Του Στέλιου Κράλογλου
Μια νέα έκθεση “καταπέλτης” για τη χώρα μας που έρχεται από την αμερικανική ήπειρο προβλέπει τρία χρόνια ύφεσης για την ελληνική οικονομία.
Στην έκθεση, που αποκαλύπτει το Capital.gr, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου ανάβει “κόκκινο” για τη χώρα μας από την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού και προειδοποιεί τις αμερικανικές επιχειρήσεις ότι:
«Η ελληνική οικονομία εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό από 0,2% έως -2% ετησίως για τα επόμενα τρία χρόνια, ο ρυθμός ανάπτυξης σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα θα εξαρτηθεί από τον αντίκτυπο και το χρόνο ανάκαμψης από την παγκόσμια οικονομική κρίση και την επακόλουθη οικονομική ύφεση.»
Και σαν μην έφθανε η νέα ψυχρολουσία για τη χώρα μας το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ (U.S. Commercial service) ενημερώνει τους δυνητικούς επενδυτές ότι η Ελλάδα παραμένει χώρα αφιλόξενη για επενδύσεις, με έντονο μονοπωλιακό χαρακτήρα και υψηλή γραφειοκρατία.
Ειδικά για την ατζέντα των αποκρατικοποιήσεων της χώρας μας εκφράζονται αμφιβολίες για το αν τελικά θα βρεθούν επενδυτές με επαρκή ρευστότητα, την περίοδο αυτή, “για να αγοράσουν αυτά που πουλάει η Ελλάδα”.
Ειδικότερα οι Αμερικανοί αναλυτές υπογραμμίζουν το μεγάλο βαθμό εξάρτησης της οικονομίας από το κράτος και τον υψηλό βαθμό διαφθοράς, που επηρεάζει δραστικά πολλούς τομείς της οικονομικής και εμπορικής ζωής. Αναφέρονται μάλιστα και σε εκθέση της Διεθνούς Διαφάνειας που κατατάσσει τη χώρα μας στην 28η θέση από τις 30 χώρες του ΟΟΣΑ.
Αμφιβολίες για τις αποκρατικοποιήσεις
Όσον αφορά τις αποκρατικοποιήσεις, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ τονίζει ότι η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να ενθαρρύνει τις ιδιωτικές ξένες επενδύσεις με φορολογικά και επενδυτικά κίνητρα. “Μετά την Ο.Α., η κυβέρνηση προωθεί περαιτέρω ιδιωτικοποίηση για το Τ.Τ., την ΑΤΕ, την Τράπεζα Αττικής και για τα περισσότερα λιμάνια και αεροδρόμια. Αυτές οι αποκρατικοποιήσεις εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν μεγάλες αντιστάσεις από το λαό”, αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.
Για μία ακόμη φορά η ελληνική κυβέρνηση δέχεται τα αμερικανικά πυρά για το πλαφόν του 20% που έχει βάλει για την απόκτηση μετοχικού κεφαλαίου δημοσίων επιχειρήσεων από ιδιώτες. Για το θέμα αυτό, επισημαίνεται στην έκθεση, εκκρεμεί απόφαση τους Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που υποχρεώνει την Ελλάδα να άρει τους περιορισμούς και οι Αμερικανοί αναλυτές τονίζουν με νόημα “περιμένουμε να δούμε την στάση της ελληνικής κυβέρνησης”.
Φωτογραφίζουν τα αντικίνητρα
Η έκθεση διαπιστώνει επίσης ότι η ανάπτυξη των περασμένων ετών στηρίχτηκε κυρίως στον τραπεζικό δανεισμό του ιδιωτικού τομέα και στις κοινοτικές ενισχύσεις. Υπογραμμίζει ότι υφίστανται περιορισμοί στις αγοραπωλησίες ακινήτων στις παραμεθόριες περιοχές, που θα μπορούσαν να προσελκύσουν επενδύσεις και τονίζει ότι η Ελλάδα είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει κτηματολόγιο.
Προειδοποιεί ότι οι Αμερικανοί (και όσοι προέρχονται από χώρες εκτός Ε.Ε.) θα αντιμετωπίσουν άνισο ανταγωνισμό, καθώς χρειάζονται ειδικές άδειες στην Ελλάδα προκειμένου να επενδύσουν σε τράπεζες, μέταλλα, μέσα ενημέρωσης, μαρίνες και αερομεταφορές.
Ποιες επενδυτικές ευκαιρίες βλέπουν οι ΗΠΑ στην Ελλάδα
Σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες παρουσιάζει ο ενεργειακός κλάδος στη χώρα μας σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου και στον εφετινό επενδυτικό οδηγό που εξέδωσε για την Ελλάδα προτρέπει τις αμερικανικές επιχειρήσεις να αναζητήσουν συνεργασίες στην Ελλάδα την περίοδο 2009 -2012 όποτε και αναμένεται θεαματική αύξηση των εσόδων.
