Άειειντε βρεεε Γκού, Γκούνη
Καραγκούνη,
Άειντε το ΄μπηξές, το όμορφο
γκολούνι.
Άειντε και στη Γκού, Γκούνα
Καραγκούνα,
Άειντε σκίστες της, τα άχαρα
σεγκούνια.
(Ποδοσφαιρικό δημώδες).
(Συγχαρητήρια στην Εθνική μας ομάδα, καθώς και στον προπονητή, για τα καλά λόγια που είπε υπέρ της Ελλάδας. Καλή δύναμη παιδιά, για να συνεχίσετε να μας κάνετε υπερήφανους.)
Λένε ότι τα χρόνια που βασίλευε ο Τιβέριος, τον καιρό που ο αρχαίος κόσμος πέθαινε και έκανε την εμφάνισή της η νέα θρησκεία, συνέβη ένα παράξενο γεγονός κάπου στην θάλασσα του Αιγαίου.
Ένα πλοίο ταξίδευε από την Αίγυπτο, γεμάτο εμπορεύματα και επιβάτες, με καπετάνιο τον Θαμμούζ. Όταν έφθασαν κοντά σε κάποιες ακτές, άκουσαν έκπληκτοι μέσα στην νύχτα μια μυριόστομη φωνή, να λέει δυνατά: Θαμμούζ, Θαμμούζ, ο Μέγας Παν τέθνηκε.
Την φωνή διαδέχτηκαν κλάματα και λυγμοί, βγαλμένοι λες από χιλιάδες στόματα Σιβυλλών, που έκλαιγαν για το θάνατο της παλαιάς θρησκείας.
Όλοι πάγωσαν από τον τρόμο, και όταν έφθασαν στον προορισμό τους και αφηγήθηκαν αυτό το γεγονός, ο Τιβέριος λένε ότι διέταξε έρευνα για να μάθει τι συνέβει.
Έπειτα από αιώνες, στην εποχή μας, και μιας που η Ιστορία επαναλαμβάνεται, έστω και σαν φάρσα, είχαμε ένα τέτοιο παρόμοιο γεγονός.
Ένα πλοίο έπλεε στο σκότος της νύχτας, στην τρικυμιώδη θάλασσα, με τα αμπάρια του γεμάτα πλούσια λεία, από αρπαγές χρόνων, μίζες, λαδώματα, δάνεια, παχυλούς μισθούς, διπλοσυντάξεις, μπάζες,ράβδους χρυσού, νεοκλασικά, φούντες κουρτινών και άλλα λάφυρα, και με επιβάτες μια ολόκληρη συμμορία από παράξενα πράσινα όντα, αποτρόπαια, αχόρταγα και αρπαχτικά, με γαμψά νύχια και απύθμενο θράσος.
Για πλήρωμα, στα κουπιά, είχε κάτι ηλίθιους ψηφοφόρους-μούτσους, δεμένους με χαλινάρια προπαγάνδας, και τηλεοπτικές παρωπίδες. Καπετάνιος σ΄αυτό το παράξενο καράβι ήτο ένας εύσωμος αυθάδης τύπος, με γυαλίζοντες οφθαλμούς και αυστηρό βλέμμα, που το όνομά του ήτο Βαγγούζ.
Λίγες μέρες πριν είχαν αποπλεύσει από το λιμάνι της αγωνίας της κάλπης, που όμως με μικρές απώλειες, είχαν λάβει άδεια απόπλου.
Ο καπετάνιος και η συμμορία ανησυχούσαν αν θα είχαν ούριο άνεμο και αν η λεία θα έφθανε σώα στον προορισμό της, χωρίς να τους κάνουν έλεγχο οι κοιμώμενες-λόγω νύχτας- αρχές για την κατοχή των κλοπιμαίων.
Όταν το πλοίο προσέγγιζε κάποιες απότομες ακτές, άκουσαν παραξενεμένοι μέσα στο βαθύ σκότος, μια φωνή να λέει δυνατά:Βαγγούζ, Βαγγούζ, το Μέγα Πασοκάν, τέθνηκε. Αν θέλεις να διασώσεις τα λάφυρα, άλλαξε όνομα στο πλοίο σου, και θα γλυτώσεις τους δασμούς και τα δάνεια που χρωστάς. Καλό είναι επίσης να διασκορπίσεις τους συντρόφους σου, σε άλλα πλοία, ίδια σκαριά με το δικό σου, που έχουν όμως άλλα ονόματα, και έτσι ανενόχλητοι θα χαρείτε τα λάφυρα, και άσε το ανόητο πλήρωμα να τραβάει κουπί στα αχαρτογράφητα νερά.
