του Χρυσόστομου Τσιρίδη
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ: Ας αλλάξουμε κλίμα και διάθεση. Έρχονται Χριστούγεννα. Με τα όσα ζούμε και βλέπουμε στις μέρες μας, μόνο τα…φωτάκια και τα μελομακάρονα, ίσως δεν αρκούν.
Ο ΕΛΛΗΝΑΣ Ποιητής ΔΕΝ ενδιαφέρεται για φιλοσοφικές ΥΠΑΡΞΙΑΚΕΣ
Θεωρίες (δημιουργία νόημα ζωής, σκοπιμότητα, σώμα-ψυχή μεταθανάτια,
Παράδεισος, Κόλαση…κλπ), τύπου ΠΛΑΤΩΝΑ: Λ.χ Η Γήινη ζωή είναι
ΚΑΚΕΚΤΥΠΟ ενός ΠΡΟΤΥΠΟΥ, ΤΕΛΕΙΟΥ μεταφυσικού κόσμου.
.
Υπάρχει βεβαίως ΚΑΙ στον ΟΜΗΡΟ “Κάτω κόσμος”, χωρισμός σώματος-ψυχής,
τιμωρία, “επιβραβευση κλπ, όμως με μια άλλη αντίληψη…)
.
Για τον ΡΕΑΛΙΣΤΗ ΟΜΗΡΟ η ΓΗΙΝΗ ζωή είναι μια ΔΕΔΟΜΕΝΗ ΑΥΤΟΝΟΜΗ Αξία.
Κι αυτοί ακόμη οι Ομηρικοί “ΟΛΥΜΠΙΟΙ Θεοί” ζουν με όρους “ανθρώπινης φύσης”.
.
Πώς το πετυχαίνει αυτό ο ΙΔΙΟΦΥΗΣ Ποιητής:
.
Μετασχηματίζοντας (!!!), ΜΕ την ΙΛΙΑΔΑ και την ΟΔΥΣΣΕΙΑ, σε “ΤΡΟΠΟ ΣΚΕΨΗΣ”
και “ΕΥΧΗ-ΟΡΑΜΑ” ΕΙΡΗΝΗΣ, τον πιο ΔΙΑΣΗΜΟ
πόλεμο, τον ΤΡΩΙΚΟ, ο ΕΛΛΗΝΑΣ ποιητής μας δείχνει ότι…
.
…ΝΑΙ, Θεϊκό δώρο η ζωή, η κάθε ζωή που αντικρύζει “το άγιο ΦΩΣ του Ήλιου”,αλλά φθαρτό- πρόσκαιρο, με τον άνθρωπο να παλεύει
με τις αντιφάσεις του, τα ένστικτα, τα όριά του, τις ενοχές των Επιλογών του.
.
Τέλειες “αναμάρτητες=χωρίς λάθη” κοινωνίες δεν υπάρχουν.
(Ο άνθρωπος “αμάρτησε” ακόμη και μέσα στο ΠΑΡΑΔΕΙΣΙΟ περιβάλλον….!)
.
ΜΠΟΡΟΥΝ όμως να γίνουν καλύτερες, το όραμα του Ομήρου.
.
Με τους στίχους του Κ.ΠΑΛΑΜΑ, το πέρασμα στον χώρο της ΠΙΣΤΗΣ,
μέρες που είναι.
.
…. “πήρε την άσπρη ομηρική του Ολύμπου λαμπεράδα.
…..ειν’ εδώ κάπου μια ζωή, και είν’ άξια για να ζήσει”
.
Η ΓΕΝΝΗΣΗ, η ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ του ΧΡΙΣΤΟΥ, το γεγονός δηλαδή ότι
ο ίδιος ο ΘΕΟΣ πήρε το ντύμα, την ΓΗΙΝΗ φύση του ανθρώπου,”αίροντας τις αμαρτίες του”, είναι ίσως το ισχυρότερο τεκμήριο, για την ΑΥΤΑΞΙΑ (!) της Ζωής κατά πρώτο, τον διαρκή, δύσκολο μεν αλλά και τον “ΑΓΩΝΑ τον ΚΑΛΟ” για την βελτίωσή της.
.
Ο άνθρωπος είναι ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ να αποφασίσει αυτός το μέλλον του. “Όστις εθέλει….”.
.
Κατά συνέπεια η ΓΕΝΝΗΣΗ και η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ του Θεανθρώπου αποδείχνουν..
.
….την ανεκτίμητη ΑΞΙΑ της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, αλλά και της ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ,του ΚΑΘΕΝΟΣ μας, ΕΥΘΥΝΗΣ(!), να κάνουμε τον κόσμο μας “μικρό ή μέγα” (ΕΛΥΤΗΣ).