«Οι Κάβειροι μας αντικρίζουν γεμάτοι έλεος αυτοί όμως ποτέ δεν είναι ολοκληρωμένοι. Οι ασυγκράτητοι πάντα θέλουν περισσότερο με λαχτάρα πεινασμένου ποθούν το Ανέφικτο. Είναι θεοί ! Αλλά εξαιρετικά περίεργοι, συνεχώς αλλάζουν μορφές χωρίς ποτέ να ξέρεις τι είναι..»
(Κάβειροι), Πράξη II, Σκηνή V. Απόσπασμα από το έργο του Goethe «Faust»
Στα Καβείρια μυστήρια έχω αναφερθεί αρκετές φορές τόσο λόγω της σχέσης μου με το νησί της Λήμνου, όσο και διότι προσωπικά θεωρώ πως οι μυσταγωγικές και μυθαγωγικές τελετές των Καβειρίων προηγούνται όλων των υπολοίπων, καθώς το πρώτο στοιχείο πολιτισμού του ανθρώπου σχετίζεται με τον έλεγχο της φωτιάς, ενώ έπεται η καλλιέργεια της Γης.
Στις αρχαίες πηγές υπάρχουν αρκετές εκδοχές σχετικά με την προέλευση τους. Επικρατέστερη εκδοχή είναι ότι οι Κάβειροι είναι μια ομάδα χθονίων Θεοτήτων Θρακο πελασγικής προέλευσης, οι οποίοι ήταν μικρόσωμοι φαλλικοί δαίμονες, παιδιά του Ηφαίστου (στη Λήμνο τους ονόμαζαν Καρκίνους), θεού της φωτιάς και των τεχνών, και φαίνεται πως σε πρώιμο τουλάχιστον στάδιο σχετίζονται με την Μεγάλη Μητέρα, τη μητέρα Γη.
Γενικά αποφεύγονταν η χρήση των ονομάτων των Καβείρων και ονομαζόταν γενικά Μεγάλοι Θεοί. Στις επιγραφές που έχουν βρεθεί στις ανασκαφές ονομάζονται πάντοτε ως «Μεγάλοι Θεοί ή Άνακτες».
Δεν θα αναφέρω το πόσοι και ποιοι μπορεί να ήταν οι Κάβειροι, καθώς όπως φαίνεται ο αριθμός τους άλλαζε συν το χρόνω, σχετίζονται όμως αρχικά όπως φαίνεται με τον Ήφαιστο την φωτιά, την σιδηρουργία, την βλάστηση, την αμπελουργία, και την θάλασσα, καθώς ήταν προστάτες των ναυτικών.
Αργότερα αρκετές θεότητες συνδέθηκαν με τη Καβείρια λατρεία, πληροφορίες για αυτές αντλούμε κυρίως από επιγραφές αλλά όχι μόνο. Σε κάποιες από αυτές εμφανίζονται θεότητες μαζί με την Μεγάλη Μήτηρ, ο Ερμής, αλλά και η Περσεφόνη ή Εκάτη ως δαδούχες. Εντούτοις έχει διαπιστωθεί, εύστοχα, πως αυτό το σχήμα, ενώ ανασκαφικά απαντά σε διάφορα μέρη, δεν εντοπίσθηκε στην ίδια την Σαμοθράκη.
Μια αρκετά παραποιημένη χρονικά εικόνα μας έχει δώσει μια μολύβδινη πινακίδα από την Αντιόχεια, η οποία εμπεριέχει επιγραφή κατάδεσμου των τελών του 5ου ή των αρχών του 6ου μ.Χ αιώνα. Εκεί στην επίκληση η οποία αρχίζει με αναφορά σε ονόματα των Καβείρων, τα οποία διέσωσε ο Μνασεύς και ο Διονυσόδωρος, αναφέρονται οι Ζευς, Πλούτων, ένας Διόσκουρος, η Ρέα, Δήμητρα, Περσεφόνη, Διόνυσος, οι Κορυβάντες και η Εκάτη. Είναι φανερό πως πλέον ο αρχικός τους χαρακτήρας έχει χάσει την αυθεντικότητα του.
