Με ιδιαίτερη εκτίμηση, λάβαμε από τον κ. Γεώργιο Χρήστου, Δικηγόρο LLM Kent, το άρθρο του κ. Λάμπρου Καλαρρύτη όπου γίνεται αναφορά για την παρουσίαση της δυνατότητας ενός άλλου δρόμου στο Αιγαίο, τον οποίο έχει προτείνει ο κ. Χρήστου και ο οποίος ως τώρα δεν έχει αναφερθεί και γνωστοποιηθεί ευρύτερα.
Αξίζει να διαβαστεί από όλους όσους ενδιαφέρονται επί του θέματος ώστε να συνειδητοποιήσει κι ο τελευταίος Έλληνας ότι το Διεθνές Δίκαο της Θάλασσας, μας παρέχει τέτοια νομική δύναμη που ουδέποτε στην ιστορία είχαμε.
Μένει η βούληση της ηγεσίας της χώρας ώστε να την αξιοποιήσει και με ένα στρατηγικό σχεδιασμό να αποδώσει τους καρπούς που όλοι προσμένουμε.
Ευχαριστούμε τον κ. Χρήστου για την αποστολή του άρθρου και αισιοδοξεί κανείς όταν υπάρχουν Έλληνες που πονάνε τον τόπο και με προτάσεις προσφέρουν δυνατότητες επίλυσης των προβλημάτων του.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ
Του Λάμπρου Καλαρρύτη
Οι προβλέψεις του Δικαίου της Θάλασσας για Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και Παράκτιο Αρχιπέλαγος αποτελούν εναλλακτικές λύσεις που μπορούν να απεγκλωβίσουν την Αθήνα από το διπλωματικό αδιέξοδο με την Άγκυρα.
Η έξοδος του τουρκικού ερευνητικού σκάφους «Πίρι Ρέις» στο Αιγαίο και η συμπερίληψη από τους Τούρκους τμημάτων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στις υπό έρευνα περιοχές μάλλον θα πρέπει να θεωρείται «ευεργετική» και «ωφέλιμη».
Υπενθυμίζει σε αρκετούς στην Αθήνα ότι, εν αντιθέσει με την «ελαστικότητα» που
χαρακτηρίζει την ελληνική στάση, η τουρκική ατζέντα παραμένει σκληρή και αδιαπραγμάτευτη. Η Άγκυρα φροντίζει να το καθιστά αυτό σαφές σε τακτά χρονικά διαστήματα, είτε με παραβιάσεις είτε με «αβλαβείς διελεύσεις» επίδειξης σημαίας είτε με έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, προσγειώνοντας τις ιδέες όσων επιμένουν να αναζητούν καλές προθέσεις εκεί όπου το μόνο που υπάρχει είναι ξεκάθαρη στρατηγική και στόχευση. Τα υπόλοιπα είναι στη φαντασία τους …;
Η Τουρκία επιμένει να επιλέγει το Καστελόριζο για να υπομνήσει έμπρακτα την αμφισβήτηση της υφαλοκρηπίδας των νησιών, διότι το συγκεκριμένο νησί εξασφαλίζει προβολή της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο και επαφή της με την κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). Η Ελλάδα έχει καθυστερήσει να προχωρήσει στη χάραξη ΑΟΖ -μόλις πριν από περίπου ενάμιση χρόνο ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, οι οποίες δεν έχουν καταλήξει λόγω παρέμβασης της Τουρκίας-, παρ’ ότι αυτή προβλέπεται στο δίκαιο της Θάλασσας εδώ και 28 χρόνια, από το 1982.
Παρωχημένη έννοια
Ακόμη και τώρα η Αθήνα, στη σχετική συζήτηση με την Τουρκία, επιμένει να μιλά για «υφαλοκρηπίδα», η οποία έννοια θεωρείται από πολλούς διεθνολόγους και αναλυτές «παρωχημένη» και ούτως ή άλλως υπερκαλύπτεται από την ΑΟΖ, η οποία εξασφαλίζει ευρύτερα δικαιώματα και οικονομικά οφέλη.
