Όταν πριν από χιλιάδες χρόνια η θεά Αθηνά χτυπούσε τον βράχο στην Ακρόπολη για να δώσει το πρώτο ελαιόδεντρο στους Αθηναίους, δεν φανταζόταν ότι θα έθετε το μέτρο για την διαχρονική πορεία της ελληνικής οικονομίας.
- του Βασίλη Γαλούπη
Το «χρηματιστήριο» του νοικοκυριού στη χώρα μας καθορίζεται παραδοσιακά από το πόσο κοστίζει ένα λίτρο λάδι κι από το πόσο εύκολα μπορεί να το προμηθευτεί κάθε σπίτι, από τον μεγάλο λιμό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ένας τενεκές ελαιόλαδο ανταλλασσόταν από τους μαυραγορίτες της εποχής ακόμα και με ολόκληρα σπίτια, μέχρι σήμερα, με την πληθωριστική έκρηξη ακρίβειας…
Τα καλά νέα για τον φετινό χειμώνα είναι ότι παρά τη μειωμένη παραγωγήελαιολάδου της φετινής σοδειάς, δεν θα παρατηρηθούν κατά πάσα πιθανότητα ελλείψεις στην αγορά. Τα κακά νέα είναι ότι οι τιμές θα παραμείνουν πρωτοφανώς υψηλές και σε ανοδική τάση, δυσκολεύοντας ακόμα περισσότερο τη χρήση της πολύτιμης τροφής στο καθημερινό τραπέζι.
Με την τιμή του λίτρου να αγγίζει ή και να ξεπερνά πια τα 12 ευρώ στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, η βάση της μεσογειακής διατροφής απειλείται ακόμα πιο πολύ κι από τα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης.
Στελέχη της αγοράς διατηρούν μια κρυφή ελπίδα. Οτι τον προσεχή Μάρτιο οι προβλέψεις στην Ισπανία για την επόμενη σοδειά, αυτή του 2024, θα είναι θετικές. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο αναμένεται αποκλιμάκωση των τιμών από την άνοιξη, σταδιακή αρχικά.
Ωστόσο, για το πρώτο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο της φετινής σοδειάς, που έχει ήδη αρχίσει να βγαίνει, τα μηνύματα δεν είναι ενθαρρυντικά. Η τιμή παραγωγού «σπάει» πλέον το φράγμα των 8 ευρώ και παγιώνεται στα 8,5 ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι ο καταναλωτής θα μπορεί να το προμηθεύεται στο λιανεμπόριο άνω των 12-12,5 ευρώ στην καλύτερη περίπτωση. Πλέον στα σούπερ μάρκετ υπάρχουν και μάρκες συσκευασμένου ελαιολάδου με το λίτρο ακόμα και στα 14 ευρώ. Ο παραδοσιακός τενεκές με τα 17 λίτρα κοστίζει στα 160-170 ευρώ, με ανοδικές τάσεις, όταν μέχρι πριν από ένα δυο χρόνια κυμαινόταν στα 80-100 ευρώ.
Η «δημοκρατία» ζήτησε μια πρώτη αποτίμηση των νέων δεδομένων για τον φετινό χειμώνα από τον γενικό διευθυντή του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ) Γιώργο Οικονόμου:
«Η κατάσταση είναι απόρροια της μειωμένης παραγωγής λόγω των κλιματικών αλλαγών, της ανομβρίας και της ξηρασίας στην Ισπανία, αλλά φέτος και στην Ελλάδα. Από την άνοιξη του 2023 δεν βοήθησαν οι συνθήκες, με την υψηλή θερμοκρασία, να υπάρξει η καρποδεσία και να μπορέσει ο χυμός του φρούτου της ελιάς να έχει ποσότητες ικανές. Ετσι στη χώρα μας βρισκόμαστε μπροστά σε μια πολύ μειωμένη παραγωγή, της τάξης των 150.000 τόνων, περίπου στο 50% από μια μέση χρονιά. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι παραμένει το πρόβλημα, όπως πέρυσι αλλά και πρόπερσι, στην Ισπανία και την Ιταλία, η κατάσταση γίνεται δυσκολότερη. Η μέση παραγωγή στην Ισπανία είναι στο 1.500.000 τόνους και φέτος θα είναι στους 650.000 τόνους. Οπότε είναι προφανές ότι οι τιμές παίρνουν την ανιούσα από τον Μάρτιο μέχρι και αυτή τη στιγμή, από τα 4 ευρώ που ήταν έως τα 8-8,5 ευρώ το λίτρο που κοστίζει τώρα».
