Ιδιαίτερα προβληματικό χαρακτηρίζει ο Σύλλογος Ελλήνων Πολεοδόμων και Χωροτακτών το νομοσχέδιο για τον αιγιαλό και την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας στις παραθαλάσσιες περιοχές. Νομοσχέδιο, μάλιστα, που -όπως επισημαίνει- εισήχθη στη Βουλή μόλις δύο ημέρες μετά τη λήξη της δημόσιας διαβούλευσης.
Από τον
Βασίλη Παπακωνσταντόπουλο
Σύμφωνα με τον ΣΕΠΟΧ, το σχέδιο νόμου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την υποχρέωση σχεδιασμού του παράκτιου χώρου ως πολύτιμου αγαθού και οικοσυστήματος. Οπως επισημαίνουν πολεοδόμοι και χωροτάκτες, από το νομοσχέδιο, με τίτλο «Οροι αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας στις παραθαλάσσιες περιοχές και άλλες διατάξεις», απουσιάζει η συνολική θεώρηση παράκτιου και θαλάσσιου χώρου, γεγονός που επιτείνεται από την απουσία θαλάσσιου σχεδιασμού, ενώ δίνονται προτεραιότητα και έμφαση σε διαχειριστικά ζητήματα και «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας.
Στην κατεύθυνση αυτή τροποποιούνται ισχύοντες ορισμοί, όπως αυτοί του αιγιαλού και της παραλίας, από όπου αφαιρούνται η ρητή αναγνώριση της αξίας του παράκτιου χώρου ως φυσικού πόρου και η αναγνώριση της δημόσιας κτήσης, σύμφωνα με τις ως σήμερα ισχύουσες διατάξεις.
Την ίδια στιγμή, νεοεισαγόμενοι ορισμοί, όπως «αιγιαλοί και παραλίες υψηλής προστασίας», χαρακτηρίζονται από ασάφεια, από την οποία επιβαρύνεται η αποτελεσματική προστασία των περιοχών Natura 2000. Ειδικότερα, ο ΣΕΠΟΧ υπογραμμίζει ότι στο άρθρο 6 του νομοσχεδίου αναφορικά με τον κοινόχρηστο χαρακτήρα και το ιδιοκτησιακό καθεστώς αιγιαλού κ.λπ. αναφέρεται ότι απαγορεύονται η κατασκευή κτισμάτων και εν γένει η τοποθέτηση κατασκευασμάτων, καθώς και οποιαδήποτε μεταβολή χωρίς άδεια ή καθ’ υπέρβαση αυτής ή με άδεια που εκδόθηκε παράνομα στον αιγιαλό κ.λπ.
«Συνεπώς, από τη συγκεκριμένη διατύπωση μπορεί να συναχθεί έμμεσα το συμπέρασμα ότι είναι δυνατή η κατασκευή έπειτα από άδεια» εξηγεί ο σύλλογος, σημειώνοντας ότι η διατύπωση στον ν. 2971/2001 είναι απολύτως σαφής και πρέπει να διατηρηθεί (άρθρο 2, παρ.4). Ο εν λόγω νόμος απαγόρευε την κατασκευή κτισμάτων και εν γένει την τοποθέτηση κατασκευασμάτων στον αιγιαλό, στην παραλία, στην όχθη, στην παρόχθια ζώνη, στο υδάτινο στοιχείο, στον πυθμένα και το υπέδαφος του βυθού της θάλασσας, λιμνοθάλασσας, λίμνης και της κοίτης πλεύσιμου ποταμού.
«Σε σημαντικά θέματα παρουσιάζεται υποχώρηση από τις ισχύουσες ως σήμερα διατάξεις. Το νομοσχέδιο, αν και αφορά την παράκτια ζώνη, δεν ακολουθεί ορισμούς και μεθοδολογία που προτείνονται από το 7ο πρωτόκολλο της Σύμβασης της Βαρκελώνης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών της Μεσογείου. Κρίνεται ότι το ισχύον θεσμικό πλαίσιο (ν. 2971/2001, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει και υπ. απόφαση ΦΕΚ 1864/Β/2020) καλύπτει με πληρότητα τα θέματα διαχείρισης του αιγιαλού, της παραλίας και του παλιού αιγιαλού, όπως και τα ζητήματα που συνδέονται με το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους. Το προς διαβούλευση νομοσχέδιο δεν είναι σαφές ποιες διατάξεις τροποποιεί ή καταργεί και
ποιος είναι ο στόχος των προτεινόμενων ρυθμίσεων», συμπληρώνει ο ΣΕΠΟΧ.
Υπενθυμίζεται ότι το σχέδιο νόμου έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση οκτώ περιβαλλοντικών οργανώσεων, που επισημαίνουν ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να καταργήσει το ήδη ανεπαρκές σε καιρό κλιματικής κρίσης ελάχιστο όριο προστασίας των 30 μέτρων παραλίας.