Ο Σπυρίδων Γραμμένος (1913 – 11 Αυγούστου 1944) ήταν Έλληνας δικηγόρος, ιδρυτής και αρχηγός της Απελευθερωτικής Γερμανικής Κατοχής Οργάνωσης Νέων (Α.Γ.Κ.Ο.Ν ή Α.Γ.Κ.Ω.Ν.) που ιδρύθηκε στην Αθήνα τον Ιούλιο 1941 και στη συνέχεια δραστήριο στέλεχος του ΕΔΕΣ. Η οργάνωσή του (Α.Γ.Κ.Ο.Ν) προδόθηκε και πέθανε στα χέρια των Γερμανών την 11η Αυγούστου 1944 στη Ζάκυνθο σε ηλικία 31 ετών.
Λίγες ημέρες πριν (1η Ιουλίου 1944) είχε εκτελεστεί στο Χαϊδάρι ο 28άχρονος αδελφός του Γεώργιος Γραμμένος μαζί με τα άλλα μέλη της οργάνωσης Χρήστο Γραμμένο, Σπύρο Φιλιππάτο, Κώστα και Παναγιώτη Καρατζέλη και τον 17άχρονο Δημήτρη Ξαγοράρη,
Το έτος 1935 αποφοίτησε από την Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ασχολήθηκε με τη δικηγορία. Το Σεπτέμβριο του 1943 με εντολή του Στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα, χρησιμοποιώντας το δίκτυο και τις ισχυρές μυστικές διασυνδέσεις της Οργάνωσης Ε.Δ.Ε.Σ. στον κρατικό μηχανισμό, διορίζεται στο Υπουργείο Οικονομικών (με την υπ’αρίθμ. 224/15-9-1943 ΦΕΚ τ. Γ’) και τον Οκτώβρη του ιδίου έτους, αφήνει το δικηγορικό του γραφείο και το σπίτι του στο Κολωνάκι, στην οδό Ναβαρίνου αριθμός 6 στην Αθήνα, μετατίθεται και ορκίζεται ως «δόκιμος εφοριακός γραμματέας Α’ Τάξεως» με βαθμό «Υπουργικού Γραμματέα Β’ Τάξεως» στην Εφορία της Ζακύνθου, προκειμένου, με την κάλυψη αυτή να αναλάβει μυστικά την οργάνωση πυρήνων αντίστασης και στην συνέχεια την τοπική αρχηγία του Ε.Δ.Ε.Σ.
Στοχεύει επίσης στην εξουδετέρωση ενός σκληρού φιλογερμανικού πυρήνα προδοτών του οποίου αρχηγός ήταν ο δωσίλογος και υπεράνω πάσης υποψίας 44άχρονος αξιωματικός της «πολεμικής διαθεσιμότητας» Ι.Κ.. Ταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού, πλαισιωμένος από τον 34άχρονο δραστηριοποιούμενο στην Αθήνα δικηγόρο με το ψευδώνυμο «Μπιτόλιο», τον 29χρονο Α.Κ,, το Δ.Κ., τον Ε.Β. και διάφορους πλιατσικολόγους και εγκληματικά στοιχεία που τους συνόδευαν, κυρίως ανήλικοι που χρησιμοποιούσαν ως εκτελεστικά όργανα στις αποφάσεις που ελάμβαναν στις μυστικές «συσκέψεις» τους στα ορεινά χωριά Άγιος Λέων, Κοιλιομένος και Καμπί, κατά τις οποίες αποφάσιζαν ή αδίστακτα ενέκριναν την θανατική εξόντωση των αποκαλουμένων από τους ίδιους «αντιστασιακών» και αντιπάλων τους.
Οι παραπάνω αρκετοί από τους οποίους ανήκουν μυστικά, για να έχουν σχετική κάλυψη και σε πολιτικές οργανώσεις, με την πλήρη ανοχή των Γερμανών, που όπως έχει αποδειχθεί, σε αρκετές περιοχές της χώρας τα μέλη των παραπάνω οργανώσεων ήταν τα μόνα που εφοδιασμένα με ειδικές ταυτότητες της Γκεστάπο, κυκλοφορούσαν ελεύθερα ακόμη και τις ώρες απαγορεύσεως της κυκλοφορίας, βαρύνονταν ήδη με πλήθος δολοφονίες, απαγωγές πολιτών και κλοπές περιουσιών (από είδη ιματισμού μέχρι είδη οικοσκευών).