Στην ερώτηση πως μπορεί να αλλάξει αυτή η κατάσταση, ο κ. Οικονόμου δηλώνει: «Είναι θέμα προσφοράς και ζήτησης. Δεν είναι εύκολο να κάνει κάποιος πρόβλεψη, αλλά όταν μιλάμε για τόσο χαμηλές ποσότητες, μάλλον η τιμή θα κυμανθεί εκεί που είναι τώρα. Θα υπάρξει μια συμπίεση στις τιμές, μόνο αν γύρω στον Φεβρουάριο – Μάρτιο τα μηνύματα από την Ισπανία είναι πιο αισιόδοξα για την επόμενη παραγωγή. Να σημειώσουμε ότι έχει μειωθεί και η κατανάλωση σε πολλές χώρες, λόγω των αυξημένων τιμών, όπως και στην Ελλάδα κατά 20%-25%, όπως υπολογίζουμε».
Στις μη ευρωπαϊκές χώρες που παράγουν ελαιόλαδο, όπως η Τουρκία και η Β. Αφρική, τα μηνύματα δεν είναι τόσο απαισιόδοξα για τη φετινή σοδειά, όμως οι ποσότητες παραγωγής είναι τέτοιες που δεν μπορούν να επηρεάσουν το «χρηματιστήριο του λαδιού».
Στην ερώτησή μας για περιπτώσεις που καταναλωτές προμηθεύονται νοθευμένο ελαιόλαδο, ο γενικός διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ συστήνει μεγάλη προσοχή: «Η νοθεία είναι ένα θέμα που έχει βρει σ’ αυτή τη φάση της αγοράς μεγάλο χώρο. Οταν μπορείς να νοθεύσεις ένα ηλιέλαιο που έχει 2 ευρώ και να το πουλήσεις βάζοντας 5% ελαιόλαδο στον τενεκέ και όλα τα άλλα είναι βαμμένο σπορέλαιο, υπάρχει μεγάλο περιθώριο κέρδους. Ο καταναλωτής οφείλει να είναι επιφυλακτικός, όταν βλέπει δήθεν ευκαιρίες στο διαδίκτυο».
Και προσθέτει: «Εχει προκύψει κι ένα καινούργιο φαινόμενο, αυτό της εισαγωγής μείγματος ελαιολάδου με σπορέλαια από γειτονικές χώρες της Ε.Ε., όπως η Βουλγαρία και η Κύπρος. Ο καταναλωτής είναι απόλυτα ασφαλής μόνο όταν αγοράζει από νόμιμα σημεία πώλησης και επώνυμα προϊόντα. Δίνουμε σημασία στο επώνυμο και τυποποιημένο προϊόν, αλλά και από πού το αγοράζουμε, όπως και σε τι τιμή. Δεν είναι κανείς τόσο τυχερός που να βρει το προϊόν σε τιμή καταφανώς χαμηλή».
Οσο για τις περιπτώσεις αισχροκέρδειας, τονίζει ότι «από τους ελέγχους που έγιναν δεν προκύπτει από πουθενά ότι υπάρχει αισχροκέρδεια στην τυποποίηση», ενώ για τους παραγωγούς αναφέρει ότι κι αυτοί πλέον έχουν αυξημένα κόστη ελαιοσυλλογής, ενέργειας, λιπασμάτων κ.λπ.: «Από τα 8 ευρώ που φεύγει το λάδι από τον παραγωγό, τα 5-6 ευρώ έχουν να κάνουν με το κόστος του».
