Ριζικές αλλαγές στον τρόπο υλοποίησης των «Εξοικονομώ» σχεδιάζει το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, φιλοδοξώντας να αντιμετωπίσει τα πολλά προβλήματα που έχουν ανακύψει σε όλους σχεδόν τους κύκλους του προγράμματος. Η μία αλλαγή αφορά τη διαχείριση και η άλλη στην απλοποίηση της διαδικασίας.
Από τον Βασίλη Παπακωνσταντόπουλο
Το ΥΠΕΝ εξετάζει το ενδεχόμενο τα επόμενα προγράμματα να «τρέξουν» με μία πιο συγκεντρωτική δομή, προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά τους. Συγκεκριμένα, η ηγεσία του υπουργείο μελετά την ανάθεση της διαχείρισης των προγραμμάτων σε εταιρίες ή κοινοπραξίες που θα επιλεγούν κατόπιν διαγωνισμού ή εναλλακτικά θα εγγραφούν σε σχετικό μητρώο, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις επάρκειας που θα τεθούν. Οι εταιρίες θα είναι υπεύθυνες για τη συγκέντρωση και την υποβολή των δικαιολογητικών, τις πιστοποιήσεις και την υλοποίηση των επιδοτούμενων παρεμβάσεων, όπως εξήγησε ο γενικός γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτού Πλούτου του ΥΠΕΝ Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, μιλώντας πρόσφατα σε συνέδριο για τις εξελίξεις στην αγορά ενέργειας.
Μέχρι σήμερα όλοι οι κύκλοι του «Εξοικονομώ» ακολουθούν το ίδιο μοντέλο. Δηλαδή, κάθε ιδιοκτήτης ξεχωριστά απευθύνεται σε μηχανικό, συγκεντρώνει τα δικαιολογητικά, υποβάλλει αίτηση, αγοράζει εξοπλισμό – υλικά και προχωρά στις παρεμβάσεις. Μοντέλο, όμως, που οδηγεί σε καθυστερήσεις, αλλά και σε υψηλότερα κόστη, καθώς είναι διαφορετικό το ποσό όταν αγοράζει κανείς μία αντλία θερμότητας και άλλο όταν προμηθεύεται 1.000 αντλίες. Στο υπουργείο εκτιμούν ότι με αυτόν τον τρόπο μεγάλο μέρος των ενισχύσεων που δίνονται σήμερα καταλήγει σε διαχειριστικά κόστη και τους ενδιάμεσους φορείς κ.λπ., ενώ, αν εφαρμοστεί μία πιο κεντρική διαχείριση, θα υπάρξουν οικονομίες κλίμακας και αποδοτικότερη διαχείριση των πόρων.
Κωλυσιεργία
Αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με το Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας του ΤΕΕ, έχουν προκληθεί σοβαρά προβλήματα ρευστότητας, τόσο στους μηχανικούς όσο και στους αναδόχους/προμηθευτές οι οποίοι συμμετέχουν στο «Εξοικονομώ 2021», καθώς εδώ και 2,5 έτη παρατηρείται μία αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των εκταμιεύσεων. Ως συνέπεια, οι επιχειρήσεις έχουν ήδη φορολογηθεί και αποδώσει τον σχετικό ΦΠΑ, ενώ και οι ωφελούμενοι έχουν προβεί στις απαραίτητες δαπάνες, χωρίς να τους έχουν καταβληθεί τα ποσά της επιδότησης.
Σημαντικές καθυστερήσεις παρατηρούνται και στις διαδικασίες αρχικής αξιολόγησης των φακέλων (κυρίως στο «Εξοικονομώ 2023, Α’ & Β ́ Κύκλου), γι’ αυτό κρίνεται απαραίτητη η διοικητή ενίσχυση της υποστήριξης του προγράμματος με κατάλληλο και έμπειρο προσωπικό, προκειμένου να περιοριστούν οι σχετικοί χρόνοι. Η διαδικασία ελέγχου των έργων που έχουν κλείσει από τους συμβούλους εξελίσσεται με πολύ αργό ρυθμό, φθάνοντας πολλές φορές τους 4-5 μήνες, και εκτός αυτού έχει παρατηρηθεί να ζητούνται πρόσθετα δικαιολογητικά, τα οποία είτε έχουν ήδη αναρτηθεί από πριν είτε δεν προβλέπονται καν στους οδηγούς του προγράμματος, προσθέτοντας περιττή γραφειοκρατία, σε μια διαδικασία που όφειλε να είναι πιο ευέλικτη.
