Η κατάδυση στην αρχαία Ελλάδα κατά την ύστερη αρχαϊκή και κλασσική περίοδο (6ος-4ος αιώνας π.Χ.)
Η λέξη κατάδυση και δύτης προέρχονται από το αρχαίο ρήμα «δύω» το οποίο απαντάται από τα ομηρικά έπη, ενώ ο όρος δύτης, ως αυτούσιος, μεταγενέστερα. Έκτοτε δημιουργήθηκαν ποικίλες ονομασίες για όσους ασχολούνταν με την κατάδυση, ανάλογα με τις ικανότητες που διέθεταν οι δύτες ή τα βάθη καταδύσεως που έφταναν.
Συμπεραίνοντας από τις ονομασίες τους, οι «κολυμβητές ὕφαλοι», ή «κολυμβητές ὕφυδροι», οι «βύθιοι», και οι «ὑπονηχόμενοι» [1] εργάζονταν «ὑπὸ τῆς ἁλός» δηλ. κάτω από τη θαλασσία επιφάνεια. Αντιθέτως οι «ἐπιπολάζοντες» κινούντο πιο κοντά στην επιφάνεια, ενδεχομένως προς παρατήρηση του βυθού ενώ οι «ἀρνευτήρες» ήταν οι βουτηχτές, εκείνοι που καταδύονταν από κάποιο ψηλό σημείο με το κεφάλι προς τα κάτω [2].
Στις καλλιτεχνικές παραστάσεις δύσκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει εάν κάποιος που κολυμβά αποδίδεται ως απλός κολυμβητής ή κάποιος που είναι έτοιμος να καταδυθεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα δύναται να αποτελέσει γνωστό αττικό αγγείο (570 π.Χ.) ζωγραφισμένο από τον Κλειτία πάνω στο οποίο μπορούμε να ξεχωρίσουμε ανάμεσα σε πολλές σκηνές, λεπτομέρεια από το ταξίδι του Θησέως στην Κρήτη. Σε αυτήν εικονίζεται το πλοίο του Θησέως να προσεγγίζει την ακτή και ένα άτομο να κολυμβά δίπλα σε αυτό.
Έχοντας αντιληφθεί ότι οι περισσότεροι από τους νέους αποβιβάστηκαν στην ακτή πλανάται το ερώτημα γιατί ο συγκεκριμένος άνδρας κολυμβά; Δεδομένου ότι στις περισσότερες εικονογραφήσεις οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνδρες αποδίδονται γενειοφόροι τότε σαφέστατα ο συγκεκριμένος δεν ανήκει στην ομάδα των νέων που αποβιβάστηκαν στην ακτή. Ενδεχομένως να είναι κάποιος από το πλήρωμα, και πιθανών να είναι έτοιμος να καταδυθεί προκειμένου να βοηθήσει στη πρόσδεση/αγκυροβολία του πλοίου.
Μεγάλο ποσοστό δυτών αποτελούσαν οι αλιείς [3]. Αλίευαν οστρακοειδή, σπόγγους (οι καλούμενοι «σπογγοθήρες»), κοράλια κλπ χρησιμοποιώντας συνήθως ένα μικρό στρογγυλό δίχτυ, το οποίο αποκαλούσαν «γαγγάμη» ή «γάγγαμον» [4].
Εκτός από τους δύτες-αλιείς και τους «σπογγοθήρες», υπήρχαν κι εκείνοι οι οποίοι απασχολούνταν αμιγώς στο τομέα της ναυτιλίας. Έλεγχαν την κατάσταση του βυθού, της γάστρας, την αγκυροβολία κ.ά.
Εκείνο όμως που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις ναυτικές επιχειρήσεις ήταν μικρές ομάδες δυτών, ένα άτυπο «σώμα υποβρυχίων καταστροφών», το οποίο ενεργούσε υποβρύχιες επιχειρήσεις με σκοπό τη δολιοφθορά των εχθρικών πλοίων [5]. Οι αναφορές για αυτές τις καταδυτικές ομάδες, δεν είναι επαρκείς, είναι αποσπασματικές και δεν είναι τίποτε γνωστό σχετικά με την εκπαίδευσή τους ή αν πράγματι αποτελούσαν μέλος πληρώματος. Ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις κάποια από τα πληρώματα να γνώριζαν κατάδυση και να βοηθούσαν είτε σε ναυτικές ή αλιευτικές εργασίες είτε και σε δολιοφθορές. Ωστόσο υπήρχαν και επαγγελματίες δύτες, οι οποίοι θα πρέπει να ήταν «εξωτερικοί συνεργάτες», που όμως αμείβονταν για την συγκεκριμένη αποστολή:
«…ἀλλὰ καὶ τούτους (σ.σ. τους πασσάλους) κολυμβηταὶ δυόμενοι ἐξέπριον μισθοῦ» [6].
