Κάποτε ο –αναδυόμενος, μέσα από την μακραίωνη δουλεία του- Ελληνισμός, έστελνε στα συνέδρια της Ευρώπης, τον Κυβερνήτη με το αγέρωχο παράστημα, τον Κόντε Ιωάννη Καποδίστρια, γόνο Ελλήνων αριστοκρατών.
Με άφθαστη ρητορική δεινότητα και Εθνική αυτοπεποίθηση για τα δίκαια του Γένους, ο Κυβερνήτης αντιμετώπιζε τους ισχυρούς της τότε εποχής με θάρρος, και κέρδιζε διπλωματικές μάχες και επιπλέον Ελληνικά εδάφη.
Τώρα ο –βυθιζόμενος στην δουλεία, την ανέχεια και την απαξία-Ελληνισμός, στέλνει στα συνέδρια της Ευρώπης, το κυρτωμένο γερόντιο, απόγονο του δερβέναγα Ταχήρ, που έσφαζε στο Απόκουρο, με τον ασταθή βηματισμό και τον τρεμάμενο λόγο, δανειστή και
συγκολυμβητή του εσμού, να υπογράψει την παράδοση της Πατρίδας, στους ίδιους ισχυρούς της εποχής, χάνοντας , θα δούμε τι ακριβώς στο κοντινό μέλλον. Αν και μας είχε προϊδεάσει για τις απώλειες, πριν μερικά χρόνια η τότε πρόεδρος της βουλής.
Θλιβερό είδωλο και αντανάκλαση της παραπαίουσας και αιμάτουσας Ελλάδας.
Κάποτε ένας –μικρός το δέμας- ταλαιπωρημένος από τις μάχες και την φθίση αγωνιστής, αλλά ορμητικός, θαρραλέος και οξύνους, ο Στρατηγός Γεώργιος Καραϊσκάκης, έπαιρνε το άλογό του, τις πιστόλες του και ριχνόταν ατρόμητος πάνω στις τουρκικές ορδές, κερδίζοντας μάχες.
Τώρα, ένας υψηλός στο ανάστημα- αλλά μόνο σ΄αυτό-,μισότυφλος, που άρχει στους τυφλούς, αποσύρεται από την μάχη, πριν καν ν΄αρχίσει, και αντί να κρατά ‘’πιστόλες’’, στέλνει επιστολές υποτέλειας, και με την υπογραφή του σκλαβώνει την πατρίδα στις στρατιές των τοκογλύφων.
Κάποτε ο Ελληνικός στρατός με επικεφαλής τον Διάδοχο Κωνσταντίνο, παρήλαυνε στην απελευθερωμένη Θεσσαλονίκη, σκορπίζοντας ρίγη συγκίνησης, ενθουσιασμού και υπερηφάνειας στους ελευθερωμένους Μακεδόνες.
Τώρα θα παρελαύνουν οι ελευθεριάζουσες στρατιές, πλασμάτων με άλλου είδους υπερηφάνεια(pride) με μπροστάρη τον ενωτιοφόρο, οινόφιλο άρχοντα, σκορπίζοντας ηδονικά ρίγη και ζωώδη ενθουσιασμό, και υποδεχόμενοι στην Μακεδονική γη τον Γκρίζο Τούρκο.
Κάποτε, ένας Ηγέτης, έλεγε το υπερήφανο ΟΧΙ, στις πάνοπλες στρατιές των Λύκων, και ο λαός τον ακολουθούσε και προτιμούσε να πέσει στην μάχη, ένδοξα, με το χαμόγελο στα χείλη, παρά να παραδώσει την κυριαρχία της χώρας στα χέρια των Ούννων.
Τώρα οι ηγετίσκοι λένε συνεχώς ταπεινωτικά ΝΑΙ, στους ίδιους Λύκους, και ένα μεγάλο μέρος δυστυχώς του λαού μας, τους επικροτεί και τους ψηφίζει, και κάποιοι προτιμούν να πέσουν άδοξα από τα μπαλκόνια τους, παραδίδοντας- με την θλίψη στα μάτια-, την ζωή τους και την περιουσία τους στα χέρια των ίδιων Ούννων.
Κάποτε και τώρα….
Των εχθρών τα φουσάτα περάσαν
Σαν τον Λίβα που καίει τα σπαρτά.
Με τα δάνεια τις πόλεις χαλάσαν
Με επιδοτήσεις ξεθεμελιώσαν χωριά.
Στην Πατρίδα οι εχθροί μας, σκορπίσαν
Και εχάθη για μας η Λευτεριά.
Με την ψήφο τους άλλοι, τα πάντα γκρεμίσαν
Και τώρα πάμε πίσω, αντί να πάμε μπροστά.
Η Ελλάδα αυτή τη φορά για να μην πεθάνει
Πρέπει να έλθει μια νέα Στρατιά.
Με το κεφάλι ψηλά, μέσα απ΄τον Ήλιο να προβάλει
Και να διώξει από την χώρα όλη την λαμογιά.
Νέα δύναμη έτσι το Έθνος θα πάρει
Και σαν και πριν να βαδίσουμε μπρος.
Και ο καινούργιος στρατός με καμάρι
Να σταθεί των συνόρων φρουρός.
Με εκτίμηση.
Αγγελική Π.