Ο Παρμενίδης ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., σε ένα περιβάλλον επηρεασμένο από τις απόψεις του Πυθαγόρα και του Ξενοφάνη. Θεωρείται η πλέον πρωτότυπη μορφή της προσωκρατικής σκέψης. Σε αντίθεση με τους Ίωνες φυσιολόγους δεν αναζητά την ενότητα του κόσμου σε μια φυσική ουσία, αλλά στην ίδια την «οντότητα» των πραγμάτων που μας περιβάλλουν, στο είναι όλων των όντων και όλων των πραγμάτων.
Η φιλοσοφία του: Προοίμιο-Αλήθεια
Ο Παρμενίδης εκθέτει τη φιλοσοφία του σε έμμετρο λόγο (δακτυλικό εξάμετρο), επιθυμώντας πιθανώς να την παρουσιάσει ως αποτέλεσμα θείας αποκάλυψης. Στο προίμιο του ποιήματoς περιγράφεται το ταξίδι του ποιητή πάνω σε άρμα, καθοδηγούμενο από κόρες του ΄Ηλιου σε μια ανώνυμη θεά. Ακολουθεί η Αλήθεια, στην οποία μιλά η θεά επιχειρώντας μια προσέγγιση της καρδιάς της αλήθειας.
«αλλά ωστόσο θα μάθεις και τούτο, πως τα δοκούντα θα έπρεπε να είναι απολύτως δεκτά, όλα δεκτά στο σύνολό τους ως όντα».
Παρουσιάζοντας τα φαινόμενα ως όντα, εισάγεται στο ποίημα το είναι και γεννιέται εκείνος ο κλάδος της φιλοσοφίας που ονομάζεται Οντολογία, δηλαδή λόγος περί του όντος, περί του είναι. Σε αντίθεση με τους Ίωνες ο Παρμενίδης δεν ρωτά για το τι των όντων, αλλά στρέφει την προσοχή μας στο είναι.
Σε ένα άλλο απόσπασμα αντιδιαστέλλει το είναι, την ύπαρξη των όντων με το μηδέν και το απορρίπτει, μη αποδεχόμενος τη σύλληψη του απόλυτου μηδενός ως αντίθετου στο είναι. Παρόλο που αναφέρει αρχικά τις δύο οδούς του είναι και του μηδενός ως τις μόνες που μπορούν να νοηθούν, σπεύδει να υπογραμμίσει ότι η οδός του «είναι» είναι η μόνη αληθινή και ότι μόνον το είναι μπορεί να αποτελέσει αυθεντικό αντικείμενο της νόησης. Η νόηση εδώ δεν εξαρτάται βέβαια από τις αισθήσεις, αλλά διεισδύει στη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων.
Άσχετα από τη μεταβολή των εξωτερικών πραγμάτων το είναι, που αφορά αδιακρίτως κάθε ον, αποτελεί το μοναδικό αντικείμενο της Αλήθειας, η οποία δεν αρνείται τον Κόσμο και την πολλαπλότητα, την κίνηση και την πολυμορφία, αλλά υπογραμμίζει την ενότητα και συνέχεια που τον διέπει, αν φυσικά τον δούμε γεμάτο από το είναι.
Οι Δόξες των Ανθρώπων
Στο δεύτερο τμήμα του ποιητικού του έργου, η θεά επικρίνει τους ανθρώπους που διχοτομούν τον κόσμο επηρεασμένοι από τις αισθήσεις τους, κατατάσσοντας τα όντα στις δύο αλληλοαποκλειόμενες και αντίθετες μορφές του φωτός και της νύχτας.
Κατόπιν η θεά παραθέτει τη γένεση και την παρούσα κατάσταση του κόσμου, όπως προκύπτει από την ανάμειξη του φωτός και της νύκτας, παραθέτοντας ουσιαστικά την κοσμογονία και την κοσμολογία του φιλόσοφου. Έχουμε, λοιπόν, για πρώτη φορά την ανάπτυξη ενός δυιστικού φιλοσοφικού συστήματος, αντίθετου με το μονιστικό Ιωνικό σύστημα της μίας αρχής του κόσμου.
