Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Ο ΓΝΗΣΙΟΤΕΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ
Γράφει ο Μάνος Μ.
Ο Μέγας Αλέξανδρος υπήρξε ο μεγαλύτερος στρατηλάτης – εκπολιτιστής όλων των εποχών. Συνοδευόμενος από πλήθος φιλοσόφων, επιστημόνων και καλλιτεχνών, κατόρθωσε να μεταλαμπαδεύσει τον ελληνικό πολιτισμό στην Ασία: «Και ταύτα πάντα τα έθνεα ημέρωσεν Αλέξανδρος» . Ταυτόχρονα, κατεχόμενος από μια οικουμενική αντίληψη, προσπάθησε να συγχωνεύσει τα ήθη και έθιμα για μιά πανανθρώπινη κοινωνία.
Αλλά υπήρξε ο Μέγας Αλέξανδρος και ο πιo γνήσιος Έλληνας το γένος, τη γλώσσα και τη συνείδηση. Δόξασε την Ελλάδα όσο λίγοι Έλληνες. Και επιβάλλεται να ανατρέξομε στις ιστορικές και αρχαιολογικές πηγές σε μια περίοδο αμφισβήτησης της ελληνικότητας των Μακεδόνων. Αμφισβήτησης, που είναι απόηχος της επεκτατικής πολιτικής στη Χερσόνησο του Αίμου των Στάλιν και Τίτο με την δημιουργία του κρατιδίου των Σκοπίων το 1944. Η περιοχή αυτή του κρατιδίου των Σκοπίων, ως γνωστό, προ του 1944 αποτελούσε τμήμα της Σερβίας και ονομαζόταν Βαρδαρία – Μποκοβίνα. Ο κομμουνισμός κατέρρευσε. Και δεν επιτρέπεται τώρα η δικαίωση της επεκτατικής του πολιτικής με την ονομασία των Σκοπίων σε Μακεδονία για την διατάραξη των σχέσεων καλής γειτονίας, με την πλαστογράφηση της Ιστορίας και το σφετερισμό των μακεδονικών συμβόλων.
Ο φιλόσοφος και βιογράφος της Χαιρώνειας Πλούταρχος, αναφέρεται με σαφήνεια στην ελληνική καταγωγή του Μεγάλου Αλεξάνδρου: «Αλέξανδρος το γένος από πατέρα μεν ήταν Ηρακλείδης από τον Κάρανο, και από τη μητέρα Αιακίδης από τον Νεοπτόλεμο έτσι πιστευόταν πολύ» . Σημειώνομε, ότι ο Κάρανος ήταν γιος του Φείδωνα, απογόνου του Ηρακλή και ο Νεοπτόλεμος ήταν γιος του Αχιλλέα, εκείνος του Πηλέα και αυτός του Αιάκου.
Ο ιστορικός, φιλόσοφος και ανώτατος αξιωματούχος του Ρωμαϊκού κράτους, Αρριανός, επιβεβαιώνει την ελληνική καταγωγή του Μεγάλου Αλεξάνδρου: «Θυσίασε δε και στον Πρίαμο πάνω στο βωμό του Ερκείου Δία για να πάψει η οργή του Πριάμου προς το γένος του Νεοπτόλεμου, που και αυτός ανήκε» . Ακόμη «Και πατρίου Ηρακλείδης ών» . Και ως τόπος της καταγωγής της μακεδονικής δυναστείας, αναφέρεται το Άργος από τους ιστορικούς Ηρόδοτο , Θουκυδίδη , Αρριανό και το ρήτορα Ισοκράτη .
«Την …τωρινή Μακεδονία …Αλέξανδρος ο πατέρας του Περδίκκου και οι πρόγονοί του Τημενίδες από την αρχαιότητα κατάγονταν από το Άργος» («Την …νυν Μακεδονίαν Αλέξανδρος, ο Περδίκου πατήρ και οι πρόγονοι αυτού Τημενίδαι του αρχαίου όντος εξ Αργούς») .
Αλλά και την καταγωγή του μακεδονικού φύλου με ακρίβεια περιγράφουν ο ποιητής Ησίοδος , ο ιστορικός Ηρόδοτος και ο περιηγητής Παυσανίας . Περιοριζόμαστε εδώ να καταγράψομε την μαρτυρία του Ηρόδοτου:
«Γιατί στον καιρό του βασιλιά Δευκαλίωνα, κατοικούσε (ελληνικό φύλο) στη γη της Φθιώτιδας. και στις μέρες του Δώρου του γιου του Έλληνα στη χώρα γύρω από την Όσσα και τον Όλυμπο, που αποκαλείται Ιστιώτιδα. Και από την Ιστιώτιδα εκδιώχθηκε από τους Καδμίους, κατοίκησε στην Πίνδο, αποκαλούμενο Μακενδό. Από εκεί πάλι, μετανάστευσε στην Δρυόπιδα και έτσι από την Δρυόπιδα κατέληξε στην Πελοπόννησο, όπου αποκαλέσθηκε Δωρικό» («Επί μεν γαρ Δευκαλίωνος βασιλέως οίκεε γην την Φθιώτιν. επί δε Δώρου του Έλληνος την υπό την Όσσαν τε και τον Όλυμπον χώρην, καλεομένων δε Ιστιαιώτιν. Εκ δε Ιστιαιώτιδος, ως εξανέστη υπό Καδμίαν οίκεε εν Πίνδω, Μακεδνόν καλεόμενον. Εντεύθεν δε αύτις ες την Δρυόπιδα μετέβη και εκ της Δρυόπιδος ούτως ες Πελοπόννησον ελθών Δωρικόν εκλήθη»).
