Τα ελγίνεια μάρμαρα (γλυπτά του Παρθενώνα), για τα οποία γίνεται λόγος δεκαετίες τώρα, είναι ελαχιστότατα μπροστά στα τόσα μνημεία και τις αμέτρητες αρχαιότητες που άρπαξαν και κατέστρεψαν κατά καιρούς οι Ευρωπαίοι και κυρίως στη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Στο διάστημα 1723-1774, βασιλιάς της Γαλλίας ήταν ο Λουδοβίκος 15ος. Το 1730 ο βασιλικός βιβλιοθηκάριος αββάς Fourmont ήρθε στην Πελοπόννησο ως απεσταλμένος του Λουδοβίκου για να συλλέξει αρχαιότητες. Οι έρευνές του στράφηκαν κυρίως στον χώρο της αρχαίας Σπάρτης. Για το θέμα αυτό έγραψε σε ένα φίλο του: «Τα ισοπέδωσα όλα, τα ξεθεμελίωσα όλα. Από την μεγάλη αυτή πόλη δεν έμεινε λίθος επί λίθου. Εδώ και ένα μήνα συνεργεία από 30 και μερικές φορές 40 ή 60 εργάτες γκρεμίζουν, καταστρέφουν, εξολοθρεύουν τη Σπάρτη. Αυτή τη στιγμή είμαι απασχολημένος με την τελευταία καταστροφή της. Έψαξα να βρω τις αρχαίες πόλεις αυτής της χώρας και κατέστρεψα μερικές… Γκρεμίζοντας ναούς και τείχη, μην αφήνοντας λίθον επί λίθου, θα κάνω αγνώριστο αυτόν τον τόπο. Αλλά εγώ τουλάχιστον ξέρω πώς να τον αναγνωρίσω… Τώρα ασχολούμαι με την καταστροφή του Απόλλωνος στις Αμύκλες (περιοχή Σπάρτης). Βρίσκω κάθε μέρα θαυμαστά πράγματα. Δεν μετανοιώνω. Θα καταστρέψω και άλλους ναούς αν με αφήσουν»!..
Το 1806, όταν ήρθε στο χώρο αυτό ο Σατωβριάν και έψαχνε να βρει την αρχαία Σπάρτη δεν ευρήκε ούτε σημάδι από την πόλη του Λυκούργου και του Λεωνίδα. Όταν ρώτησε τους ντόπιους κατοίκους ούτε κι αυτοί γνώριζαν πού βρισκότανε η αρχαία Σπάρτη… Είχαν φροντίσει γι’ αυτό οι Γάλλοι, οι πιο πολιτισμένοι Ευρωπαίοι… Γι’ αυτό και ο Σατωβριάν απογοητευμένος ανέβηκε σε ένα βράχο και φώναξε: Λεωνίδα, Λεωνίδα, Λεωνίδα!.. Εκαλούσε την ηρωική ψυχή του Λεωνίδα να αναστήσει την ένδοξη Σπάρτη.
Το 1788 ο πρεσβευτής της Γαλλίας στην Κων/πολη εφοδιασμένος με τουρκική άδεια επιχειρεί να αποσπάσει γλυπτά από τον Παρθενώνα. Προκάλεσε μόνον φθορές, αλλά δεν τα κατάφερε. Κομμάτιασε μόνον μία μετόπη. Οι συνεργάτες του Γάλλου πρεσβευτή σχεδίαζαν αργότερα την μεταφορά ολόκληρου του Θησείου, αλλά, ευτυχώς, δεν πρόλαβαν…
Η μεταφορά του διεθνώς γνωστού αγάλματος «Αφροδίτη της Μήλου», που σήμερα βρίσκεται στο Λούβρο (Παρίσι), 23 Μαΐου 1820: «Το άγαλμα μεταφέρθηκε στο γιαλό του νησιού… Αν από θαύμα ζωντάνευε η θεά θα έκλαιγε πικρά καθώς την έσερναν στα βράχια, την αναποδογύριζαν και την κατρακυλούσαν άνθρωποι σε έξαλλη κατάσταση. Παραλίγο να γκρεμισθεί στην θάλασσα… Ακολούθησε πανδαιμόνιο γύρω από το κασόνι που την μετέφεραν. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να το δώσουν. Ο κυβερνήτης του πολεμικού πλοίου κραύγασε στους ναύτες να ρίξουν το κασόνι στη λέμβο. Τότε άρχισε η μάχη. Σπαθιά και ρόπαλα ανέμισαν. Ο παπάς του νησιού δέχθηκε πολλά χτυπήματα στο κεφάλι και τη ράχη. Το ίδιο και οι Έλληνες που ζητούσαν βοήθεια από τον Θεό και αγωνίζονταν. Ο πρόξενος της Γαλλίας πολεμούσε καλά κρατώντας στο ένα χέρι σπαθί και στο άλλο ρόπαλο. Οι ναύτες τραβολογούσαν το κασόνι που χτυπιόταν δεξιά-αριστερά. Τότε, σ’ αυτήν τη μεταφορά έχασε η Αφροδίτη το αριστερό της χέρι, που βλέπομε σήμερα κομμένο…». Αργότερα έσπασε και το άλλο χέρι.
