Στη Θεσσαλονίκη όσοι ασχολούνται με το εμπόριο έχουν μάθει ότι ένα «σίγουρο χαρτί» είναι η Τσιμισκή. Ο πιο εμπορικός και πιο ακριβός δρόμος της πόλης, ένας από τους ακριβότερους στην Ευρώπη. Ενας δρόμος με μαγαζιά που σε ορισμένες περιπτώσεις –όπως για παράδειγμα η γωνία με την Αγίας Σοφίας- έχουν αμύθητη αξία ως ακίνητα. Στην πραγματικότητα κανείς δεν πουλάει κι επομένως κανείς δεν αγοράζει.
Αυτή η επί δεκαετίες πραγματικότητα φαίνεται ότι στα χρόνια της κρίσης σιγά σιγά περνάει στη σφαίρα του μύθου. Οπως δείχνουν τα αποτελέσματα της έρευνας του ινστιτούτου της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, που ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο, το τελευταίο εξάμηνο από τους βασικούς εμπορικούς δρόμους του κέντρου η Τσιμισκή έχει τη μεγαλύτερη αύξηση κλειστών καταστημάτων. Αντίθετα οι γύρω από αυτήν δρόμοι –Αγίας Σοφίας, Μητροπόλεως, Βενιζέλου κ.λπ.- εμφανίζουν ελαφρά ανάκαμψη, αφού τα κλειστά μαγαζιά ήταν τον Αύγουστο λιγότερα από τον Μάρτιο. Οπως εξηγούν οι τεχνοκράτες της ΕΣΕΕ, πολλές επιχειρήσεις της Τσιμισκή μετακομίζουν στους γύρω δρόμους, όπου τα ενοίκια είναι σαφώς χαμηλότερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχει στην Τσιμισκή μαγαζί που μισθώθηκε πρόσφατα, αφού όμως έμεινε ξενοίκιαστο επί 5,5 χρόνια! Στην αρχή, διότι ο ιδιοκτήτης ζητούσε πολύ ψηλό ενοίκιο και… αέρα και τα τελευταία δύο χρόνια διότι η ζήτηση ήταν περίπου μηδενική. Βρισκόμαστε μπροστά στο θάνατο της Τσιμισκή; Σίγουρα, πάντως, συντελείται η αποκαθήλωση ενός θρύλου, που δείχνει να πληρώνει την κρίση.
Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΣΕΕ, η αγορά της Θεσσαλονίκης αλλάζει φυσιογνωμία, με κύριο χαρακτηριστικό τη συρρίκνωση, αφού σήμερα το 27% των επιχειρήσεων στο κέντρο της πόλης είναι κλειστές.
Συγκεκριμένα, από την συνολική απογραφή του εμπορικού κέντρου διαπιστώνεται ότι σε σύνολο 5.197 επιχειρήσεων /επαγγελματικών στεγών, οι 1.399 έχουν βάλει λουκέτο. Το δυτικό τμήμα της αγοράς, με κέντρο την πλατεία Αριστοτέλους, παρουσιάζει πολύ σημαντική συγκέντρωση κλειστών επιχειρήσεων, σε σύγκριση με το ανατολικό.
Οπως καταγράφει έρευνα της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, που ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 2012, μεταξύ των εμπορικών δρόμων υπάρχουν ορισμένοι στους οποίους διαπιστώνονται ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά συγκέντρωσης κλειστών επιχειρήσεων. Είναι ενδιαφέρον ότι πρόκειται για εμπορικούς δρόμους με διαφορετικά χαρακτηριστικά εμπορικής επιχειρηματικότητας (ύψος ενοικίων, τύπος εμπορίου κ.ά.) που όμως αποτελούν παραδοσιακούς εμπορικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα, τα ποσοστά των κλειστών επιχειρήσεων διαμορφώνονται ως εξής: Κασσάνδρου 42,4%, Βενιζέλου 25% και Αγίας Σοφίας 34,2%.
Ο βασικότερος εμπορικός δρόμος του κέντρου της Θεσσαλονίκης, η Τσιμισκή, παρουσιάζει την υψηλότερη αύξηση των λουκέτων, με το τελευταίο εξάμηνο να έχουν αυξηθεί κατά 33%. Για πρώτη φορά στις πέντε συνεχόμενες καταγραφές, η οδός Τσιμισκή εμφανίζει ποσοστό κλειστών επιχειρήσεων άνω του 20% (20,4%), όταν τον Αύγουστο του 2010 ήταν 8%, τον Μάρτιο του 2011 11%, τον Αύγουστο του 2011 11,6%, και τον Μάρτιο του 2012 13,7%.
Στους εμπορικούς δρόμους Προξένου Κορομηλά και Μητροπόλεως, οι οποίοι θεωρούνται παραδοσιακά «ακριβές αγορές», εμφανίζονται όπως και στην προηγούμενη καταγραφή του Μαρτίου τα χαμηλότερα ποσοστά κλειστών επιχειρήσεων, της τάξεως του 19% και 17,2% αντίστοιχα.
Επιπλέον, από την Εγνατία και πάνω (δηλαδή η οδός Κασσάνδρου και η Βενιζέλου, η Αγίας Σοφίας, η Ιωνος Δραγούμη σε αυτό το ύψος), η εμπορική αγορά συνεχίζει να παρουσιάζει ένα δραματικό αριθμό λουκέτων, που συνθέτει την εικόνα ενός τοπίου οικονομικής καταστροφής.
Το τετράγωνο της ευτυχίας
Το εμπορικό κέντρο συρρικνώνεται και αλλάζει δραστικά, αφού πλέον περιορίζεται στο κομμάτι Αριστοτέλους – Αγίας Σοφίας / Τσιμισκή – Προξένου Κορομηλά. Οι ερευνητές παρατηρούν μία ερήμωση των εμπορικών δρόμων οι οποίοι δεν περιλαμβάνονται σε αυτόν τον στενό εμπορικό πυρήνα. Από την άλλη, καταστήματα του συγκεκριμένου πολύ στενού εμπορικού πυρήνα –για παράδειγμα της οδού Τσιμισκή- μεταφέρονται σε δρόμους με χαμηλότερα ενοίκια, παραμένοντας όμως στην βασική εμπορική ζώνη της πόλης (Αγίας Σοφίας, Βενιζέλου, Δραγούμη κτλ). Ταυτόχρονα και στην ίδια εμπορική ζώνη μετεγκαθίστανται επιχειρήσεις από περιοχές εκτός του βασικού εμπορικού πυρήνα.
Σύμφωνα με την έρευνα, από τη μία παρατηρείται τάση βαθμιαίας αύξησης των κλειστών επιχειρήσεων και από την άλλη θα πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμα και στην αυξανόμενη ύφεση το ποσοστό των κλειστών επιχειρήσεων θα κυμαίνεται αναγκαστικά σε ένα εύρος 20% – 40%. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή το ποσοστό των κλειστών επιχειρήσεων σε παραδοσιακές εμπορικές περιοχές ξεπεράσει το ανώτατο όριο, το φαινόμενο των λουκέτων μετατρέπεται σε φαινόμενο πτώχευσης της εμπορικής αγοράς.
Τα ποσοστά που ξεπερνούν το 25% -όπως στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης- φωτογραφίζουν ένα εμπορικό κέντρο σε διαδικασία μαρασμού, αφού μόλις πριν από τρία χρόνια αυτό το ποσοστό μόλις που άγγιζε το 10,1%.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