Την περιοχή της Ζακύνθου ο Σπύρος την γνώριζε πολύ καλά διότι εκεί είχε γεννηθεί και έζησε τα παιδικά του χρόνια όταν υπηρετούσε ο πατέρας του Κωνσταντίνος Γραμμένος του Σπυρίδωνος στην Χωροφυλακή του νησιού και εκεί επίσης ζούσε ο Νονός του και αρκετοί συγγενείς από την πλευρά της μητέρας του Αγγελικής Βεντούρη. Από την πρώτη ημέρα που έφθασε στη Ζάκυνθο ο Σπύρος εντοπίσθηκε και αργότερα προδόθηκε από τον συμπατριώτη του (Ζακυνθινό) και συνάδελφό του δικηγόρο, Π.Μ. (ή «Μπιτόλιο»), τον οποίο γνώριζε από την Αθήνα.
Την ίδια περίπου εποχή φθάνει στην βραχώδη ακτή «Βρώμη» με υποβρύχιο και μετά από συνεννόηση με τον Ηγούμενο Αρχιμανδρίτη Νεόφυτο Μαρούδα, εγκαθίσταται στην Ιερά Μονή της Αρχιεπισκοπής Σινά, μικρή συμμαχική αποστολή που αποτελούνταν από τον Λοχαγό Αριστείδη Σαρίκα (που είχε το συνθηματικό ψευδώνυμο Φλάϋ (μύγα), τον Υπολοχαγό Θεμιστοκλή Μαρίνο, τον ασυρματιστή Γεώργιο Διακογάννη και δύο ακόμη αξιωματικούς. Με σύνδεσμο έναν ιεροδιάκονο τον Δαμασκηνό Κοντόσταυλο, επισκέπτονται την Αποστολή τα μέλη του Ε.Δ.Ε.Σ. Σταμάτιος Τζίμης και Δημήτριος Σαμιώτης και συζητούν την ένωση υπό κοινή σκέπη όλων των αντιστασιακών παρατάξεων και οργανώσεων.
Μετά από αυτά και με την μεσολάβηση των αμερόληπτων και μη ενταγμένων σε κάποιες οργανώσεις ζακυνθινών μονίμων αξιωματικών, Ιακώβου Στήνιου Λοχαγού του Μηχανικού και Κων/νου Μποζίκη Ανθυπολοχαγού Πεζικού και τρεις συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν προκειμένου να γεφυρωθούν τα χάσματα των αντιθέσεων των σημαντικότερων οργανώσεων του νησιού Ε.Δ.Ε.Σ. (Ε.Ο.Ε.) και Ε.Α.Μ. (Ε.Λ.Α.Σ.) εν μέσω πλήθους διαφωνιών σχετικά με τον τρόπο συνεργασίας, επιτεύχθηκε τελικά κάποια συνεννόηση και την 10η Ιουνίου υπεγράφη το σχετικό πρωτόκολλο συνεργασίας.
Δυστυχώς όμως η συνεργασία αυτή δεν κράτησε παρά μόνο λίγες ημέρες, αφού δύο σημαντικά περιστατικά : Η προσπάθεια απόκρυψης από το κοινό δελτίο ειδήσεων εκπροσώπων οργανώσεων, της δίκης των κινηματιών Αξιωματικών της Μέσης Ανατολής και της απόφασης του Στρατοδικείου για τους στασιαστές, από τον Ε.Α.Μ. και τα ληφθέντα μέτρα εκ μέρους του Ε.Α.Μ. επίσης, περί αφοπλισμού όλων των ανταρτών του Ε.Δ.Ε.Σ. Κατόπιν τούτου απομακρύνθηκαν από την Μονή τα τμήματα των παραπάνω οργανώσεων, η δε συμμαχική αποστολή κατέστη σχεδόν ανενεργή προσωρινά και κατήρτισε μόνο ένα ολιγομελές Σώμα για την φρούρησή της.