Οι επιφανέστεροι των Ελλήνων λέγεται ότι είχαν μυηθεί στα Καβείρια μυστήρια, όπως λ.χ οι Αργονάυτες, ο Αγαμέμνων, ο Οδύσσειας, ο Πυθαγόρας ο Βασιλιάς Φίλιππος (όπου γνώρισε την Ολυμπιάδα την μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η οποία ήταν ιέρεια των Καβείρων). Ο μέγας Αλέξανδρος, κ.λ.π
Ο Γκαίτε στο έργο του «Φάουστ», παρουσιάζει τους ήρωες του στην πράξη Κάβειροι, να ξεκινούν το ταξίδι τους για το νησί της Σαμοθράκης, και στο δρόμο τους ρωτούν πρώτα τον Πρωτέα και μετά τον Νηρέα.
Οι συμβουλές απομένουν όμως χωρίς επιτυχία, μέχρι να δουν τις Νεράιδες, που φέρνουν σε συνοδεία τους Καβείρους στη Σαμοθράκη: πρόκειται για τρεις Θεούς-ο τρίτος ξέμεινε πίσω- αμφίβολης ταυτότητας: «δεν ξέρουν οι ίδιοι ποιοι είναι ακριβώς».
Ο Γκαίτε τους παρουσιάζει σαν σκεύη που εκφράζουν την ορμή του «αέναου Γίγνεσθαι», δηλαδή τόσο την δημιουργία του ανθρώπου, όσο και τον έλεγχο του ρυθμού της Φύσης. Στις μυσταγωγικές τελετές της Σαμοθράκης υπήρχαν δρώμενα περί της δημιουργίας των ανθρώπων, καθώς η λατρεία των μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης ήταν στενά συνδεδεμένοι με την σεξουαλικότητα, τόσο με την στενή έννοια της σεξουαλικής πράξης, όσο και με την ευρεία, δηλαδή, με το ερώτημα, πώς δημιουργούνται οι άνθρωποι, και πολύ περισσότερο με το πώς εκείνοι γίνονται αυτό που πραγματικά «είναι».
Στη Λήμνο πίστευαν ότι ο πρώτος άνθρωπος της γης υπήρξε ο Κάβειρος, τον οποίο γέννησε η Λήμνος με μυστικές ιερές τελετές. Οι Τελετές στη Σαμοθράκη γιόρταζαν την ίαση σαν μια νέα Γέννηση, και ο Μυημένος ήταν από εκείνη τη στιγμή ένα παιδί του Διός. Η μύηση πρόσφερε μια γενική βελτίωση της ποιότητας της ζωής του μυημένου: οι μυημένοι, κατά τον Διόδωρο «..ήταν περισσότερο συνετοί και περισσότερο δίκαιοι και γενικά σε όλα καλύτεροι από πριν».
Διόδωρος Σίκουλος, Diodori biblioteca histirica, 5.48.2-6]
Σύμφωνα με τον Γκαίτε η αποκάλυψη περί της Δημιουργίας του ανθρώπου βρίσκεται στην Θάλασσα, σε μία σκηνή, στην αρχή της οποίας οι Σειρήνες τονίζουν την σπουδαιότητα του νερού ως στοιχείου της φύσης:
«Χωρίς Νερό δεν υπάρχει καμία Θεραπεία».
Και είναι γεγονός πως οι Κάβειροι ήταν και προστάτες των Ναυτικών. Αργοναύτες, στο ταξίδι τους από τη Θεσσαλία στην Κολχίδα μέσω των στενών, αποβιβάστηκαν στη Σαμοθράκη και μυήθηκαν στα μυστήρια των μεγάλων Θεών, «για να ταξιδέψουν στη τρομερή θάλασσα με μεγαλύτερη ασφάλεια», σύμφωνα με το κείμενο του Απολλώνιου Ρόδιου. Ο Απολλώνιος επίσης υποδηλώνει ότι η τελετή γινόταν τη νύχτα, υπό το φως λαμπάδων. Τα Καβείρια σχετίζονται ως γνωστό εξάλλου με το ιερό Απολλώνιο φως της Δήλου.
Σύμφωνα με τον εκ Λήμνου σοφιστή Φλάβιο Φιλόστρατο (170-244 μ.Χ.), στις Καβειριακές τελετές της Λήμνου, έσβηναν όλες τις φωτιές στο νησί της Λήμνου, και άπαντες ανέμεναν το πλοίο που είχε πλεύσει στη Δήλο, στο νησί του φωτοδότη θεού Απόλλωνα, για να φέρει το καινούργιο φως. Μέχρι που να επιστρέψει το πλοίο, η ζωή στο νησί ακολουθούσε μάλλον αφύσικους ρυθμούς: Δε γινόταν οι θυσίες προς τους θεούς, δε ζύμωναν ψωμί, δε μαγείρευαν φαγητό και η οικογένεια δεν καθόταν μαζεμένη στο τραπέζι.