Λίγο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε μετακίνηση της Αφροδίτης σε άλλη θέση. Όταν σήκωσαν το άγαλμα ανακαλύφθηκε πάνω στο βάθρο ένα κομμάτι χαρτί κιτρινισμένο από τον χρόνο, το οποίο έγραφε το εξής:
«Στην λατρευτή μου Αφροδίτη της Μήλου επαναλαμβάνω με πόνο τα λόγια του Δροσίνη. Και στη συνέχεια ήταν γραμμένο ολόκληρο το ποίημα του Δροσίνη για την Αφροδίτη. Υπογραφή στο σημείωμα: «Με πόνο. Βεατρίκη Κώττα, ετών 12». Η ανεύρεση του σημειώματος αυτού και ο τρόπος της εκφράσεως των αισθημάτων της νεαρής Ελληνίδας έκαμαν τότε ζωηρότατη εντύπωση στο Παρίσι. Ο γαλλικός τύπος και το ραδιόφωνο του Παρισιού ασχολήθηκαν επανειλημμένα. Το σημείωμα τοποθετήθηκε σε μια γυάλινη θήκη και κατατέθηκε στα αρχεία του Λούβρου.
Ο Ιταλός Κορνήλιο Μάγνι γράφει το 1674 ότι «Όσοι ξένοι δεν μπορούσαν να μεταφέρουν τα μεγάλα αγάλματα, τους έκοβαν τα κεφάλια. Τα προώριζαν για τα σαλόνια και τα γραφεία των μεγιστάνων και φιλότεχνων της Ιταλίας – Γαλλίας – Ισπανίας – Γερμανίας».
Ο San Gallo κράτησε για τον εαυτό του την κεφαλή της Νίκης από το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα.
Ο Δανός λοχαγός Hartmand απέσπασε δύο κεφάλια από την μετόπη.
Κάθε ξένος που επισκεπτόταν την Ελλάδα, τα πληρώματα κάθε πολεμικού πλοίου που επισκέπτονταν κάποιο νησί ή κάποιο άλλο λιμάνι, ή τουρίστες που επισκέπτονταν τα αρχαία μας, αποσπούσαν κάποιο κομμάτι σαν σουβενίρ. Ο ακόλουθος της αγγλικής πρεσβείας στην Κων/πολη Ουίλλιαμ Τάρνερ συνήθιζε, όπως αφηγείται ο ίδιος, να τσακίζει τις μύτες των αρχαίων αγαλμάτων και να τις παίρνει για σουβενίρ (χαρακτηριστικό ψυχοπάθειας).
Όταν ο Έλγιν άρπαζε τα γλυπτά του Παρθενώνα, την ίδια ώρα ο Εδουάρδος Κλαρκ έκλεβε το μεγάλο άγαλμα της Δήμητρας από την Ελευσίνα.
Οι Ιταλοί έγδυσαν σχεδόν ολόκληρες περιοχές με αρχαία από την Μακεδονία.
Άλλοι Γάλλοι σάρωσαν όλη την Πελοπόννησο και έκλεψαν το άγαλμα του Διός (Ολυμπία).
Οι ευγενείς των ιταλικών πόλεων έχτιζαν τα παλάτια τους με μάρμαρα αρχαίων αρχιτεκτονημάτων της Αθήνας.
Ο Γερμανός Ρούντολφ Φον Σούχεν που πέρασε από την Αθήνα γράφει ότι: «Ολόκληρη η Γένοβα ήταν χτισμένη με μάρμαρα και κίονες από την Αθήνα…».
Στην λεηλασία των ελληνικών αρχαιοτήτων διακρίθηκαν τον 16ο και 17ον αιώνα οι ζάπλουτοι αριστοκράτες της Φλωρεντίας. Υπήρχε μεγάλη, τεράστια ζήτηση στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις. Εστεμμένοι και κροίσοι φιλοδοξούν να στολίσουν τους κήπους και τα ανάκτορά τους με ελληνικά γλυπτά όπως έκαναν και οι Ρωμαίοι μερικούς αιώνες πριν. Συχνότατα το εμπόριο αρχαιοκαπηλείας γινότανε μεταξύ των διπλωματών στην Ελλάδα και των αγοραστών ή των Τούρκων πασάδων και των αγοραστών.
Τον 17ον αιώνα ένας λόγιος έγραψε: “Τον 17ο αιώνα ένας Άγγλος πλούσιος φεουδάρχης και ο πανίσχυρος δούκας του Μπάκινχαμ μεταφύτεψαν την Ελλάδα στην Αγγλία. Ακολουθούν οι Γάλλοι, οι Αυστριακοί και άλλοι με κάθε είδους έργα τέχνης που εύρισκαν στην υποδουλωμένη Ελλάδα…”
Στο Μουσείο «Ερμιτάζ – Αγία Πετρούπολη» οι ελληνικοί θησαυροί χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:
Η πρώτη περιλαμβάνει έργα τέχνης που βρέθηκαν στη μητροπολιτική Ελλάδα, στην Ιωνία και στην Κάτω Ιταλία και μεταφέρθηκαν στην Αγία Πετρούπολη, καθώς και ρωμαϊκά αντίγραφα ελληνικών αρχαιοτήτων.
Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τις αρχαιότητες που προέρχονται από τις παρευξείνιες χώρες, όπου άνθισαν οι ελληνικές αποικίες από τους Αρχαϊκούς Χρόνους. Πρόκειται ασφαλώς για εκφάνσεις της ελληνικής τέχνης, όπως συνάγεται από το θεματολόγιο, την τυπολογία και την τεχνική κατασκευής των αντικειμένων αυτών.
Αν συνυπολογίσουμε τους ελληνικούς θησαυρούς που υπάρχουν σε όλα τα μουσεία του κόσμου φθάνομε σε αστρονομικούς αριθμούς…
Αθανάσιος Δέμος
Πηγή: ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ελλάς