Εξαιρετικό το άρθρο του Κώστα Βαξεβάνη
Με µια ιστορική απόφαση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταδίκασε την κυβέρνηση Μητσοτάκη γιατί παραβιάζει το κράτος δικαίου, παρεµποδίζει την ελεύθερη δηµοσιογραφία και δηµιουργεί συνθήκες που δεν ταιριάζουν σε µια δηµοκρατία. Το έκανε το Ευρωκοινοβούλιο ως ανώτατο όργανο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ούτε το Documento ούτε οι Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα ούτε η ∆ιεθνής Αµνηστία και οι «New York Times» ούτε καµιά άλλη οντότητα από αυτές που ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνηθίζει να κατηγορεί ότι τον συκοφαντούν και τον εχθρεύονται.
Απέναντι σε τέτοια απόφαση η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να συµµορφωθεί (διαφορετικά η χώρα απειλείται µε µείωση ευρωπαϊκών χρηµατοδοτήσεων) και τα θεσµικά όργανα να το απαιτήσουν.
Αν µάλιστα πρόκειται για τον Αρειο Πάγο, στην ηγεσία του οποίου βρίσκεται η Ιωάννα Κλάπα, το λιγότερο που έπρεπε να εκφραστεί ήταν ανησυχία για όσα διαπιστώνονται. Ο Αρειος Πάγος, ωστόσο, επέλεξε να συνεδριάσει για να χειροκροτήσει (κλαπ-α, κλαπ-α) τον Μητσοτάκη και τις παραβιάσεις του. Το πρόβληµα είναι πολύ πιο σοβαρό από την ερµηνεία ότι η ηγεσία του Αρειου Πάγου απλώς επιστρέφει τη χάρη στον Μητσοτάκη που την επέλεξε.
Σε λιγότερο από ένα µήνα µε δύο συµπεριφορές της ηγεσίας του Αρειου Πάγου αποδείχθηκε ότι όσα καταλογίζονται στην Ελλάδα για το έλλειµµα δηµοκρατίας είναι απολύτως αληθή. Η εισαγγελέας του Αρειου Πάγου όταν την επισκέφθηκε η Μαρία Καρυστιανού ως µητέρα θύµατος στο εγκληµατικό δυστύχηµα των Τεµπών για να ζητήσει απόδοση δικαιοσύνης τής πρότεινε προσευχή και εγκαρτέρηση. Μέρες µετά, το ανώτατο δικαστήριο της χώρας συνεδρίασε, ως δεν όφειλε, για να αντικρούσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Γιατί να ζορίζονται για όσα πρέπει να απολογηθούν όταν υπάρχει η µεταφυσική ή η φυσικότητα της αυθαιρεσίας τους;
Ποια άλλη απόδειξη χρειάζεται ώστε να κάνει κάποιος την παραδοχή ότι στην Ελλάδα το κράτος δικαίου έχει πρόβληµα, µε ευθύνη φυσικά του Μητσοτάκη αλλά και της κεφαλής του Αρειου Πάγου; Η ιστορική απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου συνοδεύτηκε από µια πρωτοφανή ηθική απρέπεια αλλά και παραβίαση της διάκρισης των εξουσιών από τον Αρειο Πάγο. Κάθε πολίτης και φυσικά κάθε µέλος του Αρειου Πάγου έχει δικαίωµα να έχει άποψη και να κρίνει –ακόµη και δηµόσια– πολιτικές αποφάσεις. Σε αντίθεση µε την πρακτική που έχουν εφαρµόσει διάφοροι σύλλογοι και σωµατεία δικαστών που βαφτίζουν «παρέµβαση στη ∆ικαιοσύνη» κάθε κριτική δικαστικής απόφασης ή συναδέλφου τους, το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου (Ε∆∆Α) έχει αποφανθεί µε πληθώρα αποφάσεων ότι η κριτική δεν αποτελεί παρέµβαση, αλλά δικαίωµα στο πλαίσιο της δηµοκρατίας (αρκετές αποφάσεις του Ε∆∆Α αφορούν την Ελλάδα). Με την έννοια αυτή, κάθε δικαστής του Αρειου Πάγου έχει δικαίωµα να έχει άποψη για την απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου και (κατ’ εµέ) να την εκφράζει κιόλας. ∆εν έχουν όµως κανένα δικαίωµα η ηγεσία του Αρείου Πάγου και οι αρεοπαγίτες να χρησιµοποιούν τον θεσµό της ολοµέλειας του ανώτατου δικαστηρίου για να αντιστρατευτούν ένα ευρωπαϊκό θεσµικό όργανο και –για να το πω απλά και ευθέως– να ξεπλύνουν τον Μητσοτάκη.