Επικαλούνταν τους χθόνιους και απόρρητους θεούς. Η άφιξη του πλοίου με το ιερό φως που συμβόλιζε την καινούργια, εξαγνισμένη ζωή ήταν μέρα γιορτής. Ιερείς και μύστες υποδεχόταν το πλοίο στην ακτή κάτω από το Καβείριο εκεί όπου λέγεται πως βρίσκεται η σπηλιά του μυθικού ήρωα Φιλοκτήτη στην Λήμνο ψάλλοντας επικλήσεις και δεήσεις για μια ζωή ανανεωμένη. Μοίραζαν το φως σε όλα τα σπίτια του νησιού και βεβαίως και στα εργαστήρια των μεταλλουργών.
Για τους αρχαίους Έλληνες λόγω της τοπογραφίας της Ελλάδος, το ταξίδι στη Θάλασσα αποτελούσε μια εμπειρία που είχε σκοπό την διαμόρφωση χαρακτήρων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το ταξίδι του Οδυσσέα στην Οδύσσεια. Η θάλασσα έδωσε την ευκαιρία στους Έλληνες να γνωρίσουν άλλους πολιτισμούς, για αυτό τον λόγο και οι μεγαλύτεροι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι ταξίδεψαν σε άλλους σύγχρονους προς αυτούς πολιτισμούς όπου απέκτησαν πολύτιμες γνώσεις και μυήθηκαν στα κατά τόπους μυστήρια. Θαλής, Πυθαγόρας, Σόλωνας, Πλάτων, κ.λ.π .
Το Νερό και η θάλασσα είναι μέσα κάθαρσης και εξυγίανσης, από την θεραπεία στα Ασκληπιεία, έως την δεύτερη ημέρα των Ελευσινίων μυστηρίων η οποία ονομαζόταν «έλασις» από την προτροπή του Κήρυκα «’Αλα δε μύσται – μύστες στη θάλασσα». Ήταν η ημέρα που οι υποψήφιοι μύστες κατευθύνονταν στην θάλασσα προς το Φάληρο όπου έκαναν καθαρτήριο λουτρό εξαγνισμού μαζί με το χοιρίδιο που προόριζαν για θυσία στην Θεά.
Το νερό όμως και πιο συγκεκριμένα η θάλασσα δεν έχει όμως μόνο ευεργετικές ιδιότητες, μπορεί να είναι καταστροφική, μπορεί να αφανίσει τον οποιοδήποτε ο Ποσειδώνας εξάλλου φημιζόταν για τον ευέξαπτο και άστατο χαρακτήρα του, για αυτό τον λόγο και ήταν παράλληλα και θεός των σεισμών. Για αυτό τον λόγο όποιος πλέει στο βασίλειο που αυτός διαφεντεύει χρειάζεται την προστασία των Μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης, ώστε το ταξίδι στη Θάλασσα να έχει καλή έκβαση.
Έτσι λοιπόν δεν είναι καθόλου παράξενο το ότι μερικές έρευνες υιοθετούν την υπόθεση, ότι οι Καβειριακες Θεότητες είναι συγγενικές Θεότητες οι οποίες – αν και παρουσιάζονται διαφορετικά σε κάθε Κουλτούρα- πρόσφεραν την προστασία τους στις ανεξέλεγκτες φυσικές δυνάμεις ή καταστροφές,. Υπό μιαν ευρεία έννοια προσφέρουν οι Θεότητες της Σαμοθράκης μια προστασία απέναντι στα ναυάγια της Ζωής, αν κάποιος θέλει να παραμείνει πιστός στην μεταφορά της Ζωής, ως ταξίδι στη Θάλασσα.
Οι Κάβειροι είναι οι Προστάτες στο ταξίδι της Ζωής, καθόσον βεβαίως ο καθένας από μας απευθύνεται σε αυτούς. Αυτό συμβαίνει μόνο ένα κατάφερνε ο μύστης να τις δυνάμεις του με την Μεγάλη Μητέρα, ώστε να είναι αυτές δημιουργικές και όχι καταστροφικές, και για να μπορέσει τέλος η εσωτερική παρόρμηση να αποκτήσει μια ολοκληρωμένη Μορφή.
