Από τα λίγα προσωπικά πράγματα που ξέρω για τον Αντώνη Σαμαρά είναι ότι νεαρός ήθελε να γίνει μελισσοκόμος. Το προσπάθησε μάλιστα. Οι φίλοι του ορκίζονται ότι είχε μεγάλη αδυναμία στα μελίσσια του και νοιαζόταν προσωπικά για την ζωή στην κυψέλη. Θέλω να τους πιστέψω αν και οι «επιδόσεις» του στην πολιτική και κυρίως στη θέση του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας δεν μαρτυρά ότι έχει πάρει διδάγματα από την σοφία των μελισσών. Η Νέα Δημοκρατία παρέμεινε στη διάρκεια της προεδρίας του ένα κόμμα με πολλούς κηφήνες και με κακή παραγωγή μελιού. Άλλωστε, ακόμη και αυτοί που τον αγαπούν παραδέχονται ότι «ο Αντώνης σεβάστηκε πολύ την μούχλα» που έχει προσθέσει ο χρόνος στο κλειστό νεοδημοκρατικό σύστημα. Το είδαμε και στο Ζάππειο, στην επίσκεψη του όταν οριστικοποιήθηκαν τα αποτελέσματα. Δίπλα του πόζαραν, σαν γύφτικα σκερπάνια, πολλά προπολεμικά στελέχη μαζί με ορισμένα κατάλοιπα του καραμανλικού καθεστώτος. Αν πρόσεξα καλά μάλιστα, πίσω από τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, αλλά όχι τόσο πίσω ώστε να μην φαίνεται στις κάμερες, ήταν ο Νίκος Αναγνωστόπουλος ο επονομαζόμενος και «φίλος του νεκρού». Ο (πάλαι ποτέ) βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας φέρει επαξίως αυτόν τον τίτλο καθότι για δεκαετίες επισκεπτόταν καθημερινά το Α΄ νεκροταφείο και μοίραζε πολιτικές του κάρτες, συντεινόμενος ως «ο φίλος του νεκρού». Οι πενθούντες δάκρυζαν με την ιδέα ότι ο άνθρωπος τους είχε έναν τόσο σημαντικό φίλο που τον θυμήθηκε μάλιστα στο τελευταίο του ταξίδι και έδιναν όρκο ότι και αυτοί θα τον θυμηθούν στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Βεβαίως ο Σαμαράς δεν θα μπορούσε να ελέγξει ποιοι πόζαραν μαζί του πίσω από την πλάτη του (αν και το επιτελείο του θα μπορούσε να το είχε φροντίσει) αλλά αυτό που σίγουρα μπορεί να καθορίσει είναι ποιοι θα ποζάρουν μαζί του την ημέρα της ορκωμοσίας. Στα τηλεοπτικά πάνελ μάλωναν όλο το βράδυ αν ο Σαμαράς πρέπει να είναι πρόεδρος της νέας κυβέρνησης. Λάθος. Το σημαντικό ερώτημα είναι αν ο Σαμαράς θα επιλέξει να παραμείνει πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Αν δηλαδή μεταξύ του ρόλου του πρωθυπουργού και του κομματάρχη επιλέξει αυτόν του κομματάρχη. Σε αυτή την περίπτωση ο δρόμος είναι εύκολος. Θα κάνει μια μικρή βόλτα στη Συγγρού και σε δέκα λεπτά θα έχει συγκροτήσει τον κατάλογο των υπουργών του. Ένα στέλεχος ανά γραφείο και τελείωσε. Η άλλη λύση είναι πολύ πιο δύσκολη. Ο Σαμαράς πρέπει να φτιάξει μια κυβέρνηση ικανών στελεχών από όλα τα κόμματα που θέλει να τον στηρίξουν αλλά και με την συμμετοχή λίγων «τεχνοκρατών που ξέρουν την δουλειά».
Η δίμηνη προεκλογική περίοδος έχει αποτελειώσει την προβληματική, έτσι κι αλλιώς, διοίκηση και τα νεύρα των συμμάχων μας (και δανειστών μας) είναι τσατάλια για να αρχίσουμε να τους συστήνουμε …πολιτευτές. Και αυτό πρέπει να είναι το κύριο μέλημα του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ που καλούνται να συμμετάσχουν σε αυτή την κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας». Το όνομα του πρωθυπουργού είναι σημαντικό αλλά δεν είναι το καθοριστικό. Εδώ που φτάσαμε η χώρα χρειάζεται είκοσι εξειδικευμένους «πρωθυπουργούς». Από τη επιτυχία αυτών των «είκοσι» θα κριθεί η σωτηρία μας. Και για να γίνω πιο σαφής και πιο κυνικός: στον πρωθυπουργό όλο και κάποιος «σύμμαχος» θα του πει «τι να κάνει και πώς». Ο υπουργός Ανάπτυξης όμως θα είναι μόνος του. Όπως μόνος του θα είναι και ο υπουργός Δικαιοσύνης, Παιδείας, Υγείας, Τουρισμού, Εργασίας κοκ. Η πορεία άλλωστε – για να γίνω ακόμη πιο κυνικός – είναι γνωστή, έχει χαραχτεί και δεν θα αλλάξει επειδή θα αλλάξει η φωνή στην «γέφυρα». Το θέμα είναι να αρχίσει να δουλεύει επιτέλους το πλήρωμα.
Αν ο Αντώνης Σαμαράς νοιαστεί να μοιράσει υπουργικές θέσεις σε βουλευτές του, μόνο και μόνο για να το γράψουν στο βιογραφικό τους τότε όντως μπορεί να μείνουν στην ιστορία. Ως «οι υπουργοί του νεκρού», όμως.
Ο Αντώνης και οι κηφήνες
Του Σταύρου Θεοδωράκη