Το μεροκάματο για τους εργάτες της ελαιοκομιδής φτάνει φέτος στα 60-65 ευρώ, ενώ υπάρχει και σημαντική έλλειψη εργατικών χεριών. Πολλές σοδειές κινδύνεψαν να μείνουν στα χωράφια. Σε ορισμένες περιπτώσεις το μεροκάματο μπορεί να εκτιναχθεί ακόμα και πάνω από τα 70 ευρώ. Μόνο για τη δυτική Ελλάδα υπολογίζεται ότι απαιτούνται τουλάχιστον 8.000 εργάτες γης.
Με GPS, κάμερες και περιπολίες σε χωράφια κι ελαιοτριβεία
Οι κλοπές ποσοτήτων ελιών ή λαδιού έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, με συνέπεια οι αγρότες να παίρνουν πρωτοφανή μέτρα ασφάλειας. «Είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Δεν είχαμε βιώσει ποτέ κάτι αντίστοιχο στην περιοχή μας» δηλώνει στο Reuters ο Παναγιώτης Τσαφάρας, αναφερόμενος στα φαινόμενα κλοπής τόνων ελαιολάδου από ελαιοτριβεία και αποθήκες, αλλά και ελιών.
Ο 63χρονος ελαιοπαραγωγός έπεσε θύμα κλοπής δύο φορές φέτος. Για να προστατευτεί κάνει… περιπολίες στα χωράφια του στα Φιλιατρά. «Οταν είδα ότι μου είχαν κλέψει τις ελιές, σοκαρίστηκα. Σκέφτηκα, τι είναι αυτό; Γιατί συμβαίνει;» λέει στο Reuters.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα και καταγγελίες, όλο και περισσότεροι αγρότες τοποθετούν GPS trackers στα δέντρα, όπως και κάμερες. Γίνονται σκέψεις ακόμα και για πρόσληψη σεκιουριτάδων. Τα Φιλιατρά με 5.000.000 ελαιόδεντρα συνεισφέρουν περίπου το 10%-12% της παραγωγής της Ελλάδας σε ελιές.
Ο ιδιοκτήτης ελαιοτριβείου Παναγιώτης Φούδας παίρνει κι αυτός μέτρα ασφάλειας, αφού η επιχείρησή του μπορεί να αποτελέσει στόχο: «Εχουμε τοποθετήσει κάμερες ασφαλείας και συναγερμό, έχουμε περιφράξει την περιοχή του ελαιουργείου για να προστατεύσουμε την καλλιέργεια και εμείς προσπαθούμε να κάνουμε περιπολίες τη νύχτα».
Το ράλι των τιμών και οι «παρενέργειες»
Το «κραχ» στο ελαιόλαδο έγινε τον Μάρτιο 2023. Τότε η Ισπανία ανακοίνωσε ότι τα πρώτα αποθέματα μιας ήδη κακής χρονιάς τελείωναν. Αιτία για τη μικρή σοδειά ήταν οι δυσμενείς για την παραγωγή ελαιολάδου καιρικές συνθήκες. Στην Ελλάδα τον Μάρτιο οι τιμές ήταν λογικές, παρά τον υψηλό πληθωρισμό, στα 6-7 ευρώ το λίτρο στα ράφια των σούπερ μάρκετ.
Η ανακοίνωση της Ισπανίας προκάλεσε πανικό σε όλη τη διεθνή αγορά ελαιολάδου. Η ανάγκη εισαγωγών πυροδότησε τις πρώτες αυξήσεις αρχικά στην Ιταλία, που αποτελεί εμπορικό κόμβο στη διακίνηση του λαδιού. Όσοι παραγωγοί είχαν αποθέματα άρχισαν να ρισκάρουν κρατώντας τα, προβλέποντας ότι οι τιμές θα ανέβουν.