Πρώτη καταγεγραμμένη πληροφορία για υποβρύχιες ενέργειες με σκοπό τη δολιοφθορά του αντιπάλου στόλου αντλούμε από τον 5ο αιώνα π.Χ. για τον περίφημο δύτη Σκύλλι ή Σκυλλία, από την Σκιώνη της Μακεδονίας. Ο Σκυλλίας, ενώ υπηρετούσε στον στόλο του Ξέρξου, δραπέτευσε και κολύμπησε καλύπτοντας απόσταση 80 σταδίων, με ανάδυση και κατάδυση, για να φτάσει στο Αρτεμίσιο και να καταγγείλει στους Έλληνες τις προθέσεις του Ξέρξου. Επίσης όταν τα περσικά σκάφη εν ώρα σφοδρής τρικυμίας παρέπλεαν το Πήλιο, εκείνος καταδυόμενος, έλυσε τις άγκυρές τους [7]. Κατά τον Πλίνιο, ο Ρωμαίος ζωγράφος Androbius τον είχε ζωγραφίσει να κόβει τις άγκυρες:
[Ο Androbius ζωγράφισε τον Σκύλλι να κόπτει τις άγκυρες των περσικών τάξεων (του στόλου)]
«Androbius pinxit Scyllum, ancoras praecidentem Persicae classis» [8].
Κατά τη μάχη της Σφακτηρίας (425 π.Χ.) «κολυμβητές ὕφυδροι» καθώς προχωρούσαν υποβρυχίως μετέφεραν, με τη βοήθεια σχοινιών, ασκούς γεμάτους τροφές [9].
Κατά τη διάρκεια της αθηναϊκής εκστρατείας στη Σικελία (415-413 π.Χ.), αμφότεροι αντιμαχόμενοι χρησιμοποίησαν επαγγελματίες δύτες. Οι μεν Συρακούσιοι τοποθετούσαν πασσάλους κάτω από τη θαλάσσια επιφάνεια προκειμένου να προκαλέσουν ζημιές στα πλοία του Αθηναϊκού Στόλου, οι δε Αθηναίοι απαντούσαν με το πριόνισμα των πασσάλων [10].
[προς το μέρος του λιμένος, εξ’ άλλου, κολυμπούσαν δύτες κάτω από την θαλασσία επιφάνεια]
«εσένεον δε και κατά τον λιμένα κολυμβηταί ὕφυδροι» [11].
Παρόμοια σώματα βατραχανθρώπων συναντούμε και κατά την Πολιορκία της Τύρου από τον Μ. Αλέξανδρο (334 π.Χ.):
[…δύτες τους έκοβαν τα σχοινιά (από τις άγκυρες)]
«…ὕφαλοι κολυμβηταί τας σχοίνους αυτοίς υπέτεμνον» [12]
Μια άλλη παράσταση αγγείου χρονολογείται στα 510 π.Χ. κι ενδεχομένως να προσφέρει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των όσων μέχρι τώρα αναπτύξαμε. Πρόκειται για μια μελανόμορφη οινοχόη από την Αττική [13] πάνω στην οποία εικονίζεται παράσταση πλοίου και τρείς άνδρες οι οποίοι επιβαίνουν σε αυτό.
Παρότι ο τύπος του πλοίου δεν διακρίνεται εντούτοις δείχνει ότι πρόκειται για πολεμικό πλοίο. Οι φιγούρες των τριών ανδρών δεν είναι συμμετρικές σύμφωνα με τις διαστάσεις του πλοίου. Αυτή η δυσαρμονία μπορεί να μεταφραστεί σαν τη προσπάθεια του καλλιτέχνου να αποδώσει έμφαση σε αυτούς τους άνδρες ή στο έργο τους. Δεν θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίσουμε πολεμιστές μιας που παρουσιάζονται γυμνοί δίχως οπλισμό αλλά ούτε και αλιείς εφ όσον απουσιάζουν εξαρτήματα κι εξοπλισμός αλιείας επάνω τους καθώς και στο πλοίο.
