“Το προξενείο λαδώνει και τρομοκρατεί.” Βόμβες (και) από μέλος του ΣΥΡΙΖΑ.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

20121128-134023.jpgΣοβαρή προσέγγιση για τη ναζιστική δράση του προξενείου.

Γράφει η Δήμητρα Κοκαλιάρη
Διεθνολόγος Παντείου Πανεπιστημίου
Μέλος του Τμήματος Εξωτερικής και Αμυντικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, που διαθέτει πλέον σοβαρότατα στελέχη, όπως τον Παύλο Τουμανίδη. Αντί των γραφικών απολιθωμάτων του Αλαβάνου.

Με την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης του 1923 Ελλάδα και Τουρκία συμφώνησαν σε αμοιβαία υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών. Από την ανταλλαγή αυτή εξαιρέθηκαν ο ελληνορθόδοξος πληθυσμός της Κων/πολης και ο μουσουλμανικός της Δυτικής Θράκης. Η συνθήκη αυτή εμπεριέχει ρήτρα απαγόρευσης άσκησης διακρίσεων, κατοχυρώνει αστικά και πολιτικά δικαιώματα, τη θρησκευτική ελευθερία, την εκπαίδευση της μειονότητας, την προστασία ηθών και εθίμων των μειονοτήτων καθώς και τη διαχείριση των θρησκευτικών
και ευαγών ιδρυμάτων τους.

Παράλληλα, η δράση του τουρκικού προξενείου στην Κομοτηνή έχει τις ρίζες της στη Συνθήκη της Λωζάνης, αρχικά ως προξενικό γραφείο, αργότερα ως προξενείο, έπειτα ως Γενικό Προξενείο και εδώ και κάποια χρόνια “κράτος εν κράτει” με την πολιτική του παρότρυνση στην μουσουλμανική μειονότητα. Αν διατρέξει κανείς την ιστορία του θα παρατηρήσει πως πάγιος στόχος του ήταν να αναλάβει καθήκοντα που δεν σχετίζονται με τις αρμοδιότητες ενός προξενείου. Συγκεκριμένα, γίνεται μία οργανωμένη προσπάθεια “εκτουρκισμού” της μουσουλμανικής μειονότητας υποβοηθούμενη βέβαια και από την απραξία και τις πολιτικές διάκρισης και κοινωνικού αποκλεισμού των εκάστοτε ελληνικών κυβερνήσεων σε βάρος της μειονότητας. Δεν θα μπορούσε άλλωστε ένα προξενείο να υποκαταστάσει ως ένα βαθμό τις ελληνικές διοικητικές αρχές αν δεν έβρισκε κάποιο κενό εξουσίας ή έστω παρουσίας στην περιοχή.

Έτσι, έχουμε γίνει μάρτυρες επανειλλημένα σε χρηματοδοτήσεις για εκλογικούς λόγους, σε παρεμβάσεις στο έργο των τοπικών αρχών, σε εκφοβισμούς έναντι των δύο άλλων ομάδων που συναποτελούν με τους Τουρκογενείς την μουσουλμανική μειονότητα αλλά και έναντι ομοεθνών που τυγχάνει να έχουν αντίθετη άποψη με τις προξενικες αρχές. Μάλιστα, έχει καταφέρει το τουρκικό προξενείο να καταστεί -για να μην πούμε αυτοχαρακτηριστεί- προστάτης όλων των μειονοτήτων τις περιοχής (δηλαδή και των Ρομά και των Πομάκων) και μοναδικος “διαιτητής” σε τυχόν μειονοτικές διαφορές που μπορεί να προκύψουν. Επιπλέον, χάρη στην κοινή θρησκεία αυτών μπορεί και διεισδύει σε λεπτά θρησκευτικά ζητήματα επιτυγχάνοντας να τα εκλωβίσει υπό τον δικό του αποκλειστικό έλεγχο.

Το τουρκικό προξενείο έχει υιοθετήσει στόχους και μεθόδους που δεν συνάδουν με τις αρμοδιότητες του, χωρίς ίχνος νομιμότητας, καμία ανεκτικότητα απέναντι στις ετερόκλητες εθνοτικές ομάδες καθώς επίσης και κανένα σεβασμό απέναντι στην εθνική κυριαρχία του φιλοξενούντος κράτους. Το πιο σημαντικό κατά τη γνώμη μας είναι η αδιανόητη ανάμειξη του σε πολιτικές-πολιτιστικές οργανώσεις καθώς και η τυχόν οικονομική εμπλοκή που έχει, το τελευταίο όχι μόνο στην πολιτική διάσταση αλλά και σε τομείς της καθημερινότητας.

Παράλληλα, οι τακτικές που χρησιμοποιεί για την συγχώνευση -αν όχι αφομοίωση- Πομάκων και Αθίγγανων με τους Τουρκογενείςς είναι μεθοδευμένη και αδιάκοπη εδώ και πολλά χρόνια. Με ποιο τρόπο γίνεται αυτό; Μα φυσικά με λεφτά! Σύμμαχος τους η φτώχεια και η οικονομική ανέχεια των ομάδων αυτών ενώ δεν έχουν λείψει και οι περιπτώσεις ψυχολογικής ή ακόμη και σωματικής βίας όπως και διαφόρου λογής εκβιασμοί. Η εκμετάλλευση των Ρομά προκύπτει και από τις διάφορες εκθέσεις που γίνονται παροδικά από ευρωπαϊκά και μη, θεσμικά όργανα. Ενδεικτικά παραθέτω τις παρατηρήσεις που προκύπτουν από την Έκθεση του 2009 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας που αναφέρεται στην παράγραφο 127 στην ανάγκη να υπενθυμίσει την αρχή για τον εθελοντικό αυτοπροσδιορισμό για όλους και την ανάγκη για μέτρα σεβασμού της ταυτότητας όλων των ομάδων που ζουν στη δυτική Θράκη αναφέροντας πως κάποιες φορές πέφτουν θύματα διακρίσεων από την πλειοψηφούσα εθνοτική τουρκική ομάδα ενώ στο άρθρο 128 αναφέρει πως πρέπει να υπάρξουν μέτρα για να μην υποφέρει κανείς από καμιά πίεση ή διάκριση σε αυτούς.