Κανένας μέχρι τώρα δεν αμφισβήτησε, ότι οι Δωριείς, που προήλθαν από τους Μακεδόνες, δεν είναι Έλληνες. Και οι ιστορικοί Πολύβιος και Αρριανός μιλούν για τους Μακεδόνες ως ομοφύλους των λοιπών Ελλήνων. Ο Πολύβιος γράφει:
«Γιατί τότε μεν φιλοδοξούσατε (Λακεδαιμόνιοι) για ηγεμονία και δόξα εναντίον των Αχαιών και των ομόφυλων Μακεδόνων και του ηγεμόνα αυτών Φιλίππου Ε΄. Τώρα, όμως, λαμβάνει θέση πόλεμος για την δουλεία των ελλήνων εναντίον αλλόφυλων ανθρώπων (Ρωμαίων), τους οποίους σεις νομίζετε μεν, ότι παρασύρετε κατά του Φιλίππου Ε΄, χωρίς, όμως, να αντιλαμβάνεστε, ότι τους παρασύρετε εναντίον εσάς των ιδίων και ολόκληρης της Ελλάδας» .
Και ο Αρριανός αναφέρει: «Και ο φόνος πολύς (των Θηβαίων εξ Μακεδόνων), οία δη εξ ομοφύλων και παλαιάς απεχθείας επεξιόντων».
Εφ’ όσον από τα κείμενα αυτά αποδεικνύεται η αδιαμφισβήτητη ελληνικότητα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των Μακεδόνων, φυσικά, και δεν μπορούσε να υπάρχει άλλη γλώσσα γι’ αυτούς από την ελληνική γλώσσα με μακεδονική διάλεκτο, που ως γνωστό υπάρχει σ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας. Μάλιστα ο Αρριανός αναφέρει την περίπτωση ενός Βοιωτού, που μίλησε στον Μέγα Αλέξανδρο στη βοιωτική διάλεκτο.
Πουθενά, κανένας ιστορικός δεν αναφέρει, ότι οι Μακεδόνες ήταν δίγλωσσοι. Αντίθετα, από μια φορά, ο Αρριανός και ο Πλούταρχος αναφέρουν περιπτώσεις διγλωσσίας, που δεν αφορούν τους Μακεδόνες. Και γι’ αυτό μέχρι σήμερα από τις χιλιάδες επιγραφές που έχουν βρεθεί από την αρχαιολογική σκαπάνη δεν βρέθηκε έστω και μία στην ανύπαρκτη Μακεδονική γλώσσα.
Ο Αρριανός γράφει: «Λαομέδοντα, ότι δίγλωσσος ήν ες τα βαρβαρικά γράμματα». Και ο Πλούταρχος αναφέρει την περίπτωση, που: «ηγεμών δίγλωσσος άνθρωπος εκ πατρός Λυκίου, μητρός δε Περσίδος». Αντίθετα ο Μέγας Αλέξανδρος έδειξε δείγματα της ελληνικότητάς του, χρησιμοποιώντας την ελληνική γλώσσα σε δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις:
α. Όταν, διάλεξε τριάντα χιλιάδες εντόπιους νέους για να τους προσαρμόσει στα Μακεδονικά έθιμα έδωσε εντολή: «γράμματά τε μανθάνειν Ελληνικά και Μακεδονικοίς όπλοις εντρέφεσθαι» . Και
β. Όταν βρήκε τον τάφο του Κύρου και ανάγνωσε την επιγραφή διάταξε: «Ελληνικοίς υποχαράξαι γράμμασιν» .
Μόνο σε μία περίπτωση φέρεται ότι μίλησε στη Μακεδονική διάλεκτο, εξοργισμένος από την απερίσκεπτη στάση του σωτήρα του Κλείτου, τον οποίον και τελικά σκότωσε. Και είναι φυσικό σε περίπτωση άκρατου εκνευρισμού να μιλάει κανείς το γλωσσικό ιδίωμα της ιδιαιτέρας του πατρίδας.
Ο Ηρόδοτος κλείνει χωρίς καμμιά αμφισβήτηση το θέμα της γλώσσας του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των Μακεδόνων, Ελλήνων το γένος: «Και το Ελληνικό γένος από τότε που έγινε αυτό, πάντοτε χρησιμοποιεί την ίδια γλώσσα, όπως για μένα είναι αληθινό».
