Οι Αργοναύτες στάθμευσαν πρώτα στη Λήμνο, όπου ο Ιάσων συνδέθηκε ερωτικά με τη βασίλισσα Υψιπύλη, από την οποία απέκτησε δύο γιους. Ενας από αυτούς, ο Εύηνος, βασίλευε στο νησί κατά τον Τρωικό πόλεμο. Το συγκεκριμένο επεισόδιο ερμηνεύεται ενίοτε ως αποικισμός της Λήμνου και της γειτονικής Ιμβρου από Μινύες (Τόυνμπη, Μάιρς κ.α.). Κατά τα Τρωικά, τα αναφερόμενα νησιά δεν συντάχθηκαν με τους Αχαιούς, τουλάχιστον από την αρχή, όμως αυτό δεν σημαίνει πως δεν κατοικούντο τουλάχιστον μερικώς από Ελληνες, επειδή βρίσκονταν κοντά στις ακτές της Τρωάδας και της Θράκης και θα ήταν υποχρεωμένα να ενταχθούν στην τρωική συμμαχία. Εξάλλου τα εμπορικά τους συμφέροντα πιθανώς ταυτίζονταν με
εκείνα των Τρώων. Άλλες πηγές μας πληροφορούν πως μετά την καταστροφή της Τροίας, η Λήμνος και η Ιμβρος καταλήφθηκαν από Πελασγούς, οι οποίοι δεν ήταν ελλαδικοί Πελασγοί αλλά μη-Ελληνες Τυρρηνοί από τη Λυδία, πρόγονοι των Ετρούσκων της Ιταλίας. Οι Πελασγοί/Τυρρηνοί εκδίωξαν τους Μινύες. Τα δύο νησιά κατέστησαν πάλι ελληνικά στους Αρχαϊκούς χρόνους, όταν οι Αθηναίοι τα κατέλαβαν, εκδίωξαν τους Τυρρηνούς/Τυρσηνούς και τα αποίκισαν.
Μία ακριβής αναπαράσταση Μυκηναίου μαχίμου της Υστερης περιόδου. Η αρθρωτή θωράκιση του αποτελείται από ορειχάλκινα ελάσματα επενδυμένα εσωτερικά με δέρμα, και ανήκει στον ίδιο τύπο θωράκισης με τη μεταγενέστερη lorica segmentata, την αρθρωτή πανοπλία των Ρωμαίων. Φέρει κερασφόρο ορειχάλκινο κράνος του οποίου η ανακατασκευή έχει βασισθεί στα κράνη των μαχίμων του «Αγγείου των Πολεμιστών» αλλά και σε άλλα μυκηναϊκά ευρήματα, πελτοειδή ασπίδα, υστερομυκηναϊκό ξίφος, ορειχάλκινες κνημίδες και σάνδαλα. Ολη η οπλοσκευή βασίζεται σε ευρήματα, αυτούσια ή εικαστικά (π.χ. οι κνημίδες αποτελούν ανακατασκευή ευρήματος από την Αχαϊα) (αναπαράσταση από αμερικανικό οργανισμό).
.
Μετά τη Λήμνο, οι Αργοναύτες στάθμευσαν στη Σαμοθράκη, διέσχισαν τον Ελλήσποντο και από εκεί μετά από περιπέτειες στις χώρες των Δολιόνων, των Βεβρύκων και της Σαλμυδησσού (πόλης), οι οποίες βρίσκονταν στην Προποντίδα, διέχισαν τις Συμπληγάδες (ενδεχομένως ο Βόσπορος) και στάθμευσαν στη χώρα των Μαριανδυνών στη βόρεια μικρασιατική ακτή. Οι λαοί που αναφέρονται στην Προποντίδα είναι πρωτοφρυγικοί ή πρωτοθρακικοί λαοί οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στη Μικρά Ασία, ενώ η χώρα των Μαριανδυνών μάλλον ταυτίζεται με τη χώρα των Παλαϊτών (χώρα Πά(φ)λα, μεταγενέστερη Παφλαγονία) ή των Γκάσγκα (Κάσκα) των χιττιτικών αρχείων. Τελικά οι Αργοναύτες κατέπλευσαν στην Κολχίδα, πιθανώς στην ανατολική ακτή του Ευξείνου, στους πρόποδες του Καυκάσου. Οι δοκιμασίες και οι αγώνες του Ιάσονα και των Αργοναυτών στην Κολχίδα και η ακόλουθη φυγή τους με το χρυσόμαλλο δέρας, απηχούν μάλλον πολεμικές αναμετρήσεις με τους εντόπιους και την τελική επιτυχία της εκστρατείας. Η αρωγή της Μήδειας στον Ιάσονα ίσως αντιπροσωπεύει κάποιους Κόλχους αντιφρονούντες που αντιτίθεντο στον βασιλιά (μυθικός Αιήτης), αν και η αρωγή κάποιας πριγκίπισσας (και γενικά γυναίκας με ισχύ) στον εκάστοτε ήρωα με τον οποίο διατηρεί πάντοτε ερωτική σχέση, είναι συνήθης στους ελληνικούς μύθους και δεν χρίζει ερμηνείας. Τίθεται το ερώτημα: αν η αποστολή πέτυχε, για ποιον λόγο δεν αναφέρονται μεταγενέστερες μυκηναϊκές ναυτικές εκστρατείες στον Εύξεινο; Η απάντηση βρίσκεται μάλλον στη βαθμιαία ισχυροποίηση της Τροίας VI και στον έλεγχο της στον Ελλήσποντο. Η νέα ισχυροποιημένη Τροία έκλεισε τις θαλάσσιες πύλες προς τον Εύξεινο Πόντο για αιώνες, έως την τελική καταστροφή της από τους Αχαιούς κατά τα Τρωικά (μέσα 13ου αι. π.Χ.)
