Μανώλης Κοττάκης
Ο ήχος της μουσικής και οι στίχοι του τραγουδιού ακούγονταν με δυσκολία, γιατί οι παρέες της Κυριακής είναι πάντοτε θορυβώδεις. Φωνές, επιφωνήματα, γέλια, «εις υγείαν».
Ωστόσο, έφθανε για να αντιληφθείς ότι αυτή η γλυκιά μελωδία που σου ερχόταν από την άκρη της αίθουσας ήταν το «ζητάτε (και στο τέλος) να σας πω» του αξεπέραστου Αττίκ. Του γεννημένου στην Αλεξάνδρεια Αττίκ, κατά κόσμον Κλέωνα Τριανταφύλλου.
Το τραγούδι αυτό γράφτηκε το 1930, όταν η δεύτερη γυναίκα του Αττίκ, η ηθοποιός Μαρίκα Φιλιππίδου, η οποία τον εγκατέλειψε για χάρη του Σταμάτη Μερκούρη, εμφανίστηκε αίφνης στο κέντρο όπου τραγουδούσε. Εκείνος, πληγωμένος, εγκατέλειψε το πιάνο του, αποσύρθηκε στα καμαρίνια, έγραψε το τραγούδι και, σε μια σπάνια άσκηση θάρρους, ερμήνευσε μπροστά στη γυναίκα του και στο φιλοθεάμον κοινό ένα τραγούδι για την αγάπη και τον πόνο που έμελλε να γίνει διάσημο. ∆ιακρίνοντας τον σκοπό μετά δυσκολίας, και ενώ γύρω μας ακούγονταν οι ήχοι από το τσούγκρισμα με κόκκινο κρασί, «οιωνός!» σκέφτομαι: πώς τα κατάφερε και το 1930 προσγειώθηκε στο 2024; Πώς η ατμόσφαιρα της «Μάντρας» των Αθηνών μετακόμισε στην πολύχρωμη Κομοτηνή έναν αιώνα μετά; Πώς, εν τέλει, η αθωότητα ταξιδεύει στην εποχή του κυνισμού; Τι είναι αυτό που κάνει ένα ανθρώπινο έργο «παντοτινό», όπως θα έλεγε και ο Κώστας Γεωργουσόπουλος;
Το παράδειγμα του Αττίκ
Η απάντηση είναι απλή: η αυθεντικότητα. Ταξιδεύει στον χρόνο ό,τι είναι αυθεντικό.
Ό,τι παράγει αισθήματα. Ό,τι έχει υπεραξία για τη ζωή μας. Για να ανακαλύψει το τραγούδι του Αττίκ μια νεαρή ερμηνεύτρια, φίλη μου, η Άννα Μαρία Μπιλίδα, και να το βάζει στο ρεπερτόριό της στα live της, για να ακούγεται ευχαρίστως σε ένα ρεστοράν με τοπικές θρακικές γεύσεις στην οδό Νικολάου Ζωίδου στην Κομοτηνή, το «ΚονκαΣέ», για να θέλουμε να το πάρουμε κληρονομιά μαζί μας από τη μια εποχή στην άλλη οι Έλληνες σημαίνει ότι αξίζει. Αποτύπωμα, λοιπόν, είναι ό,τι έχει αξία. Συμπτωματικώς, είχα μια παρόμοια συζήτηση το προηγούμενο βράδυ στην Παλαιά Πόλη της Ξάνθης με τον πρώην αντιπρόεδρο της Βουλής Παναγιώτη Σγουρίδη, με τον οποίο συνδέομαι από το 2000.
Όταν μαζί με άλλους παρουσίασε το πρώτο μου βιβλίο για τη Θράκη. Τον συνάντησα
με την ευκαιρία της εκ μέρου του ανάληψης της προεδρίας του Ιδρύματος «Αλέξανδρος Μπαλτατζής», το οποίο συνεστήθη με απόφαση του προέδρου των εταιριών του Ομίλου ΣΕΚΕ Κώστα Καραμανλή, με τη στήριξη του γενικού διευθυντή της εταιρίας Αλέξανδρου Κοντού και του προέδρου της μητρικής Παναγιώτη Ταρενίδη.