Ο Αρειος Πάγος είναι δικαστήριο και αρµοδιότητά του, αν δεν δικάζει υποθέσεις, είναι να παίρνει αποφάσεις και να επιλύει νοµικά θέµατα. Η συνεδρίαση του Αρειου Πάγου δεν είχε να επιλύσει κανένα νοµικό θέµα ούτε να δικάσει κάποια υπόθεση. Συγκλήθηκε παραθεσµικά και προσβλητικά για τη ∆ικαιοσύνη για να µπορεί να λέει ο Μητσοτάκης στο φιλοθεάµον κοινό ότι είναι συµβατός µε τη δηµοκρατία και µάλιστα µε τη σφραγίδα του Αρειου Πάγου, ο οποίος αποφάσισε ότι όλα είναι καλά µε τη λειτουργία της ∆ικαιοσύνης.
Είναι πραγµατικά απορίας άξιο γιατί ο Αρειος Πάγος δεν συνέστησε στον Κυριάκο Μητσοτάκη να καταφύγει στην εκκλησία και σε κάποιο ευχέλαιο για παρηγοριά, όπως έκανε η εισαγγελέας του ανώτατου δικαστηρίου στη χαροκαµένη µάνα, αλλά µπήκε σε διαδικασία σύγκλησης της ολοµέλειας. Εχει σηµασία ότι η σύγκληση του δυσκίνητου σε άλλες υποθέσεις ανώτατου δικαστηρίου έγινε µέσα σε µόλις µία βδοµάδα από την καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ηταν τέτοια η θέρµη µε την οποία κινήθηκε η ηγεσία του Αρειου Πάγου (πρόεδρος και εισαγγελέας έπαιρναν αυτοπροσώπως τηλέφωνα και έκαναν επισκέψεις σε γραφεία) που αν χαρακτήριζε έστω και στο ελάχιστο άλλες διαδικασίες στο δικαστικό σύστηµα, η Ελλάδα δεν θα είχε κανένα πρόβληµα στην απονοµή της δικαιοσύνης.
Είναι η πρώτη φορά µετά τη χούντα που η κυβέρνηση της χώρας κάθεται στο σκαµνί για παραβίαση των κανόνων του κράτους δικαίου και της δηµοκρατίας. Η Ευρώπη δεν κατηγόρησε ούτε τον Καραµανλή ούτε τον Παπανδρέου ούτε τον Τσίπρα ούτε καν τον Σαµαρά για τέτοιες παρεκτροπές. Αλλά και ο Αρειος Πάγος ουδέποτε από την εποχή της χούντας και του Κόλλια δεν θέλησε τόσο απροκάλυπτα να βάλει πλάτη σε κυβέρνηση για την παραβίαση θεµελιωδών δηµοκρατικών αρχών.
Φυσικά και όλα αυτά δεν κάνουν εντύπωση. Θυµίζω ότι ο προηγούµενος εισαγγελέας του Αρειου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος προσπάθησε να σταµατήσει την έρευνα για τις παρακολουθήσεις, ενώ η ολοµέλεια του Αρειου Πάγου αποφάσισε ότι η ατιµωρησία των τραπεζιτών που έκλεψαν, η οποία θεσπίστηκε µε νόµο του Μητσοτάκη, ήταν απολύτως συµβατή µε τη δηµοκρατία και τη δικαιοσύνη.
Στους αρεοπαγίτες που ξέρω ότι θα διαβάσουν αυτό το κείµενο προτείνω να αναρωτηθούν: Γιατί στην Ελλάδα ξαφνικά έγινε ήρωας ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας και όλοι ζητούν την παρέµβασή του σε όλα τα θέµατα, αν και δεν έχει αρµοδιότητα παρά σε ελάχιστα; Γιατί ο κόσµος δεν εµπιστεύεται τον Ελληνα λειτουργό της ∆ικαιοσύνης και ψάχνει σωτηρία από την Ευρώπη σαν να είµαστε στην εποχή της χούντας;
ΥΓ.: Μου λένε φίλοι νοµικοί ότι µε αυτά που γράφω δεν θα έχουν καλή τύχη όσες δικαστικές υποθέσεις µου φτάσουν στον Αρειο Πάγο, αλλά ευτυχώς, για να παραφράσω τη γνωστή ρήση, πιστεύω ότι «υπάρχουν δικαστές εις τας Αθήνας». Ή έστω στο Στρασβούργο.