Ο σκύλος στην αρχαία Ελλάδα ήταν σύμβολο αιώνιας πίστης και αφοσίωσης είχε σεβαστή θέση στην καθημερινή ζωή των προγόνων μας και υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού μας.
Σύμφωνα με το Σωκράτη, ο σκύλος είναι ένας «αληθινός φιλόσοφος».
Ο σκύλος τότε, όπως και σήμερα, χρησίμευε για τσοπανόσκυλο (ποιμενικός κύων), φύλακας (πυλωρός, θυρωρός, οικουρός ή δέσμιος κύων όταν ο φύλακας σκύλος ήταν δεμένος), κυνηγόσκυλο (θηρευτικός, αγρευτικός κύων) δίπλα στον Έλληνα κυνηγό. Αλλά και η ίδια η λέξη «κυνηγός» προέρχεται από την παρουσία του: Κυναγός > Κυνηγός = ο άγων τον κύνα, αυτός που οδηγεί το σκύλο).
Ο Χρυσέος και ο Αργυραίος ήταν δύο σκυλιά που ήταν φτιαγμένα από χρυσό και ασήμι για να είναι οι φύλακες του παλατιού του Αλκίνοου, του Βασιλιά των Φαιάκων.
Ο μύθος λέει πως οι Θεοί ήταν ιδιαίτερα ευχαριστημένοι με τον βασιλιά Αλκίνοο και μέσω της τέχνης του Ηφαίστου του χάρισαν χρυσούς και ασημένιους αθάνατους και πανίσχυρους μηχανικούς σκύλους για την προστασία του παλατιού του.
Όμηρος, Οδύσσεια 7. 87
“Οι χρυσές πόρτες έκλεισαν στο παλάτι [παλάτι του Αλκίνοου Βασιλιά των Φαιάκων] και οι ασημένιοι στύλοι ανέβηκαν πάνω από το κατώφλι.Το υπέρθυρο ήταν από ασήμι, το χερούλι της πόρτας από χρυσό.Κάθε πλευρά της πόρτας είχε χρυσούς και ασημένιους σκύλους φύλακες αθάνατοι για πάντα και αγέραστοι,ο Ήφαιστος τους έφτιαξε να είναι έξυπνοι και πανουργοί φύλακες για το μεγάλο σπίτι”.