Διασώζεται από τον Κικέρωνα ένα χαρακτηριστικό ανέκδοτο από την αρχαιότητα («Περί της φύσης των θεών» Cicero, De Natura Deorum, iii 89), που αφορά την προστατευτική ιδιότητα των Καβείρων στους ναυτικούς. Σε αυτή την αναφορά ο Διαγόρας της Μήλου Έλληνας ποιητής και σοφιστής του 5ου αιώνα π.Χ., περιβόητος αθεϊστής, επισκεπτόμενος τη Σαμοθράκη, βρέθηκε αντιμέτωπος με το πλήθος των αναθηματικών πινακίδων στο ιερό, ευχαριστήρια τεκμήρια, στημένα από εκείνους που είχαν διασωθεί από τους κινδύνους της ναυσιπλοΐας από τους Μεγάλους Θεούς. Ο αθεϊστής ρωτήθηκε αν αυτό δεν ήταν μια απόδειξη της δύναμης των Θεών. Ο Διαγόρας αντέστρεψε το επιχείρημα:
«Θα ήταν πολύ περισσότερα αυτά, αν εκείνοι που είχαν καταποντισθεί είχαν την ευκαιρία να κάνουν αφιερώσεις».
Η χρονολογία θα ήταν γύρω στο 430 π.χ – αν πράγματι πήρε μέρος ο Διαγόρας· το ανέκδοτο αποδίδεται και στο Διογένη τον Κυνικό. Το ανέκδοτο αντιμετωπίζει ένα γενικό πρόβλημα θρησκευτικής πίστης, αλλά επίσης εκφράζει σαφώς την κύρια λειτουργικότητα των θεών της Σαμοθράκης, δηλαδή τη διάσωση από τους κινδύνους της θάλασσας. Ο ρόλος των ευχών στους Μεγάλους Θεούς επιβεβαιώνεται από τον Αριστοφάνη. Ένας εντυπωσιακός αριθμός αναθηματικών μνημείων δεν θα προϋπέθετε στην πραγματικότητα μυστήρια με την έννοια των ειδικών, μυστικών μυήσεων αναθηματική θρησκεία και μυστήρια μπορούσαν να υπάρχουν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, αλλά και εύκολα μπορούν να συνυπάρχουν.
Γενικά τα αρχαία μυστήρια αφορούσαν μυσταγωγικές τελετουργίες εορτές προς τιμή μιας Θεότητας, οι οποίες είχαν ως στόχο την «Θέωση», την «εποπτεία – Θεογνωσία» η οποία επιτυγχανόταν όταν η Θεότητα έκανε αισθητή την παρουσία της, όταν δηλ. οι συμμετέχοντες δουν τον Θεό.
Για τους Έλληνες τελετές αυτές σχετίζονταν με τους κύκλους στη Φύση και την Σπορά, την άνθηση και τον συγκομιδή. Η κεντρική δομή αυτών των τελετών ήταν αρχικά σε όλα τα μυστήρια η ίδια. Υπήρχαν τρεις βαθμίδες της τελετουργίας, η προπαρασκευή και η κάθαρση, η μύηση και η «εποπτεία», οι οποίες κανονικά σήμαιναν διαφορετικούς βαθμούς προσέγγισης της Θεότητας, και έτσι δεν μπορούσαν να γίνουν την ίδια ημέρα. Οι τελετές ως γνωστόν, ήταν άρρητες και απόρρητες, και η αποκάλυψη τους επέφεραν την ποινή του θανάτου.
Το Μυστικό είναι κάτι, που δεν πρέπει να ειπωθεί, για τον λόγο ότι πρόκειται για Αλήθειες, που μπορούν να είναι ακατανόητες για τον κοινό νου, όπως για παράδειγμα είναι τα μαθηματικά Θεωρήματα. Η άλλη δυνατή ερμηνεία είναι, ότι εδώ πρόκειται για μια υπόθεση, που είναι από μόνη της ανείπωτη- ο Πυρήνας των Μυστηρίων δεν είναι τίποτε ειδικές προτάσεις και Νοήματα, αλλά το Βίωμα της Μύησης, κατά την διάρκεια των αχαλίνωτων Χορών των Κορυβάντων- εκεί ακριβώς όπου κάνει την εμφάνισή του ο Θεός.
