Ενα θρίλερ εκτυλίσσεται από την ώρα που έγινε γνωστή η είδηση του θανάτουτης Δέσποινας Παπαδοπούλου, χήρας του δικτάτορα Παπαδόπουλου, με την άλλοτε «σιδηρά κυρία» της χούντας να «φεύγει» σε ηλικία 93 ετών σε δωμάτιο δημόσιου νοσοκομείου, μακριά από κάθε είδους δημοσιότητα.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Η «κυρα-Γιώργαινα», έπειτα από δύο εβδομάδες νοσηλείας και έχοντας μοναδική συντροφιά την πολυαγαπημένη της κόρη Μάχη, έκλεισε τα μάτια της το πρωί του Σαββάτου, κλείνοντας ουσιαστικά και τον κύκλο των πιο στενά συνδεδεμένων ανθρώπων με την επταετία της δικτατορίας!
Εισήλθε στο κρατικό νοσοκομείο με το δικό της επώνυμο (Γάσπαρη), μη θέλοντας να δώσει τροφή για σχόλια και δημοσιεύματα. Και αν αυτό αποφεύχθηκε, η ταφή της έχει εξελιχθεί, όπως αποκαλύπτει σήμερα η «Espresso», σε θρίλερ, καθώς γίνεται αύριο το μεσημέρι! Και λέμε «θρίλερ», γιατί μέχρι την τελευταία στιγμή δεν είχε «κλειδώσει» το πού θα ταφεί! Αν και το οικογενειακό της περιβάλλον είχε αποφασίσει να αποσιωπήσει εντελώς τον θάνατό της, η «Espresso» βγάζει στο φως όλα όσα κατάφερε να συγκεντρώσει τα τελευταία εικοσιτετράωρα.
Σήμερα λοιπόν σας αποκαλύπτουμε πως η Δέσποινα Παπαδοπούλου δεν θα ταφεί στον ίδιο τάφο με τον δικτάτορα άνδρα της Γιώργο Παπαδόπουλο, ο οποίος βρίσκεται ενταφιασμένος στο Α΄ Νεκροταφείο, με την εξόδιο ακολουθία να τελείται στον Ιερό Ναό Αγίου Τρύφωνα Κηφισιάς και την ίδια να ενταφιάζεται στο Κοιμητήριο Νέας Ερυθραίας!
Το θρίλερ της ταφής της ξεκίνησε υπό τον φόβο συγκέντρωσης νοσταλγών της επταετίας, που θα ήθελαν να πουν το «αντίο» τους στη «δική τους» Δέσποινα, χωρίς να έχει ευθύνη για αυτό η οικογένειά της. Μπορεί να έχουν περάσει 24 χρόνια από την κηδεία του άντρα της, η οποία είχε εξελιχθεί σε συγκέντρωση νοσταλγών της χούντας με συνθήματα και πυροβολισμούς στον αέρα, όμως προφανώς η οικογένεια της Παπαδοπούλου δε θα ήθελε να υπάρξουν ανάλογες εικόνες και το μεσημέρι της Τρίτης. Για αυτό πήρε και την απόφαση η Δέσποινα Παπαδοπούλου να μην είναι στον ίδιο τάφο με τον άνδρα της!
Πρόσωπο μιας ταραγμένης εποχής
Η Δέσποινα Παπαδοπούλου τον περασμένο Μάιο είχε αποφασίσει να σπάσει την πολυετή σιωπή της και να μιλήσει στον υπογράφοντα και στην «Espresso» έπειτα από 17 χρόνια, όταν ακόμα και αμερικανικά ΜΜΕ την είχαν προσεγγίσει για της αποσπάσουν τις μαρτυρίες της για τη ζωή της στο πλευρό του δικτάτορα Παπαδόπουλου.
Μια συνέντευξη με την Παπαδοπούλου ήταν ανέκαθεν για δημοσιογραφικός πόθος. Και αυτό γιατί η άλλοτε «σιδηρά κυρία» της δικτατορίας έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια ταραγμένη περίοδο. Την πρώτη της συνέντευξη η Δέσποινα Παπαδοπούλου την είχε δώσει στον Αλέξη Παπαχελά, το 2007. Εκτοτε, όλοι είχαν χάσει τα ίχνη της. Για αυτήν άλλωστε έχουν γραφτεί χιλιάδες άρθρα, πολλά σενάρια και πολλές αλήθειες, αλλά και ψέματα. Ο πρώτος γάμος του αρχηγού της «απριλιανής επανάστασης» (όπως συνήθιζε να αποκαλεί μέχρι τελευταία στιγμή τη χούντα η Δέσποινα Παπαδοπούλου) είχε τελειώσει άδοξα το 1968. Τότε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος παντρεύτηκε τη Δέσποινα Νικολάου Γάσπαρη, η οποία εργαζόταν στη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού. Εκείνη ήταν παντρεμένη με έναν αστυνομικό, τον οποίο χώρισε για να παντρευτεί τον Παπαδόπουλο, που επίσης πήρε διαζύγιο για να οδηγηθεί μαζί της στην εκκλησία.
