«Ο,τι πει ο Θεός. Αυτός μας ορίζει, Ελένη μου». Με αυτά τα ανατριχιαστικά λόγια και κρατώντας σφιχτά το χέρι της πολυαγαπημένης του κόρης Ελένης και της συζύγου του Γιούλης, έφυγε χθες από τη ζωή ο Κώστας Καρουσάκης.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Ο 81χρονος θρύλος της πίστας, που συνέδεσε άθελά του το όνομά του με ένα από τα πιο συνταρακτικά φονικά του τόπου, μια και τη στιγμή που τραγουδούσε στο νυχτερινό κέντρο Νεράιδα την ώρα που ο Νίκος Κοεμτζής φωνάζοντας «παραγγελιά» σκορπούσε τον θάνατο, ο άνθρωπος που στα χέρια του έσβησε η Ευτυχία Παπαγιανοπούλου, ήταν λιοντάρι μέχρι το τέλος του!
Με τον καρκίνο να τον σιγοτρώει τους τελευταίους μήνες, ο Κώστας Καρουσάκης, αν και καταβεβλημένος, όχι απλώς ήταν λιοντάρι στο κρεβάτι του πόνου, αλλά σιγοτραγουδούσε όλες τις μεγάλες επιτυχίες του: «Βάλε μου να πιω», «Αυτή η γυναίκα θα ‘ναι το φινάλε μου» και τόσα άλλα.
«Ο πατέρας μου ήταν ένα λιοντάρι μέχρι και την ώρα που έκλεισε τα ματάκια του. Εδινε μάχη για να κρατηθεί όρθιος και μέχρι την ώρα που “έφυγε” ήταν ένας βράχος» εξομολογείται στην «Espresso» η πολυαγαπημένη του κόρη Ελένη, η οποία έμεινε στο πλευρό του πατέρα της όλους αυτούς τους μήνες να υπομένει την ασθένειά του. «Δεν το έβαλε στιγμή κάτω. Ο μπαμπάς, μας δίδαξε τόλμη, μας δίδαξε μεγαλοσύνη ψυχής» λέει συγκλονισμένη η κόρη του, η οποία με μεγάλη δυσκολία προσπαθεί να κρατηθεί όρθια από τον γολγοθά που βίωνε ο σπουδαίος λαϊκός τραγουδιστής τόσους μήνες, χωρίς να βγει τίποτα στο φως της δημοσιότητας!
Ο Κώστας Καρουσάκης δεν ήταν απλώς ένας τραγουδιστής της σειράς… Ηταν μια ολόκληρη ιστορία, που η ζωή του θα μπορούσε από μόνη της να γίνειταινία και να συγκλονίσει το πανελλήνιο, όπως τότε που η τόσο ρεαλιστική ταινία του Παύλου Τάσσιου με τίτλο «Παραγγελιά», το 1980 που βγήκε στις σκοτεινές αίθουσες έμελλε να σφραγίσει για πάντα τον ελληνικό κινηματογράφο, καθώς όμοιά της έως τότε δεν είχε δημιουργηθεί ξανά.
Γεννήθηκε τα Χριστούγεννα του 1943 στη Χίο. Από παιδί ακόμα που ήρθε στην Αθήνα το 1958 άρχισε να ψάχνει τους δικούς του δρόμους μέσα στο τραγούδι. Ηταν μόλις 20 ετών όταν έδωσε τα πρώτα του τραγούδια να τα τραγουδήσουν άλλοι τραγουδιστές, ενώ λίγα χρόνια αργότερα άρχισε να τραγουδάει και αμέσως να γίνεται μεγάλο όνομα. Δεν ήταν λίγοι οι τραγουδιστές που έβλεπαν τον πιτσιρικά από τη Χίο να παίρνει θέση στο πάλκο δίπλα σε μεγάλα ονόματα.