Η πρώτη εξήγηση δείχνει προς το φαινόμενο του Εσωτερισμού, στον οποίο είναι απαραίτητες συγκεκριμένως γνώσεις, για να μπορεί κανείς να εισχωρήσει στον κύκλο των μυημένων, ενώ μετά την Μύηση γεννιούνται συσχετισμοί δύναμης ανάμεσα στα μέλη της ομάδας, που διεκδικούν την διατήρηση της Ηγεμονίας πάνω στην Αλήθεια. Σε αυτήν την περίπτωση η Αλήθεια μπορούσε να κοινοποιηθεί, κάτι όμως που μερικές ομάδες απαγόρευαν.
Η δεύτερη υπόθεση έχει να κάνει με κάτι, που δεν είναι κοινοποιήσημο καθαυτό γιατί δεν μπορεί να επαναληφθεί, και γιατί είναι κάτι που μπορεί να προκληθεί μόνο κάτω υπό ορισμένες συνθήκες και κάτω από ορισμένες διαδικασίες, ενώ η αποκάλυψή του μπορεί να παραμείνει κρυφή. Σε αυτό το σημείο αξίζει να παραθέσουμε έναν αφορισμό του Friedhelm Schneider που εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο την υπόθεση.
«Το Μυστικό δεν απαιτεί το ίδιο την απόκρυψη του, παρά είναι εκείνο που οδηγεί στην Σιωπή- Για όποιον νομίζει ότι μπορεί να προδώσει το Μυστικό, σημαίνει ότι δεν το έχει καταλάβει, και ό,τι προδίδει δεν αφορά το Μυστικό αυτό καθυαυτό»
F.Schneider, Bruchstücke 2, Aph.272
Στον «Μένωνα» και στο «Συμπόσιο», του Πλάτωνος , αναφέρει ότι οι συζητήσεις του Σωκράτη έχουν μια ανάλογη δομή με αυτήν των Μυστηρίων: μόνο μετά από μια αντίθεση, έναν έλεγχο, μπορεί να έρθει ένας καθαρισμός των εσφαλμένων γνωμών, για να ακολουθήσει κατόπιν η μυθική διήγηση σαν μεσολάβηση νοημάτων, ενώ τέλος έρχεται η πρόσκληση σε Θέαση της θεϊκής Αλήθειας.
Είναι λοιπόν φανερό ότι πρέπει να αποδώσουμε στον Λόγο έναν σημαντικό ρόλο, αλλά παραμένει απαραίτητο να τονισθεί το αιφνίδιο της Θεότητας. Αυτό που χαρακτηρίζει κάθε αληθινή γιορτή, είναι το υπερβολικό. Αυτό δεν μπορεί να προκληθεί, να ελεγχθεί ή να παραχθεί. Αυτό το επίπεδο μπορεί να το πετύχει μόνο ο ενθουσιασμός, μέσα απ’ τον οποίο κανείς έρχεται πιο κοντά στην Θεότητα. Αυτό το πλησίασμα της Θεότητας μπορεί να φτάσει και στην ομοίωση τω Θεώ, η οποία όμως για τον άνθρωπο είναι χρονικά περιορισμένη.
Στην Σαμοθράκη ως προετοιμασία της μυήσεως, έπρεπε κανείς να νηστέψει, ώστε να μπορέσει έτσι να πετύχει την σωστή συγκέντρωση. Στο νησί άρχιζε η τελετή με ένα καθαρτικό μπάνιο.
Το νόημα αυτών των σταδίων ήταν να εξαγνίσει κάθε τι ακάθαρτο, γιατί κάθε τι μη καθαρό μπορούσε να εμποδίσει, αν όχι να ματαιώσει την συνάντηση με την Θεότητα. Αυτό το στάδιο της τελετής, σύμφωνα με μερικές πηγές εμπεριείχε στην Σαμοθράκη και μια μοναδικότητα, που ήταν ένα είδος εξομολόγησης. Αυτή η τεχνική της εξομολόγησης δεν ήταν εξαπλωμένη στις υπόλοιπες τελετές και εξασκούνταν μόνο απ’ τους εδώ Ιερείς, κάτι που ήταν ακόμα πιο παράξενο.