Στα τέλη Απριλίου 1944 κατέφθασε στην Ζάκυνθο τμήμα της «Γκεστάπο» (Χιτλερική μυστική Αστυνομία) με Διοικητή τον Έλληνα στην καταγωγή Δελακοβία. Ο Δελακοβίας που μιλάει άπταιστα Ελληνικά έρχεται σε επαφή με διάφορους ιδιώτες. Απαιτεί εμπιστευτικές πληροφορίες για τοπικά ζητήματα τάξεως και ασφαλείας και ζητάει ακόμη από τους διάφορους τοπικούς παράγοντες να τον ενισχύσουν … οικονομικά.
Δολοπλόκος ο Δελακοβίας, καταστρέφει με διάφορα πονηρά τεχνάσματα που τορπίλιζαν εστίες της πόλης που υποπτευόταν ότι διέμεναν άτομα με εθνική συνείδηση ή σύχναζαν στελέχη του Ε.Δ.Ε.Σ., με το να πηγαίνει φανερά και φωνασκώντας να υβρίζει σε καθημερινή βάση και να κατηγορεί τους κομμουνιστές -υπό πλήρη βέβαια κάλυψη των πρακτόρων του οι οποίοι, παρακολουθούσαν και κατέγραφαν, τις αντιδράσεις του κόσμου. Αφού λ.χ. έκανε το ξύρισμά του στο Κουρείο του Ιωάννη Πατρικίου πήγαινε μετά στο Καφενείο του Χρήστου Μακρή και έπαιζε τάβλι.
Παράλληλα με στελέχη του, ενημερώνει διάφορους αγνούς ιδεολόγους αριστερούς και δεξιούς και στελέχη του Ε.Α.Μ. ότι οι περιοχές και τα άτομα που (άθελά τους) ερχόταν σε επαφή με τον ίδιο τον Δελακοβία ήταν όλοι «Γκεσταπίτες» και συνεργάτες των Γερμανών. Έτσι ήλεγχε όλες τις αντιδράσεις και συνελάμβανε κύρια νέους και αγνούς πατριώτες από όλες τις παρατάξεις, τους οποίους έκλεινε στις φυλακές, όπου εν συνεχεία τους ξυλοκοπούσαν οι Γερμανοί και τους υπέβαλαν σε πλήθος ταλαιπωρίες και μαρτύρια μέχρι να συγκεντρώσουν και άλλες πληροφορίες οι οποίες θα οδηγούσαν σε νέες συλλήψεις.
Από τα παραπάνω άτομα και κάτω από ισχυρή πίεση και εκβιασμούς εξασφάλιζε και ένα μικρό αριθμό πληροφοριοδοτών ή συνεργατών του στους οποίους χορηγούσε σχετικές άδειες κυκλοφορίας και εκείνοι με την ανοχή του προέβαιναν ως κουκουλοφόροι (ή προσωπιδοφόροι όπως αναφέρει στο βιβλίο του : «η Ζάκυνθος τα χρόνια της σκλαβιάς» ο αείμνηστος Διον. Χ. Στραβόλεμος που ως γραμματέας δικαστηρίων έζησε από κοντά τα γεγονότα και τις δίκες των δοσίλογων) σε πλήθος κλοπές, λεηλασίες, απαγωγές, ανακρίσεις και δολοφονίες.
