Σπίτια ερείπια, εγκαταλειμμένες ιδιοκτησίες, όπως ξενοδοχεία και εστιατόρια, παραμένουν έτσι όπως τα άφησε ο χρόνος στην περιφραγμένη παραθαλάσσια πόλη Βαρώσια, που βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή στο βόρειο τμήμα του διαιρεμένου μεσογειακού νησιού της Κύπρου.
- Από την Μαρία Δεναξά
«Το πρώην πολυτελές παραθαλάσσιο θέρετρο, που άνοιξε ξανά για τους επισκέπτες πριν από τέσσερα χρόνια, ενσαρκώνει τη διαίρεση του μεσογειακού νησιού και το δυσεπίλυτο ζήτημα της επιστροφής των περιουσιών» υπογραμμίζει σε τηλεγράφημά του το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, που πραγματοποίησε οδοιπορικό στη μαρτυρική πόλη.
«Μέσα στην αποπνικτική ζέστη, εκατοντάδες θεατές σπεύδουν να φωτογραφηθούν μπροστά στις ερειπωμένες κατοικίες. Κάποιοι περιφέρονται με τα πόδια ή με μισθωμένα ποδήλατα, ενώ άλλοι προτιμούν τη σκιά των αμαξιδίων του γκολφ» είναι η περιγραφή της σημερινής κατάστασης από τον Γάλλο δημοσιογράφο.
Μετά την τουρκική εισβολή, στις 20 Ιουλίου 1974, οι 45.000 κάτοικοι των Βαρωσίων τράπηκαν σε φυγή. Περίπου 170.000 ελληνόφωνοι Κύπριοι κατέφυγαν στα νότια του νησιού, ενώ 40.000 τουρκόφωνοι πήγαν προς την άλλη κατεύθυνση. Η Κύπρος απο τότε παραμένει διαιρεμένη μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας στον νότο και του ψευδοκράτους της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ), το οποίο αναγνωρίζεται μόνο από την Αγκυρα, αναφέρει ο δημοσιογράφος.
Από τη μερική επαναλειτουργία, το 2020, των Βαρωσίων, περίεργοι θεατές συρρέουν εκεί καθημερινά για ένα είδος καταστροφικού τουρισμού. Οι παλιές διαφημιστικές αφίσες εξακολουθούν να κοσμούν τις βιτρίνες των καταστημάτων. Λίγο πιο πέρα, ξαπλώστρες και αχυρένιες ομπρέλες ηλίου παρατάσσονται σε μια έκταση λευκής αμμώδους παραλίας, η οποία οριοθετείται από σειρές συρματοπλεγμάτων. Οι λουόμενοι λιάζονται κάτω απο ένα μεγαλοπρεπές ξενοδοχείο που κάποτε γνώρισε ημέρες δόξας.
«Σκεφτήκαμε ότι θα ήταν προσωρινό»
Στο τέλος της ημέρας, οι επισκέπτες σταδιακά αποχωρούν και τα Βαρώσια γίνονται και πάλι μια πόλη «φάντασμα». Για τους Ελληνοκύπριους πρώην κατοίκους, όπως ο Νικόλας Καραγεώργης, που ήταν 23 ετών όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη του, στην αρχή όλοι πίστευαν ότι θα ήταν κάτι προσωρινό. Ο ίδιος, όπως και άλλοι εκτοπισμένοι, αγωνίζεται για να πάρει πίσω το σπίτι του.
Η Κυπριακή Δημοκρατία αναγνωρίζει τα δικαιώματα των Τουρκοκύπριων ιδιοκτητών που έμεναν εκεί πριν από την εισβολή. Από την άλλη πλευρά, το ψευδοκράτος έχει παραχωρήσει τα πλήρη δικαιώματα των «εγκαταλειμμένων» περιουσιών στους εκτοπισμένους Τουρκοκυπρίους από τον νότο και στους Τούρκους εποίκους.
Τα Βαρώσια είναι μια ειδική περίπτωση. Αποκλεισμένη από τον τουρκικό στρατό, η πόλη χρησιμοποιείται εδώ και καιρό ως διαπραγματευτικό χαρτί, θρηνεί ο Σερντάρ Ατάι, 57 ετών, Τουρκοκύπριος αφοσιωμένος στη συμφιλίωση. «Θα θέλαμε να δούμε να ξαναγεννιέται με την επιστροφή των πρώην ιδιοκτητών του» λέει.
«Επιστρέφοντας στην πατρίδα»
Το 2020, ο Νικόλας Καραγιώργης επέστρεψε για να δει το λεηλατημένο σπίτι της οικογένειάς του, αλλά δεν μπόρεσε να μπει μέσα. «Είναι άδειο από πράγματα, αλλά γεμάτο αναμνήσεις» δήλωσε συγκινημένος κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στην πόλη με το AFP.
Ο δρόμος της γειτονιάς του, πνιγμένος στα αγριόχορτα, είναι αποκλεισμένος. Μια πινακίδα υπενθυμίζει ότι απαγορεύεται η προσέγγιση των σπιτιών. «Εχω υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή Περιουσίας. “Μπορείτε να ζητήσετε αποζημίωση ή αποκατάσταση”. Επέλεξα την αποκατάσταση» εξηγεί. Η επιτροπή αυτή συστάθηκε το 2005 και ασχολείται με τις διεκδικήσεις περιουσιών στον Βορρά. Ομως, με εξαίρεση τα Βαρώσια, οι αξιώσεις για αποκατάσταση προσκρούουν στους νόμους του ψευδοκράτους.
Αυτό που απομένει είναι η αποζημίωση. Το πρόβλημα είναι ότι οι διαδικασίες αργοπορούν. «Η μπλόφα (της τουρκικής πλευράς) είναι να ισχυρίζεται ότι αν εμφανιστείς θα αποζημιωθείς» εξηγεί ο δικηγόρος Αχιλλέας Δημητριάδης. Οι θιγόμενοι ιδιοκτήτες «έχουν υποβάλει αιτήσεις (…), έχουν εκδοθεί αποφάσεις (…), αλλά η Τουρκία αρνείται να καταβάλει αποζημίωση» υποστηρίζει.
Ο Νικόλας Καραγεώργης είναι, παρ’ όλα αυτά, αισιόδοξος: «Αν το σπίτι επιστραφεί, θα το ανακαινίσω και θα ζήσω εκεί». Ενώ οι διαπραγματεύσεις για την επανένωση καθυστερούν, η επίλυση του περιουσιακού ζητήματος θεωρείται προϋπόθεση για τη συμφιλίωση. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το περιουσιακό ζήτημα είναι σημαντικό» παραδέχεται ο εξόριστος Ελληνοκύπριος δήμαρχος Αμμοχώστου Σίμος Ιωάννου. «Ομως, δεν αφήσαμε εκεί μόνο την περιουσία μας, αλλά και την ψυχή μας».
*πηγή: εφημερίδα «δημοκρατία»