Ο Παρμενίδης χρησιμοποιεί δύο ισότιμες αρχές-μορφές, που με τη συνεργασία τους και την ανάμειξή τους δημιουργούν τον κόσμο και τον διέπουν. Σύμφωνα όμως με το μνημειώδες έργο του Taylor όπου αναλύεται διεξοδικά η Ελεατική φιλοσοφία του Παρμενίδη, αυτός θεωρείται μονιστής, αφού το “Είναι” μόνο υπάρχει ενώ το μη είναι ευρίσκεται στην απόλυτη ανυπαρξία και ως εκ τούτου δεν υπάρχει.
Για τον Παρμενίδη, λοιπόν, αυτός ο ιδιόρυθμος μονισμός αποτελεί μείζον σημείο της φιλοσοφίας του, αφού αυτός ουσιαστικά αναιρεί κάθε πιθανότητα αλλαγής του κόσμου. Πώς θα ήταν (κατά τον Παρμενίδη) δυνατόν να υπάρξει μεταβολή από το “Είναι” στο τίποτα; Άρα καμμία αλλαγή δεν υπάρχει.
Επιδράσεις
Ο μονισμός της Αλήθειας και ο δυισμός της Δόξας δε βρίσκονται σε αντίθεση, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται και συνδέονται στενά. Η Αλήθεια ασχολείται με το αμετάβλητο είναι, ενώ η Δόξα με το κοσμικό γίγνεσθαι. Ανάμεσα στα δύο τμήματα το τμήμα της Αλήθειας ήταν εκείνο που επηρέασε την εξέλιξη της ελληνικής φιλοσοφίας περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο προσωκρατικό κείμενο.
Η επίδρασή του είναι εμφανής τόσο στους μεταγενέστερους προσωκρατικούς όσο και στο έργο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη Στον διάλογο “Παρμενίδης” του Πλάτωνα, που γράφτηκε σχεδόν ταυτόχρονα με τον διάλογο “Θεαίτητος”, ο Πλάτων παρουσιάζει ένα διανοητικό “παιχνίδι” αντιπαράθεσης ανάμεσα στον νεαρό και άπειρο ακόμη στην τυπική λογική, Σωκράτη , και τους εκπροσώπους της Ελεατικής σχολής, δηλαδή τον μεγάλο Παρμενίδη και τον μαθητή του Ζήνωνα.
Ο Ζήνων, ήταν και είναι γνωστός από την ικανότητά του να εκμαιεύει παράδοξα από εσωτερικά συνεπείς θεωρίες. Στον διάλογο “Παρμενίδης” ο νεαρός Σωκράτης παρουσιάζει την θεωρία του των “Ιδεών” και της “Μέθεξης” των Ιδεών με τον αισθητό κόσμο.
Οι Ελεάτες Παρμενίδης και Ζήνων, άριστοι τεχνικοί γνώστες της λογικής παραγωγής από προκείμενες, προσπαθούν να εκμηδενίσουν τη θεωρία του Σωκράτη, αλλά κυρίως αντιτίθενται στην “Μέθεξη” των Ιδεών με τον αισθητό κόσμο και λιγότερο σε αυτή καθ’ εαυτή την έννοια των Ιδεών. Εντυπωσιάζονται όμως από την διανοητική δύναμη του Σωκράτη και από την ικανότητά του να συλλάβει μια θεωρία όπως αυτή.
Για τους Ελεάτες, όμως, η μέθεξις αισθητών αντικειμένων και του κόσμου των Ιδεών απέδιδε ύπαρξη, έστω και υποβαθμισμένη, στον υλικό κόσμο, μέσω της αλληλεπίδρασης και της συμμετοχής σε αυτόν του κόσμου των Ιδεών. Αυτό ήταν αντίθετο με την “όλονή ουδέν” διδασκαλία της Ελεατικής σχολής αλλά και έδινε λύση στο θέμα της επικοινωνίας του κόσμου των Ιδεών και της Θεϊκής υπόστασης με τον αισθητό και φθαρτό κόσμο των θνητών.
