Οι αρχαίοι Ρωμαίοι, χρησιμοποιούσαν τη σελήνη για να μετρήσουν το χρόνο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, ένα κουτσουρεμένο έτος 12 μηνών, με 355 μέρες. Για να ακολουθούν σωστά τις εποχές, άρχισε η συνήθεια να προσθέτουν περιστασιακά επιπλέον εβδομάδες και μήνες.
Διεφθαρμένοι δημόσιοι λειτουργοί άρχισαν να τροποποιούν προς όφελός τους το ημερολόγιο για να επιμηκύνουν τη διάρκεια του δικού τους αξιώματος και να μειώσουν των ανταγωνιστών τους. Στην ουσία, έκλεβαν χρόνο για να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους πολιτικούς στόχους.
Το 46 π.Χ., από το ρωμαϊκό έτος έλειπαν ήδη δυο μήνες. Τότε αποφάσισε ο Ιούλιος Καίσαρας να δώσει μια λύση. Επέβαλε ένα νέο ηλιακό ημερολόγιο με διάρκεια 365 μέρες. Άλλαξε την ημερομηνία της Πρωτοχρονιάς, από 1η Μαρτίου, στην 1η Ιανουαρίου και πρόσθετε μια επιπλέον μέρα κάθε 4 χρόνια. Τη λύση στον Καίσαρα υπέδειξε η πιο διάσημη ερωμένη του. Η Κλεοπάτρα.
Του σύστησε στην Αίγυπτο τον Σωσιγένη, ο οποίος του περιέγραψε την ιδέα ενός ηλιακού ημερολογίου, και κατόπιν ταξίδεψε μαζί του στη Ρώμη για τον βοηθήσει στην εφαρμογή του.
Στο ρωμαϊκό ημερολόγιο οι μέρες υποδιαιρούνταν σε 12 ώρες φωτός και 12 ώρες σκοταδιού. Έτσι μια ώρα φωτός, μιας μεγάλης καλοκαιρινής μέρας, θα μπορούσε να ισοδυναμεί σήμερα με διάρκεια 1 ώρας και 15 λεπτών. Ενώ 1 ώρα φωτός τον χειμώνα, θα μπορούσε να διαρκεί μόλις 45 σημερινά λεπτά.
Οι αντίπαλοι του Καίσαρα, διαμαρτύρονταν ότι δεν ήταν ικανοποιημένος να κυβερνά μόνο τη Γη, αλλά προσπαθούσε να κυριαρχήσει και στους ουρανούς.
Για να προσαρμόσει το προηγούμενο ημερολόγιο στο νέο, ο Καίσαρας πρόσθεσε δυο επιπλέον μήνες στο έτος 46 π.Χ. – ανάμεσα στον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο. Επίσης, στρίμωξε τρεις επιπλέον εβδομάδες ανάμεσα στον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο.
Το αποτέλεσμα ήταν 1 ολόκληρο έτος, που δεν είχε υπάρξει όμοιο του ποτέ στο παρελθόν, με διάρκεια 445 μέρες. Στη Ρώμη, η χρονιά αυτή έμεινε γνωστή ως η «Χρονιά της Σύγχυσης».
Πηγή: «ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ – ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΠΩΘΗΚΑΝ ΠΟΤΕ», Rick Beyer, εκδόσεις Κλειδάριθμος