Με το συμπέρασμα ότι η ελευθερία του Τύπου σε όλο τον κόσμο απειλείταιαπό τους ίδιους τους ανθρώπους που θα έπρεπε να είναι οι εγγυητές της, τις πολιτικές αρχές, οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) παρουσίασαν τον επικαιροποιημένο Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου.
Στη γενικότερη απελπιστική εικόνα, η Ελλάδα της Κυβέρνησης Μητσοτάκη αποτελεί ένα… σταθερό κομμάτι συστηματικής καταπάτησης της ελευθερίας του Τύπου.
Ένας ακόμα διασυρμός για τη χώρα μας και την Κυβέρνησή της, η οποία έχει εντείνει τον έλεγχο στα ΜΜΕ και με κάθε τρόπο προσπαθεί να καταπνίξεικάθε φωνή που θεωρεί πως μπορεί να «τσαλακώσει» την εικόνα της και του Πρωθυπουργού της.
Γράφει το RSF ότι η ελευθερία του Τύπου έχει υποστεί «συστημική κρίση από το 2021», σημειώνοντας ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών δημοσιογράφων από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) δεν έχει ακόμη ξεκαθαριστεί, όπως και η περίπτωση της δολοφονίας του ρεπόρτερ Γιώργου Καραϊβάζ το 2021.
Η θέση της χώρας μας στον Δείκτη 2024 είναι η 88η, άνοδος δηλαδή από την 107η που κατείχε τα 2023. Ωστόσο, αν δει κανείς τις βαθμολογίες, διαπιστώνει ότι το 57,15 του 2024 και το 55,2 του 2023, δεν έχουν και τόσο μεγάλη διαφορά…
Χώρια που, ο μόνος λόγος γι’ αυτή την άνοδο είναι η ελεύθερη πτώση των υπολοίπων χωρών, σε ένα τοπίο που γίνεται ολοένα και πιο ομιχλώδες…
Σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα, οι χώρες όπου η ελευθερία του Τύπου είναι «καλή» βρίσκονται όλες στην Ευρώπη, και πιο συγκεκριμένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση:
«Η Ιρλανδία έφυγε από τις τρεις πρώτες χώρες του Δείκτη και αντικαταστάθηκε από τη Σουηδία, ενώ η Γερμανία είναι πλέον μία από τις δέκα πρώτες χώρες. Η ελευθερία του Τύπου δοκιμάζεται από τα κυβερνώντα κόμματα στην Ουγγαρία (67η), τη Μάλτα (73η) και την Ελλάδα (88η), τις τρεις χώρες με τη χειρότερη κατάταξη της ΕΕ».
Η έκθεση για την Ελλάδα
- Το μιντιακό τοπίο
Η εμπιστοσύνη του πληθυσμού στα μέσα ενημέρωσης είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη εδώ και πολλά χρόνια, σχολιάζουν οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα αναφορικά με την κατάσταση στα ελληνικά ΜΜΕ.
Και προσθέτουν:
Μερικές μεγάλες ιδιόκτητες ομάδες όπως η Alter Ego Media συνυπάρχουν μαζί με εκατοντάδες ειδησεογραφικούς ιστότοπους, γεγονός που συμβάλλει σε μεγάλο κατακερματισμό του τοπίου των μέσων ενημέρωσης.
Ομοίως, λίγοι επιχειρηματίες διοικούν τη συντριπτική πλειονότητα των μέσων ενημέρωσης, ενώ εμπλέκονται σε άλλους επιχειρηματικούς τομείς υψηλής ρύθμισης. Μερικοί από αυτούς έχουν στενούς δεσμούς με την πολιτική ελίτ της χώρας. Ως αποτέλεσμα, ο Τύπος είναι πολύ πολωμένος.
- Το πολιτικό πλαίσιο
Συνεχίζει η παρουσίαση του RSF για την Ελλάδα:
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είναι υπεύθυνος για την επίβλεψη των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο τη συντακτική τους ανεξαρτησία.