Όπερ και έγινε και έμειναν οι φαιδραλέοι μούτσοι να λάμνουν ες αεί.
Άλλο αξιομνημόνευτο γεγονός που έγινε αυτή την θαυμασία εποχή, πάλι με ένα πλοίο ενός σύγχρονου Οδυσσέα. Ο νέος αυτός Οδυσσέας, παρότι πολυμήχανος και έξυπνος, εν τούτοις, είχε για πλήρωμα δειλούς , περίεργους και ευκολόπιστους ανθρώπους.
Έχοντας στο πλοίο του τους ασκούς-κάλπες του ταμία Αιόλου, μια και τα άλλα ταμεία του πλοίου ήτο άδεια, είχε επιστήσει την προσοχή στο πλήρωμά του να προσέξουν να μην ανοίξουν τους ασκούς με τους επικίνδυνους ανέμους, γιατί θα τους πάρει και θα τους σηκώσει.
Το άνοο πλήρωμα όμως του σαπιοκάραβου, παράκουσαν τις εντολές και άνοιξαν τους ασκούς-κάλπες με τους φοβερούς αέρηδες.
Μέσα σε μια τρομαχτική βοή, πετάχτηκε πρώτος ο Βορέας ο παγερός, που κατερχόμενος από τα Ριπαία Όρη της Ουνίας, στο πέρασμά του παγώνει και νεκρώνει τα πάντα.
Με το που βγήκε, βλέπει μπροστά του την ομορφομάλλα, εύσαρκο Νύμφη Ωρείθυα και την αρπάζει μέσα από τα χέρια του ΛΑΟΥ της. Εκείνη παρόλο τις κωλοτούμπες και τις κυβιστήσεις, δεν κατάφερε να γλυτώσει, και έτσι ο Βορέας την αιχμαλωτίζει στα βάθη μιας σπηλιάς, να κλαίει μονάχη, έχοντας για παρέα τον άνεμο Αηβαλιώτη ή Απηλιώτη, γνωστό και σαν Λεβάντε.
Έπειτα μέσα από τους ασκούς, βγήκε ο Νότος, που φέρνει βροχές και τα κάνει όλα μούσκεμα. Αυτός κτύπησε με δύναμη τους λαούς του Νότου, ήτοι: τους ταυρομαχόφιλους Ίβηρες και τους ερωτιδείς Λατίνους, και σαν άλλη Κίρκη τους μεταμόρφωσε σε γουρούνια(piigs ,γερμανιστί).
Τρίτος άνεμος που ξεπετάχθηκε ήτο ο Εύρος, ο νοτιοανατολικός, ο οποίος υφάρπαξε με την θυελλώδη πνοή του κάθε ευρώ από το πουγγί των ευκολόπιστων κωπηλατών του μισομπαταρισμένου πλοίου.
Τέταρτος και φαρμακερός βγήκε ο Λίβας ο καυτός, ο οποίος έφερε πάνω στο ρημαδιασμένο πλοίο κι άλλες χιλιάδες αφιονισμένους ασσασίνες, από τις ερήμους της Αραπιάς, για να αποτελειώσουν τους φιλάνθρωπους συντρόφους του πολυπλάνητα Οδυσσέα και να καταλάβουν το πλοίο με τις πάλες και τα γιαταγάνια τους.
Τελευταίος βγήκε ο δυτικός άνεμος, ο Ζέφυρος, ο οποίος σαν εραστής της Χλωρίδας (της θεάς της βλάστησης και των ανθέων), θέλγεται από την πλούσια βλάστηση των μικρόνοων επιβατών του πρώην αυτάρκες πλοίου, όπου βλάσταιναν οι ελιές, οι άμπελοι, ο σίτος, το βαμβάκι, και δεν είχαν κανέναν ανάγκη, ούτε φόβο να πεινάσουν, και πνέοντας μανιωδώς τους ρούφηξε όλες τις σοδειές. Έπειτα τους έβαλε να φυτέψουν ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά, και έτσι νηστικοί και άφραγκοι,
Αντί στην Ιθάκη τους να πηγαίνουν
Και μια και είναι σαχλαμαροψηφίσαντες
Αυτό το σοφό λοιπόν είναι το σαφές,
Ότι εμείς δεν θα μάθουμε ποτές,
Οι Ιθάκες, τι σημαίνουν.
Με εκτίμηση,
Αγγελική Π.