Οι Μωμόγεροι (ή Μωμόεροι) είναι ένα Ποντιακό έθιμο που γινόταν στον Πόντο τα αρχαία χρόνια μέχρι και τις ημέρες μας. Το έθιμο είναι σατιρικό και συνηθίζεται κατά τη διάρκεια της περιόδου των Χριστουγέννων, μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου, άλλα μερικές φορές μέχρι τον Φεβρουαρίο. Λόγω της γεωγραφικής απομόνωσης των Ποντίων, το έθιμο ήταν μια μορφή αναγνώρισης της Ελληνικής προέλευσής τους, και επίσης ένας τρόπος να ξεχαστεί από την Τουρκική δουλεία, και τις βίαιες εξισλαμίσεις.
Το 400 μ.Χ ο επίσκοπος της Αμάσειας Αστέριος, αναφέρεται σε έναν δυνατό εορτασμό των ανθρώπων που περιέλαβε μεταμφιέσεις κάθε χρόνο στις 1η Ιανουαρίου. Στην αρχαία Ελλάδα το 600 π.Χ., υπήρχε ένας πνευματικός εορτασμός του Θεού Διόνυσου.
—————————————-
Του Κώστα Αλεξανδρίδη
Ο Μώμος ήταν ο θεός το γέλιου και της σάτιρας. Η προσωποποίηση της μομφής και της κατηγορίας. Οι ιερείς του Μώμου, οι ακόλουθοί του στη μεγάλη (βακχική) γιορτή, είναι οι Μωμόγεροι. Οι Πόντιοι, αν και φανατικοί χριστιανοί, κληρονόμησαν την αρχαιότερη ομιλούμενη ελληνική διάλεκτο (ποντιακή ) και διατήρησαν πολλές αρχαιοπρεπείς συνήθειες από τους πρόγόνους τους. Κατά τη διάρκεια του Δωδεκαήμερου εκτός των συνηθισμένων χριστιανικών εορτών, όπως σ ΄ ολόκληρο τον Πόντο, έτσι και στη Λιβερά «εποίναν και τοι Μωμοέρτς»… «έβγαιναν τα Καρναβάλια»… οι «Κοτσαμάν»!
Το δρώμενο πραγματοποιείται σε πλατείες, δρόμους και αυλές σπιτιών. Είναι το αρχαιότερο είδος θεάτρου ( διθύραμβος ) και συνάμα το πιο σύγχρονο ( θέατρο δρόμου).
Η ολοκληρωμένη μορφή του δρώμενου αποτελείται από τον Κορυφαίο ( Μωμόγερο), τη χορευτική ομάδα ( ορχείται και άδει ), τη θεατρική ομάδα (αυτοσχέδιοι διάλογοι) και τους μουσικούς (λύρα, αγγείον). Όλοι είναι μεταμφιεσμένοι. Παραμονή της Πρωτοχρονιάς συγκεντρωνόταν ο όμιλος μπροστά στη Μητρόπολη στη Λιβερά και με την κραυγή «ωωω-χοχοχο» ξεκινούσαν, να περιδιαβούν όλα τα σπίτια του χωριού. Την επόμενη μέρα κατέληγαν στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, όπου έστηναν γλέντι. Όσα χρήματα μαζεύονταν, τα παρέδιδε ο ταμίας (πολυχρονιστής) στον Πρόεδρο της εκκλησιαστικής επιτροπής, για να διατεθούν για τις αμοιβές των δασκάλων.
Στο τέλος του διήμερου μαζεύονταν όλοι οι όμιλοι των Μωμόγερων από τα γύρω χωριά ( Καπίκιοϊ, Χατζάβερα, Δανίαχα, Κουσπίδι, Βερύζαινα ) στο Τσεβιζλούκ (σημερινή Macka). Ήταν ένα θέαμα άνευ προηγουμένου, να βλέπει κανείς 150-200 φουστανελοφόρους να χορεύουν και να τραγουδούν στις πλατείες.
Με τη συνθήκη της Λωζάννης (1923) οι κάτοικοι της Λιβεράς ακολουθούν την πορεία όλων των άλλων Ποντίων. Μετεγκαθίστανται κυρίως στο νομό Κοζάνης και σκορπίζουν στα γύρω χωριά : Τετράλοφος, Αλωνάκια, Κομνηνά, Καρυοχώρι, Ασβεστόπετρα κ.α.
Σήμερα το δρώμενο συνεχίζεται από νέους τετάρτης πλέον γενιάς, διατηρώντας όχι μόνο τον ψυχαγωγικό αλλά και τον ευετηριακό, γονιμικό, μαγικοθρησκευτικό του χαρακτήρα.