Θα ήταν βέβαια και ίσως θα έμενε άγνωστο ακόμη μέχρι σήμερα, ποιοι και με την κάλυψη ποίων σε καθημερινή πλέον βάση προέβαιναν σε όλα τα παραπάνω, με τους Γερμανούς να κάνουν ότι «δεν ενδιαφέρονται για αυτά τα πράγματα», ενώ καταπατούσαν τρεις από τις αυστηρότερες διαταγές τους (κατοχή πυροβόλων όπλων, οπλοφορία, νυκτερινή κυκλοφορία) αν μετά τα χωριά, Γάλαρο, Πηγαδάκια, Μαχαιράδο (όπου εκτελούν στα χέρια της συζύγου του τον Αντ. Αναστ. Μαρκάτη επειδή επιχείρησε να βγάλει την προσωπίδα ενός ληστή), Ρωμήριο, Γαϊτάνι που οι κουκουλοφόροι επιχειρώντας να λεηλατήσουν ένα σπίτι, εκτελούν την οικοδέσποινα η οποία ήταν επίτοκος, την αποτυχημένη τους επίθεση στη συνέχεια στο χωριό Μουζάκι και μετά στα Λαγκαδάκια, όπου εκεί πραγματικά συγκλονίζεται το νησί όταν συμβαίνει το εξής περιστατικό:
Μεγάλη ομάδα προσωπιδοφόρων επιτίθεται την νύχτα εναντίον του σπιτιού του Νικολάου Βαρβαρίγου. Ο υποψιασμένος ιδιοκτήτης που οπλοφορεί, κρύβεται μέσα στο σπίτι του και περιμένει σε ένα δωμάτιο. Την στιγμή που ο πρώτος κουκουλοφόρος πλησιάζει, τον πυροβολεί και τον φονεύει επί τόπου. Ο φόνος του επί κεφαλής ληστή προκαλεί σύγχυση στους άλλους επιτιθέμενους οι οποίοι αναγκάζονται να τραπούν σε φυγή, αφήνοντας στο σημείο τις προσωπίδες και τα υποζύγιά τους. Ο Βαρβαρίγος ειδοποιεί τον τοπικό Εισαγγελέα και από την αυτοψία που ακολούθησε και την αφαίρεση της κουκούλας διαπιστώνεται ότι, νεκρός ήταν ο Ευάγγελος Ιωάννου Κλαυδιανός ή Κοντοράσης, από το χωριό Φιολίτιο, άνθρωπος υπεράνω πάσης υποψίας, στέλεχος του Ε.Α.Μ. και ένας από τους πλέον ανεξάρτητους οικονομικά κατοίκους, ο οποίος σίγουρα δεν είχε την παραμικρή ανάγκη να μετέρχεται όλα αυτά τα μέσα και να ληστεύει τα σπίτια των απλών χωρικών. Από την αποτυχημένη εκείνη προσπάθεια και μετά την ανακάλυψη των ονομάτων και άλλων ληστών από τους παραπάνω, σταμάτησαν οι ληστείες από προσωπιδοφόρους και οι λεηλασίες στην εξοχή της Ζακύνθου. Την θέση τους πήραν εν συνεχεία, άτομα της ιδία παρατάξεως που φανερά πλέον συλλαμβάνουν και εκτελούν
Η 11η Αυγούστου, είναι συμπτωματικά η επέτειος που στην Κέρκυρα γίνονται λιτανείες και εορτάζεται το μεγάλο θαύμα απόκρουσης των Τούρκων με την βοήθεια του Αγίου Σπυρίδωνος προστάτη του νησιού. Ο Σπύρος Γραμμένος από ημέρες πριν είχε αποφασίσει και αναλάβει την πρωτοβουλία να προστατεύσει με τα όπλα και με κίνδυνο της ζωής του, σαν άγρυπνος φύλακας, τις αποθήκες αλατιού στην περιοχή «Κατοστάρι», που μετά από συμφωνία οι Γερμανοί είχαν ήδη αποφασίσει να καταστρέψουν (σχετ. η εκδοθείσα τότε από τις αρχές κατοχής «Ειδική Διαταγή» του Υπουργείου Οικονομικών, με αρίθμ. 485/7-7-1944, «περί κατεδαφίσεως και καταστροφής των αποθηκών άλατος»), διότι δεν θέλουν να αφήσουν εφόδια στα χέρια του Ε.Δ.Ε.Σ. που πλησιάζει στην περιοχή, αλλά και του ελληνικού στρατού. Παρασύρεται από τον απεσταλμένο του προαναφερόμενου προδότη «Ταγματάρχη» ΙΚ, με το ψευδώνυμο «πεπόνας» ή «μηλιάς», παγιδεύεται στην ευρισκόμενη στο κέντρο της πόλης Ταβέρνα του Τζαβέλλα όπου τρώνε μαζί και παρά την προστασία μελών της οργάνωσής του, μέσα στην Ταβέρνα, όταν αντιλαμβάνεται ότι το κατάστημα παρακολουθούν απέξω οι Γερμανοί και περικυκλωμένος αποφασίζει να αντισταθεί με το όπλο που έχει επάνω του είναι πλέον αργά. Τον πυροβολούν αυτοί οι αδίστακτοι μαύροι και κόκκινοι συνεργάτες των κατακτητών, οι οποίοι τον αφήνουν αιμόφυρτο και τελικά φεύγουν ανενόχλητοι από τους Γερμανούς.