Διασώζεται επίσης ένα ανέκδοτο από την αρχαιότητα με πρωταγωνιστή τον Σπαρτιάτη Βασιλιά Λύσανδρο: αυτός ήθελε να μυηθεί στα μυστήρια της Σαμοθράκης και αντέδρασε με μεγάλη αποφασιστικότητα στην απαίτηση του Ιερέα (Κόη) να εξομολογηθεί σ’ αυτόν τις αμαρτίες του. Ο Λύσανδρος, όπως λέει η παράδοση, ήθελε να αποφύγει αυτό που θεωρούσε σαν ανθρώπινη μεσολάβηση και να εξομολογηθεί τα Λάθη της Ζωής του κατ’ ευθείαν και μόνο ενώπιον του Θεού.
Εδώ θα πρέπει να τονισθεί η διαφορά μεταξύ αυτού του τρόπου της εξομολόγησης και εκείνου που συμβαίνει στην Χριστιανική Θρησκεία, ότι δηλαδή ο Άνθρωπος με την βάπτιση στο όνομα του Χριστού λυτρώνεται απ τις αμαρτίες του, γιατί κάτι τέτοιο δεν ίσχυε για τους Έλληνες. Εδώ μπορεί κανείς να βρει ένα είδος Ψυχανάλυσης, στην οποία κάποιος διηγείται τις Πράξεις που τον βασανίζουν, ώστε με την παρουσία του Θεού να φτάσει στην Θεραπεία, πράγμα που όμως δεν ίσχυε μια για πάντα, αλλά έπρεπε κάθε φορά να επαναλαμβάνεται, και έτσι να συμβαίνει η Θεραπεία κάθε φορά.
Μετά τον καθαρισμό έμπαιναν οι μυημένοι στο Ανάκτορο (στην Οικία των Αρχόντων), όπου λάμβανε χώραν η Μύησις, ο καθένας κρατώντας μία δάδα. Σε μια μεγάλη σάλα (27 X 12 μέτρα) προετοιμάζονταν οι συμμετέχοντες, με την βοήθεια τυπικών χορών των Κορυβάντων για την «Θέαση» του Θεού. Με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή, παρουσιάζοντας το Χορό τους, συνδέονταν οι προς μύησιν, με την Θεότητα. Ο καθένας εισέρχονταν κατόπιν σε μία εσοχή και εκεί έριχνε μέσα στον σωλήνα ενός πηγαδιού την δωρεά του, που ήταν κάτι πόσιμο. Στην βάση του πηγαδιού κείτονταν μία ιερή πέτρα.
Μετά έψαλλαν οι Ιερείς τους επονομαζόμενους ιερούς Λόγους, που έπρεπε να μείνουν κρυφοί, και οι οποίοι είχαν σχέση με τους Θεούς της Σαμοθράκης. Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι ενώ οι Ιερείς έψαλλαν τους ιερούς λόγους στα Ελληνικά, την στιγμή της εμφάνισης του Θεού μιλούσαν την γλώσσα των «Σάων», μια Θρακική διάλεκτο που στους περισσότερους συμμετέχοντες ήταν άγνωστη.
Στο τέλος λάμβανε χώρα η «Θρόνωσις». Ο υποψήφιος κάθονταν σε έναν Θρόνο, ενώ περικυκλώνονταν απ’ τους Ιερείς, οι οποίοι με αστεϊσμούς και χορούς, με γρήγορα, φρενήρη βήματα, επετύγχαναν την έκσταση, στην διάρκεια της οποίας ήταν στην πραγματικότητα οι ίδιοι οι Κορύβαντες, που προστάτευαν το τέκνον του Διός. Συγχρόνως ακούγονταν ο εξής ύμνος:
«Κουρήτες εσείς που χτυπάτε το αμώνι και δίνετε μορφή στο μέταλλο, παντοδύναμοι ευεργέτες του Κόσμου, αυτοί που κατοικείται την Θάλασσα, την Γη και τον Ουρανό και το ιερό Νησί της Σαμοθράκης-παρακαλούμε να είσαστε επιεικείς και φιλικοί προς εμάς, Θεϊκοί Άρχοντες!».
