Το Κάστρο Κούπα, ή Κάστρο Δραγγονάρας: Αρχαίο κάστρο που ήταν συνεχώς σε λειτουργία από την αρχαιότητα μέχρι τη Φραγκοκρατία. To κάστρο βρίσκεται στο λόφο Δραγωνέρα ή Δραγγονάρα ή Τραγκουνάρα στους ανατολικούς πρόποδες του όρους Μαυροβούνι και δυτικά από το χωριό Βρύση στην περιοχή Κύμης στην Εύβοια.
Κάτω από το λόφο κυλάει το ρέμα Μανικιάτης. Από την απέναντι μεριά του ρέματος υπάρχει άλλο απότομο βραχώδες ύψωμα, το Σαρακηνόκαστρο (με κατάλοιπα κάστρου στην κορυφή) και έτσι σχηματίζεται ανάμεσα ένα στενό πέρασμα με στρατηγική σημασία. Στα ανατολικά του λόφου υπάρχει μια εύφορη πεδιάδα.
Η Δραγγονάρα είναι ένα μακρόστενο βραχώδες ύψωμα με ερείπια οχυρώσεων σε μεγάλη έκταση, για πάνω από 650 μέτρα σε ευθεία γραμμή.
Το δυτικό τμήμα της οχύρωσης είναι κατά κάποιο τρόπο αυτόνομο, ευρισκόμενο σε κάποια απόσταση από το υπόλοιπο κάστρο (250 μέτρα από το δυτικότερο τείχος της ανατολικής πλευράς) και λίγο ψηλότερα (υψομετρική διαφορά 75 μέτρα). Επιπλέον, το ανατολικό τμήμα ήταν χτισμένο στη θέση αρχαίας πόλης και περιέκλειε ανέκαθεν μια πολίχνη και μεσαιωνικό οικισμό. Το δυτικό τμήμα ήταν απλώς ένα ισχυρό στρατιωτικό φυλάκιο. Αυτή η διαφορετικότητα και η κάπως ανεξάρτητη θέση κάνουν κάποιους ερευνητές να θεωρούν ότι στη Δραγγονάρα υπάρχουν δύο κάστρα (π.χ. Ελβετική Αρχαιολογική σχολή).
Οι περισσότεροι πάντως θεωρούν την Κούπα ενιαίο κάστρο (λ.χ Σκούρας, 1975). Στον Καστρολόγο θα υιοθετήσουμε αυτήν την άποψη και θα καταχωρήσουμε το κάστρο σαν μια ενιαία οχύρωση με δύο τμήματα: Ανατολικό τμήμα και Δυτικό τμήμα.
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που συνηγορούν σε αυτήν την επιλογή:
1) η απόσταση των δύο οχυρώσεων (250μ) είναι υπερβολικά μικρή για να θεωρηθούν ανεξάρτητες (κάποια κάστρα είχαν προτειχίσματα σε μεγαλύτερες αποστάσεις),
2) ιστορικές πηγές και παλιοί χάρτες αναφέρουν ένα κάστρο στο σημείο (La Cuppa),
3) o αμυντικός ρόλος των δύο οχυρώσεων είναι κοινός καθώς υπεράσπιζαν την ίδια θέση και, λογικά, θα τις επάνδρωνε ενιαία φρουρά,
4) οι χρονολογήσεις των δύο κάστρων (χρόνος κατασκευής και διάρκεια λειτουργίας) ουσιαστικά συμπίπτουν: και τα δύο κατασκευάστηκαν κατά την ελληνιστική περίοδο αν και το δυτικό τμήμα χτίστηκε λίγο αργότερα από το ανατολικό, προφανώς όταν διαπιστώθηκε ότι το ύψωμα ήταν ευάλωτο από τα δυτικά, ιδιαίτερα στην περίπτωση που μια εχθρική δύναμη θα μπορούσε να στρατοπεδεύσει στο πλάτωμα όπου είναι το δυτικό τμήμα.
Κάποιες ερασιτεχνικές περιγραφές χαρακτηρίζουν το δυτικό τμήμα «ακρόπολη» του κάστρου. Αυτός ο χαρακτηρισμός είναι δικαιολογημένος αλλά όχι σωστός. Μια τυπική ακρόπολη ήταν το διοικητικό κέντρο και το έσχατο σημείο άμυνας και σύμφωνα με τα προλεγόμενα, το δυτικό τμήμα αν και ψηλότερα δεν είχε τέτοιο ρόλο.
