Να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για την ανησυχία που προκάλεσαν οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης για τα εργασιακά επιχείρησε χθες η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως. Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση -για πολλοστή φορά- ερμηνεύει κατά το δοκούν Κοινοτική Οδηγία, με στόχο να νομοθετήσει επώδυνες παρεμβάσεις. Συγκεκριμένα, η οδηγία υποχρεώνει τα κράτη-μέλη να λάβουν μέτρα ώστε τουλάχιστον το 80% των εργαζομένων να καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ενώ το ποσοστό σήμερα στην Ελλάδα μετά βίας φτάνει το 25%.
Επ’ αυτού η κυβέρνηση της Ν.Δ. κάνει… καθυστερήσεις, καθώς το μόνο που ανακοινώθηκε είναι ότι ΘΑ συσταθεί μία επιτροπή που ΘΑ εξετάσει το θέμα. Αντιθέτως, εμφανίστηκε αποφασισμένη να αφαιρέσει οποιαδήποτε δυνατότητα διαπραγμάτευσης είχαν οι κοινωνικοί εταίροι σε ό,τι αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού, που πλέον θα διαμορφώνεται μέσω ενός αυτόματου μαθηματικού τύπου.
Χθες η υπουργός στην ΕΡΤ προσπάθησε να αυτοδιαψευστεί, υποστηρίζοντας ότι «η μεγάλη εικόνα είναι το πώς θα προστατεύσουμε τους εργαζομένους», λέγοντας ότι προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι η ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων: «Θέτουμε ως προτεραιότητα το πώς θα ενισχύσουμε περαιτέρω τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και μάλιστα η ευρωπαϊκή οδηγία την οποία ενσωματώνουμε τώρα μας δίνει έναν οδικό χάρτη ενός έτους για να κάτσουμε κάτω με όλους τους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους και να συζητήσουμε από κοινού, να διαμορφώσουμε από κοινού παρεμβάσεις. (…) Εχουμε ένα χαμηλό ποσοστό κάλυψης γενικώς και μπορεί το θεσμικό πλαίσιο να έχει τρόπους να το ενισχύσει αυτό και αυτό θέλω να επιδιώξουμε, αυτό θέλω να διερευνήσουμε από κοινού – πώς μπορεί η Πολιτεία να βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά σίγουρα χρειάζεται και μια αλλαγή νοοτροπίας, όπως για παράδειγμα αυτή έχει εκδηλωθεί με εξαιρετικό τρόπο σε τουρισμό και στην εστίαση».
Στην πραγματικότητα, θα αρκούσε στην κυβέρνηση να καταργήσει τις επώδυνες διατάξεις που πέρασε μέσω τροπολογίας στη Βουλή τον Αύγουστο του 2019, μόλις έναν μήνα μετά την ανάληψη των ηνίων της χώρας. Οι διατάξεις αυτές αφαιρούν τα ελάχιστα εργαλεία διαπραγμάτευσης που έχουν στα χέρια τους τα σωματεία και οι ομοσπονδίες, όπως η μονομερής προσφυγή στον ΟΜΕΔ, ώστε να υποχρεωθούν οι εργοδοτικές οργανώσεις να συνάψουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Και τα αποτελέσματα φάνηκαν ξεκάθαρα την τελευταία 5ετία, όταν από 25 κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας εν ισχύ το 2019, φτάσαμε σήμερα αυτές να είναι μετά βίας 10.