του Σταύρου Λυγερού
Οι επικείμενες ευρωεκλογές βρίσκουν τον άλλοτε κεντροαριστερό πυλώνα του πολιτικού συστήματος όχι μόνο κατακερματισμένο, αλλά και αποδεκατισμένο. Η ταύτιση του ΠΑΣΟΚ με το Μνημόνιο και τη μονοδιάστατη λιτότητα, που συσσωρεύει οικονομικά και κοινωνικά ερείπια, το οδήγησε στην εκλογική κατάρρευση και τώρα πλέον στα πρόθυρα της πολιτικής εξαφάνισης. Η Κεντροαριστερά δεν έπαψε να είναι ένας από τους δύο μεγάλους ιδεολογικοπολιτικούς χώρους. Απλώς οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι έπαψαν να θεωρούν το ΠΑΣΟΚ προνομιακό πολιτικοκομματικό εκφραστή τους, όπως συνέβαινε καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολιτευτικής περιόδου.
Τα μικρομεσαία στρώματα τα οποία στήριζαν για δεκαετίες το ΠΑΣΟΚ συνεχίζουν να θεωρούν ότι ανήκουν στην Κεντροαριστερά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα επανακάμψουν στο ΠΑΣΟΚ. Όλα δείχνουν ότι έχουν πάρει οριστικό διαζύγιο, γεγονός που στερεί τη βάση ύπαρξης αυτού του κόμματος. Στη μεγάλη πλειονότητά τους έχουν πάει εκλογικοί πρόσφυγες στο κόμμα του Τσίπρα. Κάποιοι έδωσαν εκλογική υπόσταση στη ΔΗΜΑΡ, ενώ οι μνημονιακοί ψηφοφόροι της Κεντροαριστεράς ψηφίζουν Σαμαρά για να αποτρέψουν τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Στο πάλαι ποτέ κραταιό Κίνημα παραμένουν κυρίως οι μεγάλης ηλικίας ψηφοφόροι, που χαρακτηρίζονται από μεγάλη αδράνεια στην εκλογική συμπεριφορά τους.
Στην πραγματικότητα, το ΠΑΣΟΚ έχει υποβαθμιστεί από αυτοδύναμος πόλος σε φθίνουσα ενδιάμεση πολιτική δύναμη. Για την ακρίβεια, έχει υποβαθμιστεί σε δορυφόρο της ΝΔ, στο πλαίσιο της παράταξης του Μνημονίου που κυβερνά τον τόπο. Την κατεδάφιση του άλλοτε κραταιού Κινήματος δρομολόγησε και προχώρησε ο Γιώργος Παπανδρέου. Από την πλευρά του, ο Βενιζέλος δικαιωματικά διεκδικεί το ρόλο εκείνου που ολοκλήρωσε επιτυχώς την κατεδάφιση. Μπορεί να είναι πολύ διαφορετικές προσωπικότητες αλλά έχουν κοινό παρονομαστή το γεγονός ότι ανέτρεψαν τις σταθερές του βίου εκατομμυρίων Ελλήνων.
Διάσωση ή διάψευση;
Η ηθική, πολιτική και εκλογική εξουθένωση του ΠΑΣΟΚ υποχρέωσε τον Βενιζέλο να κρυφτεί κάτω από την ομπρέλα της Ελιάς. Ελπίζει ότι η έμμεση αλλαγή ονομασίας και η συνεργασία με ορισμένες προσωπικότητες του σημιτισμού θα τον διασώσουν. Οι δημοσκοπήσεις όμως δείχνουν ότι οι κάλπες θα τον διαψεύσουν. Δεν θα μπορούσε να συμβεί και διαφορετικά· η εκλογική μεταμφίεση του ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να ανατρέψει την πολιτική απαξίωσή του.
Πέρα από το σημιτικό γονίδιό της, η Ελιά είναι ανίκανη να ανασυγκροτήσει την Κεντροαριστερά επειδή παραμένει στο πλαίσιο των μνημονιακών πολιτικών. Με άλλα λόγια, επιχειρεί να επανασυσπειρώσει τους πρώην «πράσινους» ψηφοφόρους ξανασερβίροντάς τους με πιο κομψό περιτύλιγμα την πολιτική που τους έδιωξε. Η ιδεολογικοπολιτική κατεύθυνση της Ελιάς έρχεται σε αντίθεση με τα «θέλω» της συντριπτικής πλειονότητας των κεντροαριστερών. Είναι λογικό, λοιπόν, που δεν τους συγκινεί και δεν τους επαναπροσελκύει.