Το Όνομα του Κάστρου
Στη βορειοδυτική πλευρά της Δραγγονάρας υπάρχει μια εντυπωσιακή κοιλότητα-κατακρήμνιση, από την κορυφή μέχρι τους πρόποδες σχεδόν του λόφου, η οποία έχει μια ομαλή κοίλη επιφάνεια που θυμίζει μισή κούπα. Εξ ου και το όνομα «Κούπα» ή La Couppa όπως ονομάστηκε το κάστρο από τους Φράγκους.
Σχετικά κοντά στην Κούπα βρίσκεται ένα κάστρο με παραπλήσιο όνομα: το Ποτίρι. H γειτνίαση των ονομάτων των δύο κάστρων παραπλάνησε παλιούς ερευνητές που θεωρούσαν ότι επρόκειτο για το ίδιο κάστρο ενώ δημιούργησε και κάποια σύγχυση σχετικά με την ακριβή θέση, η οποία πάντως σήμερα δεν αμφισβητείται.
Ιστορία
Το κάστρο οχυρώθηκε για πρώτη φορά μάλλον τον 4ο π.Χ. αιώνα – όπως φαίνεται από τα εντυπωσιακά ισόδομα τείχη χτισμένα με μεγάλους και καλά επεξεργασμένους ορθογώνιους ογκόλιθους. Όπως προαναφέρθηκε, το δυτικό τμήμα είναι λίγο μεταγενέστερο του ανατολικού.
Η αρχαία ονομασία δεν είναι ακριβώς γνωστή. Εικάζεται ότι πρόκειται είτε για την Ευβοϊκή Οιχαλία είτε για τη πόλη Βρύγχαι ή Γρύγχαι (που σημαίνει «Βρύσες») που είχε καταστραφεί από καθίζηση.
Η αρχική οχύρωση δεν υπέστη δραματικές αλλαγές στο πέρασμα των αιώνων. Κάποιες ελάχιστες προσθήκες πιστοποιούν τη χρήση του κάστρου σαν στρατιωτικό οχυρό κατά τη Ρωμαϊκή και τη Βυζαντινή περίοδο και, βεβαίως, κατά τη Φραγκοκρατία.
Τον 8ο μ.Χ. αιώνα σε μια περίοδο που η Βυζαντινή αυτοκρατορία παράπαιε, το κάστρο κατελήφθη από Σαρακηνούς πειρατές και έπαθε σοβαρές ζημιές.
Το 1208, με την έναρξη της Φραγκοκρατίας στην Εύβοια, το κάστρο περνάει στα χέρια των Φράγκων και γίνεται σημαντικός κρίκος στο αμυντικό σύστημα του νησιού. Οι Φράγκοι ονομάζουν το κάστρο La Cuppa, ονομασία που έμεινε μέχρι σήμερα.
To 1269 το κάστρο έπεσε στα χέρια του ιππότη Λικάριο που είχε κυριεύσει και άλλα κάστρα της Εύβοιας για λογαριασμό του Βυζαντινού αυτοκράτορα. Προς το τέλος του 13ου αιώνα, Φράγκοι και Ενετοί ξαναπήραν πίσω τις κτήσεις τους στην Εύβοια συμπεριλαμβανομένου του κάστρου Κούπα που γίνεται το διοικητικό κέντρο της περιοχής.
Στις αρχές του 15ου αιώνα η περιοχή καταλαμβάνεται από τους Καταλανούς του Δουκάτου των Αθηνών. Σε καταλανικό διάταγμα του 1413 αναφέρεται και πάλι το κάστρο Κούπα σαν στρατιωτικό κέντρο.
Το 1470 το κάστρο καταλαμβάνεται από τους Τούρκους υπό την ηγεσία του ίδιου του Μωάμεθ Β’. Οι 3000 υπερασπιστές του που πιάστηκαν αιχμάλωτοι σφαγιάστηκαν, και, σύμφωνα με μια μαρτυρία (του Jacopo dalla Castellana), αυτό συνέβη μπροστά στα τείχη του κάστρου της Χαλκίδας για να καμφθεί το ηθικό των εκεί αμυνομένων.