Στην έκθεση αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι στον ενεργειακό κλάδο το μέγεθος της αγοράς για νέες θερμικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και για επενδύσεις Ανανεώσιμων Πηγών και εξοπλισμού έφτασε πέρσι τα 1,9 δισ. δολάρια. Ο τομέας αυτός της οικονομίας είναι ίσως ο πλέον υποσχόμενος, καθώς προβλέπεται θεαματική αύξηση πωλήσεων μεταξύ του 2009 και του 2012, όταν νέες θερμικές μονάδες παραγωγής με ισχύ περίπου 9.500 MW θα κατασκευάζονται, ενώ θα ανακαινίζονται και 3 ή 4 παλαιές με ισχύ 2.500 MW.
Επίσης, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ “βλέπει” σημαντικές επιχειρηματικές ευκαιρίες στις τηλεπικοινωνίες, την πληροφορική, τη σταθερή τηλεφωνία, τον ιατρικό εξοπλισμό, ενώ θεωρεί ότι υπάρχουν και μεγάλα περιθώρια για ελληνοαμερικανικές συμφωνίες στις αγορές των αμυντικών εξοπλισμών και περιβαλλοντικών συστημάτων.
Στον αντίποδα, όμως, επισημαίνεται η “ολιγοπωλιακή κατάσταση σε πολλούς βιομηχανικούς κλάδους, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερής η είσοδος νέων ΄παικτών΄ στην αγορά”.
Ειδικότερα για τις επενδυτικές ευκαιρίες στη χώρα μας αναφέρονται τα εξής ανά κλάδο:
– Η αγορά των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα εκτιμάται πως ξεπέρασε σε μέγεθος τα 7 δισ. ευρώ πέρσι με τη μερίδα του «λέοντος» να αφορά κυρίως εισαγωγές προϊόντων-εξοπλισμού. Η έκθεση υπογραμμίζει πως τα επόμενα χρόνια θα συνεχιστεί η διεύρυνση της αγοράς, ιδιαίτερα στο κομμάτι της σταθερής τηλεφωνίας.
– Στον ενεργειακό κλάδο το μέγεθος της αγοράς για νέες θερμικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και για επενδύσεις Ανανεώσιμων Πηγών και εξοπλισμού έφτασε πέρσι τα 1,9 δισ. δολάρια. Ο τομέας αυτός της οικονομίας είναι ίσως ο πλέον υποσχόμενος, καθώς προβλέπεται θεαματική αύξηση πωλήσεων μεταξύ του 2009 και του 2012, όταν νέες θερμικές μονάδες παραγωγής με ισχύ περίπου 9.500 MW θα κατασκευάζονται, ενώ θα ανακαινίζονται και 3 ή 4 παλαιές με ισχύ 2.500 MW.
– Στον κλάδο της πληροφορικής, ο περσινός τζίρος εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε περίπου στα 4,5 δισ. ευρώ, αφού η αγορά κινείται με αυξητικό ρυθμό μεταξύ 8%-12%, ήτοι πολύ παραπάνω από τον αναμενόμενο του 6,7%. Η αγορά της πληροφορικής κυριαρχείται από εισαγωγές (το 70% του εξοπλισμού-περιφερειακών προέρχεται από το εξωτερικό), αλλά στο πεδίο του λογισμικού το 55% παράγεται εντός Ελλάδος.
– Στον ιατρικό-νοσοκομειακό εξοπλισμό, το μέγεθος της αγοράς προσέγγισε πέρσι τα 982 εκατ. δολάρια, με το 90% της ζήτησης να αφορά εισαγωγές. Η σχετική αγορά θα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται με ρυθμό 8%-10% σε ετήσια βάση και για τα επόμενα χρόνια.
– Η αγορά περιβαλλοντικών συστημάτων-υποδομών υπερέβη τα 2,2 δισ. δολάρια και η ζήτηση τα επόμενα χρόνια προβλέπεται ότι θα ξεπεράσει σημαντικά την παραγωγική δυναμικότητα.
– Στο κομμάτι των αμυντικών εξοπλισμών το μέγεθος της αγοράς, κατά τις εκτιμήσεις του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου, διαμορφώθηκε πέρσι στα 1,6 δισ. δολάρια. «Παρ΄ όλο που η Ελλάδα μείωσε τις δαπάνες της για στρατιωτικό εξοπλισμό, εντούτοις ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (2,4% το 2007) η χώρα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε.», τονίζεται χαρακτηριστικά.