Η «Espresso» τον περασμένο Μάιο την εντόπισε σε ένα διαμέρισμα 80 τετραγωνικών μέτρων στη Νέα Ερυθραία, με την ίδια να κρατάει καλά κλεισμένη την ιστορία της επταετίας, έχοντας κρεμασμένες παντού φωτογραφίες της εποχής, τόσο με τον σύζυγό της Γεώργιο Παπαδόπουλο όσο και με τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο, καθώς και φωτογραφίες του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου.
Στη μοναδική αυτή συνέντευξη μας περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια την καθημερινότητά της. Σπάνια έβγαινε εκτός σπιτιού, λόγω κινητικών προβλημάτων, είχε λίγους, αλλά καλούς φίλους, και μια κόρη που την πρόσεχε νύχτα μέρα.
Μάλιστα, για τη σημερινή κατάσταση της Ελλάδας έκανε μια καλή «ντρίμπλα».«Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Εχει την ευλογία του Θεού. Θέλω να σας τονίσω πως αγαπώ τους πάντες. Και τους φίλους και τους αντιπάλους μου. Γιατί εγώ ακόμα και σήμερα μπορεί να έχω αντιπάλους στα πολιτικά μου φρονήματα. Ομως, για εμένα δεν παύει κανείς να είναι άνθρωπος». Ερωτηθείσα αν την αναγνωρίζουν όταν βγαίνει έξω, δεν δίστασε να απαντήσει με νόημα: «Οσοι με αναγνωρίζουν μου σφίγγουν το χέρι. Με αγαπάει ο κόσμος, και αυτό δεν είναι ψέμα. Ομως, εγώ αποτραβήχτηκα από τα πάντα. Είναι για μένα στάση ζωής. Δεν είχα ανακατευτεί ποτέ με τα πολιτικά. Ούτε τότε που ζούσε ο σύζυγός μου είχα ανακατευτεί ποτέ. Ημουν, είμαι και θα είμαι πάντα πιστή σε αυτό που πρεσβεύαμε τότε ως σύνθημα, το “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”».
Λυπημένη
Στην ίδια συνέντευξη, η Δέσποινα Παπαδοπούλου είχε «ξεκλειδώσει» για τα καλά, σαν να καταλάβαινε πως μιλούσε δημοσίως για τελευταία φορά. Ο θάνατος της φίλης της, Ρένας Κουμιώτη, ήταν ένας από τους κύριους λόγους, όπως μας έλεγε, που αποφάσισε να «σπάσει» την πολυετή σιωπή της και να μιλήσει στην «Espresso». «Με τη Ρένα ήμασταν πάρα πολύ φίλες εδώ και πολλά χρόνια» μας λέει, συνεχίζοντας τη συζήτηση. «Η Ρένα με είχε πλησιάσει λίγο καιρό μετά που “έφυγε” ο σύζυγός μου, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος. Ηταν μια πολύ γλυκιά γυναίκα η οποία ενδιαφερόταν για μένα. Κρίμα, γιατί “έφυγε” νωρίς και δεν πρόλαβα να την αποχαιρετήσω. Το τελευταίο διάστημα την είχα χάσει. Από τις εφημερίδες έμαθα για τον θάνατό της και λυπήθηκα πολύ» ανέφερε τον περασμένο Μάιο σε αυτή τη μοναδική εξομολόγηση ζωής.