Η “Μέθεξις” γινόταν το όχημα μιας πολύ ολοκληρωμένης “αντίπαλης” Θεωρίας. Ο Ζήνων, δείχνει στον Σωκράτη ότι η θεωρία του παράγει παράδοξα και αντιφάσεις. Όμως, στο δεύτερο μέρος του διαλόγου όπου ο Πλάτων βάζει τους Ελεάτες να εξετάσουν με τα ίδια κριτήρια και τη δική τους μονιστική θεωρία, φαίνεται ότι και εδώ, παραβιάζεται η αρχή της μη αντίφασης. Η κατάληξη είναι προφανής για τον Πλάτωνα, 2500 χρόνια πριν τον Godel: ακόμα και άριστα δομημένα και εσωτερικά συνεπή συστήματα αδυνατούν να δικαιολογήσουν συνεπώς κάθε τους πτυχή: εμπίπτουν σε αντιφάσεις.
Βιβλιογραφία:
Παρμενίδης ο Ελεάτης, Περί φύσιος. Πρόλογος – Εισαγωγή – Μετάφραση – Σχόλια Γεώργιος Καραγιάννης. εκδ. “Ζήτρος”, Θεσσαλονίκη 2003, ISBN 960-8437-06-7 Κελεσίδου, Άννα, Παρμενίδου Περί φύσεως. εκδ. “Ευνομία”, Αθήνα 1999. ώστας Π. Μιχαηλίδης, «Αλήθεια και δόξα: η Παρμενιδική διαλεκτική», Στασίνος, Β’ 1964-1965 (1965), 135-145. Κώστας Π. Μιχαηλίδης, «Παρμενίδης: το νοείν και το είναι», Εποπτεία 5 (Νοέμβριος 1976), 8-12. Κώστας Π. Μιχαηλίδης, «Εύκυκλη αλήθεια και πλανερή δόξα: γ’ το παρμενίδειο εόν», Η Καθημερινή (7 Ιανουαρίου 1990), 20, 25. Θανασάς, Παναγιώτης, Ο πρώτος “δεύτερος πλους”. Είναι και Κόσμος στο ποίημα του Παρμενίδη. εκδ. “Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης”, Ηράκλειο 1998, ISBN 960-524-058-0 Windelband W. – Heimsoeth H., Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, Τομ. Α΄, Μ.Ι.Ε.Τ. (Αθήνα 2001 δ΄), ISBN 960-250-051-4. Καλογεράκος Ι. – Θανασάς Π. “Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι”, στο Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη από την Αρχαιότητα έως τον 20ο αιώνα, Ε.Α.Π., (Πάτρα, 2000), ISBN 960-538-290-3. Μαυράκης Νίκος, Ανατολικές επιρροές στην ελληνική σκέψη και τον δυτικό πολιτισμό. Σοκόλης, (Αθήνα 2016), σσ. 324-338, ISBN 978-618-5139-32-2 Νικολίτσα Γεωργοπούλου, Η φιλοσοφική κατανόηση του θείου στην Ελλάδα. Από τον Όμηρο ως το Διαφωτισμό, Αθήνα 1985. Άννα Κελεσίδου-Γαλανού, «Λέγειν-ειδέναι στους Ξενοφάνη και Παρμενίδη». Φιλοσοφία 15-16 (1985-86), 172-184. Gigon, Olof, «Στοχασμοί πάνω στον Ηράκλειτο και τον Παρμενίδη», Μετάφρ. Λίλα Σκάμη, Εποπτεία 54 (1981), 99-107 Frère, Jean, «Ο Παρμενίδης στοχαστής του κόσμου». Μετάφρ. Στέλλα Νικολούδη. Δευκαλίων 33/34 (1981), 87-96. Τζαβάρας, Γιάννης, Το ποίημα του Παρμενίδη. εκδ. “Δόμος”, Αθήνα 1980. G. S. Kirk / J. E. Raven / Malcolm Schofield, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, Μετάφραση Δημοσθένη Κούρτοβικ, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα, Αθήνα 1988, 2006 (4η εκδοση), σελ.246-270. Νεχαμάς, Αλέξανδρος, «Οι τρεις ‘οδοί διζήσιος’ του Παρμενίδη». Μετάφρ. Παύλος Καλλιγάς. Δευκαλίων 33/34 (1981), 113-129. A.E Taylor, Πλάτων : ο άνθρωπος και το έργο του. Μετάφρ. Ιορδάνης Αρζόγλου. Παρμενίδης, σελ 401-419. Εκδ. ΜΙΕΤ Αθήνα 2014. Diès, A. “Platon, Parmenides”, vi-xix, σελ. 1-53 (Παρίσι 1923).
Πηγή: elhalflashbacks, el.wikipedia