Η ρυθμιστική αρχή ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης (ΕΣΡ), που κατηγορείται ότι είναι αργό και αναποτελεσματικό, δεν έχει αναθεωρηθεί σημαντικά ούτε από την τρέχουσα ούτε από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), την οποία εποπτεύει ο Πρωθυπουργός, ενεπλάκη στην παρακολούθηση δημοσιογράφων, πολλοί από τους οποίους βρέθηκαν στο στόχαστρο του spyware Predator.
- Το νομικό πλαίσιο
Πυρά κατά της Κυβέρνησης:
Παρά τις συνταγματικές εγγυήσεις, η ελευθερία του Τύπου έχει αμφισβητηθεί σε νομοθετικό επίπεδο. Οι νέοι νόμοι που ψηφίστηκαν από το Κοινοβούλιο, με σκοπό να παρέχουν καλύτερη προστασία στους πολίτες από την αυθαίρετη παρακολούθηση, ως απάντηση στο σκάνδαλο των υποκλοπών του Predatorgate, υπολείπονται των ευρωπαϊκών προτύπων.
Ένα νέο νομοσχέδιο για τα μέσα ενημέρωσης οδήγησε στη δημιουργία μιας αμφιλεγόμενης επιτροπής δεοντολογίας. Χωρίς σκληρά στοιχεία, ένας δημοσιογράφος καταδικάστηκε βάσει του ποινικού κώδικα για διάδοση ψευδών πληροφοριών, ενώ μια τροπολογία που ψηφίστηκε το 2023 αυξάνει τον κίνδυνο φυλάκισης δημοσιογράφων για συκοφαντική δυσφήμιση.
- Το οικονομικό πλαίσιο
Η οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας, σε συνδυασμό με τη μείωση του αναγνωστικού κοινού και των διαφημιστικών προϋπολογισμών, έχει θέσει υπό αμφισβήτηση τη μακροπρόθεσμη επιβίωση πολλών ΜΜΕ.
Ο αντίκτυπος της νέας νομοθεσίας που αποσκοπεί στην αύξηση της διαφάνειας της ιδιοκτησίας και της χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης, μένει να φανεί.
- Το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο
Γράφει επίσης το RSF:
Οι εγκαταστάσεις ορισμένων ΜΜΕ δέχονται τακτικές επιθέσεις από ακροαριστερούς και ακροδεξιούς ακτιβιστές που τα βλέπουν ως ιδεολογικούς εχθρούς.
Επιπλέον, οι γυναίκες δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν συχνά σεξισμό στο χώρο εργασίας.
- Ανύπαρκτη ασφάλεια
Καταλήγοντας, οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα κάνουν αναφορά στην αντιμετώπιση των ανθρώπων του Τύπου, την αστυνομική καταστολή, αλλά και την «πληγή» με την ανεξιχνίαστη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ:
Η αστυνομία καταφεύγει τακτικά σε βία και αυθαίρετες απαγορεύσεις, για να εμποδίσει τη δημοσιογραφική κάλυψη των διαδηλώσεων και της προσφυγικής κρίσης στα ελληνικά νησιά.
Οι δημοσιογράφοι έχουν πέσει θύματα σωματικών επιθέσεων κατά τη διάρκεια αθλητικών εκδηλώσεων και μπροστά από τα σπίτια τους.
Παρά τις συλλήψεις που έγιναν τον Απρίλιο του 2023, η δολοφονία του βετεράνου ρεπόρτερ Γιώργου Καραϊβάζ, ο οποίος δολοφονήθηκε με πυρά το φως της ημέρας μπροστά στο σπίτι του στην Αθήνα το 2021, δεν έχει ακόμη εξιχνιαστεί.
Η περιορισμένη εμβέλεια μιας ομάδας εργασίας για την προστασία των δημοσιογράφων την εμποδίζει να αντιμετωπίσει τη συστημική κρίση της ελληνικής δημοσιογραφίας.