Ωστόσο, αυτό που τον έκανε θρύλο ήταν ένα αναπάντεχο περιστατικό που συνέβη στο νυχτερινό κέντρο όπου εμφανιζόταν στη θρυλική Νεράιδα της Αθήνας στην Κυψέλη. Το Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 1973 ο Νίκος Κοεμτζήςπήγε με την παρέα του και τον αδελφό του Δημοσθένη για να διασκεδάσουν στο εν λόγω κέντρο. Ο αδερφός του έκανε παραγγελιά τις περίφημες «Βεργούλες» του Μάρκου Βαμβακάρη και σηκώθηκε να χορέψει. Εκείνη την εποχή, ήταν βεβήλωση και ταπείνωση να χορεύει κάποιος ενώ έχει δώσει παραγγελιά άλλος.
Κατά τη διάρκεια του τραγουδιού δύο αστυνομικοί παρενόχλησαν επιδεικτικά τον Δημοσθένη την ώρα που χόρευε, και ο Νίκος Κοεμτζής σηκώθηκε και σκότωσε με τον σουγιά τρεις ανθρώπους (τους δύο αστυνομικούς, Πεγιά και Χριστοδουλάκη, και άλλο ένα άτομο από την παρέα τους), τραυματίζοντας άλλους επτά. «Αυτή η νύχτα δεν ξεχνιέται όσα χρόνια κι αν περάσουν. Ηταν Φεβρουάριος του ’73, Απόκριες, Σάββατο βράδυ, στο μαγαζί (Νεράιδα της Αθήνας, στην Κυψέλη) δεν έπεφτε καρφίτσα. Τελείωνα το πρώτο μέρος του προγράμματός μου όταν κατέφθασε μια παρέα έξι ατόμων. Τρεις άνδρες, τρεις γυναίκες. Εκατσαν μπροστά αλλά γωνία, δίπλα στη σκάλα που οδηγούσε στα καμαρίνια. Κάποια στιγμή ο αδελφός του Κοεμτζή μού ζητάει να τραγουδήσω τις “Βεργούλες” του Βαμβακάρη. Εγώ αρχικά έκανα το κορόιδο. Στο μεταξύ, βλέπω τις γυναίκες της παρέας να φεύγουν και να μένουν μόνο οι άνδρες. Δεν του άρεσε αυτό… Ο Κοεμτζής επέμενε: “Παίξε τις Βεργούλες να χορέψει ο αδελφός μου” μου λέει. “Δεν το ξέρω το τραγούδι“ του απαντώ εγώ για να τον αποφύγω. Επειδή όμως είδα την επιμονή του, παρακάλεσα τον Τάκη Αθανασιάδη, που δουλεύαμε μαζί, να το πει. Φυσικά, δεν ήταν καθόλου εύκολο να κατεβάσουμε τόσο κόσμο από την πίστα. Ανέβηκε να χορέψει ο αδελφός του Κοεμτζή και μαζί χόρευαν κι άλλοι. Ακουσα τις φωνές, κοίταξα να δω τι συμβαίνει και τον είδα να έχει βγάλει ένα μαχαίρι και να καρφώνει κόσμο… Στην πίστα το αίμα έτρεχε ποτάμι. Βγαίνοντας εγώ προς τα έξω, με σπρώχνει ένας φίλος μου στην άκρη για να με προστατέψει γιατί ο Κοεμτζής φώναζε: “Πού είναι ο Καρουσάκης να τον σφάξω…” Μια δυο ημέρες μετά που ξανανοίξαμε το μαγαζί, ήταν γεμάτο. Εμείς θέλαμε να δουλέψουμε κι ο κόσμος ερχόταν να δει το μέρος όπου έγινε το φονικό» περιέγραφε ο ίδιος στο «Εθνος» το τραγικό συμβάν.