Ο πρώτος άνδρας από δεξιά, είναι νέος και στέκεται στο έμβολο του πλοίου έτοιμος να κάνει μια κίνηση ενώ ο τρίτος, που δείχνει μεγαλύτερος σε ηλικία, κάνει μια χειραψία. Δίνει ευλογίες, συμβουλές ή πληροφορίες… δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς. Πολλά ερωτήματα γεννιούνται. Εάν ο πρώτος άνδρας ήθελε απλώς να αποβιβαστεί γιατί το πράττει από το έμβολο και γιατί είναι γυμνός; Μια πρώτη σκέψη οδηγεί στην υπόθεση ότι αυτοί οι άνδρες είναι δύτες και ότι ο πρώτος είναι έτοιμος να καταδυθεί από το χαμηλότερο σημείο του σκάφους.
Ωστόσο απορίες παραμένουν για τον άνδρα που εικονίζεται στο μέσον. Τι κρατά ανά χείρας; Δόρυ, γάντζο ή κάλαμο; Κατά την άποψη της γράφουσας οι άνδρες αυτοί είναι δύτες οι οποίοι ενδέχεται να ασχολούνται στον τομέα της ναυτιλίας ή να ανήκουν σε κάποια ομάδα υποβρυχίων καταστροφών. Σε κάθε περίπτωση δείχνουν να είναι έτοιμοι να αναλάβουν μια υποβρύχια αποστολή. Θα μπορούσε κάλλιστα να πρόκειται για υποβρύχια άσκηση ανιχνεύσεως-εντοπισμού ή για τοποθέτηση πασσάλων, άσκηση με σκοπό την επιτήρηση του εχθρού ή για μεταφορά πληροφοριών/μηνυμάτων.
Περί καταδυτικού εξοπλισμού
Ο καταδυτικός εξοπλισμός στους αρχαίους Έλληνες ήταν ακόμα στο στάδιο του πειραματισμού. Κάθε δύτης, ανάλογα με το είδος της καταδύσεως που ασχολείτο, φρόντιζε να μελετά τις ανάγκες συμπληρωματικών ειδών που θα διευκόλυναν το έργο του. Κάποια εργαλεία όπως για παράδειγμα, μαχαίρια, σχοινιά, δίκτυα, κλπ. αποθηκεύονταν σε έναν σάκο ή δένονταν επάνω σε μια ειδική ζώνη ώστε να αφήνουν απόλυτη ελευθερία στα χέρια και στις κινήσεις του δύτη. Έχει αναφερθεί σε αρχαία κείμενα ότι επίσης έδεναν σπόγγους στα αυτιά τους για να εμποδίσουν την βίαιη εισροή ύδατος και την επικείμενη ζημιά στα τύμπανα [14].
Αυτό όμως που πραγματικά αναζητούσαν, με σκοπό την αναβάθμιση του εξοπλισμού τους, ήταν το μέσο εκείνο που θα τους εξασφάλιζε περισσότερη διάρκεια παραμονής στο βυθό. Η παραμονή στο βυθό μπορούσε να πραγματοποιηθεί με κράτημα της αναπνοής. Το κράτημα της αναπνοής στην καταδυτική ορολογία έχει καθιερωθεί ως apnea [15], όρος προερχόμενος από την αρχαία ελληνική λέξη «ἄπνοια» η οποία όμως σημαίνει την έλλειψη πνοής ανέμου και δεν έχει σχέση με την ανθρώπινη αναπνευστική λειτουργία. Η αρχαία λέξη που αντιστοιχεί στην ακούσια/εκούσια διακοπή του αναπνευστικού κύκλου είναι η «ἀπνευστία» [16].
Η εκούσια «ἀπνευστία» δεν υπερβαίνει, κατά μέσο όρο, τα 2 – 2,5 λεπτά. Φανταζόμαστε πως αυτά τα όρια, κατά προσέγγιση, διατηρούνταν από τους αρχαίους δύτες. Αξιοσημείωτη είναι η πρώτη καταγραφή στην ιστορία όπου τα παραπάνω όρια ξεπεράστηκαν. Αναφέρεται με έντονο θαυμασμό από τον ελληνικό και ιταλικό Τύπο της εποχής η αντοχή του Συμιακού σφουγγαρά Γεωργίου Στάθη Χατζή, ο οποίος στις 16 Ιουλίου του 1913 καταδύθηκε στα 88 μ. (κατ’ άλλες πηγές στα 75) και παρέμεινε στο βυθό 3 λεπτά και 58 δευτερόλεπτα για να βροχίσει (να περάσει θηλιά) την άγκυρα του ιταλικού θωρηκτού «Regina Margherita» [17].