- Η παγκόσμια κατάταξη:
Όλα βαίνουν καλώς… εναντίον των ΜΜΕ σε όλον τον πλανήτη
Η ελευθερία του Τύπου σε όλο τον κόσμο απειλείται από τους ίδιους τους ανθρώπους που θα έπρεπε να είναι οι εγγυητές της, τις πολιτικές αρχές.
Αυτό καθίσταται ξεκάθαρο από τον τελευταίο ετήσιο Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου που εκπονήθηκε από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα (RSF) και σήμερα (Μ. Παρασκευή), παρουσιάστηκε με τα ανανεωμένα του στοιχεία.
Το εύρημα βασίζεται στο γεγονός ότι, από τους πέντε δείκτες που χρησιμοποιήθηκαν για την κατάρτιση της κατάταξης, είναι ο πολιτικός δείκτης που έχει υποχωρήσει περισσότερο, σημειώνοντας παγκόσμια μέση πτώση 7,6 μονάδων.
Όπως σημειώνουν οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα, ένας αυξανόμενος αριθμός κυβερνήσεων και πολιτικών αρχών δεν εκπληρώνουν τον ρόλο τους ως εγγυητές του καλύτερου δυνατού περιβάλλοντος για τη δημοσιογραφία και για το δικαίωμα του κοινού σε αξιόπιστες, ανεξάρτητες και ποικίλες ειδήσεις και πληροφορίες.
Το RSF διαπιστώνει μια ανησυχητική μείωση της υποστήριξης και του σεβασμού της αυτονομίας των μέσων ενημέρωσης και μια αύξηση της πίεσης από το κράτος ή άλλους πολιτικούς παράγοντες.
Η διευθύντρια σύνταξης του RSF Anne Bocandé επισημαίνει ακριβώς αυτό:
«Καθώς περισσότερο από το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού πηγαίνει στις κάλπες το 2024, το RSF προειδοποιεί για μια ανησυχητική τάση που αποκαλύπτεται από τον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου για το 2024: πτώση του πολιτικού δείκτη, ένας από τους πέντε δείκτες που περιγράφονται στο Δείκτη. Τα κράτη και άλλες πολιτικές δυνάμεις διαδραματίζουν μειούμενο ρόλο στην προστασία της ελευθερίας του Τύπου. Αυτή η αποδυνάμωση μερικές φορές συμβαδίζει με πιο εχθρικές ενέργειες που υπονομεύουν τον ρόλο των δημοσιογράφων ή ακόμη και εργαλειοποιούν τα μέσα ενημέρωσης μέσω εκστρατειών παρενόχλησης ή παραπληροφόρησης».
Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στην φετινή αξιοσημείωτη και σαφή «έλλειψη πολιτικής βούλησης εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας για την επιβολή των αρχών προστασίας των δημοσιογράφων, ιδίως της απόφασης 2222 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ», ενώ σημειώνεται με έναν χαρακτηριστικό υπότιτλο, το σκηνικό που διαμορφώνεται φέτος: «Δημοσιογραφία εναντίον παραπληροφόρησης σε μια υπερεκλογική χρονιά».
Σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα, το 2024 είναι η μεγαλύτερη εκλογική χρονιά στην παγκόσμια ιστορία.
Επισημαίνεται ακόμα ότι οι εκλογές ανά τον πλανήτη συνοδεύονται συχνά από βία κατά δημοσιογράφων, όπως στη Νιγηρία (112η) και στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (123η). Παρομοίως και οι στρατιωτικές χούντες που κατέλαβαν την εξουσία με πραξικοπήματα στο Σαχέλ, ειδικά στον Νίγηρα (κάτω από 19-80), Μπουρκίνα Φάσο (κάτω από 28-86) και Μάλι (κάτω από 1 έως 114) και οι οποίες συνεχίζουν να «σφίγγουν» τον έλεγχο των μέσων ενημέρωσης και να εμποδίζουν τους δημοσιογράφους να κάνουν τη δουλειά τους.