Το εξόφθαλμο κενό πολιτικοκομματικής εκπροσώπησης της Κεντροαριστεράς θα καλυφθεί μόνο όταν εκφραστούν ιδεολογικοπολιτικά οι βασικές κοινωνικοοικονομικές ανάγκες της εκλογικής της βάσης. Η αναφορά στη Σοσιαλδημοκρατία δεν αρκεί. Η διεθνής κρίση, άλλωστε, διαλύει την ψευδαίσθηση ότι η παγκοσμιοποίηση είναι συμβατή με το παραδοσιακό σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο. Οι ευρωπαϊκές άρχουσες ελίτ προσπαθούν να επιβάλουν πολιτικές λιτότητας οι οποίες τείνουν να «κινεζοποιήσουν» την εργασία και να αποδομήσουν το κοινωνικό κράτος.
Οι σοσιαλδημοκράτες ως ένας από τους δύο πυλώνες των ευρωπαϊκών πολιτικών συστημάτων, διαχειρίζονται (στην καλύτερη περίπτωση με μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία) τη μετάβαση. Έχουν, δηλαδή, υποκύψει στις νεοφιλελεύθερες επιταγές της παγκοσμιοποίησης. Η προσχώρησή τους αυτή όμως προοπτικά τους στερεί το λόγο ύπαρξής τους ως διακριτού ιδεολογικοπολιτικού ρεύματος. Όσο μπορούσαν (κυρίως με αύξηση του δημοσίου χρέους) να πατάνε σε δύο βάρκες κατάφερναν να διατηρούν αλώβητη την επιρροή τους στο εκλογικό σώμα. Η κρίση όμως συρρικνώνει τα περιθώρια και σταδιακά βγάζει στην επιφάνεια την αντίφασή τους.
Το ΠΑΣΟΚ πνέει τα λοίσθια επειδή ταυτίστηκε με την πολιτική που καταστρέφει την Ελλάδα. Η Ελιά, παρά την αρχική επικοινωνιακή στήριξή της από τα κατεστημένα ΜΜΕ, ξεφούσκωσε για τους λόγους που προαναφέραμε. Οι εγχώριες άρχουσες ελίτ όμως αποδεικνύεται ότι δεν το βάζουν κάτω. Έτσι μας προέκυψε το Ποτάμι. Μόλις ο Σταύρος Θεοδωράκης εξήγγειλε ότι ιδρύει κόμμα, πριν καν ξεστομίσει μία πολιτική θέση και πριν καν παρουσιάσει κάποια ομάδα στελεχών που θα τον πλαισιώνει, εκδηλώθηκε ένα πρωτοφανές επικοινωνιακό τσουνάμι προβολής του νέου εγχειρήματος. Υπενθυμίζουμε ότι τα τελευταία χρόνια έχουν ιδρυθεί αρκετά κόμματα, αλλά τα κατεστημένα ΜΜΕ δεν φιλοξένησαν καν τη σχετική είδηση.
Μπορεί οι άρχουσες ελιτ και ειδικότερα τα ελεγχόμενα από αυτές κατεστημένα ΜΜΕ να έχουν μεταξύ τους αντιθέσεις αλλά στην περίπτωση Θεοδωράκη λειτούργησαν με εντυπωσιακή ομοθυμία. Κοινός παρονομαστής η επιδίωξή τους να κόψουν ψήφους από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το Ποτάμι είναι μια πολιτική κίνηση που κουβαλάει τα χαρακτηριστικά της τηλεοπτικής περσόνας του ιδρυτή της και όλα τα στοιχεία ενός μεταμοντέρνου πολιτικού lifestyle. Η Ελλάδα είναι μικρή και η ιστορία του καθενός γνωστή. Η αντισυστημικότητα του Θεοδωράκη εξαντλείται στο σακίδιο και στο μακό. Κατά τα άλλα, είναι κάτι περισσότερο από συστημικός.
Παγίδα
Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, ότι με τη βοήθεια των ΜΜΕ τα κόμματα έπεσαν στην παγίδα. Αντί να υπογραμμίσουν τους λόγους οι οποίοι προκάλεσαν το επικοινωνιακό τσουνάμι και κυρίως αντί να υπογραμμίσουν το γεγονός ότι το Ποτάμι δεν έχει δοκιμαστεί στις κάλπες για να φανεί εάν έχει ανταπόκριση στην κοινωνία, μπήκαν σε συζητήσεις σχόλια και αναλύσεις για το εάν και πόσο θα κόψει ψήφους από το ένα ή το άλλο κόμμα.
Έτσι το Ποτάμι κέρδισε την πρώτη κρίσιμη μάχη να υπάρξει στη δημόσια σφαίρα και να γίνει γνωστό στην κοινή γνώμη. Από κει και πέρα ήταν δεδομένο πως θα καταγραφόταν και στις δημοσκοπήσεις έστω κι αν δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε τα ποσοστά που ορισμένες του δίνουν. Το μόνο πρόβλημα για τους εμπνευστές της είναι ότι η κίνηση του Θεοδωράκη δείχνει να αντλεί περισσότερο από την Ελιά και τη ΔΗΜΑΡ και λιγότερο από τον ΣΥΡΙΖΑ. Παρ’ όλα αυτά, προς το παρόν έχουν κάθε λόγο να είναι ευχαριστημένοι.
ΕΠΙΚΑΙΡΑ