Μια αναπνευστική συσκευή, η οποία αποτελούσε επινόηση των ιδίων των δυτών και όχι από κάποιους που έχουν ασχοληθεί με την επιστήμη της φυσικής, αναφέρεται από τον Αριστοτέλη:
[Όπως, λοιπόν, μερικοί κολυμβητές επινοούν κάποια αναπνευστική συσκευή προκειμένου να μπορούν να μένουν πολλή ώρα στη θάλασσα παίρνοντας μέσω αυτής της συσκευής αέρα έξω από την επιφάνεια του νερού,…]
««Οἷον οὖν τοῖς κολυμβηταῖς ἔνιοι πρὸς τὴν ἀναπνοὴν ὄργανα πορίζονται, ἵνα πολὺν χρόνον ἐν τῇ θαλάττῃ μένοντες ἕλκωσιν ἔξωθεν τοῦ ὑγροῦ διὰ τοῦ ὀργάνου τὸν ἀέρα,…» [18].
Δυστυχώς δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες για τη συσκευή αυτή γεγονός που μας αναγκάζει να προσεγγίσουμε την άποψη ότι ίσως πρόκειται για την περίφημη χύτρα, ή τον λέβητα, όπου αναφέρεται σε άλλο έργο του:
[…διότι μπορούν να επιτρέψουν στους δύτες να αναπνεύσουν κατεβάζοντας κάτω λέβητα. Ο λέβητας δεν γεμίζει νερό, αλλά διατηρεί τον αέρα. Πράγματι, πρέπει να βάλει κανείς δύναμη για να το βυθίσει, διότι κάθε όρθιο σκεύος γεμίζει νερό αν γείρει].
«…ὁμοίως γὰρ ἀναπνοὴν ποιοῦσι τοῖς κολυμβηταῖς λέβητα καταφέντες. οὐ πίμπλαται γὰρ οὗτος τοῦ ὕδατος ἀλλὰ τηρεῖ τὸν ἀέρα. μετὰ βίας γὰρ ἡ κάθεσις, ὀρθὸν γὰρ ὁτιοῦν παρεγκλιθὲν εἰσρεῖ» [19].
Όμως ούτε σε αυτό το σημείο υπάρχουν διαφωτιστικά στοιχεία ώστε να οδηγηθούμε σε ασφαλή συμπεράσματα αλλά και να κατανοήσουμε τη χρηστικότητα της συσκευής αυτής, όπως, για παράδειγμα, αν υπήρχε κάποιο άνοιγμα καλυμμένο αεροστεγώς με γυαλί ώστε ο δύτης να μπορεί να βλέπει. Αν όχι τότε ίσως θα πρέπει να περιοριστούμε στην υπόθεση ότι η χρήση της συγκεκριμένης συσκευής κάτω από το νερό λειτουργούσε ως ένα σύντομο διάλειμμα από την «απνευστία».
Συμπεράσματα
Η ύπαρξη κατηγοριών των δυτών και η προσπάθεια ανακαλύψεως αναπνευστικής συσκευής αφήνει να εννοηθεί ότι το θέμα της καταδύσεως ήταν αρκετά μελετημένο κατά τους κλασικούς χρόνους. Ελλείψει στοιχείων δεν είναι εύκολη η έρευνα για τον τρόπο με τον οποίον οι αρχαίοι δύτες καταδύονταν, την συμπεριφορά τους εν καταδύσει ή τον πλήρη εξοπλισμό που διέθεταν.
Η κατάδυση στους κλασσικούς χρόνους είναι ένα θέμα που ασκεί γοητεία στους ερευνητές και χρίζει ανάγκης για περαιτέρω μελέτη.
Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου
Συγγραφεύς – Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας
Περί Αλός
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ναυτική Ελλάς», τ.994 (ΑΥΓ), Αθήνα, Έκδοση της Ενώσεως Αποστράτων Αξιωματικών Ναυτικού/ΓΕΝ, 2016, σσ. 52-54.
Το παρόν αποτελεί μέρος από τη μελέτη της συγγραφέως στην αγγλική: C.E. Ioannidou, ‘Divers in ancient Greece during the late archaic and classical period (6th-4th century BC)’, ARCHAEOLOGY AND SCIENCE, issue 10, Archaeological Institute Belgrade , 2016, pp 111-119.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Πολυδεύκους, Ονομαστικόν, A’ 97-98/ Λεξικόν Ησυχίου Αλεξανδρέως.
[2] Από το ρήμα «αρνεύω» = πηδώ, χοροπηδώ, Λεξικόν Ησυχίου Αλεξανδρέως, όρα και Κ. Ε. Ιωαννίδου, Λεξικό Αρχαίων Ελληνικών Ναυτικών Όρων, Εκδόσεις Historical Quest, 2014.
