Η κατανάλωση μικρής ή μέτριας ποσότητας κρασιού μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο σοβαρής καρδιαγγειακής νόσου σε άτομα υψηλού κινδύνου που ακολουθούν μεσογειακή διατροφή, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «European Heart Journal».
Η καινοτομία της μελέτης εστιάζεται στο γεγονός ότι οι ερευνητές μέτρησαν την ποσότητα μιας χημικής ουσίας, η οποία βρίσκεται στα σταφύλια και στα προϊόντα σταφυλιού και ονομάζεται τρυγικό οξύ, στα ούρα των συμμετεχόντων. Όπως σημειώνουν, αυτό είναι ένα «αντικειμενικό και αξιόπιστο μέτρο» της κατανάλωσης κρασιού.
Η έρευνα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης ισπανικής μελέτης που διερευνά την επίδραση της μεσογειακής διατροφής (με υψηλή περιεκτικότητα σε ελαιόλαδο, λαχανικά, φρούτα, ξηρούς καρπούς και ψάρια και χαμηλή περιεκτικότητα σε γλυκά, επεξεργασμένα τρόφιμα και ποτά) σε άτομα με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου. Όλα τα άτομα που έλαβαν μέρος δεν είχαν καρδιαγγειακή νόσο κατά την έναρξη της μελέτης, αλλά είτε είχαν διαβήτη τύπου 2 είτε είχαν συνδυασμό παραγόντων κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, όπως κάπνισμα, υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλή χοληστερόλη, υπερβολικό βάρος ή οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου.
Οι 1.232 συμμετέχοντες στην έρευνα έδωσαν δείγματα ούρων στην αρχή της μελέτης και έπειτα από έναν χρόνο μεσογειακής διατροφής. Συνολικά παρακολουθήθηκαν για τέσσερα έως πέντε χρόνια.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, διαπίστωσαν ότι ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακού επεισοδίου μειώθηκε κατά 50% σε όσους έπιναν μισό έως ένα ποτήρι κρασί την ημέρα, σε σύγκριση με όσους έπιναν πολύ λίγο ή καθόλου κρασί. Η ελαφριά κατανάλωση (από ένα ποτήρι την εβδομάδα έως λιγότερο από μισό ποτήρι την ημέρα) μείωσε τον καρδιαγγειακό κίνδυνο κατά 38%. Ωστόσο, αυτή η προστατευτική επίδραση εξαφανίστηκε σε άτομα που έπιναν περισσότερο από ένα ποτήρι την ημέρα.
«Η μελέτη εξετάζει τη σημασία της μέτριας κατανάλωσης κρασιού στο πλαίσιο ενός υγιεινού διατροφικού προτύπου, όπως η μεσογειακή διατροφή», παρατηρεί ο επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής Ραμόν Εστρούχ από το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης και το νοσοκομείο Hospital Clinic Barcelona. Ο ίδιος διευκρινίζει ότι «οι συμμετέχοντες στη μελέτη μας ήταν ηλικιωμένοι με υψηλό κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου που ζούσαν σε μια μεσογειακή χώρα, οπότε τα αποτελέσματα μπορεί να μην ισχύουν για άλλους πληθυσμούς».