Παράλληλα, απαιτείται άμεσα διευκρίνιση ως προς το πλήθος και κυρίως τα ακριβή δικαιολογητικά τα οποία απαιτούνται για την ολοκλήρωση των ελέγχων, καθότι παρατηρούνται φαινόμενα αναζήτησης δικαιολογητικών και παραστατικών a la carte. Ως συνέπεια των μεγάλων καθυστερήσεων ολοκλήρωσης των ελέγχων στους φακέλους καταγράφεται και αντίστοιχη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση εξόφλησης των έργων με το υπολειπόμενο 30%. Ναι μεν οι υψηλές προκαταβολές που προβλέφθηκαν στον σχεδιασμό του προγράμματος λειτούργησαν θετικά στην εκκίνηση της διαδικασίας των κατασκευών, αλλά πλέον η «στάση» πληρωμών λειτουργεί εξαιρετικά ανασταλτικά προς όλους τους παραγωγικούς συντελεστές των έργων, στερώντας σημαντική ρευστότητα από την αγορά.
Η διαδικασία ολοκλήρωσης των τελικών ελέγχων οφείλει να πραγματοποιείται με μεγαλύτερη ταχύτητα, καθότι σημειώνονται ήδη σημαντικά προβλήματα ρευστότητας στους αναδόχους. «Το μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ της αρχικής αίτησης ένταξης στο
πρόγραμμα και της ολοκλήρωσης των εργασιών από τους αναδόχους λειτουργεί αποθαρρυντικά τόσο προς τους πολίτες να ενταχθούν στα προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας, καθόσον τα έχουν ταυτίσει με υψηλή γραφειοκρατία και καθυστερήσεις, όσο και προς τους μηχανικούς – συμβούλους των έργων, οι οποίοι εμφανίζονται εκτεθειμένοι προς τους ωφελούμενους πελάτες τους αλλά και τους προμηθευτές, γινόμενοι δέκτες
παραπόνων για καθυστερήσεις που δεν οφείλονται σε αυτούς», υποστηρίζει το Τμήμα
Κεντρικής Μακεδονίας του ΤΕΕ.
Μειώνονται τα δικαιολογητικά, διευρύνονται τα κριτήρια
Στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας φαίνεται ότι έχουν πάρει το μήνυμα, καθώς η δεύτερη σημαντική κυοφορούμενη αλλαγή αφορά την κατάργηση σειράς δικαιολογητικών, με στόχο την απλούστευση και την επιτάχυνση των διαδικασιών. Ηδη μία πρώτη παρέμβαση έγινε στον έλεγχο των αιτήσεων του «Εξοικονομώ 2021» μέσα από την τροποποίηση του οδηγού του προγράμματος, που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες, απλοποιώντας αρκετά από τα σημεία που αφορούν την ελεγκτική διαδικασία. Στη νέα τροποποίηση έχουν ενταχθεί αλλαγές όπως η δυνατότητα υποβολής ένστασης από τους συμβούλους έργου (και όχι αποκλειστικά από τους ωφελουμένους, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα), η διάρκεια υλοποίησης εργασιών, οι παρατάσεις προθεσμιών κ.λπ.
Ο νέος κύκλος του «Εξοικονομώ» θα προκηρυχθεί χωρίς εισοδηματικά κριτήρια, με
μοριοδότηση για τα ευάλωτα νοικοκυριά και υιοθέτηση του συστήματος των
βαθμοημερών. «Τα επιτυχημένα χρηματοδοτικά προγράμματα βελτίωσης της ενεργειακής
αποδοτικότητας των κτιρίων κατοικίας θα συνεχιστούν απρόσκοπτα, ενώ θα
τροποποιηθούν κατάλληλα, ώστε να στοχεύσουν αποτελεσματικότερα στην υποστήριξη
των οικονομικά ευπαθών και ενεργειακά ευάλωτων νοικοκυριών. Εμφαση δίνεται στην
προσαρμογή και τη βελτίωση του υφιστάμενου χρηματοδοτικού μοντέλου, αποσκοπώντας
στην αύξηση των υφιστάμενων επιπέδων μόχλευσης από τους ωφελουμένους. Ταυτόχρονα
θα διερευνηθεί η δυνατότητα βελτίωσης του πλαισίου των υφιστάμενων φοροαπαλλαγών
στα νοικοκυριά, με σκοπό την επιτάχυνση των απαιτούμενων επεμβάσεων ενεργειακής
ανακαίνισης με εναλλακτικούς τρόπους χρηματοδότησης» αναφέρει χαρακτηριστικά το
νέο ΕΣΕΚ, δίνοντας το στίγμα των επόμενων κύκλων του «Εξοικονομώ».
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του ΥΠΕ, από το 2025 μέχρι και το τέλος της δεκαετίας θα
«τρέχει» κάθε χρόνο ένα πρόγραμμα «Εξοικονομώ», με στόχο να καλύπτονται 68.000 ανακαινίσεις οικιστικών κτιρίων ετησίως. Την περίοδο 2031-2040 ο ετήσιος ρυθμός ανακαίνισης θα μειωθεί σε 64.000 ανακαινίσεις, ενώ σημαντική αύξηση αναμένεται να
επιτευχθεί την περίοδο 2041-2050, με 83.000 ενεργειακές αναβαθμίσεις, προκειμένου να επιτευχθεί η απανθρακοποίηση του οικιακού τομέα.