Ξεχωριστή αναφορά υπάρχει και στην Τουρκία, όπου η επανεκλογή του Ταγίπ Ερντογάν προκαλεί επίσης κάποια ανησυχία, αναφέρει το RSF: βρίσκεται στην 158η θέση το 2024, συνεχίζοντας να χάνει βαθμούς στον σχετικό Δείκτη.
Πολλές κυβερνήσεις έχουν εντείνει επίσης τον έλεγχό τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στο διαδίκτυο, περιορίζοντας την πρόσβαση, μπλοκάροντας λογαριασμούς και καταστέλλοντας μηνύματα που μεταφέρουν ειδήσεις και πληροφορίες.
Ορισμένες πολιτικές ομάδες τροφοδοτούν το μίσος και τη δυσπιστία προς τους δημοσιογράφους προσβάλλοντάς τους, δυσφημώντας τους και απειλώντας τους, αναφέρει το RSF. Άλλοι ενορχηστρώνουν την εξαγορά του οικοσυστήματος των μέσων ενημέρωσης, είτε μέσω κρατικών μέσων υπό τον έλεγχό τους, είτε μέσω ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης μέσω εξαγορών από συμμαχικούς επιχειρηματίες.
Οι πολιτικές ομάδες συχνά χρησιμεύουν ως δίαυλοι διάδοσης ή ακόμη και ως υποκινητές εκστρατειών παραπληροφόρησης.
Σε περισσότερα από τα τρία τέταρτα των χωρών που αξιολογήθηκαν στον Δείκτη (138 χώρες), η πλειοψηφία των ερωτηθέντων ανέφερε ότι οι πολιτικοί παράγοντες στις χώρες τους εμπλέκονταν συχνά σε εκστρατείες προπαγάνδας ή παραπληροφόρησης. Αυτή η συμμετοχή χαρακτηρίστηκε ως «συστηματική» σε 31 χώρες.
Το 2024, οι συνθήκες για την άσκηση της δημοσιογραφίας ήταν ικανοποιητικές μόνο στο ένα τέταρτο των χωρών:
Το μη χείρον βέλτιστον…
Η συνολική πτώση του πολιτικού δείκτη επηρέασε επίσης την τριάδα στην κορυφή του Παγκόσμιου Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου.
Η Νορβηγία, που εξακολουθεί να βρίσκεται στην πρώτη θέση, έχει σημειώσει πτώση στην πολιτική της βαθμολογία και η Ιρλανδία (8η), όπου οι πολιτικοί έχουν υποβάλει τα μέσα ενημέρωσης σε δικαστικό εκφοβισμό, έχει παραχωρήσει την ηγετική της θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση στη Δανία (2η), ακολουθούμενη από τη Σουηδία (3ος).
Οι τρεις ασιατικές χώρες που βρίσκονται στο κάτω μέρος του περυσινού Δείκτη – Βιετνάμ, Κίνα και Βόρεια Κορέα – έχουν παραχωρήσει τις θέσεις τους σε τρεις χώρες των οποίων η πολιτική βαθμολογία έχει πέσει κατακόρυφα:
το Αφγανιστάν (44 θέσεις κάτω στην πολιτική κατάταξη), το οποίο διώκει ασταμάτητα τους δημοσιογράφους από όταν οι Ταλιμπάν επέστρεψαν στην εξουσία,
τη Συρία (οκτώ θέσεις κάτω στην πολιτική κατάταξη)
και την Ερυθραία (εννιά θέσεις κάτω στην πολιτική κατάταξη), η οποία είναι πλέον τελευταία τόσο στην πολιτική όσο και στη συνολική κατάταξη.
Οι δύο τελευταίες χώρες έχουν γίνει ζώνες ανομίας για τα μέσα ενημέρωσης, με αριθμό ρεκόρ δημοσιογράφων που κρατούνται, αγνοούνται ή κρατούνται όμηροι.
Ελευθερία του Τύπου στον κόσμο το 2024: