Τὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως θεμελιώθηκε ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεώς του τὸ ἑσπέρας. Ἀφοῦ μπῆκε μέσα στὸ ὑπερῶο «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν» τοὺς εἶπε: «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον, ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοῖς…» Ποιὰ θὰ ἦταν ἡ ἑρμηνεία ἐδῶ; Δείχνει ὅτι διὰ τῆς Ἐξομολογήσεως ὁ ἄνθρωπος ἀνασταίνεται ἀπὸ τὸν θάνατο τῶν ἁμαρτιῶν του.
Κανένα μυστήριο δὲν θεμελιώθηκε τὴν ἡμέρα τοῦ Πάσχα παρὰ τὸ Μυστήριο τῆς Μετανοίας. Ὁ Χριστὸς ἔμελλε νὰ φύγει ἀπὸ τὴν γῆ καὶ ἔδωσε στοὺς Ἀποστόλους Του τὴν ἐξουσία τῆς συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ. Τὸ Μυστήριο αὐτὸ εἶναι μία ἀνάστασις ἐκ νεκρῶν του ἀνθρώπου, τῆς ψυχῆς του. Νομίζω γι᾿ αὐτὸ θεμελιώθηκε τὸ Πάσχα, ὥστε ἐμεῖς διὰ τῆς Ἐξομολογήσεως καὶ τῆς ἐγκαταλείψεως τῆς ἁμαρτίας ν᾿ ἀναστηθοῦμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ στὴν αἰώνια ζωή.
Μιὰ σωστὴ ἐξομολόγησις εἶναι ἕνα εἶδος κατηχήσεως.
Ἐξετάζεις τὸν ἑαυτό σου καὶ ἐρωτᾶς: «Τί ἔκανα»; Αὐτὸς ὁ αὐτοέλεγχος εἶναι μία σωστὴ τοποθέτησις ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ στὸν ἑαυτό σου. Μὴ κάνετε μία ἐξομολόγηση τυπική, διανοητική, ἀλλὰ συναισθηματική, λέγοντας: «Αὐτὸ ἔκανα». Νὰ λέγετε τὴν ἁμαρτία σας μὲ «τὸν μοῦστο της», διότι ἡ ἐξομολόγησις μέσω ἐρωτήσεων ἢ γραπτοῦ καταλόγου ἁμαρτιῶν, καταντᾶ μία διανοητικὴ καὶ ἀσυναίσθητη ἐξομολόγησις. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστήριο ποὺ σώζει ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸ τῆς ἁμαρτίας. Σὰν νὰ μᾶς λέγει ὁ Χριστός: «Ὅ,τι συγχωρεῖτε ἐσεῖς -ἐπίσκοποι καὶ ἱερεῖς- συγχωρῶ καὶ Ἐγώ». Οἱ συγχωρημένες ἁμαρτίες, δὲν λαμβάνονται πλέον ὑπ᾿ ὄψιν λέγει καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος οὔτε στὰ τελώνια τοῦ ἀέρος, οὔτε στὴν Μέλλουσα Κρίση ὅπου τὸ μεγαλύτερο πράγμα ποὺ πρέπει ἐκεῖ νὰ παρουσιάσουμε εἶναι ἡ λύσις τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Ἀντιλαμβάνεσαι, ἀδελφέ μου, πόσο εὔκολο εἶναι νὰ σωθεῖς; Καὶ πηγαίνεις νὰ τὰ εἰπεῖς, ὄχι σὲ ἕνα ἄγγελο, ἀλλὰ σ᾿ ἕνα συνάνθρωπό σου! Δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει ντροπὴ στὴν ἐξομολόγηση. Αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ ἀποτελεσματικὸ ὅπλο τοῦ διαβόλου, νὰ ντρέπεσαι νὰ ἐξομολογηθεῖς. Ἐὰν ντρέπεσαι, κρύβεις τὶς ἁμαρτίες σου καὶ δὲν συγχωρεῖσαι οὔτε ἐδῶ, οὔτε στὴν ἄλλη ζωή. Μιὰ σωστὴ ἐξομολόγησις σημαίνει νὰ τὰ εἰπεῖς ὅλα. Πρῶτα νὰ ἐξετάζεις μὲ λεπτομέρειες τὸ κάθε τί στὴν ζωή σου, νὰ ἐλέγχεις μὲ εἰλικρίνεια τὸν ἑαυτό σου καὶ εἶναι μεγάλο λάθος νὰ μὴ καταγράφης αὐτὰ ποὺ θέλεις νὰ εἰπεῖς. Μπορεῖς ἐπίσης νὰ ἐπαναλάβεις στὴν ἐξομολόγηση κάποιο παράπτωμά σου, ἐὰν νομίζεις διότι δὲν γνωρίζεις, ἐὰν τὸ εἶπες παλαιότερα ἐπειδὴ δὲν τὸ εἶχες σημειώσει στὸ χαρτί.
Παρακολούθησε τὸν ἑαυτό σου, ἔλεγχε τὰ βήματά σου καὶ τοὺς λογισμούς σου. Διότι, ἐὰν σκέπτεσαι ὅτι θὰ πρέπει σὲ λίγο διάστημα νὰ ἐξομολογηθεῖς, θὰ ἔχεις φόβο στὴ διάπραξη μιᾶς ἁμαρτίας καὶ ἔτσι θὰ ἔχεις μία σωστὴ διαγωγή. Προσοχὴ νὰ μὴ σὲ πιάσει ὁ θάνατος ἀπροετοίμαστο. Θὰ ἠμποροῦσα νὰ εἰπῶ, νὰ μὴ ἔλθει ἡ νύκτα καὶ εἶσαι ἀκόμη ἀνεξομολόγητος. Νὰ μὴ κρύβεις μέσα σου μιὰ ἁμαρτία ἢ τὴν εἶπες ἐπισκιασμένα.
Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀφήνεις μὲ τὰ ὅσα λέγεις, καλὴ ἐντύπωση στὸν Πνευματικὸ γιὰ τὴν ζωή σου.
Ὁ Πνευματικὸς αἰσθάνεται καλά, ὅταν ἐσὺ τοῦ λέγεις τὶς πιὸ μισητὲς ἁμαρτίες σου. Καὶ ἔχει χαρά, διότι ἐλαφρώνει ἡ ψυχή σου καὶ βγαίνει ἀπὸ τὸν βυθὸ τῆς ἁμαρτίας. Ἐνῶ εἶσαι βυθισμένος στὰ δυὸ μέτρα, γιατί τοῦ λέγεις ὅτι εἶσαι μόνο στὸν μισὸ πόντο; Ἐξομολογήσου καθαρά. Δὲν ἔχει ἀνάγκη ὁ Πνευματικὸς ἀπὸ σένα νὰ ἐπαινεῖς τὸν ἑαυτό σου. Ἀκόμη νὰ σοῦ εἰπῶ καὶ κάτι ἄλλο, ὅτι εἶναι γεμάτος ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, σὲ αἰσθάνεται, δὲν εἶναι βλάκας καὶ σὲ κατανοεῖ. Πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς κάνει Πνευματικὸ τὸν ὁποιονδήποτε; Σὲ αἰσθάνεται καὶ μπορεῖ ἀκόμη καὶ λεπτομέρειες τῶν ἁμαρτιῶν σου νὰ σοῦ πεῖ. Ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ σοῦ δώσει τὴν ἐντύπωση ὅτι ξέρει τὶς ἁμαρτίες σου. Τοῦ ἀποκαλύπτει ὁ Θεὸς μὲ κάποιο τρόπο καὶ ἐσὺ ἐκπλήττεσαι. Καὶ ὕστερα δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει τόσο πολὺ ἡ γνώμη Τοῦ Πνευματικοῦ ποὺ θὰ κάνη γιὰ μᾶς, ἀλλὰ κυρίως μᾶς ἐνδιαφέρει τὸ γεγονὸς ὅτι ἐσὺ πέτυχες νὰ λυτρωθεῖς καὶ δὲν καταστράφηκες. Διότι, ἀδελφοί μου, εἴτε στὴν ἐξομολόγηση θὰ πεῖτε τὶς ἁμαρτίες σας γιὰ νὰ συγχωρηθῆτε εἴτε στὴν μέλλουσα Κρίση γιὰ τὴν τιμωρία, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι θὰ φανερωθοῦν καὶ δὲν θὰ μείνουν ποτὲ μυστικές. Αὐτὸ ἂς τὸ ξέρη ὅλος ὁ κόσμος. Καὶ ἐκεῖ στὴν Κρίση θὰ εἶναι παρὼν καὶ ὁ Πνευματικός, ὅπου δὲν θὰ ἔχουμε πὼς νὰ δικαιολογηθοῦμε οὔτε ἐμεῖς, οὔτε ἐκεῖνος.
1. Εἶναι καλὸ νὰ ἔχουμε μόνο ἕνα Πνευματικό, ἢ ἕνα κοντά μας καὶ ἕνα μακριά μας, στὴν ὑπηρεσία μας;
Ἀγαπητέ μου, καλὰ εἶναι, ὅπου καὶ νὰ ἐξομολογεῖσαι, νὰ ἐξομολογεῖσαι μὲ εἰλικρίνεια. Στὸν μακρινὸ Πνευματικό, ἄλλοτε μπορεῖς καὶ ἄλλοτε δὲν ἠμπορεῖς νὰ φτάσεις. Νὰ μὴν ἐξομολογεῖσαι ὅμως στὸν ἕνα τὰ ἐλαφρὰ καὶ ἐπιεικῆ καὶ στὸν ἄλλον τὰ βαρέα ἁμαρτήματά σου. Σ᾿ ὅποιον ἐξομολογεῖσαι νὰ τὰ λέγεις ὅλα, ὅσα ἔκανες. Δὲν ἔχει σημασία στὴν ἐξομολόγησή σου ἡ φήμη Τοῦ Πνευματικοῦ, ἡ ἡλικία του, διότι ἡ δύναμις τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν εἶναι σὲ ὅλους ἡ ἴδια. Οὔτε ἕνας Πνευματικὸς ἔχει ἰσχυρότερη ἐξουσία ἀπὸ τὸν ἄλλο στὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν. Ἴσως νὰ μὴν ἔχει πολλὴ ἐμπειρία ἢ τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης, ἀλλὰ ἡ ἐξουσία ἀπὸ τὸ Θεὸ εἶναι σὲ ὅλους ἡ ἴδια. Ἡ ἐξομολόγηση ἀποφασίζεται καὶ γίνεται ἀπὸ σένα καὶ ὄχι ἀπὸ μένα τὸν Πνευματικό σου. Ἐγὼ ἐρωτῶ, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἐρώτηση ἐμένα μοῦ κοστίζει.
Ἐξομολογήσου, κυρία μου. Γι᾿ αὐτὸ τὸ ἔργο ἦλθες.
Μά, ρωτῆστε με, πάτερ, μοῦ λέγει.
Πρέπει ὁ κάθε ἐξομολογούμενος νὰ ἑτοιμάζεται ἀπὸ πρίν, γράφοντας σ᾿ ἕνα χαρτί, ὅσα ἔχει νὰ πεῖ. Καὶ ὁ Πνευματικὸς θὰ βοηθήσει ὅσο τοῦ ἐπιτρέπεται. Τὰ ὅσα γράφονται, δὲν ξεφεύγουν καὶ θὰ περάσουν ἀπὸ τὸ πλυντήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως καὶ θὰ καθαρισθοῦν γιὰ πάντα. Μιὰ χώρα εἶναι δυνατὴ καὶ καλὴ ἐὰν ἔχει καλοὺς Πνευματικούς. Ἐὰν προετοιμάσθηκες μὲ τὸν τρόπο ποὺ σοῦ εἶπα, ἀλλὰ ξέχασες μερικὲς ἁμαρτίες, εἶσαι συγχωρημένος, ἂν ὅμως δὲν ἑτοιμάσθηκες καὶ στηρίχθηκες στὸν Πνευματικὸ καὶ παρέλειψες μία ὁλόκληρη σειρὰ πραγμάτων, τὰ ὁποῖα δὲν εἶπες, αὐτὰ δὲν συγχωροῦνται.
Τὸ Μυστήριο τῆς Μετανοίας περιέχει τέσσερα στοιχεῖα:
Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα νὰ προσπαθεῖς νὰ μὴν ἐπαναλάβεις τὴν ἁμαρτία.
Νὰ τὴν ἐξομολογηθεῖς ἂν τὴν ἐπαναλάβεις.
Νὰ λάβεις τὴν ἄφεση ἀπὸ τὸν Πνευματικό.
Νὰ ἐφαρμόσεις τὸν κανόνα (ἐπιτίμιο) ποὺ θὰ σοῦ βάλει ἐπακριβῶς.
Ὅταν πηγαίνεις στὴν ἐξομολόγηση, νὰ πηγαίνεις μὲ τὴν ἀπόφαση νὰ μὴν ἁμαρτήσεις πάλι. Ὅμως εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπαναληφθοῦν τὰ ἴδια. Δὲν εἶσαι ἔνοχος ὅταν δὲν τὴν κάνης ἐκ κακῆς προθέσεως. Ἁμαρτίες ποὺ γίνονται μὲ κακὴ πρόθεση δὲν τὶς λύνω. Αὐτοὶ ποὺ συζοῦν πρὶν ἀπὸ τὸν γάμο τους, δὲν τοὺς συγχωρῶ, οὔτε τοὺς διαβάζω συγχωρητικὴ εὐχή. Τοὺς ἐξηγῶ γιὰ νὰ καταλάβουν ὅτι θὰ τύχουν συγχωρήσεως, ἐὰν διακόψουν τὴν ἁμαρτία τους.
Ὁ ἀγώνας γιὰ θεραπεία τοῦ πάθους εἶναι καὶ τῶν δυό: καὶ τοῦ Πνευματικοῦ καὶ τοῦ ἐξομολογούμενου. Ὁ πρῶτος βοηθεῖ τὸν δεύτερο κι αὐτὸς θεραπευμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία του προοδεύει ὅλο καὶ περισσότερο καὶ γίνεται καλύτερος. Σ᾿ αὐτὴ τὴν περίπτωση τῆς μετανοίας καὶ θεραπείας τοῦ πάθους οἱ ἁμαρτίες ἀφήνουν ἕνα μεγάλο καλό: τὴν ταπείνωση. «Κοίταξε σὲ τί κατάσταση ἤμουν ἐγὼ ὁ παλιάνθρωπος καὶ τώρα ποὺ εὑρίσκομαι! Πῶς τόλμησα νὰ στενοχωρήσω τόσο πολὺ τὸν Θεὸ μὲ τὶς ἁμαρτίες μου»!
Ὁ παράδεισος εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἁμαρτωλοὺς μετανοημένους. Ὅλοι ἁμάρτησαν, ἀλλὰ ἡ μετάνοιά τους ἄρεσε στὸν Θεό. Ἡ ἁμαρτία προκαλεῖ τὴν ταπείνωση. Ἀπὸ ποῦ καταλαβαίνουμε ὅτι ὁ διάβολος παίζει ἕνα ρόλο γιὰ ἐμᾶς ψυχοσωτήριο; Μᾶς δείχνει ἀμέσως τὶς ἀδυναμίες μας. Μᾶς βοηθεῖ νὰ στεφανωθοῦμε. Ἂν ἤξερε πόσο μᾶς βοηθεῖ στὴν σωτηρία μας θὰ ἀπέφευγε τόσο πολὺ νὰ μᾶς πειράζει.
Λέγω συχνὰ στὴν ἐξομολόγηση σὲ μερικοὺς χριστιανούς: «Νὰ ξέρης ὅτι θὰ συναντηθῶ μαζί σου στὴν ἔσχατη Κρίση καὶ δὲν θὰ λυπᾶσαι τότε ποὺ δὲν τὰ εἶπες ὅλα; Θὰ εἶμαι παρὼν καὶ δὲν θὰ μπορῶ τότε νὰ σὲ συγχωρήσω. Τότε κι ἐγὼ θὰ σὲ καταδικάζω. Διότι μποροῦσες μὲ μία λέξη νὰ πεῖς κι ἐγὼ νὰ σὲ λύσω καὶ κανεὶς δὲν θὰ σοῦ ἔλεγε τίποτε. Θὰ σὲ ἔβγαζα ἀπὸ τὰ βαθιὰ νερὰ καὶ δὲν θὰ σὲ μάλωνα, διότι ἤσουν βρεγμένος».
Πρέπει νὰ ξέρετε ἀδελφοί μου, ὅτι τίποτε δὲν γίνεται χωρὶς θυσία. Ὅπου κι ἂν εἶσαι, στὴν ἔγγαμη ἢ στὴν μοναχικὴ ζωή, παντοῦ χρειάζεται θυσία. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ τῆς σωματικῆς θυσίας, πιὸ εὔκολο εἶναι τὸ μοναστήρι ἀπὸ τὸν κόσμο.
2. Τί γίνεται ἐὰν δὲν ἐφαρμόζω τὸ ἐπιτίμιο ποῦ μοῦ δίνει ὁ Πνευματικός;
Τί ἐπιτίμιο νὰ δώσει ὁ Πνευματικός, ἐὰν δὲν ἠμπορεῖ νὰ τὸ ἐπιτέλεση ὁ πνευματικός του υἱός; Ἐγὼ δὲν εἶμαι τῆς γνώμης νὰ βάζουμε ἐπιτίμια ποὺ δεσμεύουν τὸν χρόνο καὶ προκαλοῦν ψυχικὸ καὶ σωματικὸ κόπο. Προτιμῶ ἐπιτίμιο τὴν ὑπόσχεση τοῦ ἐξομολογούμενου νὰ εἶναι συχνὰ στὴν ἐκκλησία, νὰ εἶναι προσεκτικὸς στὴν ζωή του καὶ ἀνὰ πάσαν στιγμὴν νὰ προστρέχει μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Ἐὰν ὁ ἐξομολογούμενος λάβει κάποιο ἐπιτίμιο καὶ δὲν τὸ ἐκπληρώσει, εὑρίσκεται σὲ ἁμαρτία. Πρέπει νὰ τὸ ἐξομολογηθεῖ, καὶ νὰ εἰπεῖ ὅτι δὲν ἠμπόρεσε ἢ δὲν ἤθελε νὰ ἐκπληρώσει τὸν κανόνα του. Γιατί δὲν μπόρεσε νὰ τὸ κάνη; Τὸ ζήτημα αὐτό, «ἔκανα ἢ δὲν ἔκανα τὸν κανόνα μου» θὰ πρέπει νὰ τὸ συζητήσει μὲ τὸν Πνευματικὸ ποὺ τοῦ τὸν ἔδωσε. Εἶναι ὁ μόνος ποὺ ἠμπορεῖ νὰ τὸν μετρίαση. Αὐτὸς ἔχει ὅλη τὴν ἐξουσία τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν. Σᾶς ἔδωσε τὸ τάδε ἐπιτίμιο, δὲν συζητᾶμε πλέον ἂν εἶναι ἢ δὲν εἶναι καλός, θὰ τὸν ἀκούσομε, ὅπως ἀκοῦμε τὸν Θεό. Ἐὰν ἐπὶ παραδείγματι, σοῦ ἐπέβαλε κάποιο ἐπιτίμιο νὰ κάνης τόσες μετάνοιες καὶ δὲν ἠμπορεῖς, τότε ὀφείλεις νὰ τοῦ τὸ εἰπεῖς: «Πάτερ εὑρίσκομαι σὲ μία κατάσταση καὶ δὲν ἠμπορῶ νὰ γονατίζω. Ἔχω πληγὲς στὰ πόδια. Ἔχω ἀναιμία». Ἕνας Πνευματικὸς κρατεῖ λογαριασμὸ τῶν ἀδυναμιῶν μας. Καί, ἂν δὲν κάνης τὸν κανόνα σου εἴτε ἀπὸ ἀπροσεξία εἴτε ἀπὸ τεμπελιά, εἶσαι ἔνοχος.
Εἶμαι ἐπίσης τῆς γνώμης νὰ μὴ συζητοῦνται τὰ ἐπιτίμια ποὺ δίδονται ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ μεταξὺ τῶν ἐξομολογούμενων. Ἐγὼ ἔδωσα σὲ μερικοὺς ἐλαφρὰ ἐπιτίμια γιὰ νὰ μάθω κατόπιν ὅτι οὔτε αὐτὰ μπόρεσαν νὰ τὰ κάνουν. Δὲν ἤθελαν. Καὶ ἦταν γιὰ βαρεία ἁμαρτήματα καὶ ὄχι γιὰ ἐλαφρὰ πράγματα. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὁ κανόνας πέρασε στὴν ἀντίληψη τῶν ἀνθρώπων σὰν μία ὑποχρέωσις νὰ δέχονται κανόνα ἀπὸ τὸν Πνευματικό. Ἄλλα κανόνας τί σημαίνει; Σημαίνει ὅτι δὲν κάνω πάλι τὴν ἁμαρτία. Μάχη μὲ τὰ πάθη καὶ τὸν διάβολο γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτήσω πάλι.
Ὁ κανόνας ἀρχίζει νὰ θεωρεῖται μὲ σχετικὴ ἀξία, ὥστε δὲν ἔχει τὴν σιγουριὰ νὰ τὸν ἐπιβάλεις σ᾿ αὐτὸν ποὺ τοῦ ἀξίζει. Ὁ Πνευματικὸς βλέπει ἐπὶ πλέον τὸν ζῆλο τοῦ ἐξομολογούμενου, καθὼς καὶ τὴν σοβαρότητα τῶν ἁμαρτιῶν του. Ἀλλὰ ὁ πιὸ ἀληθινὸς κανόνας εἶναι αὐτός: Νὰ μὴν ἐπαναληφθεῖ ἡ ἁμαρτία. Διότι εἶσαι πάντοτε μαζὶ μὲ τὸν ἑαυτό σου, εἶσαι καθημερινὰ μέσα στὸν πειρασμὸ καὶ τότε πρέπει νὰ φανεῖς γενναῖος ἀγωνιστὴς μὲ γυμνὸ τὸ ξίφος σου καὶ ὄχι κοιμισμένος. Ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ἐπιτίμια εἶναι ἡ ἀπαγόρευσις τῆς Θείας Κοινωνίας. Ἐδῶ οἱ Πνευματικοὶ θ᾿ ἀποφανθοῦν μὲ πολὺ μεγάλη προσοχή. Οἱ πιὸ αὐστηροὶ Κανόνες ἀπαγορεύουν τὴν Θεία Κοινωνία ἀπὸ 18-20 ἕως 25 χρόνια. Αὐτὸ θὰ σήμαινε ὅτι ὁ πιστὸς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ κοινωνήσει ποτέ. Ἰδιαίτερα λαμβάνεται ὑπ᾿ ὄψιν καὶ ἡ ἱστορικὴ περίοδος τὴν ὁποία ζοῦμε. Αὐτὸς μπορεῖ νὰ συνηθίσει μὲ τὴν ἀκοινωνησία, νὰ μὴν τὸν ἐνδιαφέρει καὶ νὰ λέγει: «Τί κι ἂν δὲν μπορῶ νὰ κοινωνῶ, δὲν ἔζησα μέχρι σήμερα»;
Μετὰ ἀπὸ μία περίοδο 40-50 χρόνων ἀθεϊστικῆς ἀγωγῆς, διαπιστώνω ὅτι οἱ ἄνθρωποι ποὺ γεννήθηκαν καὶ ἔζησαν αὐτὴ τὴν περίοδο, δὲν ἔχουν καθόλου μιὰ χριστιανικὴ παιδεία, κληρονομημένη ἀπὸ τοὺς παπποῦδες καὶ τοὺς προγόνους τους. Αὐτὸ τὸ διαπιστώνω, μέσω τῶν γυναικῶν ποὺ ἔρχονται καὶ μοῦ λέγουν ὅτι οἱ ἄνδρες τους εἶναι ἄπιστοι. Ὁ ἀγώνας μας εἶναι, ἂν τοὺς φέρουμε στὴν ἐκκλησία, κατόπιν νὰ μὴν τοὺς ἀπελπίσουμε ὅτι εἶναι μεγάλοι ἁμαρτωλοί.
Πρέπει νὰ ἐπιβάλλουμε ἕνα ἐπιτίμιο ποὺ νὰ μπορεῖ ὁ μετανοῶν πιστὸς νὰ τὸ ἐφαρμόζει καθημερινὰ μὲ τὴν καρδιά του καὶ ὄχι σὰν μία τυπικὴ ὑποχρέωσή του. Πολλὲς φορὲς μὲ λύπη του ὁ Πνευματικὸς ἀναγκάζεται νὰ βάλει στὸ πνευματικό του παιδὶ κάποιο κανόνα. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἐξομολογούμενος κάνει τὸν κανόνα του ἀπὸ ὑποχρέωση καὶ ὄχι μὲ διάθεση νὰ θεραπευθεῖ. Καὶ ἂν βέβαια τὸν κάνει… εἶναι πολὺ ὀλίγοι ἐκεῖνοι ποὺ κάνουν τὸν κανόνα τους, ὅπως πρέπει μὲ σκοπὸ τὴν θεραπεία τῶν ψυχικῶν παθῶν τους. Ἕνας πῆρε σὰν κανόνα νὰ διάβαση τρεῖς φορὲς τὴν Ἅγια Γραφή. Λοιπόν, τὴν διαβάζει γιὰ νὰ τὴν καταλαβαίνει, ἢ γιατί τοῦ ἐπεβλήθη νὰ τὴν διαβάζει; Σήμερα ἔχουν λιγοστέψει τὰ βαρεῖα ἐπιτίμια, διότι οἱ ἄνθρωποι, ὄχι μόνο δὲν τὰ κάνουν, ἀλλὰ οἱ περισσότεροι κόπτουν τὴν σχέση τους μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν Πνευματικό. Τὸ πιὸ ὠφέλιμο ἐπιτίμιο γιὰ τὸν ἐξομολογηθέντα εἶναι, ἐὰν αὔριο καὶ μεθαύριο καὶ κάθε ἡμέρα παραμένει, ὅπως βγῆκε ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἀπὸ τὸ ἐξομολογητήριο.
Παντρεύτηκαν κάποτε ὁ Νίκος μὲ τὴν Ἰωάννα. Μετὰ ἀπὸ τὶς χαρούμενες ἡμέρες τοῦ γάμου τοὺς πῆγαν στὸ σπίτι τους. Ὁ Νίκος ἔφυγε γιὰ τὴν δουλειὰ καὶ ἡ Ἰωάννα ἔμεινε στὸ σπίτι νὰ μαγειρέψει. Ἀπὸ λάθος της, σὰν νεαρὴ καὶ ἄπειρη στὴν κουζίνα ποὺ ἦταν, τὸ κάπνισε τὸ φαγητό.
Ἀλίμονό μου, τί θὰ πεῖ ὁ Νίκος, ὅταν θὰ ἔλθει! «Δὲν ἔμαθες τίποτε τόσα χρόνια κοντὰ στὴν μαμά σου»; Ταραζόταν ἡ καημένη. Ἦλθε ὁ Νίκος. «Ἀγαπητέ μου Νίκο, κάπνισα τὸ φαγητό». «Ἄφησε, ἀγάπη μου, δὲν μ᾿ ἐνδιαφέρει ἐμένα αὐτό. Γιατί δὲν μὲ σκέφθηκες ἐμένα ὅλη τὴν ἡμέρα. Αὐτὸ μόνο μ᾿ ἐνδιαφέρει». Αὐτὸ ἐνδιαφέρει καὶ τὸν Θεό. Δὲν κοιτάζει τόσο τὶς μουντζοῦρες τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὅσο ἂν τὸν ἀτενίζουμε ψηλὰ στὸν οὐρανό. Σὰν νὰ μᾶς λέγει: «Ὢ καὶ νὰ γνωρίζατε ποιὸς εἶμαι Ἐγώ! Ἐγώ, ὁ ὁποῖος σᾶς ἔπλασα. Σᾶς ἔδωσα ἀγγελικὴ εἰκόνα καὶ ἀνώτερη ἐκείνων… ἄγγελοι σᾶς συνοδεύουν καὶ σᾶς ὑπηρετοῦν. Ἄγγελοι θὰ ὀνομαστεῖτε καὶ θὰ εἰσέλθετε στὴν Βασιλεία Μου. Σᾶς ἔδωσα σοφία, ἐξυπνάδα καὶ κρίση. Γιατί δὲν σκεφθήκατε Ἐμένα;». Ἀκοῦτε, θέλει μόνο νὰ Τὸν σκεπτώμεθα. Αὐτὸ εἶναι ἕνα μεγάλο πράγμα. Συνεπῶς αὐτὸ εἶναι ἕνα καλὸ ἐπιτίμιο. Νὰ σκέπτεσαι τὸν Θεό, ὅπως σκέπτεσαι τὸ φαγητό, τοὺς γονεῖς σου, ὅπως σκέπτεσαι κάποιον τὸν ὁποῖον ἀγαπᾶς. Τοὺς σκέπτεσαι καὶ λέγεις νοερά: Τί κάνουν τώρα ἡ μητέρα μου, ὁ πατέρας μου, ἡ σύζυγός μου; Ἔτσι νὰ σκέπτεσαι καὶ τὸν Θεό. Διότι πρέπει πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα αὐτὸς νὰ εἶναι τὸ πιὸ ἀγαπητό μας Πρόσωπο καὶ τὴν πρώτη σκέψη τοῦ νοῦ καὶ τὸ αἴσθημα τῆς καρδιᾶς μας σ᾿ αὐτὸν νὰ τὰ δίνουμε. Ὅταν σοῦ συμβεῖ κάτι τὸ τρομακτικὸ ἢ σὲ προσβάλει κάποια ἁμαρτία, λέγεις ἀπότομα «Κύριε συγχώρεσέ με». Αὐτὴ ἡ ἀναφορά σου στὸν Θεὸ εἶναι ἀπ᾿ αὐτὸν πολὺ εὐπρόσδεκτη. «Κύριε εἶμαι ἕνας παλιάνθρωπος, εἶμαι ἀνάξιος τοῦ ἐλέους σου!…». Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, κάθεσαι καὶ μοῦ κάνεις χίλιες μετάνοιες τρρ …τρρ…
Ἔχουμε ἀνάγκη συνεχοῦς παρουσίας τῆς καρδιᾶς μας σ᾿ αὐτὴ τὴν μόνιμη κατάσταση τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν Θεό. Μιὰ βαθιὰ μὲ συναίσθημα ἀγάπης σιωπή μας εἶναι μία βαθιὰ προσευχή.
Ἀφοῦ κάνει τὸν κανόνα τῆς προσευχῆς του ὁ χριστιανὸς ἢ ὁ μοναχός, νομίζει ὅτι ἐξόφλησε πλέον μὲ τὴν ὑποχρέωση τῆς προσευχῆς του καὶ ἀναχωρεῖ σχεδὸν ἄδειος ἀπὸ πνευματικῆς πλευρᾶς. Ἐγὼ τάσσομαι ὑπὲρ μιᾶς συνεχοῦς πνευματικῆς ἐγρηγόρσεως. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶπα: Ὁποιαδήποτε στιγμὴ μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνας χρόνος καὶ ἕνας βαθὺς στεναγμὸς μπορεῖ νὰ εἶναι μία προσευχή. Ἡ προσευχὴ τοῦ κανόνος, κατὰ τὸ τυπικό, τελειώνει σὲ μία ὥρα. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ σταματήσει κανεὶς σ᾿ αὐτὸ τὸ χρόνο. Οὔτε αὐτὸ νὰ εἶναι ἡ μόνη πνευματικὴ ἐργασία. Νὰ διαβάζει τὴν παράκληση τῆς Θεοτόκου εἶναι μία προσευχὴ πολὺ καλή. Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ πρέπει κατ᾿ ἐξοχὴν νὰ γνωρίζουμε καὶ τὸ ὁποῖο πολὺ λίγο συζητεῖται εἶναι ἡ ἔλλειψης συνεχοῦς συμμετοχῆς τῆς καρδιᾶς μας στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μιὰ ὁλόκληρη στρατιὰ ἀνθρώπων μοῦ λέγουν στὴν ἐξομολόγηση, ὅτι δὲν κάνουν τὸν κανόνα ποὺ τοὺς ἔβαλα. Πολὺ σπάνια εὑρίσκω ἀνθρώπους ποὺ ἀπετέλεσαν τὸν κανόνα τους. Γι᾿ αὐτὸ δὲν ὑποστηρίζω τὴν γνώμη νὰ μπαίνουν τέτοιοι κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἢ γίνονται γρήγορα γιὰ νὰ λυτρωθοῦν οἱ ἄνθρωποι ἀπ᾿ αὐτούς, ἢ γίνονται διανοητικά, χωρὶς δηλαδὴ αἴσθηση, ἢ δὲν ἐφαρμόζονται καθόλου. Ὁ στεναγμὸς ὅμως τῆς μετανοίας δὲν ἀπαιτεῖ χρόνο. Εἶναι στὴ διάθεσή σου συμμετέχοντας ὅλη ἡ ὕπαρξίς σου νὰ κραυγάσεις μὲ στεναγμὸ στὸν Κύριο: «Ὦ Θεέ μου, ἐλέησέ με τὸν ἄσωτο καὶ πανάθλιο δοῦλο σου». Κι αὐτὸ εἶναι ἀνώτερο ἀπὸ τὸ νὰ πεῖς 15 φορὲς τὸ «Πάτερ ἡμῶν…», τὸ ὁποῖον τὸ μαθαίνεις ἀπὸ στήθους καὶ τὸ λέγεις γρήγορα.
Οἱ Πνευματικοὶ πρέπει νὰ ξέρουν ὅτι τὰ ἐπιτίμια εἶναι πολλὰ καὶ αὐστηρά, ἀλλὰ σημασία νὰ δίνουν στὸ σωστὸ προσανατολισμὸ τοῦ ἐξομολογούμενου, διότι τὸ πνευματικὸ ἔργο δὲν ἐξαντλεῖται μὲ τὴν ἐπιβολὴ ἐπιτιμίων, ἀλλὰ μὲ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν. Ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐπὶ παραδείγματι, ποὺ θεωρεῖται ὁ αὐστηρότερος κανονολόγος, ἐπιβάλλει γιὰ τὴν ἔκτρωση ἀκοινωνησία 20 χρόνια. Κι ἀκόμη λέγει πῶς νὰ διεξέλθει αὐτὸ τὸ πολυχρόνιο διάστημα τοῦ ἐπιτιμίου: Ἐπὶ πέντε χρόνια νὰ στέκεται στὴν αὐλὴ τῆς ἐκκλησίας, ἄλλα πέντε ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τῆς ἐκκλησίας, πέντε μέσα στὴν ἐκκλησία χωρὶς νὰ λαμβάνει τὴν Θεία Κοινωνία. Νὰ ἔχουν ὑπ᾿ ὄψιν τους αὐτὴ τὴν αὐστηρότητα τοῦ θείου Πατρός. Ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος ὅμως εἶχε καὶ πνευματικὴ εὐελιξία καὶ ἐλαστικότητα. Γι᾿ αὐτὸ στὸν 74ο Κανόνα του γράφει: «Ὁ πιστευθεῖς παρὰ τῆς τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπίας λύειν καὶ δεσμεῖν, εἰ φιλανθρωπότερος γένοιτο, τὸ ὑπερβάλλον τῆς ἐξομολογήσεως ἔρων τοῦ ἠμαρτηκότος, εἰς τὸ ἐλαττῶσαι τὸν χρόνον τῶν ἐπιτιμίων, οὐκ ἔσται καταγνώσεως ἄξιος… ταχέως τὴν τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπία καταλαμβάνει».
Ἑπομένως δίνει στὸν Πνευματικὸ τὴν ἐλευθερία νὰ ἐπιτίμηση μὲ ἀπαγόρευση τῆς θείας Κοινωνίας, ὅπως ἐκεῖνος κρίνει πιὸ σωστό. Ὁ Πνευματικὸς λαμβάνει ὑπ᾿ ὄψιν του μιὰ ὁλόκληρη σειρὰ γεγονότων καὶ καταστάσεων. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα σᾶς λέγω ἀκόμη μιὰ φορὰ ἐδῶ: Τὸ γεγονὸς ὅτι κάποιος ἀποφασίζει νὰ ἔλθει στὴν ἐξομολόγηση εἶναι ἕνα ἐπιτίμιο, ποὺ ἤδη τὸ ἐφαρμόζει. Ἔρχεται μὲ συντριβή. Πρέπει ὁ Πνευματικὸς νὰ συζητήσει ὅλα τὰ θέματα μαζί του, τὰ ὁποῖα θὰ τὰ ξέρη μόνο αὐτὸς καὶ νὰ μείνουν μυστικὰ γιὰ πάντα μέσα του. Εἶναι αὐτονόητο ὅτι ὁ Πνευματικὸς πρέπει νὰ σέβεται καὶ μὲ πολλὴ ἀγάπη νὰ δέχεται αὐτὸν ποὺ τοῦ ἀποκαλύπτει τὰ πιὸ σοβαρὰ ἁμαρτήματα καὶ προβλήματα τῆς ζωῆς του. Διότι, ἐὰν μὲ τὴν θεία βοήθεια κατορθώνει καὶ βγάζει ἀπὸ τὰ νερὰ τῆς ἁμαρτίας ἕναν πνιγμένο, αὐτὸ εἶναι ἕνα μέγα ἐπίτευγμα. Ἡ χαρὰ τοῦ σεσωσμένου εἶναι ἀνέκφραστη. Αὐτὸν ὅμως ὁ Πνευματικὸς δὲν τὸν μαλώνει, διότι εἶναι ἀκόμη βρεγμένος.
Ὁ Πνευματικὸς λαμβάνει σοβαρὰ ὑπ᾿ ὄψιν τὶς καταστάσεις ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες ἐκτυλίχθηκαν οἱ ἁμαρτίες. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ χριστιανὸς λέγει μὲ μεγάλη καρδιακὴ συντριβὴ τὶς ἁμαρτίες του, αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ σπουδαῖο. Τότε αὐτὸς φθάνει ταχέως στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν πρέπει ὁ Πνευματικὸς νὰ τοῦ ἀπαγορεύσει γιὰ πολὺ διάστημα τὴν Θεία Κοινωνία. Σᾶς λέγω ἕνα παράδειγμα ἀπὸ τὰ συμβάντα τῆς ζωῆς μου ὡς Πνευματικοῦ: Ξενύχτισα σχεδὸν τὸ βράδυ ἑνὸς Μεγάλου Σαββάτου μὲ ἕνα χριστιανό, γέρο ἀπὸ τὸ Μαραμοῦρες (πόλης στὴν βορειοδυτικὴ Ρουμανία), ποὺ εἶχε ἔλθει μὲ μία κάπα. Μοῦ εἶπε: «Πάτερ, ἦλθα νὰ ἐξομολογηθῶ, νὰ μὲ τακτοποιήσης πνευματικά». Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ γέρος; Στὸ χωριό του ἦτο ἕνας ἀξιοτίμητος ἄνθρωπος. Ἐπὶ 30 χρόνια ἡ γυναίκα του εἶχε ἀκολουθήσει τὴν προτεσταντικὴ κοινότητα τῶν Ἀντβεντιστῶν. Τότε ὑπῆρχε ἕνα ρεῦμα Ἀντβεντιστῶν πολὺ δυνατὸ ἐκεῖ. Ὅλοι οἱ Ἀντβεντιστὲς ἀποφάσισαν νὰ πιάσουν αὐτόν, ποὺ ὀνομαζόταν Ἰωάννης καὶ ἦτο ἀντιπρόσωπος τοῦ χωρίου του νὰ τὸν πείσουν νὰ ἀκολουθήσει τὸ χωριό του τὴν αἵρεσή τους. Ὅμως αὐτὸς εἶχε στενὲς σχέσεις μὲ τὴν ἐκκλησία καὶ δὲν κατόρθωσαν νὰ καταβάλλουν τὸ φρόνημά του. Αὐτὸς κρατοῦσε μὲ θάρρος τὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ δὲν πήγαινε μὲ τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως. «Ἐγὼ δὲν ἔχω καμία δουλειὰ νὰ πάω κοντά τους» μου ἔλεγε. Τὸν ἐρώτησα: «Νήστευες»; Διότι εἶχε πόθο νὰ κοινωνήσει. Αὔριο ἦτο Πάσχα. «Ὄχι πάτερ. Καὶ χθὲς κατέλυσα, διότι τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ ἤμουν στὸ νοσοκομεῖο».
Τότε εἶπα ἐγὼ στὸν ἑαυτό μου: «Τί κάνεις τώρα Ἀρσένιε»; Σίγουρα ὅ,τι θὰ ἔκανε ὁ Χριστός. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἐπὶ 30 χρόνια ἀμυνόταν γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ τώρα ἐγὼ προβληματίζομαι, διότι ἔφαγε ἕνα κομμάτι τσουρέκι τὸ Μέγα Σάββατο εὑρισκόμενος καὶ σὲ ξένο μέρος; «Καλὰ μπάρμπα Γιάννη, νὰ νηστέψεις μέχρι αὔριο». Καὶ τὸ αὔριο ἦτο μόνο μερικὲς ὧρες. Αὐτὸ τὸ ἐπιτίμιο τοῦ ἔδωσα ἐκείνη τὴ στιγμὴ καὶ τὸν κοινώνησα.
Βλέπετε πῶς ἐπιβάλλεται νὰ κάνης μία συγκατάβαση γιὰ ἕνα τόσο σοβαρὸ θέμα; Δὲν τὸν κανόνισα σύμφωνα μὲ τοὺς Κανόνες, ἀλλὰ ὑπολόγισα τὴν πνευματική του κατάσταση καὶ τὸν ἡρωικὸ πόλεμο ποὺ ἐπὶ τόσα χρόνια ἔκανε χάριν τῆς Ὀρθόδοξου πίστεως. Διότι, πρέπει νὰ εἰπῶ, ἀλλὰ μὲ φόβο ὅτι δὲν βλέπω μόνο μὲ τὴν νηστεία εἴσοδο στὴν Οὐράνια βασιλεία. Ἡ βαθιὰ ταπείνωσις καὶ ἡ ἀκακία μᾶς παρέχουν τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μας. Ἡ νηστεία συνιστᾶται σὰν μία κατάστασις ἀσκητικῆς καὶ φυσιολογικῆς ἀνάγκης, ἡ ὁποία ἀπαλλάσσει τὸν ὀργανισμὸ ἀπὸ τὶς τοξίνες καὶ κάνει καλὸ στὴν ὑγεία. Συναντᾶμε ὅμως καὶ διάφορες περιπτώσεις ἀνθρώπων ποὺ δὲν νήστευαν, διότι εἴτε ταξίδευαν, εἴτε ἦσαν ἄρρωστοι, εἴτε δι᾿ ἄλλους λόγους.
Βλέπετε ὅτι πρέπει ὁ Πνευματικὸς νὰ δείχνει κατανόηση. Πρέπει νὰ ὑπολογίζει τὴν ἔνταση τῆς μετανοίας τοῦ ἐξομολογούμενου, πράγμα τὸ ὁποῖο εἶναι ὁ στόχος του.
Ἐπῆγε κάποιος μὲ βαρεῖα ἁμαρτήματα νὰ ἐξομολογηθεῖ. Ὁ Πνευματικὸς τοῦ ᾿δωσε ἕνα πολὺ ἐλαφρὸ κανόνα καὶ ὁ χριστιανὸς τοῦ εἶπε: «Γιατί, πάτερ, ἔδωσες σὲ μένα τὸν ἁμαρτωλὸ ἕνα τόσο ἐλαφρὸ κανόνα»; Τότε ὁ Πνευματικὸς τοῦ μείωσε λίγο ἀπὸ τὸν κανόνα ποὺ τοῦ ἔδωσε. «Πάτερ, Τί κάνεις»; Ἀπὸ τὴν πολλὴ συντριβή του, ἔπαθε συγκοπὴ καρδίας καὶ πέθανε ἐκείνη τὴ στιγμή. Εἶχε τὸ φιλότιμο νὰ διαμαρτύρεται, διότι δὲν τοῦ ἔδωσε ὁ Πνευματικός του βαρὺ ἐπιτίμιο. Τελικὰ ὁ Πνευματικὸς ἀπεδείχθη ὅτι ἦτο πολὺ ἔμπειρος καὶ ὁδήγησε ἐκείνη τὴν στιγμὴ μία ψυχὴ στὸν παράδεισο μετανοημένη.
Ἑπομένως οἱ κανόνες μένουν σὰν οἱ μεγάλοι φάροι προσανατολισμοῦ. Π.χ. Ἰδοὺ κύριε ἡ ἁμαρτία σου (ἔκτρωσις) σοῦ ἀπαγορεύει νὰ κοινωνήσεις μὲ τὴν σύζυγό σου ἐπὶ 20 χρόνια, ὅπως λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ δυνατότητες ἐλαφρύνσεως τοῦ ἐπιτιμίου. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει: «Χρόνια ἀκοινωνησία θέλεις νὰ τοῦ δώσεις; Ὄχι, γιάτρεψε τὴν πληγή του». Τὸν ἐπετίμησες τόσα χρόνια, ἀλλὰ ἡ ψυχή του ἔμεινε ἀθεράπευτη. Μεγάλη εἶναι ἡ μάχη γιὰ τὴν θεραπεία μιᾶς πληγῆς!
Καταφρονεῖται ἡ θυσία τοῦ Γολγοθᾶ, ὅταν Πνευματικοὶ ἱερεῖς ἀρνοῦνται νὰ λύσουν τοὺς μετανοημένους διὰ βαρέα ἁμαρτήματα. Εἶναι ἕνα τεράστιο λάθος τους. Μπορεῖς νὰ τοῦ ἀπαγορεύσεις νὰ κοινωνήσει, ἀλλὰ δὲν ἔχεις δικαίωμα νὰ μὴ τοῦ διαβάσεις συγχωρητικὴ εὐχή. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἐρώτησε τὸν Κύριο: «Πόσες φορὲς νὰ συγχωροῦμε; Καὶ ὁ Κύριος του εἶπε ἑβδομηκοντάκις ἑπτά» δηλαδὴ ἄπειρες φορές. Αὐτὸ ἰσχύει σ᾿ αὐτὸν ποὺ εἰλικρινὰ μετανοεῖ, διότι σὲ κανέναν δὲν ἐπιτρέπεται νὰ καταργεῖ τὴν κόλαση λόγω φιλανθρωπίας τοῦ Δεσπότου Ἰησοῦ.
3. Ὑπάρχει κάποια κατηγορία ἀνθρώπων ποὺ δὲν μποροῦν νὰ σωθοῦν π.χ. οἱ ἠθοποιοί;
Ἀγαπητέ μου, μόνο ὁ διάβολος δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ· Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάντησις. Συνεπῶς, μὴ κάνετε πάλι τέτοιου εἴδους ἐρωτήσεις. Προϋπόθεσις εἶναι ἡ μετάνοια. Ἕνα κάποιος σκότωσε χίλιους ἀνθρώπους, ἐξομολογεῖται, μετανοεῖ κλαίει, ὁ Θεὸς θὰ τὸν συγχωρέσει. Ἡ Θυσία τοῦ Γολγοθᾶ ἔγινε γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου καὶ ὄχι μόνο γιὰ μερικούς. Ἐὰν δὲν θέλουν, φυσικὰ δὲν ἠμποροῦν νὰ σωθοῦν. Ὁ Σωτήρ μας δὲν σταυρώθηκε μόνο γιὰ μία κατηγορία σφαλμάτων, ἀλλὰ γιὰ κάθε ἁμάρτημα ποὺ γίνεται ἐπάνω στὴν γῆ μας. Μεγαλύτερη ἁμαρτία ἀπ᾿ αὐτὴ τοῦ Ἰούδα δὲν ὑπάρχει, διότι ἐνσυνείδητα πρόδωσε τὸν Θεό. Καὶ παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ Θεὸς θὰ τὸν συγχωροῦσε, ἐὰν δὲν ἐκρεμαζόταν καὶ εἰλικρινὰ μετανοοῦσε. Μιὰ συμβουλὴ ποὺ δίνω στοὺς Πνευματικούς, εἶναι ν᾿ ἀγαποῦν τὰ πνευματικά τους παιδιά, ἔτσι ὅπως εἶναι.