Στην αυλή του κάθε σπιτιού τους περιμένει στρωμένο τραπέζι με πλούσια εδέσματα, τσίπουρο και παραδοσιακά γλυκά. Ο ταμίας του θιάσου εύχεται σ΄ όλα τα μέλη της οικογένειας «Υίαν και ευλογίαν και καληχρονίαν και αρνικά παιδία και θελκά μουσκάρια».Τότε ένα μέλος της οικογένειας προσφέρει χρήματα στο ταμείο των Μωμόερων. Μετά τη χορευτική επίδειξη των Μωμόερων ακολουθεί χορός κατά παραγγελία του σπιτονοικοκύρη, όπου συμμετέχουν όλοι (οι Μωμόεροι και οι παρευρισκόμενοι κάτοικοι του κάθε χωριού και άλλων γειτονικών χωριών, που ακολουθούν το θίασο). Κατά τη διάρκεια του χορού, ενώ όλοι πίνουν τσίπουρο και γεύονται τα εδέσματα, κάποιος θεατής κλέβει τη μία νύφη και κρύβεται μαζί της. Συνήθως κατ΄ εντολή του αρχηγού τρέχουν προς αναζήτησή τους και με τη βοήθεια του διαβόλου ή άλλων μελών του θιάσου, δεν αργούν να τους ανακαλύψουν. Στη συνέχεια ο γιατρός, εξετάζει τη νύφη και διαπιστώνει τη σεξουαλική της κακοποίηση. Το πρόστιμο είναι ανάλογο της οικονομικής κατάστασης του απαγωγέα και ορίζεται από τον τσανταρμά (λαϊκός δικαστής), που έχει ήδη συνωμοτήσει. Η εξέταση της νύφης, που προσποιείται την ατιμασμένη, είναι μία από τις πιο κωμικές σκηνές του δρώμενου και παρακολουθείται με μεγάλο ενδιαφέρον από το παρευρισκόμενο πλήθος. Αξίζει να σημειωθεί, ότι όταν ο θίασος εντοπίσει θεατή με οικονομική άνεση ή ξένο, τον υποδεικνύει στη νύφη, η οποία (άντρας ων ) τον απαγάγει κρατώντας τον στους ώμους της. Αυτό είναι ένα νεότερο στοιχείο, που επινοήθηκε τα τελευταία χρόνια στον Τετράλοφο, όπως και πολλά άλλα, ανάλογα με τη φαντασία, την εφευρετικότητα και τη διάθεση του θιάσου.
Ο μύθος της αρπαγής της Περσεφόνης (κόρης της Θεάς Δήμητρας) από το Θεό του Κάτω Κόσμου Πλούτωνα είναι γνωστός. Η οργισμένη Δήμητρα σταμάτησε να δίνει καρπούς και η Γη ξεράθηκε. Όλη η οικουμένη κινδύνεψε να αφανιστεί από ασιτία. Οι άνθρωποι και τα ζώα έφτασαν σε κατάσταση απόγνωσης, και ο Δίας εισακούγοντας τις ικεσίες τους, μεσολάβησε και υποχρέωσε τον Πλούτωνα να αφήσει την Περσεφόνη, να επιστρέψει στη μητέρα της. Ο Πλούτωνας όμως ξεγέλασε την κόρη και της έδωσε να φάει ένα ρόδι με αποτέλεσμα, να μην είναι πάντοτε με τη μητέρα της στον επάνω κόσμο αλλά το ένα τρίτο κάθε χρόνου, να επιστρέφει στον άντρα της στον Κάτω Κόσμο. Γι΄ αυτό η γη καρπίζει το διάστημα που η κόρη είναι με τη Δήμητρα, ενώ «κοιμάται» όταν κατεβαίνει στον Κάτω Κόσμο. Ας σημειωθεί ότι στη Ματσούκα οι νύφες των Μωμόερων φορούσαν περιδέραιο φτιαγμένο από διάφορους ξηρούς και αποξηραμένους καρπούς.
Οι θεατές παρακολουθούσαν με μεγάλο ενδιαφέρον τα διαδραματιζόμενα σε κάθε σπίτι ξεχωριστά από το πρωί μέχρι το βράδυ, δημιουργώντας έτσι μια μεγάλη, θορυβώδη και εορταστική πομπή, με κυρίαρχα στοιχεία το γέλιο, τη σάτιρα, το χορό, το τραγούδι, τη μεθυστική μουσική, που καταλήγει στην πλατεία για ένα μικρό αποχαιρετιστήριο γλέντι.
Ο ζωντανός λαϊκός πολιτισμός των Ποντίων αναδεικνύεται σε πολύτιμο κεφάλαιο της Ιστορίας μας και λαμπρό παράδειγμα λαού προσηλωμένου στην παράδοσή του. Ο μυθικός Θεός Μώμος με την αναβίωση του δρώμενου βρίσκεται πάλι ανάμεσά μας και χαρίζοντάς μας το ειρωνικό του χαμόγελο, μας υπενθυμίζει την πανάρχαια προέλευσή μας και τη δύναμη της ελεύθερης συλλογικής έκφρασης.