Οι ισλαμιστές «πνίγουν» στο αίμα τον πλανήτη και ο ΟΑΣΕ αντιδρά στο αυστριακό νομοσχέδιο για το Ισλάμ
Κριτική σε τμήματα του σχεδίου του νέου νόμου για το Ισλάμ στην Αυστρία ασκεί ο Οργανισμός για Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) με σημερινή ανακοίνωσή του, στην οποία χαιρετίζει καταρχήν την πρόθεση για έναν νέο νόμο, ωστόσο τονίζει πως το περιεχόμενό του νομοσχεδίου δεν ανταποκρίνεται ακόμη στους διεθνείς κανόνες.
Το Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ σε μια έκθεση 33 σελίδων για το αυστριακό σχέδιο νόμου απορρίπτει, μεταξύ άλλων, την προβλεπόμενη απαγόρευση της χρηματοδότησης ισλαμικών οργανώσεων στην Αυστρία από το εξωτερικό, ενώ ζητάει τη χαλάρωση των προϋποθέσεων για την αναγνώριση θρησκευτικών κοινοτήτων στη χώρα.
Όπως αναφέρεται σχετικά στην ανακοίνωση του διεθνούς οργανισμού, ο στόχος του νομοσχεδίου για μια ρύθμιση του νομικού καθεστώτος του ισλαμικού θρησκεύματος στην Αυστρία θα πρέπει να αξιολογηθεί θετικά, αλλά ταυτόχρονα θα πρέπει να αλλάξουν ορισμένες διατάξεις του ώστε να υπάρξει προσαρμογή του με διεθνή δεδομένα.
Επιπλέον θα πρέπει να υπάρξει χαλάρωση των προϋποθέσεων για την αναγνώριση των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Αυστρία και να μειωθεί η πληθώρα των λόγων που, όπως σημειώνεται, προβάλλονται για την αναστολή της αναγνώρισης θρησκευτικών κοινοτήτων και για την άρνηση ή κατάργηση της ιδιότητας του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για αυτές, ενώ θα πρέπει να απαλειφθούν πλήρως από το νομοσχέδιο οι διατάξεις περί αυτόματης διάλυσης ήδη υπαρχουσών θρησκευτικών οργανώσεων.
Στην έκθεση επικρίνεται επίσης η διάταξη του νομοσχεδίου η οποία απαγορεύει τη χρηματοδότηση των ισλαμικών θρησκευτικών οργανώσεων από το εξωτερικό – κάτι που έχει ήδη προκαλέσει δριμεία κριτική από την Ισλαμική Θρησκευτική Κοινότητα Αυστρίας – και ζητείται είτε η απάλειψη αυτής της διάταξης, είτε μια διαφορετική διατύπωσή της.
Ακόμη, από πλευράς ΟΑΣΕ επισημαίνονται ως άστοχες στο νομοσχέδιο οι διατάξεις ως προς το δικαίωμα συγκέντρωσης και ζητείται να υπάρξει ρύθμιση τέτοιων θεμάτων μέσα από άλλους νόμους.
Το αυστριακό νομοσχέδιο για το Ισλάμ παρουσιάστηκε στις αρχές Οκτωβρίου από τους υπουργός Εξωτερικών και Ενσωμάτωσης, Σεμπάστιαν Κουρτς και Καγκελαρίας, Γιόζεφ Οστερμάγιερ, και τελεί υπό διαβούλευση με στόχο να περάσει την ερχόμενη εβδομάδα από το υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης συνασπισμού (Σοσιαλδημοκρατών και συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος) για να κατατεθεί κατόπιν προς ψήφιση από την αυστριακή Βουλή, ώστε να μπορεί να τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2015.
Ο νέος αυστριακός Νόμος για το Ισλάμ θα προβλέπει την απαγόρευση στο μέλλον της χρηματοδότησης από το εξωτερικό της λειτουργίας των αναγνωρισμένων στην Αυστρία ισλαμικών θρησκευτικών οργανώσεων, «για να περιοριστεί η επιρροή και ο έλεγχος τους από έξω».
Όπως είχε αναφέρει κατά την παρουσίαση ο υπουργός Καγκελαρίας, στη βάση του νομοσχεδίου απαγορεύεται η χρηματοδότηση από το εξωτερικό και των ιμάμηδων, που σημαίνει ότι οι 65 ιμάμηδες, οι οποίοι είναι διορισμένοι υπάλληλοι της τουρκικής Υπηρεσίας Θρησκευμάτων, δεν θα επιτρέπεται στο μέλλον να πληρώνονται από την Τουρκία.
Σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών και Ενσωμάτωσης, δεν θα αποκλείεται μια εφάπαξ δωρεά από το εξωτερικό, όπως για παράδειγμα ένα κληροδότημα, ωστόσο η διαχείριση μιας τέτοιας περιουσίας θα πρέπει να γίνεται στην Αυστρία.
Οι υπόλοιπες διατάξεις του νομοσχεδίου προβλέπουν, μεταξύ άλλων, την υποχρέωση όλων των αναγνωρισμένων ισλαμικών θρησκευτικών κοινοτήτων να παρουσιάζουν τη διδασκαλία και το θρησκευτικό περιεχόμενό της στη γερμανική γλώσσα και να το καταθέτουν στην αυστριακή Υπηρεσία Θρησκευμάτων, κάτι που σημαίνει, όπως διευκρίνισε ο Σεμπάστιαν Κουρτς, ότι θα πρέπει να υπάρξει μια έκδοση του Κορανίου στη γερμανική γλώσσα.
Προβλέπεται επίσης πως όλες οι διδασκαλίες, έθιμα και θεσμοί της θρησκευτικής κοινότητας δεν θα πρέπει να αντιβαίνουν στην αυστριακή νομοθεσία, και σε περίπτωση μη προσαρμογής σε αυτή τη διάταξη θα αναστέλλεται η αναγνώριση της θρησκευτικής κοινότητας, ενώ ιμάμηδες που έχουν καταδικαστεί σε φυλάκιση ή συνιστούν κίνδυνο της δημόσιας ασφάλειας θα πρέπει να απολύονται από τη θρησκευτική κοινότητα.