Στο διαμέρισμα της Δέσποινας Παπαδοπούλου, τα περισσότερα κειμήλια είχαν ξεπηδήσει από μια άλλη εποχή. Πίνακες, φωτογραφίες της νιότης της, φωτογραφίες με τον σύζυγό της σε κοσμικές εκδηλώσεις. Τότε, της είχα ζητήσει να μου μιλήσει για την καθημερινότητά της μετά τον θάνατο του συζύγου της. «Ηταν και παραμένει δύσκολη η ζωή μετά τον θάνατό του. Ομως, για μένα είναι πολύ σημαντικό ότι απλός κόσμος καθημερινά πηγαίνει και του ανάβει το καντήλι στο νεκροταφείο. Επειδή εγώ, λόγω γήρατος, δεν μπορώ να πηγαίνω, τον φροντίζει ο απλός ο κόσμος. Και πάντα το καντηλάκι του ανάβει. Εμένα πάντα η στάση ζωής μου ήταν να είμαι απόμακρη. Δεν ήθελα να έχω μπλεξίματα. Ετσι, αποφεύγω να έχω σχέσεις». Η επόμενη ερώτησή μας τότε ήταν για τους στενούς συνεργάτες του συζύγου της. «Με τον Ντερτιλή είχα σχέσεις, γιατί ήταν προϊστάμενός μου πριν γνωρίσω τον άνδρα μου» είπε, ενώ δεν δίστασε να αναφερθεί και στο πώς αντιμετώπισε ο Παπαδόπουλος τη φυλάκισή του. «Με δύναμη, με αξιοπρέπεια έμεινε εκεί ως το τέλος της ζωής του. Ούτε μίλησε ούτε λάλησε ποτέ».
Μετά το 1974, με τη φυλάκιση του Παπαδόπουλου, η ίδια εξαφανίστηκε από όλους και όλα. Ηταν ένα ζωντανό «φάντασμα», χωρίς κανείς να γνωρίζει τίποτα για εκείνη. Η ίδια θυμόταν τις δύσκολες εκείνες εποχές. «Ηταν πάρα πολύ δύσκολη εποχή εκείνη για εμένα. Πολύ δύσκολη. Ο,τι και να σας πω είναι λίγο» μονολογούσε, ενώ δεν έκρυβε τη φτώχεια που έζησε μετά τον θάνατο του συζύγου της. «Σαφώς και αντιμετώπισα φτώχεια μετά τον θάνατο του συζύγου μου. Πάλι καλά που έχω φίλους καλούς και με συντηρούν. Κοιτάξτε, αν θέλετε, εμένα δεν με ξέχασε ο Θεός ποτέ. Τον είχα πάντα κοντά μου. Ευτυχώς που υπάρχουν κάποιοι καλοί φίλοι και μπορώ και επιβιώνω με αξιοπρέπεια. Και μέσα από εσάς θέλω να τους ευχαριστήσω μέσα από την καρδιά μου. Γιατί υπάρχω χάρη σε αυτούς» έλεγε.
Στις ερωτήσεις που της κάναμε τότε της αναφέραμε τον τίτλο που της είχαν αποδώσει: «σιδηρά κυρία της Ελλάδας». Χαμογέλασε. «Ετσι με έλεγαν, αλλά δεν ήμουν σιδηρά. Και επειδή ήμουν η γυναίκα του προέδρου τι σημαίνει, ότι είμαι κάτι ξεχωριστό; Οχι, βέβαια. Ο,τι ήμουν προ Παπαδόπουλου είμαι και ύστερα από αυτόν. Δεν άλλαξα στο παραμικρό. Ούτε στον χαρακτήρα μου ούτε στη στάση ζωής μου».
Της είχαμε ζητήσει να μας πει πώς θα ήθελε να τη θυμάται ο κόσμος. Της αναφέραμε ότι πολλά δημοσιεύματα εκείνης της εποχής μιλούσαν για τα λούσα και τα μοναδικά συνολάκια που φορούσε. «Δεν με ενδιέφεραν τα λούσα. Δεν άφηνα τον εαυτό μου να παρασυρθεί. Ισως γι’ αυτό έμεινα μόνη μου στη ζωή. Δεν σκέφτηκα ποτέ να ξαναφτιάξω τη ζωή μου. Ακουσα πολλά, όμως, ακόμα και για αυτή τη στάση ζωής» είπε με παράπονο. Τη ρωτήσαμε πώς θα ήθελε να τη θυμάται ο κόσμος. «Οπως ήμουν παλιά. Και, νομίζω, με θυμάται έτσι. Για αυτό και με φωνάζουν “Δέσποινα” και όχι “κυρία Παπαδοπούλου”. Δεν έχω παράπονο από τον κόσμο» μας είχε πει τότε χαρακτηριστικά, πριν μας αποχαιρετήσει, και μας έδωσε την έγκρισή της για να δημοσιεύσουμε φωτογραφίες της εντός του διαμερίσματός της.