[3] Κ. Ε. Ιωαννίδου, «Αλιευτικά σκάφη και αλιείς στην αρχαία Ελλάδα», Ναυτική Ελλάς, Αθήνα: Ελληνική Θαλάσσια Ένωση/ΓΕΝ, 2012, τεύχος 946 (Ιούλιος), σελ. 38.
[4] όπ. παρ. Επίσης: Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου, Λεξικό Αρχαίων Ελληνικών Ναυτικών Όρων, Αθήνα, Historical Quest, 2014».
[5] Κ. Ε. Ιωαννίδου, Τριήρης, Τακτικές και Επιχειρησιακό Περιβάλλον, Αθήνα, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού, 2016.
[6] Θουκυδίδου, Ιστοριών, Ζ, 25.
[7] Ηροδότου, Ιστορίαι, Η’ 8 & Απολλωνίδης, Ελληνική Ανθολογία, ΙΧ, 296.
[8] Πλίνιος, Φυσική Ιστορία, 35, 11.
[9] Θουκυδίδου, Ιστοριών, Δ 26.
[10] Θουκυδίδου, Ιστοριών, Ζ 25.
[11] Θουκυδίδου, Ιστορία, Δ 26.
[12] Αρριανού, Αλεξάνδρου Ανάβασις, Β, 2.21.
[13] British Museum, London. Current Collection: B 508. Previous Collection: 1867.5-8.964. Photo from Basch, L. Le muse imaginaire de la marine antique, Athens: Institute Hellenique pour la Préservation de la Tradition Nautique, 1987, 225.
[14] Αριστοτέλους, Προβλήματα, 33, 962a, 3.
[15] Chrisholm, Hug. Ed. 1911 Apnoea, Encyclopedia Britannica (11th ed.) Cambridge University Press.
[16] Αριστοτέλους, Προβλήματα, 33, 962a, 4, Ιωάννου Σταματάκου «Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης» (Αθήνα: Βιβλιοπρομηθευτική, 1999).
[17] Συμαϊκό Βήμα, 1974, σελ. 5, αρ. φύλλου 133. Εξαιτίας της αναγραφής του ονόματός του στην ιταλική ως Georgios Haggi Statti από τις ιταλικές εφημερίδες, δημιουργήθηκαν παραλλαγές στο όνομα του δύτη κατά τις αναδημοσιεύσεις. Στην εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου αναφέρεται λανθασμένα ως Γεώργιος Κάγγης (τ. 6) αλλά και σε νεότερες διατριβές όπως π.χ.: Αικατερίνη Πάϊκου, « Διερεύνηση της σχέσης τουρισμού και προστατευομένων περιοχών. Δυνατότητα δημιουργίας θαλασσίων-καταδυτικών πάρκων σε συστάδες νήσων της Λέσβου», Μυτιλήνη, Φεβ. 2005, σελ. 62.
[18] Αριστοτέλους, Περί Ζώων Μορίων, Β 16, / 659a 9.
[19] Αριστοτέλους, Προβλήματα, ΛΒ, 960b, 30.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις, Γιώργος Αθ. Ράπτης (μτφρ.), (Θεσσαλονίκη: Ζήτρος, 2004).
Ηρόδοτος, Ιστοριών, Κ. Θ. Αραπόπουλου (μτφρ.), Αθήνα, Πάπυρος, 1975.
Θουκυδίδης, Ιστοριών, Ελευθέριος Βενιζέλος (μτφρ.), Αθήνα, Γεωργιάδης, 2001.
Avramidis, S., ‘World Art on Swimming’, International Journal of Aacquatic Research and Education, 5, 2005, 325-360.
Basch, L., Le muse imaginaire de la marine antique, Athens, Institute Hellenique pour la Préservation de la Tradition Nautique, 1987.
Frost, F.J., ‘Scyllias: Diving in antiquity’, Greece and Rome, 1968, 15,180-185.
Ιωαννίδου, Κ.Ε., Λεξικό Αρχαίων Ελληνικών Ναυτικών Όρων, Αθήνα, Historical Quest, 2014.
Ιωαννίδου, K.E., Τριήρης, Τακτικές και Επιχειρησιακό Περιβάλλον, Αθήνα, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού, 2016.
Σταματάκος, Ι., Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Αθήνα, Βιβλιοπρομηθευτική, 1999.
R. Ross Holloway, ‘The Tomb of the Diver’, American Journal of Archaeology, 110, 3, 2006, 365–388.
Voutsiadou, E., ‘Sponges: an historical survey of their knowledge in Greek antiquity’, Journal of the Marine Biological Association of the United Kingdom, 87, 2007, 1757-1763.