Ο αρχαίος οικισμός βρίσκεται στην καρδιά του νησιού της Κρήτης, στις ανατολικές πλαγιές του ορεινού όγκου του όρους Ίδη ή Ψηλορείτης.
Είναι σε ένα οροπέδιο με υψόμετρο 650 μέτρων και οι εντόπιοι το αποκαλούν ‘Πατέλλα του Πρινιά» ή ‘Πατέλα’.
Οι ανασκαφές στην αρχαία πόλη έχουν φέρει στο φως αστικά δομημένα τετράγωνα που χωρίζονται από δρόμους και σχηματίζουν την εικόνα μιας τραπεζοειδούς πλατείας, όπου φιλοξενείται και ένα μνημειακός ιστορικός ναός όπου σε αυτόν βρέθηκαν γλυπτά θεϊκών μορφών.
Όπλα που βρέθηκαν στη νεκρόπολη
Η ανακάλυψη της πόλης έγινε το 1906-1908 από την Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή. Στην αρχή εντοπίστηκαν τα ερείπιά της και καθορίστηκε ως μια σπουδαία πόλη της Κρήτης.
Αρχικά υπήρχε η γνώμη πως ήταν η Απολλωνία. Μία επιγραφή, όμως, που βρέθηκε στο χώρο της αρχαίας πόλης έφερε τα γράμματα (Ι)ΖΕΝΙ(Α), η οποία επιβεβαιώνει την ύπαρξη της αρχαίας πόλης Ριζηνία, την οποία αναφέρει ο Στέφανος Βυζάντιος: Ριζηνία πόλις Κρήτης ή Ριττηνία.
Η Ριζηνία άκμασε από την Υστερομινωική περίοδο (1600 π.Χ.) μέχρι την Ελληνιστική (67 π.Χ.). Αλλά τα πιο σπουδαία μνημεία της, οι ναοί, ανήκουν στην ελληνική αρχαϊκή περίοδο του 7ου-6ου αιώνα π.Χ.
Η θέση της Ριζηνίας πάνω στην Πατέλλα, στο κέντρο σχεδόν της Κρήτης, ανάμεσα στο δρόμο που ένωνε τις δυο μεγάλες πόλεις, την Κνωσό και τη Γόρτυνα, είχε μεγάλη στρατηγική σημασία.
Αρχαίος τάφος που βρέθηκε στη ‘Σιδεροσπηλιά’
Ο κύριος της Ριζηνίας, ήταν κύριος όλης της κοιλάδας, που απλώνεται μπροστά της, βορειοανατολικά. Γι’ αυτό φαίνεται να έπαιξε σπουδαίο ρόλο στις σχέσεις Κνωσού-Γόρτυνας.
Η Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή άρχισε τις εργασίες της εκ νέου το 1969 και συνεχίζει την έρευνα και την εκπαίδευση σε σπουδαστές της κάθε καλοκαίρι.
Σύμφωνα με τον καθηγητή αρχαιολογίας Dario Palermo από το Πανεπιστήμιο της Κατάνια, το 2012, η ιταλική αποστολή εντόπισε τη νεκρόπολη της αρχαίας πόλης, στο ανατολικό μέρος της Πατέλας που έχει την εντόπια ονομασία ‘Σιδεροσπηλιά’.
Στην περιοχή ανακαλύφθηκε και ένα εργαστήριο αγγειοπλαστικής που είχε τρεις κλιβάνους και βοηθητικούς χώρους στο επικλινές ενός λοφίσκου, σε μικρή απόσταση από την Πατέλα. Στοιχεία που βρέθηκαν στην περιοχή ανάγονται στην νεολιθική εποχή και φθάνουν μέχρι τη μεσο-μινωική.
«Πάνω στο ύψωμα υπήρχε ένα αρκετά μεγάλο φρούριο Ελληνιστικής εποχής (330-70 π.Χ.). Η βόρεια πλευρά του ήταν 50 μ. και στις γωνίες του είχε πύργους τετράγωνους. Στο ανατολικό τμήμα της Πατέλλας, βρέθηκαν πολλά πήλινα αφιερώματα, όστρακα αγγείων, ειδώλια κ.λπ. Τα σπουδαιότερα είναι ειδώλια λατρείας θεάς με βάση κυλινδρική και με τα χέρια υψωμένα. Βρέθηκε επίσης άγαλμα γυναικείας θεότητας, η οποία κάθεται σε θρόνο.
Στο ύψωμα της Πατέλας έχει χτισθεί ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα
Ο ναός της Ρέας Είναι ο βορειότερος από τους δυο ναούς, που αποκαλύφτηκαν στο ανατολικό τμήμα της Πατέλλας. Αποτελείται από τον κυρίως ναό και τον πρόναο.
Στη μέση του ναού παρατηρείται ένας ορθογώνιος χώρος που περιορίζεται από πλάκες, κάθετα τοποθετημένες. Μέσα σ’ αυτό το χώρο γινόταν θυσίες, όπως πιστοποιούν οι στάχτες και τα κόκαλα των θυσιαζομένων ζώων που καίγονταν , και βρέθηκαν στο ψημένο από τη φωτιά δάπεδο του.
Στην ανατολική πλευρά του θυσιαστηρίου σώζεται η βάση μιας κολόνας, μινωικού τύπου, και στη βορειοδυτική γωνία του ναού άλλη μια παρόμοια, που η θέση της πρέπει να ήταν μάλλον απέναντι στην προηγούμενη, στη μέση της δυτικής πλευράς του θυσιαστηρίου. Στο νοτιοδυτικό τοίχο του ναού βρίσκεται ένα θρανίο από ασβεστόλιθο, όμοιο με εκείνα των μινωικών ιερών», σημειώνει η περιηγητική ιστοσελίδα της Κρήτης.
Η αρχαία πόλη που είναι σύγχρονη της Λατώ και της Πολυρρήνιας, αποικίστηκε από Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Στην περιοχή υπάρχουν ίχνη από «τα πρώτα λίθινα κτήρια μετά την πτώση των μυκηναϊκών βασιλείων. Ο πρώτος ναός της πόλης, χρονολογείται γύρω στο 625 π.Χ. και είναι ο αρχαιότερος γνωστός ελληνικός ναός διακοσμημένος με γλυπτά θεϊκών μορφών.
Ο ναός Β΄ είναι γνωστός για το δαιδαλικό έργο κατασκευής του και φιλοξενούσε «ένα άγαλμα θεάς καθισμένης σε θρόνο φορώντας ένα ένδυμα διακοσμημένο με ζώα, όπως άλογο, λιοντάρι και μία σφίγγα. Η θεά εκπροσωπούσε τη Ρέα ή την Άρτέμιδα ‘ως θεά των ζώων’.
Τα περισσότερα ευρήματα από την αρχαία πόλη, όπως ο μοναδικός ζωφόρος ιππέων, διατηρούνται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου.