Εκδίκηση για την ήττα τους πριν εγκαταλείψουν την Ελλάδα, αναζητούσαν οι ναζί κατακτητές και έτσι η τελευταία περίοδος της κατοχής, χαρακτηρίστηκε από ποταμούς αίματος από τα μπλόκα που γίνονταν σε πολλά σημεία της χώρας και τα ολοκαυτώματα που ακολουθούσαν.
Κριτήριο επιλογής των περιοχών που γίνονταν τα μπλόκα, ήταν οι περιοχές που τροφοδότησαν μαζικά την αντίσταση. Η 9η Αυγούστου ήταν μία από τις πλέον αποφράδες ημέρες του 1944 αφού σε πολλά σημεία της χώρας έγιναν μπλόκα (Μάνδρα, Φλώρινα, αλλά και στην Αθήνα, όπως θα δούμε στη συνέχεια).
Νωρίς το πρωί της 9ης Αυγούστου του 1944, Γερμανοί στρατιώτες κυκλώνουν τους συνοικισμούς Δουργουτίου (ο σημερινός Νέος Κόσμος), Κατσιπόδι (η σημερινή Δάφνη) και Φάρου (στην περιοχή της Νέας Σμύρνης).
Οι κατακτητές κάλεσαν τους άνδρες έως 60 ετών να συγκεντρωθούν. Tα σημεία στα οποία γινόταν η συγκέντρωση των ομήρων, που υπολογίζεται ότι έφτασαν τους 1.200, ήταν στην πλατεία του Φάρου, έξω από την αρμένικη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και έξω από το εργοστάσιο του Καίσαρη στη Λεωφόρο Συγγρού. Στο πλευρό των Γερμανών ήταν και Έλληνες συνεργάτες τους από τα τάγματα ασφαλείας.
Τότε σημειώθηκε ένα τραγικό περιστατικό, όταν ο Δημήτρης Μπαρουτίδης κατάφερε να τραβήξει την κουκούλα του καταδότη, να φωνάξει το όνομά του, αλλά να δολοφονηθεί επιτόπου από τους λυσσασμένους συνεργάτες του. Εκεί εκτελέστηκαν 120 όμηροι, ενώ 600 μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα της Γερμανίας, μία βδομάδα μετά στις 16 Αυγούστου. Εκτός από τις ομαδικές εκτελέσεις, όποιν έβρισκαν οι Γερμανοί και οι προδότες που τους βοηθούσαν, να κρύβεται, συνήθως τον εκτελούσαν επιτόπου.
Εκτός από τις εκτελέσεις οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους έκαψαν τη συνοικία Αρμένικα και το Δουργούτι, επιδιδόμενοι και σε πλιάτσικο, αλλά το απόγευμα πλήρωσαν και αυτοί το τίμημα από τον ΕΛΑΣ που τους χτύπησε στην περιοχή του ΦΙΞ και τους προξένησε απώλειες τουλάχιστον 30 νεκρών.
Στην ίδια περιοχή βασανίστηκαν αρκετοί όμηροι από το συνεργάτη των Γερμανών και διοικητή του στρατοπέδου στου Γουδή, ταγματάρχη Βρασίδα Παπαγιανόπουλο. Στο Φάρο εκτελέστηκαν 114 και πρέπει να πούμε ότι αν και βασανίστηκαν για να καταδώσουν τους συμμετέχοντες σε αντιστασιακές οργανώσεις, δεν μίλησαν. Εδώ ο εφιάλτης ήταν ο ταγματασφαλίτης ανθυπασπιστής Γεώργιος Ζαχαρόπουλος, που έκανε το κουμάντο και έδινε τις διαταγές για εκτελέσεις.
Όπως έλεγαν τότε τους ρουφιάνους των Γερμανών, ήταν οι «τσουβαλάδες», αυτοί που δηλαδή κάλυπταν το πρόσωπό τους με ένα τσουβαλάκι, όπου είχε δύο ανοίγατα για τα μάτια και οι «μασκοφόροι», που φόραγαν αντιασφυξιογόνες μάσκες, με στόχο βέβαια να μην γίνει αντιληπτή η ταυτότητά τους.