Από την παραπάνω αδίστακτη ομάδα από το Μάιο 1944 μέχρι και τις αρχές Αυγούστου του ιδίου χρόνου έχουν προηγηθεί οι δολοφονίες του Ιωάννη Μουζάκη, του ήρωα Πιλότου του Ελληνικού Στρατού και προστάτη των Εβραίων της Ζακύνθου Κων/νου Τσιριγώτη, όπου πυροβολήθηκε εκ των όπισθεν από δύο άνανδρους κουκουλοφόρους και την κηδεία του οποίου παρακολούθησε σύσσωμη η κοινωνία της Ζακύνθου, του Δημήτρη Δουδέσκου και του Σπύρου Τσαγκαρόπουλου, καθώς και οι απαγωγές των : Ιωάννη Βούλτσου, Σκαρίνου και Λεων. Κοντακίτη. Ανάμεσα στους προαναφερόμενους άνανδρους εκτελεστές, ήταν ο θρασύδειλος νεαρός Α.Γ ο «πεπονάς» ή «μηλιάς», που φεύγοντας υπό τα όμματα και την ανοχή των Γερμανών σημαδεύει ρίχνει «επί του ασφαλούς» στον ήδη τραυματισμένο και ανυπεράσπιστο Σπύρο μια ακόμη σφαίρα, φροντίζοντας να μην τον σκοτώσει.
Οι Γερμανοί αμέσως μετά την αποχώρηση των συνεργατών τους, εισβάλουν στην ταβέρνα και συλλαμβάνουν τον ανήμπορο 31άχρονο Σπύρο, τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο της Ζακύνθου που τότε λόγω των συνεχών βομβαρδισμών είχε μεταφερθεί στο Χωριό «Καλπάδο», όπου ανακρινόμενος και φρουρούμενος, πεθαίνει, χωρίς να προδώσει την οργάνωση. Θάφτηκε από τον νονό του Χαράλαμπο Αρβανιτάκη – Κανούνο, που μαζί ανήκε επίσης στην άκρως επιτυχημένη ομάδα φυγάδευσης ή διάσωσης με φιλοξενία σε αυστηρά επιλεγμένες οικογένειες της Ζακύνθου, των Εβραίων του νησιού (από τα 300 περίπου μέλη της παραπάνω κοινότητας χάρη σ’αυτό το άρτια συντονισμένο τοπικό δίκτυο, σε αντίθεση με την Θεσσαλονίκη, την Κέρκυρα και άλλες περιοχές της Ελλάδας, ουδείς εκτελέστηκε και ουδείς παραδόθηκε στους κατακτητές).
Ο τάφος του Σπύρου βρισκόταν στο κεντρικότερο σημείο του Νεκροταφείου του νησιού κοντά στους «Βεντουρήδες» τους ευγενείς προγόνους της μητέρας του της Αντζελίνας Βεντούρη που σύμφωνα με το Componimento του 1483 (συμφωνία αστών – ευγενών) από το 1574 αποτελούσαν μέλη του «Μεγάλου Συμβουλίου της Μεγαλοπρεπούς Κοινότητος Ζακύνθου».
Μετά τον πόλεμο κάποιοι από τους προαναφερόμενους δοσίλογους και προδότες όπως : ο Βασάτης, ο Ι. Κούτσης, ο Π. Μποζίνης, ο Α. Κωστής, ο Δ. Κάπαρης, ο Ε. Βλασσόπουλος, ο Α. Μποζίνης, ο Β. Παπαδάτος, ο Ε. Μπελογιάννης και ο Α. Γιατράς, πέρασαν από δίκη όπου άλλοι καταδικάσθηκαν σε θάνατο και άλλοι φυλακίσθηκαν.
Για την άνανδρη δολοφονία του Σπύρου Γραμμένου υπάρχει σχετική αναφορά στο βιβλίο «Η Ζάκυνθος τα χρόνια της σκλαβιάς» που από κάποιους επιτήδειους έχει σκόπιμα εξαφανισθεί από βιβλιοθήκες όπως εκείνη του Πειραιά ενώ παντού αναφέρεται στα σχετικά ευρετήρια.
[wikipedia.org]