Το 1974 άνοιξε το δικό του κέντρο, Καρουσάκης, στην περιοχή Τζιτζιφιές της Αττικής. Από το μουσικό σχήμα πέρασαν πολλοί λαϊκοί τραγουδιστές και τραγουδίστριες της εποχής, και άλλοι που βρίσκονταν στο ξεκίνημα της καριέρας τους. Μερικά από αυτά τα ονόματα είναι οι Ρένα Βιολάντη, Αντύπας, Κατερίνα Στανίση, Νάγια Τρώνη, Πίτσα Παπαδοπούλου, Κική Ασημακοπούλου, Χριστίνα Αλεξοπούλου, Μαρίνα Βλαχάκη, Κώστας Κόλλιας, Σπύρος Δεναξάς, Τέρης Χρυσός, Αντζελα Δημητρίου το μπαλέτο της Ερρικας Μπρόγιερ και πολλοί άλλοι.
Σεμνός και ταπεινός, δεν έκρυβε όμως όλα αυτά τα χρόνια την πικρία του για τον Σπύρο Παπαδόπουλο που ποτέ δεν τον κάλεσε στην εκπομπή του. «Είναι δυνατόν εκπομπές σαν του Σπύρου Παπαδόπουλου, που τιμάει το ελληνικό τραγούδι και τους δημιουργούς του, να μη με έχει καλέσει ποτέ; Εχω μια δισκογραφία θεόρατη, σουξέ, τραγούδια που παίζουν κάθε μέρα στα ραδιόφωνα, με αφιερώματα στο έργο μου, κι όμως η εκπομπή “Στην υγειά μας” δεν ήρθε ποτέ σε επαφή μαζί μου. Δεν θα με δείτε συχνά στις τηλεοράσεις, ούτε δίνω συνεντεύξεις, αλλά δεν θα έλεγα “όχι” σε ένα κάλεσμα παρεΐστικο με φίλους και συναδέλφους να αναβιώσουμε βραδιές παλαιότερων δεκαετιών με θρυλικά τραγούδια που άφησαν εποχή» είχε αναφέρει με παράπονο τότε στην «Espresso» ο ερμηνευτής.
* Η κηδεία του σπουδαίου λαϊκού τραγουδιστή θα γίνει την Τρίτη στις 12.00 από το Κοιμητήριο του Φαλήρου.
Όταν το 2016 είχε πέσει θύμα ξυλοδαρμού
Ο Χιώτης συνθέτης και τραγουδιστής συγκλόνισε το πανελλήνιο το 2016 όταν έπεσε θύμα άγριου ξυλοδαρμού από άγνωστο άνδρα, ύστερα από φραστικό τους επεισόδιο για έναν σκύλο. Ο 40χρονος δράστης, όπως ισχυρίστηκε ο Κώστας Καρουσάκης και στη μήνυση που κατέθεσε κατ’ αγνώστων, τράβηξε τον σκύλο από το λουρί, τον έδωσε σε μια κοπέλα που τον συνόδευε, και στη συνέχεια του επιτέθηκε πισώπλατα με γροθιές και κλοτσιές, βρίζοντάς τον χυδαία προτού εξαφανιστεί. Χτυπημένος άσχημα, αιμόφυρτος και σε κατάσταση σοκ, μεταφέρθηκε εσπευσμένα σε ιδιωτική κλινική όπου υποβλήθηκε σε πολύωρη χειρουργική επέμβαση. Ο πολυτραυματίας Κώστας Καρουσάκης νοσηλεύτηκε για αρκετές ημέρες στο νοσοκομείο, και στο σπίτι του επέστρεψε με αναπηρικό καροτσάκι, κολάρο στον λαιμό, γύψους και ψυχολογία στο μηδέν. Η βελτίωση της υγείας του γινόταν αργά και βασανιστικά, με τη σύζυγό του Γιούλη Καρουσάκη φύλακα άγγελό του και την κόρη του Ελένη Καρουσάκη από κοντά. «Ευτυχώς, δεν με τραυμάτισε στον λαιμό κι έχω ακόμα τις χορδές μου, τη φωνή μου» έλεγε τότε συγκινημένος στην «Espresso»!