Πῆγα σ᾿ ἕνα μοναστήρι, σὲ δυὸ πνευματικά μου παιδιά, ἱερεῖς-Πνευματικοί, ὅπου τὰ εἶχα μεταφέρει ἐκεῖ πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια καὶ τὰ ρώτησα: Πῶς ἐσεῖς ἐδῶ κανονίζετε τοὺς ἀνθρώπους; Μοῦ εἶπαν: «Ἐμεῖς ἐδῶ, αὐτοὺς ποὺ ἔκαναν μέχρι 20 ἐκτρώσεις, δὲν τοὺς λύνουμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τους». «Καὶ τί τοὺς κάνετε; Τοὺς στέλλετε στὸν Ἀρσένιο; Δὲν τοὺς μεταλαμβάνετε, τουλάχιστον δὲν τοὺς λύνετε τὴν ἁμαρτία τους;
4. Ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἐγκαταλείπουν τὴν ἁμαρτία τους, τοὺς διαβάζετε εὐχή, μετὰ ἀπὸ κάθε τους ἐξομολόγηση γιὰ τὴν ἴδια ἁμαρτία;
Τοὺς διαβάζω κάθε φορὰ ποὺ ἔρχονται νὰ ἐξομολογηθοῦν, ἄσχετα ἂν ἔπεσαν στὴν ἴδια ἁμαρτία.
Ἂν κάποιος δὲν πηγαίνει στὴν ἐκκλησία τὶς Κυριακὲς καὶ δὲν μοῦ λέγει ὅτι πηγαίνει, παρὰ μόνο ὅταν τὸν ρωτῶ ἐγώ, τότε αὐτὸν δὲν τὸν λύνω ἀμέσως. Τὸν βάζω πρῶτα ν᾿ ἀρχίσει νὰ ἐκκλησιάζεται καὶ ὕστερα ἔρχεται νὰ μιλήσουμε. Τοῦ λέγω τότε ὅτι εἶναι μεγάλη ἁμαρτία νὰ μὴν πηγαίνει στὴν ἐκκλησία καὶ τοῦ ἐξηγῶ λίγο τὴν σπουδαιότητα τῆς θείας Λειτουργίας, ὅτι ἐκεῖ εὑρίσκει πολλὴ χάρη.
5. Ἂν εἶναι καπνιστὴς ὁ ἐξομολογούμενος τὸν λύνετε;
Ἐγὼ τὸν λύνω. Ἀλλὰ δὲν μοῦ λέγει «Εἶμαι καπνιστής». Δὲν λέγει ἔτσι, ἀλλὰ «Ἤμουν καπνιστής». Ἡ λέξις «εἶμαι» σημαίνει συνέχεια. Βασίζομαι σὲ μία ἐξήγηση ποὺ τοῦ δίνω ὅσον ἀφορᾶ τὴν σοβαρότητα τῆς ἁμαρτίας. «Ἀντιλαμβάνεσαι παιδί μου, ὅτι τὸ κάπνισμα ἐργάζεται ὕπουλα γιὰ νὰ σὲ καταστρέψει. Αὐτὸ τὸ πάθος θὰ σὲ καταστρέψει αἰφνιδίως. Λοιπόν, πρέπει νὰ τὸ ἀφήσεις, διότι μὲ φέρνεις κι ἐμένα στὴν θέση νὰ σὲ λύνω -ψευδῶς, ἀλλὰ δὲν θὰ τὸ κάνω ἂν δὲν σταματήσεις τὸ τσιγάρο». Καὶ μοῦ λέγει: «Κατάλαβα πάτερ».
Βέβαια κατάλαβε γιὰ ἐκείνη τὴν ὥρα. Μπροστά μου ἀποφασίζει νὰ τὸ κόψει καὶ μακάρι νὰ μποροῦσε νὰ μὴν ἁμαρτήσει πάλι.
Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι δὲν πρέπει νὰ ὑπολογίζουμε τὶς αὐθόρμητες ἀποφάσεις. Ὅμως καὶ δὲν πρέπει νὰ σταματᾶμε τὴν μετάνοιά του ἐκείνη τὴν ὥρα ποὺ λέγει πὼς θὰ διορθωθεῖ. Ἡ τακτική μου εἶναι νὰ εἶμαι ὅσο μπορῶ ἀνεκτικός, ἀλλὰ νὰ καταδικάζω ὁπωσδήποτε τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ πείθω κι αὐτὸν νὰ στρέφεται ἐναντίον της. Ἂν ὁ ἴδιος μισῆ τὴν ἁμαρτία του, τότε εἴμεθα σὲ καλὸ δρόμο. Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ θὰ τὸν βοηθήσει.
6. Σὲ περίπτωση διαφωνίας μεταξὺ συζύγων τί μποροῦμε νὰ κάνουμε; Συνάντησα μία περίπτωση: Ἕνας νέος μοῦ εἶπε ὅτι ἡ γυναίκα του τοῦ κάνει μαγεῖες, τοῦ βάζει τοξικὲς οὐσίες στὸ φαγητό, λέγει ὅτι δὲν ἠμπορεῖ νὰ ζήσει μαζί του κι ὅμως περιμένουν νὰ γεννηθεῖ τὸ πρῶτο τους παιδί.
Ἀγαπητέ μου, τὴν ὑποφέρει μέχρι νὰ βρεῖ μία εὔλογη ἀφορμὴ γιὰ χωρισμό. Πρέπει νὰ τὴν ἀνέχεται ὅσο τὸ σκοινὶ πάει μακρύτερα. Καὶ εἶναι πολλὲς οἱ περιπτώσεις αὐτοῦ τοῦ εἴδους. Πάντως ὑπάρχουν τέσσερις περιπτώσεις διαζυγίου:
Ἐὰν πρόκειται γιὰ περίπτωση μοιχείας, ὅπως μᾶς λέγει ὁ Σωτήρ.
Στὴν περίπτωση αὐτή, ἐὰν ὁ ἕνας συγχωρεῖ τὴν πτώση τοῦ ἄλλου καὶ μετανοήσει ὁ πταίσας, τότε μποροῦν νὰ συμβιοῦν.
Ἐὰν ὁ ἕνας θέλει νὰ σκοτώσει τὸν ἄλλο καὶ διαισθάνεται ὅτι θέλει νὰ τὸν (τὴν) σκοτώσει εἴτε μὲ δηλητηρίαση, εἴτε μὲ τουφεκισμό. Τότε πρέπει νὰ χωρίζουν, παρὰ νὰ γίνει ἔγκλημα.
Ἐὰν ἕνας ἀπὸ τοὺς δυὸ ἔπεσε σὲ αἵρεση καὶ μὲ τὴν βία προσπαθεῖ νὰ παρασύρει καὶ τὸν ἄλλον. Ὁ ἄλλος ἐπιτρέπεται νὰ χωρίζει παρὰ νὰ πέφτει στὸ ἀνάθεμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐὰν ἀναχωρεῖ στὸ μοναστήρι, ἀλλὰ μὲ τὴν σύμφωνη γνώμη τοῦ ἄλλου συζύγου καὶ μὲ κανονικὸ διαζύγιο.
7. Ἐπιτρέπεται ὁ χωρισμός, ὅταν δὲν ὑπάρχει κανονικὴ αἰτία;
Οἱ ἱερεῖς, ὡς γνῶστες τῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, τουλάχιστον γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν μόνιμη χρήση, κρίνουν αὐτὸ τὸ ζήτημα. Ἐὰν βέβαια ἔπαυσε ἡ ἀγάπη καὶ πρόκειται γιὰ ἕναν ἀμετανόητο μέθυσο, ποὺ ἔρχεται μὲ γυναῖκες στὸ σπίτι. Βλέπετε δὲν κρίνουμε ἐμεῖς ποιὸ εἶναι τὸ κανονικό. Ἀλλὰ σᾶς εἶπα, ἐὰν συλλαμβάνουμε τὸν ἕνα ἀπὸ τοὺς δυὸ νὰ φταίει, ἔχουμε τὴν ἐλευθερία νὰ λύσουμε τὸν γάμο τους, ἐφ᾿ ὅσο κι αὐτοὶ δὲν ἠμποροῦν μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο νὰ ζοῦν ἀκόμη. Ἔφτασα στὸ σημεῖο νὰ πῶ σὲ κάποιον: «Ὑπόβαλλε, κύριε, διαζύγιο καὶ τὸ θέμα σου τελείωσε».