Τα μυστήρια με κυκλικό χορό αναφέρονται σε κείμενο του Δίωνα της Προύσας ρήτορα-πολιτικό, σοφιστή και φιλόσοφο (Προύσα Βιθυνίας, 40 – 120 μ. Χ) :
«Εάν κανείς θα έφερνε έναν άνθρωπο, Έλληνα ή βάρβαρο, για μύηση μέσα σε ένα μυστικό σηκό, εξαιρετικής ομορφιάς και μεγέθους, όπου αυτός θα παρατηρούσε πολλές μυστικές θέες και θα άκουγε πολλούς μυστικούς ήχους, με σκοτάδι και φως να εναλλάσσονται ξαφνικά και άλλα αμέτρητα πράγματα να συμβαίνουν, και ακόμη, όπως ακριβώς συνηθίζουν να κάνουν στην καλούμενη τελετή ‘θρονισμού’ – όπου οι τελούντες ιερείς έχουν τους μυουμένους να κάθονται κάτω και αυτοί χορεύουν γύρω τους- εάν όλα αυτά συνέβαιναν, θα ήταν δυνατόν, ώστε αυτός ο άνθρωπος να μην δοκίμαζε τίποτα στην ψυχή του και να μην έφτανε στο σημείο να μαντεύσει ότι όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα κάτι παραπάνω από μια σοφή πρόθεση και προετοιμασία …»
Τα μεγάλα μυστήρια, με την χαρακτηριστική χρήση τυμπάνου και κυμβάλων έγιναν γνωστά, με αφορμή την παράδοσή τους ως δώρο από την Ηλέκτρα για το Γάμο του Κάδμου και της Αρμονίας στη Σαμοθράκη. Τα μετέφερε από το νησί στη Φρυγία η σύζυγος του Ιασίωνα Κυβέλη, όταν και εγκαταστάθηκε εκεί μετά το θάνατο του.
Υπάρχουν μαρτυρίες πως στην Σαμοθράκη υπήρχαν δύο αγάλματα ηδυφάλλιων οντοτήτων, που έμοιαζαν με τον Ερμή, που βρίσκονταν μάλλον μέσα στο ανάκτορο. Απ’ τον Ηρόδοτο γνωρίζουμε, ότι οι ιεροί λόγοι είχαν να κάνουν με αυτά τα δύο όντα. Η παρουσία φαλλικών στοιχείων συμβολίζει την ανάπτυξη του νεαρού άνδρα, που θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ποιες Δυνάμεις τού είναι διαθέσιμες όταν μπαίνει στην εφηβεία.
Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι οι Μεγάλοι Θεοί της Σαμοθράκης ήταν Υπηρέτες της Μεγάλης Μητέρας, ή μάλλον ότι η Μεγάλη Μητέρα ανήκε σε αυτούς, καταλαβαίνουμε το πως ήταν συνδεδεμένοι με αυτό: Δηλαδή στις περιοχές, όπου η Θεά ήταν γνωστή σαν Κυβέλη, είναι γνωστό απ’ την παράδοση, ότι διαφύλαγε τα γεννητικά όργανα, τα οποία η ίδια είχε αφαιρέσει απ’ τον Αττη, (τον άντρα της) και τα οποία είχε θάψει, ενώ απ’ το σημείο εκείνο ξεπηδούσαν μενεξέδες, δηλαδή μια νέα Ζωή. Η μυστική διδαχή των μυστηρίων της Σαμοθράκης ίσως κατ’ αυτόν τον τρόπο, σχετίζεται με την ταυτότητα του Άδη και του Διονύσου.
Η Εποπτεία δεν εφαρμόζονταν στη Σαμοθράκη συχνά, όπως για παράδειγμα στην Ελευσίνα, και τελούνταν στο Ιερό, μπροστά απ’ την πόρτα του οποίου ήταν γραμμένο το εξής: «Απαγορεύεται η είσοδος σε μη μυημένους».
Οι μυημένοι μετά το πέρας των μυητικών τελετών έπαιρναν δύο αντικείμενα τα οποία ήταν χαρακτηριστικά και δηλωτικά της μυήσεως τους. Αυτά ήταν: ένα μια πορφυρή ταινία που φόραγαν στην μέση , και ένα δαχτυλίδι με μαγνητική πέτρα. Αυτά τα αντικείμενα ήταν ένα σημάδι για να εδραιώσουν με αυτόν τον τρόπο μεταξύ τους ένα είδος συμμαχίας. Ήταν σύνηθες το φαινόμενο της ίδρυσης συλλόγων, που ήταν γνωστοί σαν «Σαμοθρακιαστές», που τους αποτελούσαν μυημένοι ή εκείνοι που επιθυμούσαν να μυηθούν, για να μπορέσουν έτσι μαζί να ανταπεξέλθουν στο μακρύ ταξίδι για την Σαμοθράκη.