«Με βάση τα άρθρα 55, 56, 57 της νέας Σύμβασης, ως ΑΟΖ ορίζεται η πέραν και παρακείμενη της αιγιαλίτιδας ζώνης περιοχή, το πλάτος της οποίας μπορεί να φθάσει τα 200 ναυτικά μίλια (ν.μ.) από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης και εντός της οποίας το παράκτιο κράτος ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα σε θέματα που έχουν σχέση με την εξερεύνηση, την εκμετάλλευση,την διατήρηση και διαχείριση των φυσικών πηγών ζώντων ή μη των υδάτων, του βυθού και υπέδαφους της θάλασσας, καθώς και κυριαρχικά δικαιώματα, που αναφέρονται στην εξερεύνηση και οικονομική εκμετάλλευση των ρευμάτων και των υπερκείμενων της θάλασσας ανέμων …;Η Σύμβαση του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας αναφέρει ρητά ( Άρθρο 121, παράγραφο 2), ότι όλα τα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ και ότι η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα ενός νησιού καθορίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καθορίζονται και για τις ηπειρωτικές περιοχές. Επομένως, η Τουρκία δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τα ίδια επιχειρήματα για την ΑΟΖ που προβάλλει για την υφαλοκρηπίδα των νησιών του Αιγαίου ότι δηλαδή, ότι τα νησιά μας δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα ή ότι βρίσκονται πάνω στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας.» Αυτά αναφέρει σε άρθρο του ο Θεόδωρος Καρυώτης, καθηγητής πολιτικής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ και μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, προκρίνοντας την έννοια της ΑΟΖ, έναντι της υφαλοκρηπίδας.
Ολέθριο λάθος
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι μια άλλη προσέγγιση, για την οποία επίσης έχει γίνει πολλή συζήτηση, αυτή του χαρακτηρισμού του Αιγαίου ως Αρχιπελάγους. Ο δικηγόρος (και επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο Δήμο Οινουσσών Χίου) Γεώργιος Χρήστου αναφέρει σε άρθρο του ότι είναι λάθος της Ελλάδας που δεν επέλεξε εξαρχής αυτή την ερμηνεία και ενεπλάκη με την Τουρκία στη διελκυστίνδα για το αν έχουμε δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 νμ και για το αν τα νησιά έχουν ή δεν έχουν υφαλοκρηπίδα: «Η θέση της χώρας μας στο διεθνές δίκαιο είναι αρχιπελαγική. Τα γειτνιάζοντα στο ηπειρωτικό κομμάτι νησιά εμπίπτουν στον ορισμό του παράκτιου αρχιπελάγους, όπως αυτό φωτογραφίζεται στο άρθρο 7 της Σύμβασης του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας. Σύμφωνα με αυτό το άρθρο το Αιγαίο Αρχιπέλαγος πρέπει να περικλειστεί με ευθείες ακτογραμμές βάσης, κατά το παράδειγμα του νορβηγικού. Η οριοθέτηση του νορβηγικού αρχιπελάγους Skjaergaard από το Διεθνές Δικαστήριο το 1951 οδήγησε την 1η Συνδιάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1958 στο να υιοθετήσει την ακριβή φράση του δικαστηρίου για την περιοχή αυτή και στην ενσωμάτωσή της στην ομώνυμη Σύμβαση για τα χωρικά ύδατα. Η δε εφαρμογή του κανόνα των ευθειών ακτογραμμών κατά το δικαστήριο επιβάλλεται λόγω της ιδιαίτερης αρχιπελαγικής γεωμορφολογίας. Αυτολεξεί το κείμενο αυτό μεταφέρθηκε και στο προαναφερθέν άρθρο 7.»