8. Σὲ περίπτωση ἔκτρωσης τί μποροῦμε νὰ κάνουμε;
Δὲν μποροῦμε νὰ τὸ δεχθοῦμε μὲ κανένα τρόπο, ἀκόμη καὶ στὸν κίνδυνο νὰ χάση τὴν ὀρθόδοξη πίστη του ὁ ἔνοχος. Δὲν μποροῦμε νὰ ἀνεχθοῦμε τὴν γυναίκα νὰ κάνη ἔκτρωση. Εἶναι μεγάλη ἁμαρτία. Καὶ δὲν συζητᾶμε μόνο τὸ γεγονός, ὅτι πέθανε ἕνας ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὅτι φόνευσε ἕνα ἄνθρωπο ἀβάπτιστο. Τοὺς ἀναπτύσσω μία διδασκαλία γι᾿ αὐτὸ τὸ θέμα καὶ ἀρχίζουν νὰ κλαῖνε. Ὁ Θεὸς περιμένει τὴν εἰλικρινῆ μετάνοια τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὄχι τὸν χρόνο. Διότι ὁ Θεὸς τοὺς συγχωρεῖ, ἂν μετανοοῦν, ἀπὸ τὴν πρώτη κιόλας στιγμή. Φέρτε στὴν μνήμη σας τὴν ἁμαρτωλὴ γυναίκα τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ ἐμεῖς πάντοτε νὰ ρωτοῦμε τὸν ἑαυτό μας, τί θὰ ἔκανε στὴ θέση μας ὁ Χριστός; Ὁ Σωτὴρ θέλει νὰ σώσει τὸν κόσμο, ἀφοῦ μετανοήσει, διότι δὲν ὑπάρχει σωτηρία χωρὶς μετάνοια. Κι αὐτὴ εἶναι ἡ ἀνθρώπινη πλευρὰ μὲ τὴν ὁποία μέσω τῆς μετανοίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁδηγεῖται ἐν συνεχείᾳ στὴν ἐξομολόγηση. Σὲ μία ἀκόμη παρατήρηση ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει, ὅτι ἐδίδοντο μεγάλα ἐπιτίμια, διότι ἡ πίστις ἦτο μεγάλη. Ἐμεῖς δὲν ἀγνοοῦμε τοὺς Κανόνες ἀλλὰ ὡστόσο ζοῦμε σὲ μία δική μας ἱστορικὴ στιγμή. Ἐγώ, σήμερα ἐξομολογῶ, τώρα στέκομαι σὲ διάλογο μὲ τὸν μετανοοῦντα. Καί, παρακαλῶ, θέλω νὰ μὲ πιστεύετε, ὅτι δὲν ἀπαγορεύσαμε περισσότερα ἀπὸ τρία χρόνια τὴν Θεία Κοινωνία σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔκαναν ἢ κάνουν ἐκτρώσεις.
Δυὸ ἐπείγοντα προβλήματα πρέπει νὰ λυθοῦν σήμερα στὴ χώρα μας γιὰ τὸ μέλλον τοῦ γένους μας καὶ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ: «Ἡ γεννητικότητα καὶ ἡ ἀναγέννηση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς στὰ χωριὰ καὶ τὶς πόλεις. Νὰ σκεφτοῦμε ὅτι ἡ Χώρα μας (Ρουμανία) ἔχει δυὸ ἑκατομμύρια ἐκτρώσεις τὸν χρόνο (πρόκειται γιὰ τὰ πρῶτα χρόνια μετὰ τὸ καθεστὼς τοῦ Τσαουσέσκου). Νὰ τί εἴδους θυσίες προσφέρουν σήμερα στὸν Θεὸ οἱ Ρουμάνοι! Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἐθνικὴ καὶ χριστιανικὴ γενοκτονία στὴν ἱστορία τοῦ Ρουμανικοῦ μας Ἔθνους. Παλαιὰ οἱ πρόγονοί μας πέθαιναν πολεμώντας μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἡμεῖς σήμερα σκοτώνουμε τὰ παιδιά μας γιὰ νὰ ζήσουμε ἐμεῖς καλλίτερα πάνω στὴν γῆ! Ἀλλά, ἐὰν δὲν μετανοήσουμε δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ δοῦμε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ νὰ λάμψη στὶς καρδιές μας.
Ἐπίσης χρειάζεται μία ὁλοκληρωτικὴ θρησκευτικὴ ἀναγέννησις στὴν Ρουμανία, ἡ ὁποία ἔχει πλέον ἀπὸ 400 μοναστήρια καὶ σκῆτες καὶ περισσότερες ἀπὸ 10000 ὀρθόδοξες ἐνορίες! Οἱ φοβερότερες κοινωνικὲς καὶ ψυχικὲς ἀρρώστιες τῆς Χώρας μας σήμερα εἶναι: Ὁ Ἀλκοολισμός, ἡ πορνεία, τὸ διαζύγιο, ἡ πορνογραφία διαμέσου ὅλων τῶν συγχρόνων μέσων, οἱ αἱρέσεις, ὁ διχασμός, τὸ μίσος μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ ἐκδίκηση καὶ διὰ λόγους ὑλικούς.
9. Λέγει ἡ γυναίκα, ὅτι «δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ μένα ἡ ἔκτρωση, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν ἄνδρα μου».
Πάτερ, ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ αὐτὴ λέγει ὅτι τὴν πίεσε ὁ ἄνδρας της καὶ λυπᾶται γι᾿ αὐτό, τῆς διαβάζω βέβαια συγχωρητικὴ εὐχή, ἀλλὰ τὴν ἀποκλείω ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία. Τῆς λέγω: Ἦταν καλλίτερο νὰ προτιμήσης τὸν θάνατο, παρὰ νὰ δεχθεῖς τοῦ ἀνδρός σου τὴν πίεση! Καὶ ἀλίμονο, βέβαια στὸν ἄνδρα αὐτόν… Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ καημένη κλαίει γιὰ τὸ πάθημά της καὶ δὲν πρέπει νὰ φύγει ἀπελπισμένη, διότι ἀρνήθηκα νὰ τῆς διαβάσω τὴν εὐχὴ τῆς συγχωρήσεως. Κατόπιν τοὺς ἔβαλα τὰ ὀνόματα γιὰ μνημονεύσει στὴν Προσκομιδή, ἀφοῦ πρῶτα τοὺς ἐπέπληξαν τοὺς δυὸ γιὰ τὸ ἁμάρτημά τους καὶ τοὺς συμβούλευσα νὰ μὴ κάνουν ποτὲ τὸ ἴδιο πράγμα.
10. Ἔρχονται οἱ ἄνθρωποι νὰ ἐξομολογηθοῦν τὶς ἁμαρτίες τους κι ὅμως δὲν ἀλλάζουν τὴν ζωή τους, δὲν μεταμορφώνονται ἐν Χριστῷ.
Ἐὰν δὲν ἀλλάζει, δὲν τὸν κοινωνεῖς ἀμέσως, ἀλλὰ τὸν λύνεις ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του. Δὲν πρέπει νὰ τὸν διώχνεις ἀσυγχώρητο…
Τὸ ἀκριβότερο πράγμα στὸν κόσμο εἶναι ἕνα δάκρυ μετανοίας.
11. Πές μας Γέροντα, κάτι γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου.
Σᾶς λέγω γιὰ νὰ ξέρετε μόνο ἕνα πράγμα καὶ θέλω νὰ τὸ κρατήσετε αὐτὸ μὲ πολλὴ ἀκρίβεια: Νὰ μὴ τελεῖται τὸ Εὐχέλαιο μόνο μ᾿ ἕνα ἱερέα. Τουλάχιστον μὲ δυό. Δηλαδὴ νὰ εἶναι πάνω ἀπὸ δυό. Καὶ ξέρετε γιατί; Διότι θεμελιώνεται στὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας ποὺ εἶπε: «Προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας καὶ προσευξάσθωσαν ἀπ᾿ αὐτόν…» (Ἰακ. 5,14). Ὄχι μὲ ἕνα ἱερέα.
agiazoni.gr/article.php?id=80181317658318146350