνα. Όσοι ισχυρίζονται ότι τελείωσε η Ιστορία, ας είναι βέβαιοι ότι η Ιστορία τους περιμένει πίσω στη γωνία.
Και οι πάμπολλοι διανοούμενοι οι οποίοι βιάστηκαν να μετατραπούν από συνοδοιπόρους ή προπαγανδιστές του σοβιετισμού σε συνοδοιπόρους και κράχτες του αμερικανισμού, έκαναν άδικο κόπο. Αν ο Φουκουγιάμα έδωσε, έστω και με ρηχό τρόπο, το χρίσμα της φιλοσοφίας της ιστορίας στον οικουμενιστικό αμερικανισμό, ο Χάντιγκτον προσέφερε στις αμερικανικές ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες πιο πρακτικές υπηρεσίες και προοπτικές. Αν η Ιστορία δεν τελειώνει, αλλά συνεχίζεται ως σύγκρουση των πολιτισμών, και αν η ευρωπαϊκή και αμερικανική Δύση έχουν εξ ορισμού κοινά πεπρωμένα μέσα στη σύγκρουση αυτή, τότε είναι προφανές ότι οι ΗΠΑ, ως το ισχυρότερο έθνος της Δύσης πρέπει να ηγείται μόνιμα στην προάσπισή της εναντίον των μουσουλμανικών και κομφουκιανικών μαζών.
Βεβαίως, η σημερινή Ευρώπη (χρησιμοποιώ τον όρο συμβατικά, γιατί δεν υπάρχει πράγματι, καμία τέτοια πολιτική οντότητα), από πολιτικοστρατιωτική άποψη, αποτελεί περίπου αμερικανικό προτεκτοράτο και θα παραμείνει τέτοιο στο προβλεπτό χρονικό διάστημα. Η σκέψη του Χάντιγκτον έχει, από την άποψη αυτή, ένα πραγματικό έρεισμα, όμως η γενικότερη ιστορική και κοινωνιολογική της θεμελίωση είναι έωλη. Αν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ συμπορευθούν κατά τον 21ο αιώνα, ο λόγος δε θα είναι η πολιτισμική κοινότητα αλλά η ενότητα συμφερόντων, όπως τα προσδιορίζει εκάστοτε η γεωπολιτική, η στρατηγική και η οικονομία.
Ποτέ στην ιστορία δεν στάθηκαν καθοριστικοί οι πολιτισμικοί παράγοντες κατά την αναζήτηση συμμάχων, έστω και αν συμμαχίες μεταξύ πολιτισμικά συγγενών συνήθως εκλογικεύονται κατάλληλα εκ των υστέρων, ώστε να τους προσδοθούν υψηλά κίνητρα. Αλλά είναι ανόητο να φανταστεί κανείς ότι η Ιαπωνία θα επιλέξει μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας με κριτήριο την πολιτισμική συγγένεια, οπότε θα γινόταν πιθανότατα επαρχία μιας μελλοντικής πανίσχυρης Κίνας, και όχι με βάση στρατηγικά κριτήρια, που θα της έδιναν το περιθώριο μεγαλύτερης ανεξαρτησίας υπό την ανεκτικότερη αμερικανική σκέπη. Επίσης είναι ανόητο να πιστεύει κανείς ότι οι Άραβες εμίρηδες θα προτιμήσουν την κυριαρχία των Ισλαμιστών από τη συμμαχία με τους «άπιστους» Αμερικανούς ή ότι μια Ρωσία εντελώς απογοητευμένη από τη Δύση, και ανήμπορη να αντιδράσει αλλιώς, δε θα μπορούσε, κωλυόμενη από τις πολιτισμικές διαφορές, να πέσει στην αγκαλιά της Κίνας σχηματίζοντας μαζί της ένα κραταιό ευρασιατικό μπλόκ. Άλλωστε δεν είναι δυνατόν να μάχονται συνεχώς όλοι οι πολιτισμοί εναντίον όλων τον πολιτισμών. Ο συσχετισμός των δυνάμεων επιβάλλει συνδυασμούς και συμμαχίες – όμως ποια πολιτισμικά κριτήρια θα μπορούσαν να πρυτανεύσουν κατά τη σύναψη συμμαχιών μεταξύ πολιτισμών;
Ποια πολιτισμική λογική επιβάλλει σε Μουσουλμάνους να προσεγγίσουν τους Κινέζους και να στραφούν εναντίον της Δύσης; Ο Χάντιγκτον παρακάμπτει τα στοιχειώδη αυτά ερωτήματα, ούτε αναζητεί τα φώτα των ιστορικών εμπειριών. Γιατί όπως είπαμε, η πρόθεσή του είναι λιγότερο θεωρητική και περισσότερο στρατηγική – στρατηγική στην αμερικανική προοπτική εννοείται.
Περιοδικό Νέα Κοινωνιολογία, τεύχος 25, Άνοιξη 1998.
Παναγιώτης Κονδύλης – Για το τέλος της Ιστορίας: Μια κριτική στις θέσεις των Φουκουγιάμα και Χάντιγκτον