Ο συγγραφέας υπογραμμίζει ότι η ανακήρυξη του Αιγαίου ως παράκτιου αρχιπελάγους δεν προϋποθέτει συμφωνία μεταξύ των γειτονικών κρατών και μπορεί να γίνει μονομερώς από τη χώρα που πληροί τα κριτήρια. Συμπληρώνει, δε, ότι το Αιγαίο μπορεί παράλληλα να αναγνωριστεί νομικά ως «αρχιπελαγικού τύπου στενό, συνδέον τη Μεσόγειο με τον Εύξεινο Πόντο», ενισχύοντας έτι περαιτέρω την ελληνική θέση έναντι των τουρκικών αιτιάσεων: «Η εφαρμογή του άρθρου 7 είναι μονομερής απευθυντέα πράξη, δε χρειάζεται δηλαδή συμφωνία με κάποιο άλλο κράτος, παρά μόνο αποδεκτή χάραξη και κατάθεση σε διεθνείς οργανισμούς όπως τον ΟΗΕ και τον Παγκόσμιο Ναυτιλιακό Οργανισμό(IMO). Η δε ανακήρυξη του ως στενό μπορεί να γίνει με βάση τις διατάξεις της Σύμβασης, συγκεκριμένα τα άρθρα 34 έως 45 και ανάλογες με τις παραπάνω διαδικασίες. Τα άρθρα αυτά ως κωδικοποίηση του διεθνούς εθιμικού δικαίου έχουν ήδη εφαρμοστεί από πλείστα όσα κράτη, για παράδειγμα τη Ρωσία, τον Καναδά, τη Γαλλία, την Κίνα, την Ιαπωνία κοκ . Επικύρωση θα μπορούσε να αποτελέσει μια συμφωνία σε παρευξείνιο ή/και σε ευρύτερο νοτιοανατολικό επίπεδο, αντίστοιχη εκείνης του Μοντρέ για το στενό των Δαρδανελλίων.»
Πιέσεις
Βέβαια, συμφωνία σε «παρευξείνιο ή ευρύτερο νοτιοανατολικό επίπεδο» δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, αφενός διότι θα συμμετάσχει και η Τουρκία, αφετέρου διότι το πιθανότερο είναι ότι θα ασκηθούν πιέσεις, πχ από τις ΗΠΑ, σε αρκετές συμμετέχουσες χώρες να μην επικυρώσουν τις ελληνικές αποφάσεις. Είναι σαφές, ωστόσο, από τα παραπάνω ότι το Δίκαιο της Θάλασσας παρέχει πολύ περισσότερες δυνατότητες στη χώρα μας από τις θέσεις στις οποίες έχει εγκλωβιστεί εδώ και χρόνια.
Επειδή είναι προφανές ότι η κυβέρνηση προσανατολίζεται στη συνέχιση της διαπραγματευτικής λογικής που διεκόπη το 2004, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν ΥΠΕΞ, δηλαδή στην επιλεκτική επέκταση των χωρικών υδάτων στα 7,8 ή 9 ν.μ. ή και στη διατήρησή τους στα 6 νμ στις περιοχές που αντιδρά η Τουρκία και σε πλήρη εφαρμογή του δικαιώματος επέκτασης στα 12 ν.μ., μόνο στις ανώδυνες θάλασσες, είναι ορατός ο κίνδυνος να οδηγηθούμε σε οριστικοποίηση και επισημοποίηση του κατακερματισμού του εθνικού χώρου.
Ενδεχόμενη βεβιασμένη κίνηση της κυβέρνησης στη γνωστή λογική του «κλεισίματος» των μεγάλων ανοιχτών ζητημάτων της εξωτερικής πολιτικής θα οδηγήσει σε μη αναστρέψιμες συνέπειες. Οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση οφείλει να εξετάσει τις εναλλακτικές που διασφαλίζουν στο μέγιστο βαθμό τα εθνικά συμφέροντα, και όχι να προωθήσει αυτές στις οποίες υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να συμφωνήσει η Τουρκία: «Με το να αναγνωριστεί το Αιγαίο ως Παράκτιο Αρχιπέλαγος στο διεθνές δίκαιο, καλύπτονται τα κυριαρχικά κενά που ονομάζονται διεθνή ύδατα. Το κάθε νησί δεν αποτελεί αυθύπαρκτη οντότητα, αλλά ενώνεται άρρηκτα με το διπλανό του και δημιουργείται μία κι ενιαία αρχιπελαγική κυριαρχική αλυσίδα. Το διεθνές δίκαιο είναι σαφές. Σε παράκτιο αρχιπέλαγος δεν εφαρμόζεται ο κανόνας των 6 ή 12 ν.μ., αλλά ο προπεριγραφείς κανόνας του άρθρου 7.»