Μία ενδιαφέρουσα πληροφορία διασώζεται και πάλι από τον Απολλώνιο τον Ρόδιο, στο πλαίσιο της Αργοναυτικής εκστρατείας.
«Λένε ότι ο Οδυσσέας, όντας μύστης και χρησιμοποιώντας τον πέπλο της Λευκοθέας ως ταινία, σώθηκε από την καταιγίδα στη θάλασσα, βάζοντας το πέπλο κάτω από την κοιλιά του. Γιατί οι μύστες δένουν πορφυρές ταινίες κάτω από τις κοιλιές τους».
Αυτό είναι μοναδικό, καθώς αποκαλύπτει μια λεπτομέρεια της ιεροτελεστίας μαζί με το σκοπό της και ένα μυθικό πλαίσιο. Η ιεροτελεστία, με έκδυση και ένδυση με ένα κομμάτι υφάσματος, φαίνεται να είναι τυπική για μύηση· συνεπάγεται ότι ο μυούμενος έχει γυμνωθεί, όπως ο Οδυσσέας έχει πετάξει τα ρούχα του, προτού φορέσει τον πέπλο της Λευκοθέας. Το «πορφυρό» δείχνει το ασυνήθιστο και πολύτιμο χαρακτήρα της ταινίας. Δυστυχώς, δεν μαθαίνουμε τίποτε που θα επέτρεπε την απόδοση της τελετής σε κάποιον ειδικό τόπο ή κτίριο μέσα στο ιερό της Σαμοθράκης.
Το κείμενο είναι σαφέστατο για το σκοπό της τελετής: διάσωση από τους κινδύνους της θάλασσας. Ο σχολιαστής προσθέτει μια άλλη εφαρμογή της «πορφύρας ταινίας» στον Όμηρο, όταν ο Αγαμέμνων καλεί τους πολεμιστές του σε μια πιο γενναία άμυνα κατά του Έκτορα, «κρατώντας ένα μεγάλο πορφυρό ρούχο στο δυνατό του χέρι». Ως επιχείρημα κατά της απλής κατανόησης ότι αυτό το ύφασμα χρησιμοποιήθηκε από τον Αγαμέμνονα, για να γίνει ευδιάκριτος μέσα στην ταραχή, ο σχολιαστής έχει πιο ειδικές ιδέες και γνώσεις, σχετίζοντας το με τη μαγική ταινία της Σαμοθράκης, που έχει τη δύναμη να ημερεύει την οχλοβοή.
Το δεύτερο δώρο που έπαιρναν οι μυημένοι, ήταν ένα μαγνητικό δαχτυλίδι, που ήταν ένα πολύ σημαντικό σύμβολο. Η επιβεβαίωση εδώ έρχεται από τις ανασκαφές: βρέθηκαν σιδερένια δαχτυλίδια σε διάφορους τόπους μέσα στο ιερό – ένα σύνολο βρέθηκε μαζί, πιθανώς χρησιμοποιούμενο από τους ιερείς μέσα στο ιερό, αδημοσίευτο ακόμη. Τα δαχτυλίδια χωρίς αμφιβολία ήταν για να επιδείξουν κάποιον τύπο προσκόλλησης, «θρησκευτικής κοινότητας».
Η μεγαλύτερη εξάπλωση αυτών των Μυστηρίων άρχισε τον 3ο π.Χ. αιώνα, λόγω της υποστήριξης των από τους Μακεδόνες Βασιλείς, κάτι που συνεχίστηκε και κατά την Ρωμαϊκή περίοδο, έως ότου οι δάδες των μυστών έσβησαν από τον άνεμο που γέννησε ο Χριστιανισμός…
Πηγές: xletsos-basilhs
«Τα μυστήρια της Σαμοθράκης», Walter Burkert, Ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας Πανεπιστήμιο του Ζυρίχης.
«Τα Μυστήρια των Μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης», καθηγητής, Daniele Giulianelli, Πανεπιστήμιο του Τύμπινγκεν.