Αλλά κατά την εκστρατεία του ο Μέγας Αλέξανδρος στην Ασία ξεδιπλώνει τις μεγάλες αρετές του εκπολιτιστή και διατηρεί άγρυπνη την ελληνική του συνείδηση, θεωρεί κέντρο του Ελληνισμού την Αθήνα. Γι’ αυτό μετά την μάχη του Γρανικού ποταμού έστειλε στους Αθηναίους τριακόσιες περσικές πανοπλίες αφιερωμένες στη θεά Αθηνά με επίγραμμα, όχι ο Αλέξανδρος του Φιλίππου και οι Μακεδόνες, αλλά:
«Ο Αλέξανδρος του Φιλίππου και οι Έλληνες, εκτός Λακεδαιμονίων, από τους βαρβάρους, που κατοικούν στην Ασία» .
Μέσα στα ορμητικά νερά του Υσάσπη ο Μέγας Αλέξανδρος αναφωνεί: «Έ! Αθηναίοι, άραγε θα ήταν δυνατό να πιστεύσετε το πόσους υπομένω κινδύνους για να κερδίσω την αναγνώρισή σας».
Επίσης, κι’ όταν βρισκόταν ακόμη στην Ελλάδα, προόριζε την Αθήνα για διάδοχό του: «Την πόλη (Αθήνα), όχι μόνον απάλλαξε κάθε κατηγορίας, αλλά, την συμβούλευσε, και να προσέχει πολύ, την εξέλιξη των πραγμάτων, ώστε, αν συνέβαινε κάτι στον ίδιο, θα ηγούταν της Ελλάδας». Και μετά τη μάχη των Γαυγάμηλων, που νίκησε το κράτος των Περσών και ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Ασίας, ολοκλήρωσε τις ενέργειές του προς την Ελλάδα. Ακόμη και την Μεγάλη Ελλάδα της Νότιας Ιταλίας σκέφτηκε, χωρίς να ενδιαφερθεί ιδιαίτερα για την ιδιαίτερη του πατρίδα, την Μακεδονία:
«Επιλαμβανόμενος (των Ελληνικών υποθέσεων) έγραφε στους Έλληνες να καταλύσουν τις τυραννίες και να κυβερνώνται αυτόνομα. Ιδιαίτερα δε τους Πλαταιείς, ότι θα ανοικοδομήσει την πόλη τους. Γιατί οι πατέρες τους πρόσφεραν την πόλη τους για να αγωνιστούν οι Έλληνες υπέρ της Ελευθερίας. Και έστειλε και στους Κροτωνιάτες της Ιταλίας μέρος των λαφύρων για να τιμήσει την προθυμία και την αρετή του αθλητού Φαύλλου, που κατά τα Μηδικά με δικό του εξοπλισμένο πλοίο έπλευσε στη Σαλαμίνα για να συμμετάσχει του κινδύνου, όταν οι Ιταλιώτες αδιαφόρησαν για τους Έλληνες» .
Κι’ όταν βρέθηκε μπροστά στον πεσμένο ανδριάντα του Ξέρξη, αναποδογυρισμένο και περιφρονημένο και το πλήθος που συνοστίζοταν προς τα ανώτερα, στάθηκε και του μίλησε, σαν να ήταν έμψυχο: «Ποιο θέλεις, είπε, να σε προσπεράσομε κατάκοιτο για την εκστρατεία σου κατά των Ελλήνων ή να σε αναγείρομε για την άλλη μεγαλοφροσύνη και αρετή σου;» Στο τέλος, αφού για πολύ χρόνο σκέφθηκε προσπέρασε σιωπηλά.
Πολλές ιστορικές πηγές μπορούμε να αναφέρομε για την ελληνικότητα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και Μακεδόνων, όπως την συμμετοχή τους στις Αμφικτυονίες και τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τον διορισμό του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου προστατών των Δελφών και Αρχιστρατήγων των Ελλήνων. Καθώς και την ιστορική εξομολόγηση προς στους Αθηναίους του Αλεξάνδρου Α΄: «Γιατί και ο ίδιος από το αρχαίο γένος Έλληνας (είμαι) και δεν θάθελα από ελεύθερη, υποδουλομένη να δω την Ελλάδα» .
Και ούτε χρειάζεται να απαντήσομε στο σαθρό επιχείρημα που λέει, ότι εφ’ όσον οι Μακεδόνες κατάκτησαν την Ελλάδα, δεν είναι Έλληνες. Γιατί έτσι δεν θα ήταν Έλληνες οι Αθηναίοι και Σπαρτιάτες, που κατέκτησαν την Ελλάδα!
Μεγάλης ηδονής εστερήσθαι τους Έλληνας, όσοι τεθνήκασι πριν ιδείν Αλέξανδρον εν τω Δαρείου θρόνω καθήμενον» .
Και αυτό φυσικά γιατί: «εστί μεν ουν Ελλάς και η Μακεδονία»