Εκπληκτικό κρασί
Στο δείπνο που έγινε, οι συνδαιτυμόνες δοκίμασαν το εκπληκτικό κόκκινο κρασί «S», που παράγει ο αγρότης Σγουρίδης με τη σύζυγό του στα αμπέλια του. «Το κρασί αυτό το έφτιαξα με την ψυχή μου» σχολίασε ο Παναγιώτης και πρόσθεσε με υπερηφάνεια: «Ήπιατε την ψυχή μου!» Κάπου εκεί, στις ανηφόρες της Παλαιάς Πόλης, αρχίσαμε, περασμένες 11, μια συζήτηση για την ψυχή. Μιλήσαμε πρώτα για την ψυχή του Παναγιώτη. «Βλέπεις πόσο όμορφη διατηρείται η Παλαιά Πόλη; Θα σου πω κάτι που δεν το ξέρουν πολλοί, αλλά και δεν με ενδιαφέρει να το μάθουν: χάρη σε μια δική μου ψήφο στο ∆ημοτικό Συμβούλιο, στα δύσκολα χρόνια, που κανείς δεν ήξερε τι σημαίνει να σώζουμε την ταυτότητά μας, σώθηκε η Παλαιά Πόλη. ∆εν είναι γνωστό ότι το έκανα εγώ, αλλά σημασία έχει ότι έγινε! Ότι διεσώθη». Μου άρεσε το μεγαλείο του ανδρός. Η σεμνότης του. Ήταν ενθουσιασμένος που βοήθησε να σωθεί η πόλη του, του περίσσευε αν θα γράψουν κάποτε το όνομά του σε μια επιτύμβια πλάκα για να τον θυμούνται οι επόμενες γενιές.
Ο ορισμός της υστεροφημίας είναι να αφήνεις αποτύπωμα χωρίς να νοιάζεσαι για την ύστερη φήμη σου. Αν αυτό που έκανες είναι αυθεντικό, γνήσιο και μέλλει να περιληφθεί στην κληρονομιά της πατρίδας και του κόσμου, θα σ’ το αναγνωρίσουν οι επόμενοι χωρίς να το ζητάς.
Το «συνεταιρίζεσθαι»
Η σκέψη μου από τον Παναγιώτη «πέταξε» στον μεγάλο συνεταιριστή Αλέξανδρο Μπαλτατζή. Στην παρέα μας ήταν και οι πρόεδροι της συνεταιριστικής «Πίνδος» Ανδρέας ∆ημητρίου και της συνεταιριστικής «Παναιγιάλειος» κύριος Σωτηρόπουλος. Οι συνεταιρισμοί μπορεί να πήραν στραβό δρόμο στη δεκαετία του 1990, αλλά η «Πίνδος» και η «Παναιγιάλειος» μαζί με τη Συνεταιριστική Ένωση Καπνοπαραγωγών Ελλάδος (ΣΕΚΕ) μεγαλουργούν σήμερα στις αγορές – υγιείς επιχειρήσεις. Γιατί η ιδέα τού «συνεταιρίζεσθαι» είχε αξία στην εποχή του γεννηθέντος το 1904 Μπαλτατζή και αντέχει σε νέα συσκευασία έως σήμερα, που κυριαρχούν οι πολυεθνικές;
Απάντηση: γιατί βασίστηκε στη συναίνεση και την κοινωνική ευθύνη. ∆εκαετίες προτού οι πολυεθνικές εταιρίες ανακαλύψουν το υποκριτικό πολλές φορές project της κοινωνικής ευθύνης, η «κεντρώα» ΣΕΚΕ βοηθούσε κάθε εργαζόμενό της όταν σπούδαζε το παιδί του στο πανεπιστήμιο ή όταν αντιμετώπιζε κάποιο οικογενειακό πρόβλημα. Είτε ήταν χριστιανός είτε ήταν μουσουλμάνος. Αδιακρίτως. Για αυτό, άλλωστε, στη Θράκη δεν αναπτύχθηκε στους καπνεργάτες το κομμουνιστικό κίνημα, όπως συνέβη στην Καβάλα. Ελέω Μπαλτατζή. Από ιδρύσεώς της, η ΣΕΚΕ λαμβάνει τις αποφάσεις της με ομοφωνία. Αυτό είναι το πνεύμα του Μπαλτατζή, στο γραφείο του οποίου έχει εγκατασταθεί ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής και τηρείται μέχρι σήμερα.
Ο ηγέτης του αγροτικού κόμματος έφυγε από τη ζωή το 1987, πριν από σαράντα χρόνια σχεδόν. Αλλά άφησε αποτύπωμα και αυτός. Γιατί ήταν ανθρώπινος και αυθεντικός. Ιδού, λοιπόν, η λεπτή νοητή γραμμή που ενώνει τις εποχές: η γνησιότης.
Όταν ολοκλήρωνα αυτό το σημείωμα το βράδυ της Κυριακής, η τηλεόραση ήταν ανοιχτή στη Βουλή που ψήφιζε τον Προϋπολογισμό. «Ρωτάτε να σας πω τα συναισθήματα μου;» «Αφού σας είναι πια γνωστό».