Του Βασίλη Βιλιάρδου
Υποθετικά, η ζήτηση αγαθών σε μία οικονομία είναι 100 και η προσφορά 100. Εάν τώρα η ζήτηση παραμείνει σταθερή στο 100 και η προσφορά μειωθεί στο 90 (όπως λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας και της μειωμένης παραγωγής εξαιτίας της πανδημίας), τότε οι τιμές των αγαθών αυξάνονται – αφού υπάρχει η ίδια μεν ζήτηση (έφτασε στο 110 όταν σταμάτησαν τα μέτρα της πανδημίας που είχαν αυξήσει τις αποταμιεύσεις και επανήλθε στο 100 μετά), αλλά μικρότερες ποσότητες αγαθών.
Εδώ δεν πρόκειται για το γνωστό πληθωρισμό ζήτησης (= σπιράλ μισθών-τιμών) που συμβαίνει μεταξύ άλλων όταν αυξάνεται η ποσότητα χρήματος ή/και η ταχύτητα κυκλοφορίας τους – αλλά για μία άνοδο των τιμών, λόγω μειωμένης προσφοράς αγαθών. Για παράδειγμα το λάδι σήμερα, όπου οι ελλείψεις λόγω μειωμένης παραγωγής της Ισπανίας κλπ. σημαίνουν χαμηλότερη προσφορά και αυξάνουν την τιμή του – χωρίς αυτό να σημαίνει πως το κόστος παραγωγής του έχει αυξηθεί.
Η καταπολέμηση τώρα της μειωμένης προσφοράς, με την αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, δεν είναι λογική – αφού αυτή η αύξηση έχει ως αποτέλεσμα την άνοδο του κόστους παραγωγής και τον περιορισμό των επενδύσεων. Εν προκειμένω, το μεν πρώτο οδήγησε σε μία επί πλέον αύξηση των τιμών λόγω του κόστους των υψηλότερων τόκων, ενώ το δεύτερο επίσης, λόγω μίας ακόμη μείωσης της προσφοράς. Γιατί λοιπόν οι κεντρικές τράπεζες αύξησαν τα επιτόκια; Προφανώς για να περιορίσουν τη ζήτηση από το 100 στο 90 καθιστώντας ακριβότερο το δανεισμό, όση και η προσφορά.
Ο στόχος δε της απόφασης να δίνονται επιδόματα περιορισμένης χρονικής διάρκειας στους εργαζομένους αντί για αυξήσεις, είναι για να μην τεθεί σε λειτουργία το σπιράλ μισθών-τιμών που θα προκαλούσε πραγματικό πληθωρισμό ζήτησης.
Εν τούτοις, λόγω της αύξησης των επιτοκίων, η προσφορά μειώνεται στο 85 από το 90, ενώ οι τιμές ακριβαίνουν ξανά – αφού ναι μεν η ζήτηση μειώνεται στο 90, αλλά η προσφορά στο 85 (κάτι που φυσικά συνεχίζεται, όσο εξακολουθούν οι τράπεζες να αυξάνουν τα επιτόκια). Την ίδια στιγμή, η μείωση της ζήτησης και των επενδύσεων προκαλεί ύφεση ή/και στασιμοπληθωρισμό στις οικονομίες – οπότε προκύπτουν πολλά άλλα προβλήματα, όπως στο γράφημα που ακολουθεί.
Γιατί λοιπόν συνεχίζουν να αυξάνουν τα επιτόκια οι κεντρικές τράπεζες, έστω πιο αργά; Προφανώς επειδή έτσι μειώνεται και η ζήτηση της ενέργειας, οπότε οι τιμές της – κάτι που εξυπηρετεί αφενός μεν στη συγκράτηση του ενεργειακού πληθωρισμού, αφετέρου στη διατήρηση του αποκλεισμού της Ρωσίας από τη Δύση και τον πόλεμο της Ουκρανίας.
Οι κίνδυνοι βέβαια είναι μεγάλοι (ενεργειακοί επίσης εάν υπάρξει νέος πόλεμος στη Μέση Ανατολή) και ο λογαριασμός πληρώνεται από τους Πολίτες – ενώ είναι πάρα πολύ ακριβός.
Ακρίβεια και επιτόκια
Υποθετικά, η ζήτηση αγαθών σε μία οικονομία είναι 100 και η προσφορά 100. Εάν τώρα η ζήτηση παραμείνει σταθερή στο 100 και η προσφορά μειωθεί στο 90 (όπως λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας και της μειωμένης παραγωγής εξαιτίας της πανδημίας),… pic.twitter.com/Gl0wIXmXwP
— Βασίλης Βιλιάρδος (@ViliardosV) October 26, 2023