Οι Οθωμανοί κατέστρεψαν το κάστρο μετά την κατάληψή του και από τότε δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το ανατολικά τμήμα έχει έκταση 40 στρέμματα περίπου. Έχει τείχη μόνο κατά τόπους καθώς την οχύρωση συμπληρώνουν με φυσικό τρόπο τα απόκρημνα βράχια (για το περίγραμμα τειχών βλ. κάτοψη). Στη νοτιοανατολική πλευρά υπάρχει πηγή και πιο πέρα τα απομεινάρια μιας πύλης.
Στο κέντρο του ανατολικού τμήματος υπάρχει η εκκλησία της Παναγίας της Δραγωνιέρας που γιορτάζει την 1η Αυγούστου. Τη μέρα αυτή πλήθος κόσμου ανηφορίζει στο κάστρο. Στο προαύλιο χώρο της εκκλησίας υπάρχουν σπασμένοι κίονες που μαζί με τις επτά μαρμάρινες κολόνες που στηρίζουν την σκεπή της, μαρτυρούν την ύπαρξη αρχαίου ναού στο χώρο, που πιστεύεται ότι ήταν της Αρτέμιδος.
Η επιφάνεια αυτή βρίσκεται στο μέρος όπου ήταν το αρχαίο πόλισμα που αντικαταστάθηκε από το μεσαιωνικό οικισμό. Περιέργως δεν έχουν βρεθεί κεραμεικά ευρήματα από την αρχαιότητα. Ίσως ο πληθυσμός να προτιμούσε να μένει μόνιμα στην πεδιάδα πιο κάτω και να κατέφευγε στο κάστρο μόνο σε περίπτωση κινδύνου.
Τα περισσότερα ερείπια των τειχών είναι από την αρχαία οχύρωση (λαξευτοί λίθοι σε ισόδομο σύστημα δόμησης χωρίς κονίαμα) αλλά υπάρχουν μέρη του τείχους, κυρίως ανατολικά της εκκλησίας, που ανάγονται στους Μεσαιωνικούς χρόνους.
Το δυτικό τμήμα ήταν συμπληρωματική οχύρωση της ανατολικής και, όπως προαναφέρθηκε, είχε περισσότερο στρατιωτικό χαρακτήρα ενώ σώζεται σε σχετικά καλύτερη κατάσταση. Πρόκειται για ένα πλάτωμα που από βορρά και από νότο προστατεύεται από γκρεμούς. Στις πλευρές αυτές το τείχος είναι περιττό αλλά στη βορινή πλευρά υπάρχει τείχος μήκους 100 μέτρων.
Η δυτική πλευρά του πλατώματος προστατεύεται από ένα τείχος μήκους 24 μέτρων, ανάμεσα σε δύο πύργους. Ο βορινός πύργος είναι αρχαίος, διαστάσεων 9.8✖7.0μ. Κοντά στον πύργο υπάρχει μια μικρή είσοδος πλάτους 0.9μ που είναι προσβάσιμη με σκάλα ύψους 9 μέτρων.Ο νότιος πύργος είναι μεσαιωνική κατασκευή.
Τα τείχη έχουν πάχος 2.65 μέτρα. Η τοιχοποιία είναι παρόμοια με αυτήν του ανατολικού τμήματος, αλλά εδώ σε μερικά σημεία έχουν γίνει προσθήκες και επισκευές με χρήση πλίνθων και κονιάματος.
Η ανατολική πλευρά δεν φαίνεται να είχε σοβαρή οχύρωση (εκτός αν έχει γκρεμιστεί στην καταστροφή του κάστρου από τους Οθωμανούς). Η απουσία ανατολικού τείχους είναι δικαιολογημένη καθώς από την πλευρά αυτή είναι το υπόλοιπο κάστρο.
Πηγές
Θεόδωρος Σκούρας, «Οχυρώσεις στην Εύβοια (Μερικές λύσεις στα τοπογραφικά τους προβλήματα)»- ΑΕΜ – Τόμος Κ’ – 1975
Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή στην Ελλάδα, 2005 Archaeological report
kastra.eu/castlegr.php?kastro=koupa