Εντούτοις, η δράση του τουρκικού προξενείου συνεχίζει αμείωτη με εκτεταμένη προπαγάνδα και ανεξάντλητες παρατυπίες, κάποιες φορές συγκεκαλλυμμένα και κάποιες φορές κατάφωρα χωρίς κανένα σεβασμό στη δημοκρατικές διαδικασίες και στις διεθνώς κατοχυρωμένες αρχές που διέπουν τις μειονότητες. Μάλιστα, είναι πρωτοφανές διεθνώς ότι μειονότητες καταπιέζονται προς αφομοίωση από άλλη μειονότητα και όχι από τις εθνικές αρχές της χώρας που βρίσκονται. Ο εκτουρκισμός που συντελείται ιδίως εναντίον των Πομάκων είναι αδιανόητος και θα έπρεπε να κινητοποιήσει τις ελληνικές αρχές ώστε να εγγυηθούν την ισονομία και τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων όλων των μειονοτήτων αντί να παραμένουν αμέτοχες.

Όλα αυτά λοιπόν έχουν καταστήσει το προξενείο ως ισότιμο και πολλές φορές ανώτερο των κρατικών οργάνων και δίνεται η εντύπωση πως αποτελεί θεσμό συνδιοίκησης και ίσως τον μόνο θεσμό στην περιοχή που μπορεί να αφουγκραστεί τα προβλήματα τους και να τους παρέχει μία αίσθηση ασφάλειας στην περίπτωση των Τουρκογενών, ενώ αντίθετα οι άλλες δύο ομάδες νιώθουν εγκαταλελειμένες στο έλεος του εκτουρκισμού. Οι δε ευθύνες των έως τώρα ελληνικών κυβερνήσεων είναι προφανείς και οι παραλήψεις τους εγκληματικές.

Συνέπεια αυτού είναι να υπάρχουν φωνές που απαιτούν την απομάκρυνση του τουρκικού προξενείου από τη χώρα μας με διάφορα νομικά και μη επιχειρήματα. Νομικά έχει μια βάση αλλά πρακτικά θεωρούμε πως το μόνο που θα προσφέρει είναι η περαιτέρω αποξένωση των μειονοτικών καθώς και ο κίνδυνος αντιποίνων στην πολύπαθη ελληνική μειονότητα στη γείτονα χώρα. Πιστεύουμε πως θα ήταν πιο αποτελεσματικό η ελληνική πολιτεία να αναλάβει πρωτοβουλίες έστω και αργά για να περιορίσει τον ρόλο του υπερδραστήριου αυτού προξενείου στις αυστηρά λειτουργικές και διπλωματικές του αρμοδιότητες, να σταθεί στο πλευρό των καταπιεσμένων μειονοτικών και να προσπαθήσει να δώσει λύσεις στα προβλήματα που τους ταλανίζουν. Θα πρέπει να εγγυηθεί την ασφαλή διαβίωση τους, την ισότιμη συμμετοχή τους και να τους παρέχει ένα ασφαλές περιβάλλον που θα μπορούν να αναπτύξουν την ιδιαίτερη πολιτιστική τους ταυτότητα καθιστώντας τους ταυτόχρονα ισοτιμοι Έλληνες πολίτες. Το ελληνικό κράτος θα πρέπει να καταστεί επιτέλους εγγυητής της αρμονικής διαβίωσης όλων και διασφαλιστής ισότιμων ευκαιριών και συνταγματικών διακιωμάτων έτσι ώστε να αναπτυχθεί εμπιστοσύνη μεταξύ τις κυβέρνησης και των μειονοτικών με σεβασμό πάντα των ιδιαιτεροτήτων τους.

Συγκεκριμένα, θα πρέπει να παρθούν μέτρα για να δοθεί τέλος στην καταπίεση των μεινοτικών από την πλειοψηφούσα ομάδα της μειονότητας καθώς και να δοθούν οι ευκαιρίες να διασώσουν αυτές οι ετερόκλητες ομάδες της μουσουλμανικής μειονότητας τον δικό τους πολιτισμό και τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ειτε μέσω της εκπαίδευσης, είτε με άλλους τρόπους που θα σέβονται τους θεσμούς της χώρας μας. Τέλος, η εικόνα που παρουσιάζει η χώρα μας γενικά είναι μια υπερβολική ελαστικότητα στις απαιτήσεις και στη δράση του προξενείου με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συνθήκες εκμετάλλευσης της μειονότητας. Αυτό από μόνο του αναιρεί την αρχή της ισότητας μεταξύ των πολιτών και θα πρέπει να γίνει σαφές ότι όλοι οι Έλληνες πολίτες έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, καταγωγής ή φυλής.

onalert.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