Το Πάσχα οι τιμές παραγωγού είχαν αυξηθεί στα 6 ευρώ και το λίτρο στο ράφι στα 8-9 ευρώ. Τα καλοκαίρι το λίτρο ανέβηκε στα 7 ευρώ από τον παραγωγό και στα 8 το φθινόπωρο. Η νέα σοδειά «τσίμπησε» κι άλλο, στα 8,5 ευρώ σήμερα, και οδεύει προς τα 9 ευρώ. Τα 12 ευρώ στα σούπερ μάρκετ είναι πλέον μια συνηθισμένη τιμή, διπλάσια σε σχέση με μόλις εννέα μήνες πριν.
Ανάλογες αυξήσεις συναντά κανείς και στις άλλες χώρες της Μεσογείου που παράγουν ελαιόλαδο. Κάτι που έχει ως συνέπεια να μειώνεται η εσωτερική κατανάλωση, αλλά και να πέφτουν οι εξαγωγές, αφού πλέον παντού το ελαιόλαδο θεωρείται ένα ακριβό προϊόν.
Οι παραγωγές χώρες ελαιολάδου δεν είναι πολλές. Επίσης το ποσοστό του στην παγκόσμια αγορά ελαίων είναι σχετικά μικρό, κάτω από 5%. Ο παγκόσμιος τζίρος του ελαιολάδου δεν ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ. Οι απογοητευτικές εκτιμήσεις ότι φέτος η συνολική παραγωγή σε διεθνή κλίμακα θα κυμανθεί στους 2.500.000 τόνους προκαλεί μεγαλύτερη αστάθεια για το προϊόν.
Η παγκόσμια υπερδύναμη του ελαιολάδου είναι η Ισπανία με 1.300.000-1.500.000 τόνους μέση ετήσια απόδοση. Ακολουθούν η Ιταλία, η Τυνησία, η Τουρκία, με πέμπτη την Ελλάδα, που συνήθως φτάνει στους 300.000 τόνους.Οσον αφορά την Ευρώπη, η Ελλάδα εναλλάσσεται στη δεύτερη και την τρίτη θέση με την Ιταλία.
Η λύση των εισαγωγών από το εξωτερικό φτηνότερου λαδιού δεν μπορεί να θεωρηθεί υλοποιήσιμη. Αφενός μεν επειδή το ελαιόλαδο είναι πλέον ακριβό σε όλες τις παραγωγές χώρες και αφετέρου επειδή υπάρχουν αρκετές γραφειοκρατικές, άρα και χρονοβόρες επιπλοκές. Ακόμα και το σενάριο διατίμησης από την πλευρά του κράτους είναι περίπλοκο, επειδή δεν είναι ξεκάθαρο ποιος ανεβάζει την τιμή. Σε μια ελεύθερη αγορά, εξάλλου, δεν είναι εφικτό να επιβληθεί στον παραγωγό μια καθορισμένη τιμή για την τιμή με την οποία θα πουλάει το προϊόν του.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος που ανεβάζει τον πήχη δυσκολίας της εξίσωσης είναι ότι στην Ελλάδα ο τομέας του ελαιολάδου δεν είναι ολιγοπωλιακός. Η μεγαλύτερη ποσότητα της ετήσιας «προσφοράς» προέρχεται από δεκάδες χιλιάδες μικρομεσαίους παραγωγούς διασπαρμένους ανά την επικράτεια, εκατοντάδες τοπικούς συνεταιρισμούς και ολοένα αυξανόμενες μάρκες τυποποιημένου προϊόντος. Περισσότερο φαίνεται να οδηγεί αυτό το ράλι η μετάδοση του φόβου μεταξύ των παραγωγών και η διάθεση για βραχυπρόθεσμο «τζόγο» με τις τιμές μέσα σε ένα συγκυριακό περιβάλλον ανασφάλειας.
Ακόμα, πάντως, κι αν οι προβλέψεις του προσεχούς Μαρτίου είναι θετικές ύστερα από δύο κακές χρονιές, θεωρείται δύσκολο οι τιμές παραγωγής να επιστρέψουν σύντομα στα 4-4,5 ευρώ, όπως ήταν πριν από μερικούς μήνες. Το λάδι θα εξακολουθήσει να είναι ακριβό για αρκετό καιρό ακόμα.