.
Συντάσσοντας τον κατάλογο της προέλευσης των Αργοναυτών (βλ. πίνακα), καταμέτρησα οκτώ Μινύες ήρωες, επτά Λαπίθες, επτά Αχαιούς και επτά Δαναούς. Οι Δαναοί και οι Αχαιοί ήρωες είναι εντοπισμένοι σε λίγες περιοχές (Αχαΐα Φθιώτιδα, Λακωνία, Αργολίδα και Σαλαμίνα), ενώ οι Μινύες και οι Λαπίθες παρουσιάζουν μεγαλύτερη διασπορά, στοιχείο που υποδεικνύει την υπεροχή τους. Άλλα στοιχεία για την Ελλάδα της εποχής στα οποία κατέληξα μελετώντας την κατανομή των Αργοναυτών στα διάφορα ελληνικά φύλα, είναι τα ακόλουθα. Οι Δαναοί διατηρούσαν ακόμη την παλαιά τους δύναμη, όπως φαίνεται από τον αυξημένο αριθμό Αργοναυτών που παρέχουν, παρότι αυτή περιορίζεται πλέον μόνο στην Αργολίδα. Η ισχυροποίηση των Αχαιών και την επέκταση τους στη νότια Ελλάδα. Η παρουσία των Τυνδαριδών/Διοσκούρων στη Λακωνία ίσως είναι αναχρονισμός, όπως είναι σίγουρα εκείνη του Ηρακλή στη Θήβα. Η λατρεία του Αχαιού ήρωα στη Θήβα εγκαθιδρύθηκε μετά τις δύο εκστρατείες των Αργείων εναντίον της, δηλαδή αρκετά αργότερα από την Αργοναυτική εκστρατεία. Όμως αν θεωρήσουμε ότι η παρουσία του Ηρακλή στον Αργοναυτικό Κατάλογο δεν είναι μεταγενέστερη προσθήκη, τότε ο ήρωας δεν αντιπροσωπεύει τη Θήβα αλλά τους Αχαιούς της Τίρυνθας και των Μυκηνών, οι οποίες δεν αναφέρονται στον Κατάλογο. Αν η παρουσία του Ηρακλή είναι μεταγενέστερη προσθήκη, τότε οι Αχαιοί δεν είχαν εγκατασταθεί ακόμη στις δύο πόλεις της Αργολίδας, η οποία σε αυτήν την περίπτωση ελεγχόταν ακόμη εξολοκλήρου από τους Δαναούς. Πάντως σε κάθε περίπτωση, η συνεισφορά της Θήβας στην εκστρατεία δεν μπορεί να αντιπροσωπεύεται από τον Αχαιό Ηρακλή, αλλά από κάποιον Καδμείο ήρωα, τον οποίο «εκτόπισε» ο Ηρακλής στη μυθολογική παράδοση με μεταγενέστερη παρέμβαση.
Ο Ιάσων αφαιρεί το χρυσόμαλλο δέρας, σε αγγειογραφία. Ο επεισοδιακός τρόπος με τον οποίο το δέρας κατέληξε στα χέρια των Ελλήνων απηχεί μάλλον πολεμικές αναμετρήσεις με τους εντόπιους.
.
Από τα αναφερόμενα συμπεράσματα πιστεύω ότι η Αργοναυτική εκστρατεία ανήκει χρονολογικά σε μία περίοδο κατά την οποία οι Λαπίθες και οι Μινύες βρίσκονταν μάλλον στην ακμή τους, οι Δαναοί διατηρούσαν ακόμη αρκετή από την παλαιά ισχύ και οι Αχαιοί ήταν η ανερχόμενη δύναμη, που επεκτεινόταν τότε στην Ελλάδα και θα αντικαθιστούσε σε λίγο τους δύο πρώτους στην πρωτοκαθεδρία. Η απουσία της Κρήτης και των άλλων νήσων από τον Κατάλογο, εκτός από τη Σάμο και τη Σαλαμίνα, αντικατοπτρίζει την αδιαφορία των Μινωιτών και των Κυκλαδιτών για την εκστρατεία, πιθανώς δε και τη δυσαρέσκεια τους για την αύξηση της ναυτικής δύναμης της ηπειρωτικής Ελλάδας και κυρίως των Μινύων.
Ο Πλούταρχος περιγράφει τον Ιάσονα (του οποίου το όνομα σημαίνει τον «θεραπευτή») ως τον μοναδικό ηγεμόνα ο οποίος κατόπιν κοινής απόφασης των Ελλήνων, είχε το δικαίωμα να διατηρεί πλοία επανδρωμένα με πολυπληθή πληρώματα, με σκοπό την καταδίωξη των πειρατών (Βίος Θησέα). Αυτή η πληροφορία ίσως αντικατοπτρίζει τον έλεγχο του βόρειου Αιγαίου από τον μινυακό στόλο της Ιωλκού, προφανώς μετά την εγκατάσταση Μινύων αποίκων στη Λήμνο και την Ιμβρο τα οποία νησιά κατέστησαν ναυτικές βάσεις και ορμητήρια του. Αλλοι Μινύες ανιχνεύονται στη Λέσβο, όπου είχαν εγκατασταθεί μάλλον την εποχή της μινυακής κυριαρχίας στο βόρειο Αιγαίο.
ΠΗΓΕΣ
(1) Πλούταρχος: ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΘΗΣΕΑΣ
(2) Ηρόδοτος: ΙΣΤΟΡΙΑΙ
(3) Στράβων: ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ
(4) Απολλώνιος ο Ρόδιος: ΑΡΓΟΝΑΥΤΙΚΑ